Έρευνα- επιμέλεια: Σπύρος Μ. Θεοδωράκης
[ Στὸ λιμάνι τοῦ Πειραιᾶ τὰ μεσάνυχτα τῆς Τρίτης (σ.σ. 16ης Αυγούστου), ποὺ κατεβήκαμε, γιὰ νὰ μπαρκάρουμε στὸν «Ὠρίωνα», φύσαγε φρεσκαρισμένος πουνέντες. Τὸ καράβι ἤτανε ἀκόμη πλευρισμένο στὴν Φαρικὴ Βάσι. Ἀπὸ τὸ πήγαιν΄ –ἔλα τῶν ναυτῶν καταλάβαινε κανείς ὅτι γινότανε οἱ τελευταῖες δουλειές. Ὁ καπετὰν Θανασης ὁ Λημνιός, ἕνας Ποριώτης πραγματικὸς θαλασσόλυκος τοῦ Βασιλικοῦ Ναυτικοῦ μας, ποὺ ἐχει σαράντα ὁλόκληρα χρόνια πάνω στὴ θάλασσα, κυβερνήτης ἤδη τοῦ «Ὠρίωνος», ἔδινε ἀπὸ τὴν πρώτη γέφυρα τὶς τελευταῖες διαταγές. Ὁ πρῶτος μηχανικὸς κ. Λογοθέτης ἔρριχνε μιὰ τελευταία ματιὰ στὶς μηχανές, ἐνῷ ὁ κ. Μπέης, προιστάμενος μηχανικὸς συνεργείου τῶν φάρων, ἔκανε βιαστικὰ ἕνα τελευταῖο ἔλεγχο, γιὰ νὰ ἰδῇ ἂν ὅλοι καὶ ὅλα ἤτανε στὴ θέσι τους. Λίγο μετὰ τὰ μεσάνυχτα, ὁ «Ὠρίων» ἄρχισε σιγά-σιγά νὰ ἀνοίγεται ἀπὸ τὸ ἀγκυροβόλιό του καὶ νὰ τραβάη μὲ κάποια δυσκολία, γιατί τὸ μέρος ἤτανε πολὺ στενό, πρὸς τὴν ἔξοδο τοῦ λιμανιοῦ. Ὁ πουνέντες ὅσο πήγαινε καὶ γινότανε πιὸ φρέσκος.
“Κακὰ μαντᾶτα –μουρμούρισε ἀντὶ γιὰ καλησπέρα, μόλις μᾶς εἶδε στὴ γέφυρα, ὁ καπετὰν Θανάσης- θὰ κουνηθοῦμε ἀπόψε λίγο”.
-Πρόσω ὁοολοταχῶς..!
Ἔχουμε βγῇ ἤδη ἀπὸ τὸ λιμάνι. Στὸ βάθος φαίνονται τώρα οἱ ἀναλαμπὲς τοῦ αὐτόματου φάρου Τοῦρλος, ποὺ τοποθετήθηκε μόλις πρὸ δύο χρόνων….]
Βρισκόμαστε στα 1938 και ο επισκέπτης στην γέφυρα του ΩΡΙΩΝ είναι ο δημοσιογράφος Λεωνίδας Πετρομανιάτης, της εφημερίδας “Η Βραδυνή”. Ακολουθούσε το φαρόπλοιο, σε ένα κυκλικό ταξίδι ανεφοδιασμού των φάρων και τις σημειώσεις του από το οδοιπορικό, δημοσίευσε ως χρονογραφήματα στην εφημερίδα του, απ΄ όπου και το πιο πάνω απόσπασμα.
(Ωρίων (μυθολογία): Γιος του Ποσειδώνα, καρπός της σχέσης του θεού με την Ευρυάλη, κόρη του βασιλιά Μίνωα. Λέγεται ότι είχε πάρει από τον πατέρα του, το χάρισμα να μπορεί να βαδίζει πάνω στη θάλασσα.)
