Γράφει ο Σπύρος Θεοδωράκης
Μια ναυτική περιπέτεια
Στις αρχές του έτους 1941, η Ελλάδα έχει ήδη εμπλακεί στη δίνη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι γερμανικές δυνάμεις έχουν καταλάβει τη Μακεδονία και προωθούνται προς τη νότια Ελλάδα. Στην Αθήνα, οι επίσημες Αρχές εκτιμώντας την εν γένει κατάσταση, αποφασίζουν ότι χρειάζεται να φυγαδευτούν άμεσα τα αποθέματα χρυσού της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο χρυσός φορτώνεται, ως φαρμακευτικό υλικό σε πολεμικό πλοίο, καμουφλαρισμένο ως νοσοκομειακό με το όνομα ΝΗΡΕΥΣ και αποπλέει με προορισμό την Αίγυπτο. Ενδιάμεσος σταθμός, η Κρήτη.
Κατά τη διάρκεια του ριψοκίνδυνου ταξιδιού, το ΝΗΡΕΥΣ εντοπίζεται από εχθρικό αναγνωριστικό αεροπλάνο και μετά από λίγο, δέχεται επίθεση από αέρος από γερμανικά μαχητικά αεροπλάνα. Το μικρό σκάφος, με τον ελάχιστο οπλισμό που διαθέτει, ανταποδίδει τα πυρά, αλλά πλήττεται άσχημα. Λαβωμένο, καταφεύγει σ’ έναν μικρό όρμο στις ανατολικές ακτές της Πελοποννήσου, κοντά στη Μονεμβασιά.
Με υπεράνθρωπες προσπάθειες, οι μηχανικοί του καταφέρνουν να επιδιορθώσουν τη βλάβη και ο ταξίδι συνεχίζεται. Προσεγγίζοντας τις ακτές της Κρήτης, το πολύτιμο φορτίο μεταφορτώνεται σε μουλάρια και, με τη συνοδεία Άγγλων και Ελλήνων στρατιωτών, αλλά και με την καθοδήγηση των ντόπιων, διασχίζει το νησί προς αναζήτηση ασφαλούς φύλαξης. Λίγες μέρες αργότερα, τον χρυσό παραλαμβάνει ελληνικό αντιτορπιλικό. Κατά τη διάρκεια της χερσαίας μεταφοράς του, η μικρή ομάδα των στρατιωτών και των Κρητικών που συνοδεύουν τα φορτία του χρυσού, δέχεται επιθέσεις από διμοιρίες Γερμανών αλεξιπτωτιστών της 7ης επίλεκτης μεραρχίας, οι οποίοι κατά κύματα, πέφτουν στο νησί. Η Μάχη της Κρήτης έχει αρχίσει…
Μια ιστορική ταινία
Η πιο πάνω ιστορία θα μπορούσε να είναι ένα πραγματικό επεισόδιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δεν είναι όμως. Είναι απλά, η κεντρική ιδέα του σεναρίου παλιάς ελληνικής ταινίας, με τον τίτλο «Στη Μάχη της Κρήτης». Στην ταινία «παντρεύονται» δυο αληθινά ιστορικά γεγονότα: αφενός, η φυγάδευση του χρυσού της Τραπέζης της Ελλάδος και, αφετέρου, η άνευ διαταγής μετάβαση σπουδαστών της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων στην Κρήτη, όπου πολέμησαν ηρωικά.
Για τα δεδομένα της εποχής της (1970), η ταινία είναι καλογυρισμένη, σωστά δομημένη, έχει σφικτό και αληθοφανές σενάριο. Δεν λείπουν η ίντριγκα, υπόνοιες κατασκοπίας και το ερωτικό στοιχείο, που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον ενώ, αναδεικνύει μοναδικά τοπία. Συνιστά ένα από τα καλύτερα δείγματα ελληνικού κινηματογράφου της συγκεκριμένης περιόδου, κατά την οποίαν άνθισαν οι πολεμικές περιπέτειες. Ήταν άλλωστε περίοδος δικτατορίας, οπότε οι Ένοπλες Δυνάμεις διέθεταν απλόχερα προσωπικό και υλικό για τέτοιο σκοπό. Η ταινία ήταν ελληνο-ιταλική συμπαραγωγή, η δε ιταλική εκδοχή της διανεμήθηκε διεθνώς, με τον τίτλο: Hell in the Aegean (Κόλαση στο Αιγαίο).
