Γράφει η Κατερίνα Καριζώνη
Το στοιχείο εκείνο που οδηγεί σαν μαγικό νήμα την αραβική μυθολογία και διαπλέκει όλες τις εκδοχές της είναι το εμπόριο. Κι αυτό δεν γίνεται τυχαία. Το εμπόριο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στον σχηματισμό των κοινωνιών της Ανατολής. Από την αρχαιότητα ακόμη οι σχέσεις ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες της Ανατολής έπαιρναν την μορφή της απόλυτης και μοναδικής ιδιοκτησίας του Ενός. Η επίπτωση που είχε η ιδιόρρυθμη αυτή ιδιοκτησιακή σχέση στην κίνηση του πλεονάσματος ήταν η ροή του προς ένα και μοναδικό κέντρο, το κέντρο του Μονάρχη.
Η μονόδρομη αυτή ροή εξηγεί και την τεράστια και μυθώδη συσσώρευση πλούτου που πραγματοποιήθηκε στην Ανατολή. Η συσσώρευση έγινε η βάση για την ιδεολογική επικυριαρχία του Μονάρχη. Η αυλή του και οι διάφοροι αξιωματούχοι που συντηρούσε, αποτελούσαν τον κοινωνικό χώρο συγκέντρωσης και ανάλωσης του πλεονάσματος. Γι΄ αυτό και οι καταναλωτικές τους επιλογές συνιστούσαν και τις επιλογές του εμπορίου.
Στο περιβάλλον του Μονάρχη σημειωνόταν ακόμα μια διαδικασία. Το πλεόνασμα μετατρεπόταν σε καινούργιο εμπόρευμα και διοχετευόταν στη διεθνή αγορά μέσω του δικτύου του εμπορίου. Έτσι το εμπόριο αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες στη διαδικασία απόσπασης του πλεονάσματος και συγκέντρωσης του πλούτου , ενώ οι κοινωνικές σχέσεις οδήγησαν την κίνηση του εμπορίου σε μια μονόδρομη κατεύθυνση, μονοκεντρική και αυστηρά καθορισμένη από το κυρίαρχο κέντρου του Μονάρχη. Οι κοινωνίες της Ανατολής άντλησαν επί αιώνες την οικονομική και πολιτική τους αίγλη από τον έλεγχο των εμπορικών δρόμων αι τη διακίνηση των εμπορευμάτων από πόλεις με στρατηγική θέσης στο εμπόριο μακρινών αποστάσεων.
Ήδη από τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες αποτέλεσε το επίκεντρο του στρατιωτικού και πολιτικού ενδιαφέροντος της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και αργότερα του Βυζαντίου. Ο διακανονισμός των σχέσεων ανταλλαγής με την Ανατολή συνιστούσε απαραίτητη προϋπόθεση για τη συγκέντρωση οικονομικών πόρων στα πλαίσια της αυτοκρατορίας. Πόλεις και λιμάνια της Συρίας και της Μεσοποταμίας αποτελούσαν την φυσική απόληξη των εμπορικών οδών της ξηράς και της θάλασσας από την Άπω Ανατολή και τις Ινδίες. Η Περσία μονοπωλούσε το εμπόριο του μεταξιού, προϊόντος περιζήτητου που το προμηθεύονταν Πέρσες έμποροι από τα καραβάνια που έρχονταν από την Κίνα. Μέσα στους αιώνες η σημασία του εμπορίου έφτασε να σχηματίσει θρύλους.
Οι Χίλιες και μια Νύχτες είναι διάσπαρτες από την αργόσυρτη κίνηση των εμπορικών καραβανιών και το άρωμα των μακρινών εμπορευμάτων που κατέληγαν στις αγορές του μουσουλμανικού μεσαίωνα. Το εμπόρευμα έγινε ένα όραμα απέναντι στο οποίο δεν λογαριαζόταν ούτε η ανθρώπινη ζωή.
Η μυθολογία, στοιχείο της ιδεολογικής σφαίρας αποτυπώνει ακριβώς αυτές τις διαδικασίες που πραγματοποιούνται στο επίπεδο των οικονομικών σχέσεων. Το ίδιο και η θρησκεία. Παρατηρεί κανείς μια πλεονάζουσα θρησκευτική επικάλυψη των οικονομικών συναλλαγών. Το εμπόριο τυλίγεται σε μια πυκνή θρησκευτική αχλή και αποθεώνεται. Ο ίδιος ο Προφήτης διακηρύσσει ότι ο αξιόπιστος θα κάθεται την ημέρα της Κρίσης στον ίσκιο του Θρόνου του Θεού ή ακόμη ότι οι έμποροι είναι οι ταχυδρόμοι αυτού του κόσμου και οι πιστοί θεράποντες του Θεού πάνω στη γη.