Η ιστορία του “Ωρίων”.
Ας ξεδιπλώσουμε την ιστορία του φαρόπλοιου ΩΡΙΩΝ, που από το 1936 είχε ενταχθεί στη δύναμη βοηθητικών πλοίων του Βασιλικού Ναυτικού.
Τα χρόνια εκείνα, μία φορά τον χρόνο, τους καλοκαιρινούς μήνες, προσέγγιζε τον κάθε φάρο της ελληνικής επικράτειας ένα πλοίο φαρικών αποστολών, επανδρωμένο με συνεργείο της Υπηρεσίας Φάρων, επιφορτισμένο να πραγματοποιεί τον εφοδιασμό με καύσιμα (φωτιστικό πετρέλαιο), φάρμακα, γραφική ύλη, υλικά καθαρισμού και συντήρησης του κτιρίου (χρώματα, πινέλα, δομικά υλικά). Ο προϊστάμενος του συνεργείου εκτελούσε επιθεώρηση προσωπικού και ενδιαιτήσεων, ενώ ο γιατρός του πλοίου εξέταζε τους φαροφύλακες και εκτελούσε υγειονομική επιθεώρηση των χώρων. Για τους μη επανδρωμένους φάρους προβλεπόταν οι εργασίες καθαρισμού, συντήρησης και ανεφοδιασμού.
Με αυτό το έργο είχε επιφορτιστεί το ΩΡΙΩΝ το οποίο είχε ναυπηγηθεί στα ναυπηγεία De Groot & v.Vliet στο Slikkerveer της Ολλανδίας ως φορτηγό πλοίο και καθελκύστηκε τον Ιανουάριο του 1920 με το όνομα: «Heerenveen». Είχε ολικό μήκος: 55,1 μ. πλάτος: 8,6 μ. βύθισμα: 3,6 μ. ενδεικτική ταχύτητα: 10 κόμβους και χωρητικότητα: 744 κορ.
Δύο χρόνια μετά, πουλήθηκε στη γαλλική εταιρία Nantaise de Navigation à Vapeur και πήρε το όνομα: «Bourgneuf».
Το 1934 το αγόρασε η “Σαμιακή Ατμοπλοΐα των Υιών Δ. Ιγγλέση Α.Ε” και μετονομάστηκε σε: «Καρλόβασσι» έως το 1936 που εντάχθηκε στο Β.Ν. και μετατράπηκε σε πλοίο φαρικών αποστολών.
Το “Ωρίων” στην Ιστορία.
Στις 12 Ιουλίου 1940 το ΩΡΙΩΝ υπήρξε -άθελά του- πρωταγωνιστής, σε ένα θερμό επεισόδιο μεταξύ της φασιστικής Ιταλίας και της Ελλάδος. Η στάση της Ρώμης προς τη Χώρα μας ήταν απειλητική ήδη από το 1938. Αρχικά, οι ιταλικές ένοπλες δυνάμεις πραγματοποιούσαν μικρές προκλήσεις, όπως πτήσεις αεροσκαφών πάνω από ελληνικά εδάφη, σε συνδυασμό με ανίχνευση και κατασκόπευση των παράκτιων οχυρώσεων και ορμητηρίων του στόλου, με επίκεντρο τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας.