Η σκηνοθεσία ήταν του Βασίλη Γεωργιάδη, το σενάριο της ταινίας υπέγραφαν οι Σταμάτης Φιλιππούλης και Βασίλης Μανουσάκης και τη φωτογραφία ο Δημήτρης Παπακωνσταντής. Η μουσική ήταν του Γιώργου Πάρις, ενώ τα σκηνικά και τα κουστούμια του Διονύση Φωτόπουλου. Η παραγωγή ήταν της Art Films (James Paris). Η ταινία ήταν έγχρωμη, διάρκειας 109΄. Η α΄ προβολή έγινε τον Οκτώβριο του 1970 και έκοψε 435.165 εισιτήρια.
Στον πρωταγωνιστικό ρόλο εμφανίστηκε ένας νέος ηθοποιός, απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, ο Χρήστος Πολίτης ενώ συμμετείχαν οι ηθοποιοί: Στέφανος Στρατηγός, Γιώργος Τζώρτζης, Γιώργος Μοσχίδης, Γιώργος Σίσκος, Άννα Μαντζουράνη, Μαρία-Πία Κόντε, Φερνάντο Σάντσο κ.ά.
Σε συνέντευξη που μου παραχώρησε πριν χρόνια, ο ηθοποιός Γιώργος Μοσχίδης (συμμετείχε στο ρόλο του υπαλλήλου της Τράπεζας Ελλάδος) μίλησε πρώτα απ΄ όλα για την πολύ καλή συνεργασία του με έναν γλυκύτατο, όπως τον χαρακτήρισε, άνθρωπο, τον σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη.
Αναφέρθηκε στην ομάδα παραγωγής της ταινίας που είχε την σφραγίδα και την φροντίδα, του καταγόμενου από την Μυτιλήνη με θητεία στην Αμερική, κ. Πάρις. Επεσήμανε το γεγονός ότι για τα ειδικά εφέ (τρυκ), που έχουν μεγάλη σημασία σε μία πολεμική ταινία, είχαν φέρει εξειδικευμένο άνθρωπο από τα ιταλικά στούντιο. Θυμότανε και δεν παρέλειψε να αναφερθεί στο μεράκι και την αγάπη όλων των συντελεστών της ταινίας -όχι μόνον των ηθοποιών- για την δουλεία τους, προκειμένου να πετύχουν το καλύτερο αποτέλεσμα με τα πτωχά μέσα που διέθεταν τότε και τέλος, δήλωσε ότι δεν θα ξεχάσει ποτέ το μπάνιο που έκανε, Οκτώβρη μήνα, στα κρύα νερά του Σκαραμαγκά, για τις ανάγκες τις ταινίας.
Τον ρόλο του κατάλευκου ΝΗΡΕΥΣ, με τα σινιάλα του Ερυθρού Σταυρού, «έπαιξε» ένα όμορφο βοηθητικό πλοίο του Πολεμικού Ναυτικού, το ΣΩΤΗΡ [Α-384]. Πρόκειται για το πρώην βρετανικό “Salventure” (κλάση King Salvor), έτος ναυπήγησης 1942, 1700 τόνων. Δόθηκε δανικό στην Ελλάδα το 1950 και παροπλίστηκε το 1976.
Γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν επίσης στη γέφυρα του Α/Τ ΛΕΩΝ ΙΙΙ [54]. Αρχικά αμερικανικό αντιτορπιλικό (κλάση Cannon). Καθελκύστηκε στις 25 Ιουνίου 1943. Το 1951 εντάχθηκε στο Ναυτικό μας και ήταν ένα από τα τέσσερα αντιτορπιλικά συνοδείας που παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα στα πλαίσια της στρατιωτικής βοήθειας. Πρόκειται για το πλοίο που, υποστηρίζεται ότι, χρησιμοποιήθηκε στο στρατιωτικό Πείραμα της Φιλαδέλφειας. Παροπλίστηκε τον Νοέμβριο του 1992.
