Γράφει ο Ηρακλής Καλογεράκης
Γενικά περί ναρκών
Η νάρκη είναι ένα “όπλο” που περιέχει μια μεγάλη ποσότητα εκρηκτικής ύλης η οποία ενεργοποιείται με κάποιο μηχανισμό και εκρήγνυται για να προκαλέσει ζημιά στον εχθρό.
Είναι ένα φθηνό όπλο γι’ αυτό και πάντα αναφερόταν, σαν το “όπλο του φτωχού” και κατατάσσονται ανάλογα με το που θα τοποθετηθούν σε ναυτικές νάρκες (θαλάσσης) ή ξηράς.
Οι ξηράς διακρίνονται σε νάρκες κατά προσωπικού ή οχημάτων και αρμάτων (αντιαρματικές) και οι θαλάσσης σε ελεύθερες (παρασυρόμενες) ή αγκυροβολημένες εναντίων πλοίων και υποβρυχίων.
Ανάλογα με τον τρόπο ενεργοποίησής τους κατηγοριοποιούνται σε νάρκες επαφής (πρόσκρουσης) και σε εξ’ επιδράσεως (μαγνητικές, ακουστικές, πιέσεως ή συνδυασμού αυτών).
Η περιοχή στην οποία τοποθετούνται οι νάρκες ονομάζεται «ναρκοπέδιο», το οποίο ανάλογα με το που τοποθετείται, διακρίνεται σε αμυντικό ή επιθετικό.
Η εργασία δημιουργίας ναρκοπεδίου ονομάζεται «Ναρκοθέτηση» και στη μεν ξηρά οι νάρκες τοποθετούνται σε κάποιο βάθος στο έδαφος, ενώ στη θάλασσα μπορούν να ποντιστούν από πλοία, αεροσκάφη ή υποβρύχια, για να απαγορεύσουν την είσοδο εχθρικών ναυτικών δυνάμεων στη περιοχή του ναρκοπεδίου.
Οι πρώτες ναυτικές νάρκες μετά την πόντισή τους επέπλεαν για λίγο και μετά βυθίζονταν στο προβλεπόμενο βάθος, ενώ οι μεταγενέστερες πήγαιναν στο βυθό και από εκεί αναδύονταν στο επιθυμητό βάθος. Άλλες πάλι αφηνόταν ελεύθερες σε μια περιοχή, κυρίως σε φυσικούς διαύλους, για παρεμπόδιση της ναυσιπλοϊας των εχθρικών πλοίων. Η ναρκοθέτηση στη θάλασσα εντάσσεται στις αποστολές της θαλάσσιας άρνησης (Sea Denial).
Στην θάλασσα κατά τον Α’ ΠΠ η νάρκη δεν χρησιμοποιήθηκε ευρέως, όμως στον Β’ ΠΠ είχε ευρεία χρήση και κυρίως χρησιμοποιήθηκε για την άμυνα και προστασία λιμένων και σαν επιθετικό όπλο σε στενά περάσματα απ’ όπου περνούσαν πολεμικά και εφοδιαστικά πλοία του εχθρού. Σήμερα, οι νάρκες εξακολουθούν να υφίστανται στα οπλοστάσια των κρατών και συνεχίζουν να αποτελούν ένα από τα πλέον καταστρεπτικά όπλα, αλλά σύμφωνα με διεθνείς συνθήκες 1https://eur-lex.europa.eu/EL/legal-content/summary/convention-on-the-prohibition-of-the-use-stockpiling-production-and-transfer-of-anti-personnel-mines-and-on-their-destruction.htmlη νάρκη κατά του προσωπικού έχει απαγορευτεί αφού οι απώλειες και οι τραυματισμοί που προκαλεί στον άμαχο πληθυσμό, δεν θεωρείται ότι εξυπηρετεί στρατιωτικούς σκοπούς.
Η προετοιμασία του Ναυτικού για το ναρκοπόλεμο
Από το 1933 που ανέβηκε ο Χίτλερ στην εξουσία άρχισαν να σχηματίζονται τα σύννεφα ενός νέου πολέμου στην Ευρώπη. Η πληγωμένη από τον Α’ ΠΠ Γερμανία αναζητώντας τον αναγκαίο «ζωτικό της χώρο» ανακατέλαβε το 1935 την περιοχή του Σάαρ και το 1936 τη Ρηνανία. Το 1938 προσάρτησε την Αυστρία και τότε μόνο, οι ευρωπαίοι πολιτικοί αντελήφθησαν πως ένας νέος πόλεμος ήταν προ των πυλών και άρχισαν πυρετωδώς να προετοιμάζονται.