Κι ενώ υπάρχουν θρησκείες των οποίων τα ιερά κείμενα αποθαρρύνουν γενικά την οικονομική δραστηριότητα, το Κοράνι κηρύσσει ότι μπορεί κανείς να εμπορεύεται ακόμα και τη στιγμή που πάει να προσκυνήσει. Η μισθωτή εργασία θεωρείται κάτι το απόλυτα φυσιολογικό. Η θρησκευτικότητα με την οποία περιβάλλεται η εμπορική δραστηριότητα αφήνει να διαφανεί και η σημασία του εμπορίου για τη διαμόρφωση και αναπαραγωγή των κοινωνιών της Ανατολής. Σε ένα εμπορικό εγχειρίδιο του ενδέκατου αιώνα ορίζονται με ακρίβεια οι διάφοροι τύποι εμπόρων. Υπάρχει ο αποθηκευτής έμπορος (χαζάν) που αγοράζει φτηνά και ξαναπουλάειι τα εμπορεύματά του σε εποχή ανόδου των τιμών. Υπάρχει ο ταξιδευτής και εξαγωγέας έμπορος (ρακάντ) που πρέπει να είναι πάντα ενήμερος για τις τιμές στις χώρες όπου πουλιούνται τα εμπορεύματά του και για τους τελωνειακούς δασμούς. Πρέπει να διαθέτει έναν έμπιστο πράκτορα στις χώρες αυτές, αθώς και έναν χώρο για να αποθηκεύει τα εμπορεύματά του σε συνθήκες ασφάλειας. Υπάρχει τέλος ο ετερόρρυθμος έμπορος (Μοτζαχίζ) που οφείλει να διαλέγει σωστά τις εμπορικές του δραστηριότητες.
Η ανάπτυξη των πόλεων Ιράν, Ράγι, Κάζουιν, Κομ μεταξύ έβδομου και ενδέκατου αιώνα συνδέθηκε με την διακίνηση των υφασμάτων στην Ευρώπη. Άλλες πόλεις επεξεργάζονταν το μετάξι, το βαμβάκι, τα δέρματα, τα χαλιά και διάφορα είδη βυρσοδεψίας. Από το είδος των εμπορευμάτων διαπιστώνει κανείς την ύπαρξη βιοτεχνικής παραγωγής και τη γνώση μεθόδων επεξεργασίας και συντήρησης των αγαθών με σκοπό τη μεταφορά τους σε μακρινές αποστάσεις (έπιπλα, σαπούνι, αρώματα, μπαχαρικά, αλοιφές, όπλα και ζαχαροκάλαμο, παστά ψάρια, αγροτικά προϊόντα).
Στις Χίλιες και μια Νύχτες μαθαίνει κανείς ότι στις αγορές της Βαγδάτης μπορούσε να αγοράσει μήλα της Συρίας, τούρκικα κυδώνια, αχλάδια της Αραβίας, λαχανικά του Νείλου και αιγυπτιακά λεμόνια, ξερά φρούτα, φουντούκια της Κερασούντος και καρύδια του Πόντου, σύκα της Σμύρνης, σταφίδες της Συρίας, χουρμάδες της Αλγερίας, γαρύφαλα και άνθη κανέλας και κεριά αλεξανδρινά.
Η προέλευση αυτών των εμπορευμάτων διαγράφει και το δίκτυο διακίνησης του εμπορίου. Πιστοποιεί την ύπαρξη που επέτρεπαν την διακίνηση αυτή. Ο πλούτος που συνεπαγόταν η διεθνής εμπορική δραστηριότητα τροφοδότησε τη λαϊκή παράδοση και μετουσιώθηκε σε μυθολογία. Αργότερα ο πλούτος αυτός αποτέλεσε βασικό παράγοντα κάτω από τις γνωστές συνθήκες αποικιοποίησης και αποδιάρθρωσης της Ανατολής, για τη συσσώρευση του Κεφαλαίου στη Δύση.