Στην ταινία εμφανίζεται επίσης και το αρματαγωγό ΧΙΟΣ V [L-195] το οποίο ναυπηγήθηκε το 1943 (ΗΠΑ) με μήκος 328 πόδια και ταχύτητα 11 κόμβους. Εντάχθηκε στο Ναυτικό μας τον Αύγουστο του 1943 και παρέμεινε μέχρι τον Μάιο του 1977 όταν και παροπλίστηκε οριστικά. Σε μακρινά πλάνα ξεχωρίζουν επίσης και τα αδελφά αρματαγωγά ΛΗΜΝΟΣ ΙΙ [L-158] και ΛΕΣΒΟΣ ΙΙΙ [L-172].
Τα ιστορικά γεγονότα.
Αφήνοντας πίσω την τέχνη του κινηματογράφου και τον μύθο που αναπλάθει, ας δούμε τα δύο πραγματικά ιστορικά γεγονότα που αναφέρονται στην ταινία, δηλαδή, στον ελληνικό χρυσό και την φυγάδευσή του εκτός Ελλάδος και στην συμμετοχή των πρωτοετών της Στρατιωτικής Σχολής Ευεπλίδων στην Μάχη της Κρήτης.
Η φυγάδευση του ελληνικού χρυσού.
Τα πραγματικά περιστατικά, περιγράφονται με κάθε λεπτομέρεια στο βιβλίο «Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος», και αποτελεί την μοναδική επίσημη εκδοχή για την περιπέτεια του χρυσού στον Β’ π.π. Το συγκεκριμένο βιβλίο εκδόθηκε το 1955, με συγγραφέα τον σπουδαίο Ηλία Βενέζη στον οποίο αφηγείται ο υποδιοικητής τότε, της ΤτΕ Γεώργιος Μαντζαβίνος:
«Ἐνθυμοῦμαι, ὅτι εὐθὺς ὡς ἔγινε πλέον κατάδηλος ἡ πρόθεσις τῆς Γερμανίας νὰ βοηθήσῃ τὴν Ἰταλίαν εἰς τὸν ἀγῶνα της ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος -ἀγῶνα τὸν ὁποῖον εἶχε σχεδὸν χάσει- ἐλάβομεν μέτρα διὰ νὰ μεταφερθῇ ὁ χρυσὸς ἀπὸ τὰ θησαυροφυλάκια τῆς Τραπέζης εἰς ἀσφαλὲς μέρος ἔξω τῶν Ἀθηνῶν. Προεκρίθη ἡ Κρήτη, τὸ Ὑποκατάστημά μας Ἡρακλείου, ὅπου εἴχομεν ἀρκετὰ ἀσφαλῆ χρηματοκιβώτια. Ὁ χρυσός, -ὁ ὁποῖος ἀνήρχετο εἰς οὐγγίας καθαροῦ καθ’ ὑπολογισμὸν βάρους 610.796 καὶ 431/ οοο- ἔπρεπε πρῶτον νὰ τοποθετηθῇ εἰς ἀσφαλῆ κιβώτια. Ὅταν ἔγινε αὐτὴ ἡ προπαρασκευαστικὴ ἐργασία, τὴν ὁποίαν μόνον τρεῖς ἤ τέσσαρες ἐγνώριζον εἰς τὴν Τράπεζαν, παρεκλήθη τὸ Ναυτικὸν Ἐπιτελεῖον τὸ ὁποῖον ἔθεσε εἰς τὴν διάθεσίν μας δύο ἀντιτορπιλλικά, τὸν «Βασιλέα Γεώργιον» καὶ τὴν «Βασίλισσαν Ὄλγαν», τὰ ὁποῖα μετέφερον τὸν χρυσὸν εἰς τὸ Ἡράκλειον. Ἡ μεταφορὰ ἔγινε κατὰ τὰς ἀρχὰς Φεβρουαρίου 1941, ἐνθυμοῦμαι ὅτι ἦτο Καθαρὰ Δευτέρα……
Ὅταν ἤρχισε νὰ διαγράφηται ὡς ἐπικείμενη ἡ κατάληψις τῆς Κρήτης ὑπὸ τῶν Γερμανῶν ἠρχίσαμεν νὰ προνοοῦμεν καὶ διὰ τὴν μετακίνησίν μας ἔξω τῆς Ἑλλάδος. Θέμα κύριον ἦτο δι’ ἡμᾶς πάλιν νὰ περισώσωμεν τὸν χρυσὸν τοῦ ἀποθέματος καὶ νὰ τὸν μεταφέρωμεν εἰς χώραν ἀσφαλῆ. Τοιαύτη χώρα ἦτο ἡ Νότιος Ἀφρική. Ὁ χρυσὸς θὰ ἔπρεπε νὰ μεταφερθῆ ἀπὸ τὸ Ἡράκλειον εἰς τὴν Πραιτώριαν, ἕδραν τῆς Κεντρικῆς Τραπέζης τῆς Νοτίου Ἀφρικῆς. Ἀπεφασίσθη νὰ μεταφερθῆ ὁ χρυσὸς πρῶτον εἰς τὴν Σούδαν, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ νὰ φορτωθῆ εἰς ἄλλο πλοῖον διὰ τὸ μακρυνόν του ταξίδι.