Το πρωί της 12ης Ιουλίου, το ΩΡΙΩΝ, δέχθηκε επίθεση τριών ιταλικών αεροσκαφών ενώ ανεφοδίαζε, στο βορειοδυτικό άκρο της Κρήτης, το φάρο της Γραμβούσας στο κόλπο Κισσάμου, χωρίς ευτυχώς να προκληθούν ζημιές ή θύματα. Η επίθεση γνωστοποιήθηκε μέσω ραδιογραφήματος, με συνέπεια να διαταχθεί ο απόπλους προς τη Γραμβούσα, του αντιτορπιλικού ΥΔΡΑ (κλάση Dardo-D97), το οποίο εκτελούσε χρέη πλοίου σκοπούντος. Όταν το ΥΔΡΑ έφθασε στην περιοχή (στις 10:00 το πρωί), δέχθηκε επίθεση από σμήνος ιταλικών αεροσκαφών, τα οποία πραγματοποίησαν δύο διελεύσεις ρίχνοντας βόμβες με στόχο τη βύθισή του. Ο κυβερνήτης του αντιτορπιλικού, αντιπλοίαρχος Πεζόπουλος, αντιλήφθηκε εγκαίρως τις προθέσεις των αεροπλάνων και διέταξε βολές με τα αντιαεροπορικά, ενώ το πλοίο εκτελούσε ελιγμούς αποφυγής βομβών. Τα ιταλικά αεροσκάφη δεν πέτυχαν το στόχο τους. Επιχείρησαν και δεύτερη διέλευση αλλά το ελληνικό αντιτορπιλικό ήταν καλύτερα προετοιμασμένο εκτελώντας εύστοχα αντιαεροπορικά πυρά, αναγκάζοντας έτσι τους Ιταλούς να σπάσουν τον σχηματισμό τους ενώ πετούσαν σε ύψος 500 μ. σύμφωνα με την αναφορά του κυβερνήτη.
Το γεγονός αμφισβητήθηκε από το Αρχηγείο Στόλου καθώς οι Έλληνες επιτελείς θεώρησαν ότι τα ιταλικά αεροσκάφη θα έπρεπε να πετούσαν σε μεγαλύτερο ύψος, συνεκτιμώντας ότι το πλήρωμα του πλοίου δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει με σαφήνεια τον τύπο τους, καθώς και ότι οι βόμβες που ρίφθηκαν αστόχησαν.
Για να συμβάλλει στην αποκλιμάκωση της έντασης η Ελληνική κυβέρνηση διέταξε την ανάκληση του ΥΔΡΑ και του ΩΡΙΩΝ τοποθετώντας μάλιστα στο δεύτερο, στη θέση του κυβερνήτη, μάχιμο αξιωματικό του ΒΝ. Συγχρόνως η κυβέρνηση, ζήτησε από τον Αρχηγό Γ.Ε.Ν. να καλέσει τους ναυτικούς ακολούθους ξένων πρεσβειών για να τους ενημερώσει για το συμβάν.
Στην «Λευκή Βίβλο» του Ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, που κυκλοφόρησε στα τέλη του 1940, από τον Ιωάννη Πολίτη (πρέσβη μας στη Ρώμη την περίοδο από 21 Φεβρουαρίου 1940 μέχρι την κήρυξη του πολέμου), αναδύεται η στρατηγική της όξυνσης που επικρατούσε τότε και που οδήγησε από την εύθραυστη ειρήνη σε έναν ολέθριο πόλεμο.
Από το πλούσιο πρωτογενές υλικό θα σταθούμε στα ακόλουθα:
Το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών έχει την τιμήν να φέρη εις γνώσιν της Β. Ιταλικής Πρεσβείας ότι σήμερον, ώραν 6.30, τρία βομβαρδιστικά ιταλικά αεροπλάνα έβαλον δια βομβών και μυδραλλιοβόλων εναντίον του βοηθητικού του Β. Ναυτικού «Ωρίων» της υπηρεσίας φάρων, καθ΄ ην στιγμήν προέβαινεν εις τον ανεφοδιασμόν του Φάρου της Γραμβούζης εντός του κόλπου του Κισσάμου (Κρήτης). Τα εν λόγω αεροπλάνα επετέθησαν επίσης και κατά του αντιτορπιλλικού «Ύδρα» όπερ είχε λάβη διαταγήν να σπεύση εις βοήθειαν του «Ωρίων».