Υπό την έννοια αυτή οι Χίλιες και Μια Νύχτες αποτελούν ένα μανιφέστο της λαϊκής παράδοσης και της ιστορίας των λαών της Ανατολής. Στην ίδια μυθολογική ενότητα ανήκουν και οι ιστορίες του Σεβάχ του Θαλασσινού, ιστορίες γνωστές από πρόχειρες διασκευές και εκλαϊκεύσεις των αρχικών κειμένων που δεν αφήνουν να φανεί η πραγματική λογοτεχνική αξία , οι ιστορικές πληροφορίες και το συνολικό φορτίο του πολιτισμού που συμπυκνώνεται πίσω απ΄ τις μυθολογικές σημάνσεις, το ύφος και τη γλώσσα των αφηγήσεων. Άλλωστε λείπουν, τουλάχιστον στα Ελληνικά οι βαθύτερες φιλολογικές προσεγγίσεις του έργου, με αποτέλεσμα να παραμένει άγνωστη η σημασία των αραβικών μύθων και η συγγένειά τους με την Ελληνική μυθολογία και λαογραφία.
Αναφέρομαι συγκεκριμένα στη συγγένεια των μυθολογικών έργων μεγάλης εμβέλειας, του Σεβάχ του Θαλασσινού και της ομηρικής Οδύσσειας. Υποστηρίζεται κυρίως από ξένους μελετητές ότι η ιστορία του Σεβάχ του Θαλασσινού αποτελεί την αραβική εκδοχή της ιστορίας του Οδυσσέα, ενώ υπάρχει η άποψη ότι οι δύο αυτοί μύθοι έχουν κοινή προέλευση από αιγυπτιακές ταξιδιωτικές αφηγήσεις ηλικίας 3500 χρόνων. Βέβαια σε τόσο παλαιά έργα δύσκολα εντοπίζεται η πραγματική ηλικία καθώς και ο χρόνος που αυτά ταξινομήθηκαν και αποτέλεσαν μια τελική ενότητα, ενώ αμφισβητούμενος- και ίσως άγνωστος- παραμένει και ο συγγραφέας τους. Εκείνο που διαπιστώνει κανείς είναι ότι οι Άραβες μελέτησαν τα αρχαία Ελληνικά κείμενα. Επίσης είναι γνωστό ότι οι λαοί αυτοί συνυπήρξαν σε διάφορες ιστορικές περιόδους. Συγκρίνοντας λοιπόν κανείς τα δύο αυτά έργα διακρίνει ένα «κοινό» σχέδιο στην εξέλιξη του μύθου τους.
Ο Σεβάχ περιπλανήθηκε όπως και ο Οδυσσέας σε άγνωστα εξωτικά νησιά, δίνοντας μια μάχη επιβίωσης πότε με εχθρικούς λαούς και πότε με στοιχεία της Φύσης. Όμως τα ταξίδια του Σεβάχ είχαν καθαρά εμπορικό χαρακτήρα. Το ζητούμενο ήταν οι ανταλλαγές εμπορευμάτων που γίνονταν με μεγάλη πυκνότητα και συχνότητα σε κάθε ταξίδι. Η επιστροφή στην πατρίδα συνδεόταν με την απόκτηση πλούτου και προνομίων. Οι ιστορίες αυτές μας δίνουν και μια εικόνα από τις διαστάσεις του αραβικού εμπορίου, το είδος των αγαθών και των συναλλαγών, καθώς και το επίπεδο των σχέσεων ανταλλαγής. Αναφέρονται προϊόντα όπως η καμφορά, το κεχριμπάρι, τα μαργαριτάρια, η κανέλα, τα γαρύφαλλα, το πιπέρι, το ελεφαντόδοντο, οι πολύτιμοι λίθοι. Επίσης το εμπόριο δούλων που αποτελούσε κατά τα γραφόμενα το επίκεντρο του οικονομικού ενδιαφέροντος των Αράβων. Οι ίδιοι διέθεταν ξυλεία, υφάσματα, σέλες αλόγων, μεταξωτά, χαλιά, λινά και άλλα προϊόντα που προϋπέθεταν την ύπαρξη πρωτόγονων έστω εργαστηρίων, αλλά και στοιχειώδους οικοτεχνικής παραγωγής. Η ανισότητα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων εξασφάλιζε στους αραβικούς λαούς πλεόνασμα πλούτου σε βάρος των λιγότερο αναπτυγμένων λαών μέσα από τη δυναμική του εμπορίου μακρινών αποστάσεων. Στο σημείο αυτό διαφαίνεται μια σημαντική διαφορά του θρύλου του Σεβάχ από εκείνον της Οδύσσειας. Στο μύθο της Οδύσσειας κεντρικός άξονας των αναζητήσεων και των περιπετειών είναι η ιδέα της επιστροφής στην πατρίδα που καταλήγει να γίνει και αυτοσκοπός του έργου. Στον Σεβάχ ο κύριος στόχος των περιπλανήσεων παραμένει η επίτευξη του εμπορικού κέρδους. Ο αγώνας για την επιβίωση συνδέεται με τους κινδύνους του υπερπόντιου εμπορίου. Αντίθετα στην Οδύσσεια οι κίνδυνοι αυτοί προέρχονται από μεταφυσικούς παράγοντες (θεϊκή τιμωρία).