Ἡ μεταφορὰ τοῦ χρυσοῦ ἀπὸ τὸ Ἡράκλειον εἰς τὴν Σούδαν ἔγινε μὲ ἕνα μικρὸν ρυμουλκὸν ἀγγλικόν, ποὺ ἐλέγετο «Σάλβυα», καὶ ἐκυβερνᾶτο ἀπὸ ἕνα ἔφεδρον ἀξιωματικὸν τοῦ ἀγγλικοῦ ἐμπορικοῦ στόλου.
[Σ.σ. Επρόκειτο για το HMS Salvia (K97) το οποίο βεβαίως δεν ήταν ρυμουλκό. Ήταν μια κορβέτα (κατηγορίας Flower) του Βρετανικού Ναυτικού με έτος ναυπήγησης 1939, μήκος 62,5 μ. το οποίο διέθετε ναρκαλιευτικό εξοπλισμό και εργαλεία ρυμούλκησης.]
Ὑπὸ διαρκεῖς ἐπιθέσεις στούκας ὁ χρυσὸς μετεφέρθη ἀπὸ τὸ Ὑποκατάστημα Ἡρακλείου εἰς τὸν λιμένα τοῦ Ἡρακλείου, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐφορτώθη εἰς τὸ ρυμουλκόν, εἰς τὸ μικρὸν πλήρωμα τοῦ ὁποίου προσετέθησαν, ὡς συνοδοὶ τοῦ χρυσοῦ, δύο ὑπάλληλοι τῆς Τραπέζης.
Ὅταν ἐξεκίνησε τὸ «Σάλβυα» τὰ στούκας, τὰ ὁποῖα τὸ παρηκολούθουν, ἐπετέθησαν ἐναντίον του. Ὁ κυβερνήτης τοῦ ρυμουλκοῦ κατώρθωσε τότε μὲ τὰ μικρά του ἀντιεμπορικὰ πολυβόλα νὰ καταρρίψῃ δύο ἀπὸ τὰ γερμανικὰ ἀεροπλάνα. Ὑπὸ συνεχῆ συναγερμόν, καὶ μὲ τὸν χρυσὸν ὅλον εἰς τὸ κατάστρωμα τοῦ ρυμουλκοῦ, τὸ «Σάλβυα» ἔφθασε τέλος εἰς τὴν Σούδαν. Ἀπὸ ἐκεῖ ἤρχιζε τὸ νέον δύσκολον ἐγχείρημα. Τὰ κιβώτια τοῦ χρυσοῦ ἔπρεπε νὰ μεταφορτωθοῦν ἀπὸ τὸ «Σάλβυα» εἰς τὸ πλοῖον ποὺ εἶχε ὁρίσει ὁ Ἄγγλος ναύαρχος διὰ νὰ παραλάβῃ τὸν χρυσὸν καὶ νὰ τὸν μεταφέρῃ εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν, πρῶτον σταθμὸν τοῦ ταξιδίου. Ὁ Ἄγγλος ναύαρχος τῆς Μεσογείου, εἶχε δεχθῆ νὰ ἀποσπάσῃ ἀπὸ τὴν μοῖραν του μίαν ἀξιόμαχον μονάδα, τὸ καταδρομικὸν «Διδώ», καὶ νὰ τὸ θέσῃ εἰς τὴν διάθεσιν τῆς Τραπέζης τῆς Ἑλλάδος διὰ τὴν μεταφορὰν τοῦ χρυσοῦ.