Ντοκουμέντο αριθ. 94. Το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών προς την εν Αθήναις Ιταλικήν Πρεσβείαν. 12 Ιουλίου 1940
Διά της διακοινώσεως αυτού υπό ημερομηνίαν 12 τρέχοντος μηνός, ήτις και έμεινεν άνευ απαντήσεως, το Β. Υπουργείον των Εξωτερικών έφερεν εις γνώσιν της Ιταλικής Β. Πρεσβείας τον βομβαρδισμόν υπό τριών ιταλικών αεροπλάνων εν Γραμβούζη (Κρήτη) του βοηθητικού του Β. Ναυτικού «Ωρίων» ως και του αντιτορπιλλικού «Ύδρα» και διεμαρτυρήθη εναντίον των επιθέσεων αυτών αίτινες αποτελούν προσβολήν της κυριαρχίας της Ελλάδος……
Ντοκουμέντο αριθ. 101. Το Β. Υπουργείον των εξωτερικών προς την εν Αθήναις Ιταλικήν Πρεσβείαν. 31 Ιουλίου 1940.
Ο Ιταλός ακόλουθος αρνήθηκε βέβαια ότι η χώρα του είχε οποιαδήποτε σχέση με την επίθεση, ενώ ισχυρίστηκε ότι, σε αντίθεση με τη διεθνή νομιμότητα, ένα βρετανικό πετρελαιοφόρο ανεφοδιαζόταν στη Γραμβούσα(!), συντηρώντας έτσι τη φημολογία περί παραβίασης της ουδετερότητάς μας, προς όφελος της Βρετανίας.
Το “Ωρίων” σε ξένα χέρια.
Πριν την εισβολή των Γερμανών σε Αθήνα και Πειραιά (Απρίλιος του ΄41) το ΩΡΙΩΝ αυτοβυθίστηκε από το Πολεμικό Ναυτικό στη Βουλιαγμένη, όπως και άλλα πλοία, προκειμένου να αποφευχθεί η καταστροφή τους από αεροπορικές επιδρομές. Όμως το φθινόπωρο του ιδίου έτους ανελκύθηκε από τους Γερμανούς, που το θεώρησαν πολεμική λεία, το επισκεύασαν και το ενέταξαν στο γερμανικό πολεμικό ναυτικό (Kriegsmarine) με το ίδιο όνομα: ORION, χρησιμοποιώντας το ως οπλιταγωγό-μεταγωγικό.
Στις 22 Αυγούστου 1943 έπειτα από δολιοφθορά μέσα στο λιμάνι του Πειραιά το ORION βυθίστηκε και πάλι αλλά ανελκύσθηκε, επισκευάστηκε εκ νέου και εξακολούθησε να επιχειρεί υπό τη διοίκηση του γερμανικού ναυτικού.
Ένα χρόνο αργότερα (9/8/44), βρίσκεται ελλιμενισμένο στο Καρλόβασι της Σάμου μαζί με άλλα γερμανικά πλοία. Εκεί θα το εντοπίσει το υποβρύχιο Υ/Χ ΠΙΠΙΝΟΣ (Υ8), με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Κωνσταντίνο Λούνδρα και θα εξαπολύει τέσσερις τορπίλες εναντίον του οι οποίες αστόχησαν. Μία τορπίλη κατέληξε στην ακτή χωρίς να εκραγεί, δύο ακόμη χτύπησαν στον λιμενοβραχίονα ενώ, η τέταρτη εξερράγη δίπλα από την πρύμνη του.
Επίμονος θάνατος.
Η τύχη του ORION δεν έμελλε να συνεχιστεί ακόμη για πολύ. Όπως αναφέρει ο Μανώλης Μπαρδάνης σε ένα εμπεριστατωμένο και λεπτομερέστατο άρθρο του (http://www.naxosdiving.com/ORION), το πρωινό της 23ης Σεπτεμβρίου 1944, -πριν 80 χρόνια- αεροσκάφος τύπου Baltimore της 459ης μοίρας της Αυστραλιανής Πολεμικής Αεροπορίας (RAAF), σε διατεταγμένη αναγνωριστική πτήση πάνω από το Αιγαίο, εντόπισε το ORION νότια από τη νήσο Δονούσα των Κυκλάδων.