Από το πρώτο κιόλας ταξίδι οι σύντροφοι χάνονται, το καράβι συντρίβεται, τα εφόδια σκορπίζουν και ο Σεβάχ ναυαγεί στο νησί με τα παράξενα άλογα του βασιλιά Μεχρ-Τζιάν. Οι περιποιήσεις, η φιλοξενία και οι φροντίδες των κατοίκων και του βασιλιά θυμίζουν την ιστορία του Οδυσσέα στο νησί των Φαιάκων. Σ΄ άλλο ταξίδι εχθρικά και αιμοβόρα όντα που μοιάζουν με πιθήκους, καταστρέφουν τα πλοία και τα εμπορεύματα, ο Σεβάχ και το πλήρωμα καταλήγουν στη στεριά, όπου συναντούν τον αντίστοιχο του ομηρικού Κύκλωπα. Ο γίγαντας αυτός κατασπαράζει έναν ένα τους ναυτικούς, αφού πρώτα τους παγιδεύει στο κάστρο του. Ο Σεβάχ τον τυφλώνει με πυρωμένο πάσσαλο, όπως ο Οδυσσέας τον Πολύφημο. Και πάλι γυρίζει στην πλοκή της Οδύσσειας ο Άραβας συγγραφέας, όταν ρίχνει τους ήρωές του σ΄ ένα νησί όπου τα συμβάντα θυμίζουν τις περιπέτειες στη χώρα των Λωτοφάγων και στο νησί της Κίρκης. Από μια περίεργη τροφή που προσφέρουν οι ιθαγενείς στους συντρόφους του Σεβάχ οι τελευταίοι χάνουν τα λογικά τους.
Σε άλλο ταξίδι στο νησί του πουλιού Ροκ- πουλιού προϊστορικού μεγέθους- οι ναυτικοί προσπαθούν να χορτάσουν την πείνα τους σπάζοντας το τεράστιο αυγό του πουλιού και σκοτώνοντας το μικρό του. Για την πράξη τους αυτή δέχονται την δολοφονική επίθεση του πουλιού και την καταστροφή του πλοίου τους. Το περιστατικό είναι αντίστοιχο μ΄ εκείνο της Οδύσσειας στο νησί με τα βόδια του Ήλιου. Σε άλλα ταξίδια του ο Σεβάχ παλεύει με τα θαλάσσια τέρατα που φέρνουν στο νου τη Σκύλλα και την Χάρυβδη και σ΄ άλλα συναντά όμορφες γυναίκες που τον κρατούν, όπως η Καλυψώ τον Οδυσσέα, πολλά χρόνια μακριά απ΄ την αγαπημένη Βαγδάτη.
Σε όλες αυτές τις αφηγήσεις παρέχονται στοιχεία σχετικά με τον πολιτισμό, τα ήθη και τα έθιμα των λαών της Ανατολής. Σε κάποιο νησί ο Σεβάχ παντρεύεται την κόρη ενός πλούσιου άρχοντα. Μετά από λίγο καιρό η γυναίκα του πεθαίνειι και σύμφωνα με τα έθιμα της χώρας , θάβουν τον Σεβάχ ζωντανό μαζί της. Αυτός όμως, κατορθώνει να επιζήσει κάτω από ανατριχιαστικές συνθήκες.
Αξίζει λοιπόν, να μελετήσει κανείς τις Χίλιες και Μια Νύχτες, να βρεθεί στους μεγάλους δρόμους των καραβανιών που οδήγησαν στον σχηματισμό των θρυλικών πόλεων: Αλγέρι, Τύνιδα, Κάϊρο , Δαμασκό, Χαλέπι, Μοσούλη, Βαγδάτη με τα εκατοντάδες καραβάν-σεράγια και τα χάνια (τον 18ο αιώνα στο Κάϊρο υπήρχαν 348 καραβάν-σεράγια και 250 επαγγελματικά σωματεία) να μάθει ακόμα για τις αγορές και τα τζαμιά, τους δήμιους και τα χαρέμια και τους κήπους με τα συντριβάνια, κι όλα αυτά μέσα από τον απόηχο της μακρόσυρτης ροής του πλεονάσματος που έδωσε ζωή στις ιστορίες των ανθρώπων κι έχτισε τον πολιτισμό μέσα στον χώρο και στον θρύλο.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο περιοδικό ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ τον Ιούλιο του 1989