[Σ.Σ. Επρόκειτο για το HMS Dido (37) πλοίο κατηγορίας ελαφρών αντιαεροπορικών καταδρομικών του Βρετανικού Ναυτικού, το πρώτο μιας σειράς δέκα ακόμη παρόμοιων πλοίων. Ναυπηγημένο στο Cammell Laird του Birkenhead, τέθηκε σε υπηρεσία το 1940 κατά τη διάρκεια πολέμου. Είχε μήκος 485 πόδια και μέγιστη ταχύτητα 32,25 κόμβους].
Πάλιν ὑπὸ συνεχῆ συναγερμὸν καὶ βομβαρδισμὸν τῶν στούκας ὁ χρυσὸς μετεφορτώθη εἰς τὸν καταδρομικόν, μὲ τὴν βοήθειαν καὶ τῶν Ἄγγλων ναυτῶν. Ὅλη αὐτὴ ἡ ἐργασία ἐγίνετο μὲ ἀπιστεύστως νευρικὸν ρυθμόν, διότι ὁ Ἄγγλος Κυβερνήτης, φοβούμενος διὰ τὸ πλοῖον του, ἐβιάζετο νὰ τὸ θέσῃ εἰς κίνησιν, καὶ ὑπῆρχε κίνδυνος ἕνα μέρος τοῦ πολυτίμου φορτίου, καθὼς μετεφορτώνετο, νὰ πέσῃ εὶς τὴν θάλασσαν. Εὐτυχῶς ἡ μεταφορὰ ἔγινε εἰς τὰ κύτη τοῦ «Διδὼ» χωρὶς καμμίαν ζημίαν. Μόνον ἕνα κιβώτιον, ἐνῷ μετεφέρετο εἰς τὸ κῦτος τοῦ καταδρομικοῦ, ἔσπασε καὶ τὸ κῦτος ἐγέμισε ἀπὸ χρυσᾶς λίρας. Αὐτὸ ἀνησύχησε πολὺ τὸν Ἄγγλον Κυβερνήτην καὶ διέταξε ἕνα συνεργεῖον ναυτῶν, ἐνῷ τὸ «Διδὼ» ἔπλεε πρὸς Ἀλεξάνδρειαν, νὰ μαζέψῃ τὰς χρυσᾶς λίρας. Ὅλαι αἱ χρυσαῖ λίραι τοῦ κιβωτίου ποὺ εἶχαν σκορπίσει εὑρέθησαν. Ἑκτὸς μιᾶς».
Στα μέσα Μαΐου, ο χρυσός θα φτάσει στην Αλεξάνδρεια προσωρινά, και κατόπιν στο Κάιρο, ενώ σε συμφωνία με τις Συμμαχικές Αρχές και μέσω του Σουέζ, θα φτάσει στην Πρετόρια της Ν. Αφρικής στα θησαυροφυλάκια της South African Reserve Bank. Η Ελλάδα ήταν η μόνη από τις χώρες που κατέλαβαν οι Ναζί, της οποίας ο χρυσός μεταφέρθηκε εξ ολοκλήρου στο εξωτερικό και διέφυγε από τη γερμανική αρπαγή καθόσον, αποτελούσε την ἐλπίδαν τῶν Ἑλλήνων διὰ τὴν μεταπολεμικὴν ἀνασυγκρότησην τῆς Χώρας.
«Τὰ ἔξοδα τῆς μεταφορᾶς καὶ τῆς ἀνατήξεως τοῦ χρυσοῦ ὑπῆρξαν ἐλάχιστα, διότι λόγῳ τῶν εἰδικῶν μέτρων ἀσφαλείας ποὺ εἶχαν ληφθῆ ἀπεφύγαμεν νὰ πληρώσωμεν ἀσφάλιστρα τὰ ὁποῖα θὰ ἀνήρχοντο, κατὰ τοὺς μετριωτέρους ὑπολογισμούς, εἰς 500.000 λίρας» διευκρίνιζε τότε ο κ. Μαντζανίνος ενώ, μετά από μερικά χρόνια, στην πρώτη συνέλευση των μετόχων της ΤτΕ μετά την απελευθέρωση, στις 22 Νοεμβρίου 1947, θα αναφέρει:
«Ὀφείλω νὰ ἐκφράσω ἰδιαιτέρως καὶ ἀπὸ τῆς αἰθούσης ταύτης τὴν εὐγνωμοσύνην τοῦ Ἱδρύματος τόσον πρὸς τὴν South African Reserve Bank ὅσον καὶ πρὸς τὸν ὑπέροχον Κυβερνήτην τῆς Ν. Ἀφρικῆς Στρατάρχην Smuts διὰ τὴν βοήθειαν τὴν όποίαν μας παρέσχον καὶ τὴν πραγματικῶς ἰππιτικὴν φιλοξενίαν τοῦ τελευταίου, τοῦ ὁποίου τὰ φιλελληνικὰ αἰσθήματα ἐδόθη εἰς τὸ ἐθνος πλειστάκις ἡ εὐκαιρία νὰ ἐκτιμήση».