(Ώρα 11:40). Από τη βάση Gambut της Λιβύης, απογειώθηκαν 7 + 4 αεροσκάφη τύπου Beaufighter τα οποία εντόπισαν το ORION, (στις 14:35), να έχει προσορμίσει στον όρμα Κέδρος της Δονούσας. Το Beaufighter NV200/N (252η Μοίρα) ήταν το πρώτο που επιτέθηκε. Έριξε μερικές βολές στο πλοίο, αλλά χτυπήθηκε στη δεξιά πτέρυγα και στο υδραυλικό σύστημα, από αντιαεροπορικά πυρά που δέχτηκε και αποχώρησε. Ακολούθησε το NT993/V (252η Μοίρα) που με εύστοχους πολυβολισμούς και εκτόξευση ρουκετών χτύπησε καίρια το πλοίο, όμως και το ίδιο δέχτηκε πυρά στην ουρά της ατράκτου. Ωστόσο, όταν λίγο αργότερα τα Beaufighter αποχώρησαν, αφήσαν το ORION μέσα σε καπνούς χωρίς όμως να μπορέσουν να διακρίνουν αν όντως είχε καταστραφεί. Όμως, κατά την αποχώρησή τους και ενώ πετούσαν επάνω από την Αμοργό, τα πληρώματα άκουσαν μια μεγάλη έκρηξη και είδαν φλόγες στην περιοχή της Δονούσας.
(Ώρα 16:25-16:30). Από την βάση στην Gambut, απογειώθηκαν 8 ακόμη Beaufighter τα οποία έφτασαν στην Δονούσα (στις 18:48) όπου, εντόπισαν το ORION καμένο, να έχει εξοκείλει στην παραλία του Κέδρου. Πραγματοποιήθηκε επίθεση με ρίψη ρουκετών και πολυβολισμούς, χωρίς να υπάρξουν ανταποδοτικά πυρά. Όταν τα αεροσκάφη ξεκίνησαν για να επιστρέψουν στη βάση τους, αφήσαν στον Κέδρο το ORION ολοσχερώς κατεστραμμένο.
Τίτλοι τέλους.
Έτσι, το ηρωικό φαρόπλοιο ΩΡΙΩΝ, από την σχετική αφάνεια ως βοηθητικό πλοίο, θα περάσει στην Αθανασία της Ιστορίας.
Το κουφάρι του πλοίου παρέμεινε κατεστραμμένο στο Κέδρο έως τις αρχές της δεκαετίας του ’50, που διαλύθηκε και πουλήθηκε σαν σκράπ από τον Οργανισμό Ανέλκυσης Ναυαγίων (Ο.Α.Ν.).
Ακόμη και σήμερα στο βυθό του όρμου και σε βάθος πέντ΄έξι μέτρων, εξακολουθούν να υπάρχουν τα συντρίμμια από το κατωκάραβο του πλοίου, που λόγω ρεστίας, άλλοτε επιχώνονται στην άμμο κι άλλοτε είναι εμφανή.
Βιβλιογραφικές αναφορές:
Θεοδωράτος, Ι. (2010). Οι Ιταλικές προκλήσεις πριν την 28η Οκτωβρίου 1940. Στρατοί και Τακτικές. (τ. 5) 32-39.
Μπαρδάνης, Μ. (2016). Το ναυάγιο, του πλοίου φαρικών αποστολών “ΩΡΙΩΝ” (Ανακτήθηκε Ιούλιος 7, 2016, από http://www.naxosdiving.com/ORION)
Ψαρομηλίγκου, Α. (2000). Η στρατηγική της όξυνσης. ΙΣΤΟΡΙΚΑ, (τ.54), 6-15.