Οι Ευέλπιδες στην Κρήτη.
Το άλλο πραγματικό γεγονός -το οποίο γίνεται αναφορά στην ταινία- είναι το χρονικό ενός προαναγγελθέντος ηρωισμού. Του ηρωισμού των πολλών, ο οποίος, είναι εξαιρετικά δυσκολότερος από τον ηρωισμό του ενός, και αυτό, αποτυπώνεται ολοφάνερα στο πιο κάτω ημερολόγιο-οδοιπορικό:
[2 Οκτώβριου 1940]. Παρουσιάζονται στις εγκαταστάσεις της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, 326 φερέλπιδες νέοι που θα αποτελέσουν τους νεοεισαχθέντες Πρωτοετείς της Τάξης του 1940. Έκαναν όνειρα για μια λαμπρή στρατιωτική καριέρα αλλά, μετά από μόλις 26 μέρες θα ηχήσουν οι σειρήνες του πολέμου.
[16 Απριλίου 1941]. Εν μέσω αναστάτωσης, αβεβαιότητας και δραματικών γεγονότων που θα μεσολαβήσουν, οι Πρωτοετείς, ανακοινώνουν την απόφασή τους «ὅπως ἐξασφαλιστῇ ἐξ Ἀθηνῶν ἡ ἀναχώρησή τους, μὲ σκοπὸ νὰ συνεχίσουν τὴν ὑπὲρ τῆς έλευθερίας τῆς Ἑλλάδος ἀγῶνα, καθ’ ὅσον οὐδεμία προσπάθεια ἐγένετο πρὸς τοῦτο ἐκ μέρους τῶν διοικούντων τὴν Σχολήν».
Έτσι, αποφασίζουν να μεταβούν στην Κρήτη για να πολεμήσουν.
[26 Απριλίου 1941]. Ξεκινάει η ναυτική τους περιπέτεια. Πριν το ξημέρωμα έχουν φτάσει στο χωριό Τάραψα, μεταξύ Σπάρτης και Γυθείου. Ξεκινούν αμέσως προσπάθεια ανεύρεσης πλεούμενου για την Κρήτη αλλά αυτό θα αποδειχθεί πολύ δύσκολο γιατί το μικρό λιμάνι του Γυθείου είχε κατακλυσθεί από βρετανούς και όλα τα πλωτά μέσα είχαν επιταχθεί. Δύο μέρες πριν, είχε αρχίσει η “Επιχείρηση Demon”, η τεράστια επιχείρηση εκκένωσης της ηπειρωτικής Ελλάδας από τα βρετανικά στρατεύματα. Ένας μεγάλος αριθμός βρετανικών πολεμικών πλοίων αλλά και ελληνικά επιβατικά, καΐκια, motorship ακόμα και σκάφη αναψυχής είχαν να παραλάβουν από Μέγαρα, Ναύπλιο, Τολό, Καλαμάτα, Μονεμβάσια, Γύθιο, 50.670 στρατιώτες για να τους μεταφέρουν στην Αίγυπτο. Στη Κρήτη επρόκειτο να μεταφερθούν περίπου 21.000 άνδρες για να ενισχύσουν την άμυνά της. Πολύ εύστοχα ο αντιναύαρχος ε.α. Δημήτρης Μπαλόπουλος έχει χαρακτηρίσει την επιχείρηση: Ελληνική Δουνκέργκη.
Τελικά οι πρωτοετείς βρήκαν ένα ψαροκάικο και ένα μικρότερο καΐκι και ειδοποιήθηκαν να βρίσκονται το απόγευμα στο Γύθειο προκειμένου να επιβιβαστούν. Όμως η κατάσταση ήταν τεταμένη. Ο εχθρός πλησίαζε, υπήρχε μεγάλος αριθμός στρατιωτών που ήθελαν να φτάσουν στη Κρήτη και ήταν εξαγριωμένοι. Κάποιοι από αυτούς ήταν κρητικοί στρατιώτες που επέστρεφαν από το αλβανικό μέτωπο.
[26 προς 27 Απριλίου]. Την νύκτα, τα δυο καΐκια ξεκίνησαν για Κύθηρα παρά τις προβλέψεις για πιθανή θαλασσοταραχή. Στο μεγάλο καΐκι στριμώχτηκαν γύρω στους 250 ευέλπιδες κι οι υπόλοιποι στο μικρό, μαζί με μερικούς στρατιώτες. Τα μεσάνυκτα σηκώθηκε δυνατός αέρα κι η θάλασσα αγρίεψε. Τις πρωινές ώρες το μεγάλο καΐκι κατόρθωσε να φτάσει στα Κύθηρα αλλά, το μικρό καΐκι ήταν άφαντο. Πάλευε όλη τη νύχτα με τον δύσκολο καιρό κι αναγκάστηκε να ποδίσει στον όρμο Πλύτρα (Λακωνία) όπου την ημέρα εντοπίστηκε και δέχθηκε πυρά από εχθρικά αεροπλάνα, χωρίς ωστόσο σοβαρές ζημιές. Το απόγευμα οι ευέλπιδες επιβιβάστηκαν πάλι στο καΐκι και την επομένη συναντήθηκαν με τους υπόλοιπους στην Αγ. Πελαγία. Το ίδιο απόγευμα μπήκαν στα δύο καΐκια και αναχώρησαν για την Κρήτη.
[29 Απριλίου]. Με το χάραμα, άρχισαν να διακρίνονται τα κρητικά βουνά. Οι ευέλπιδες θα αποβιβασθούν στην παραλία μπροστά στην Μονή Παναγίας Οδηγήτριας Γωνιάς Χανίων (στην δυτική γωνιά του Ν. Χανίων, όπως δηλώνει και το όνομά της). Θα κατευθυνθούν προς την Μονή και θα στρατοπεδεύσουν στον διπλανό ελαιώνα. Η οδύσσειά τους είχε φτάσει στο τέλος της. Είχαν πραγματοποιήσει ένα πολυήμερο ταξίδι από ξηράς και δια θαλάσσης, επικίνδυνο και εξαντλητικό. Είχαν κινδυνεύει από εχθρικά πυρά και την φουρτουνιασμένη θάλασσα, είχαν μείνει χωρίς φαγητό και νερό, πέρασαν κακουχίες, αλλά δεν είχαν χάσει το ηθικό τους. Έφτασαν μέχρι εκεί, γιατί είχαν ραντεβού με την Ιστορία και ήθελαν να είναι συνεπείς.
Το μεσημέρι της ίδιας μέρας θα διαβαστεί η “Ημερήσια Διαταγή της Σχολής”
«Εὐέλπιδες,
Κατόπιν 6ημέρων περιπετειωδῶν καὶ ἐντατικῶν, πρήρων στερήσεων ἀγώνων, ἀρξαμένων ἀπὸ τῆς σκέπης τῆς Σχολῆς σας εἷς Ἀθήνας καὶ συνεχισθέντων ἀδιακόπως, καθ΄ ὅλην τὴν πορείαν σας μέχρι τῆς ἀφίξεώς σας ἐνταῦθα, ἐρρωμένως ἐπαλαίσατε καὶ ὑπερνικήσατε πολλὰς καὶ ποικίλας ἀντιδράσεις, ἡμετέρων, ἐχθροῦ καὶ στοιχείων τῆς φύσεως. Ἰδοὺ σήμερον εὔρίσκεσθέ εἷς τὸν πρῶτον σταθμὸν τῆς ἀποστολῆς σας αὔτοθυσίάς ἥν ΟΙΚΕΙΑ ΒΟΥΛΗΣΕΙ ΑΝΑΛΑΒΑΤΕ.
Ὅ ἆθλος τὸν ὁποῖον ἤδη ἐπιτελέσατε θ΄ ἀναγραφὴ εἷς τὰς πλήρεις γενναίων ἀνδραγαθημάτων δέλτους τῆς πολεμικῆς ἱστορίας τοῦ Ἔθνους μας ὤς ΠΡΩΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ὁμαδικῆς ἠθελημένης ἐνεργείας δ΄ αὔτοθυσίάν καὶ ἀναλήψεως αὔτοβούλώς δράσεως χάριν τῶν εὔγενεστέρών ἀνθρωπίνων ἰδεωδῶν: τῆς τιμῆς καὶ τῆς ἐλευθεριας…..
Πρὸς πάντας ὁμοῦ καὶ ἕνα ἕκαστον ἰδιαιτέρως τὸ ΕΥΓΕ, ἀποτολμῶ: Νὰ προδικάσω τὴν εύτυχή ὁλοκλήρωσιν τῆς αύτοεπωμισθείσής ἀποστολῆς σας, ἐν τῇ ἐκτελέσι τῆς όποίας ή Σχολὴ Εὐελπίδων προμαχοῦσα τῶν ἄλλων γενναίων στρατιωτικῶν μονάδων εἷς τὸ πεδίον τῆς μάχης τῆς Κρήτης ἥν Θεία Βούλησις τῆς ἔταξε, γονυπετὴς πρὸ τῆς Μητρὸς Ἑλλάδος θὰ δυνηθῇ διεκδικοῦσα τὸν κότινον τῆς Νίκης ν΄ ἄναφωνήσή πρὸς ΑΥΤΗΝ: Τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστην τετήρηκα, νῦν ἄπόκειταί μοὶ ὁ τῆς ΔΙΑΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ».
Ἕν μονὴ Γωνιᾶς Κισσάμου Κρήτης
Ὁ Διοικητὴς τῆς Σχολῆς
Ν. Λυγιδάκης, Ὑπ/γὸς Μηχανικοῦ
Αντί επιλόγου.
Όλα τα πιο πάνω είναι μια πτυχή μόνο της ιστορικής Μάχης της Κρήτης, της οποίας η επέτειος τιμάται κάθε χρόνο την τελευταία εβδομάδα του Μαΐου. Μοναδικός σκοπός του άρθρου, με αφορμή μία σπουδαία ταινία του ελληνικού κινηματογράφου, είναι για να τιμήσουμε όλους όσους πήραν μέρος σ΄ εκείνη τη Μάχη, όσους ήρθαν από πολύ μακριά να πολεμήσουν για την Ελευθερία και φυσικά όσους θυσίασαν την ζωή τους πολεμώντας στην κρητική γη. Δεν λησμονούμε βέβαια και τον Αστράτευτο Μαχητή, που με την ανδρεία και τον ηρωισμό του, ανέδειξε την Μάχη της Κρήτης μεταξύ των σπουδαίων μαχών που ξεχώρισαν σ΄ εκείνον τον πόλεμο.
Τιμή σε Όλους λοιπόν.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
– Βενέζης, Η. (1955). Χρονικόν της Τραπέζης της Ελλάδος-Ιστορία μίας εικοσιπενταετίας (1928-1952). Αθήναι.
– Θεοδωράκης, Σ. (2017). Με άρωμα Κρήτης-Δώδεκα στιγμές σαν ιστορήματα. Στη μάχη της Κρήτης (σελ. 151-155). Ρέθυμνο: Γραφοτεχνική.
– Θεοδωράκης, Σ. (2022, 17 Μαΐου). Οι πρωτοετείς Ευέλπιδες στη Μάχη της Κρήτης. Ρεθεμνιώτικα Νέα, σελ. 5.
– Ρούβιας, Αγγ. & Σταθακόπουλος, Χ. (2005). Ελληνικός Κινηματογράφος (τόμος α΄) Αθήνα: Εκδόσεις: Ελληνικά Γράμματα.
– Φωτογραφίες από το αρχείο των Αφών Αντωνάτου και από την ταινία “Στη Μάχη της Κρήτης”
Μιά ανακρίβεια στην πολύ καλή ταινία ήταν η παρουσία των Α/Γ τα οποία όχι μόνο δεν υπήρχαν στο Ελληνικό ΒΝ τότε αλλά ήταν ανύπαρκτα κ ως τύπος παγκοσμίως.