Το 1938 το ναυτικό μας, αγόρασε 4 Αγγλικά αλιευτικά (μηχανότρατες) για εκτέλεση επιχειρήσεων ναρκοπολέμου. Τα σκάφη αυτά μετασκευάστηκαν και με την τοποθέτηση των κατάλληλων μηχανικών γρίπων, μετατράπηκαν σε ναρκαλιευτικά προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μόνη μέχρι τότε γνωστή κατηγορία ναρκών, οι αγκυροβολημένες νάρκες επαφής. Τα πλοία αυτά ονομάστηκαν Αξιός, Αλιάκμων, Στρυμών και Νέστος και μπορούσαν εκτός της γρίπισης (αλιεία ναρκών) για εξουδετέρωση των ναρκών, να αποθηκεύουν και να ποντίζουν πενήντα νάρκες επαφής το καθένα. Ήταν δηλ. Ναρκαλιευτικά/Ναρκοβόλα.
Ταυτόχρονα εκπονήθηκαν και τα σχέδια για τη προστασία των ζωτικών μας λιμένων και εγκαταστάσεων, με τη πόντιση αμυντικών ναρκοπεδίων.
Για τις ανάγκες των επιχειρήσεων αυτών, δύο επιπλέον πλοία μετασκευάστηκαν σε ναρκαλιευτικά. Το ένα ήταν ένα βοηθητικό πλοίο, πρώην αλιευτικό, που χρησιμοποιούταν στα αποξηραντικά έργα της Μακεδονίας και ονομάστηκε «Παλάσκας» και το άλλο ήταν το εφοδιαστικό φάρων «Πλειάς».
Επίσης, λίγο αργότερα μετασκευάστηκαν για τις ανάγκες του ναρκοπολέμου και τα βοηθητικά «Κοργιαλένιος», «Πάραλος», «Τένεδος» και «Κίχλη» καθώς και το πλοίο συντήρησης φάρων «Ωρίων».
Επειδή όμως τα πλοία μας ήταν λίγα και με μικρές δυνατότητες, κάθε ένα μετέφερε περί τις 50 νάρκες, είχε εκπαιδευτεί και είχε εκτελέσει αρκετές ασκήσεις ναρκοθέτησης και το εύδρομο ΕΛΛΗ.
Τέλος για την κάλυψη των αυξημένων αναγκών του ναρκοπολέμου, όπως π.χ. για να διατηρηθούν οι δίαυλοι ασφαλούς ναυσιπλοΐας (ΔΑΝ) ανοικτοί, αλλά και για να επιτηρούνται τα ποντισμένα ναρκοπέδια και φράγματα, επιτάχθηκε μεγάλος αριθμός αλιευτικών (μηχανότρατες και ανεμότρατες) που εξοπλίσθηκαν με μηχανικούς γρίπους και επίσης τοποθετήθηκε σε αυτά κατάλληλο προσωπικό του πολεμικού ναυτικού.
Αμέσως μετά την βύθιση του ευδρόμου «ΕΛΛΗ» στην Τήνο την 15/8/1940 που θα υλοποιούσε τη σχεδίαση στο Σαρωνικό (Φλέβες-Αίγινα-Μέθανα), Νότιο Ευβοϊκό και Τρίκερι, το ναυτικό τροποποίησε τα σχέδια «Αμυντικών ναρκοπεδίων» και καθόρισε άλλα πλοία για την υλοποίηση τους. Τα σχέδια αυτά γνωστοποιήθηκαν την 23 Αυγούστου 1940 με την απόρρητη διαταγή Κ 27/4332 του Ελληνικού Γενικού Επιτελείου Ναυτικού.
Πόντιση αμυντικών ναρκοπεδίων
Το πρώτο αμυντικό ναρκοπέδιο τοποθετήθηκε στην Πρέβεζα, λίγο πριν την έναρξη του Ελληνοιταλικού πολέμου, μετά από αίτημα του Αρχηγείου Στρατού για προστασία των εγκαταστάσεων του προκεχωρημένου κέντρου ανεφοδιασμού των δυνάμεων μας κοντά στα Αλβανικά σύνορα.
Με την κήρυξη του Ελληνοιταλικού πολέμου, δόθηκε από το Γ.Ε.Ν. το εκτελεστικό σήμα για την πόντιση των ναρκοπεδίων που ξεκίνησε στο Σαρωνικό την επομένη το βράδυ, δηλ. 29/30 Οκτωβρίου 1940. Η πόντιση των ναρκοπεδίων έγινε με πολλές δυσχέρειες δεδομένου ότι σχεδόν όλα τα προπολεμικά αντίστοιχα γυμνάσια είχαν γίνει μόνο με το «Έλλη».
Έτσι, εκτός από τα ναρκοπέδια Αίγινας που ποντίσθηκαν από τέσσερα αντιτορπιλικά και τρία πλοία ναρκοπολέμου, όλα τα υπόλοιπα ναρκοπέδια και ανθυποβρυχιακά φράγματα, ποντίσθηκαν από τα μικρά βοηθητικά πλοία της Διεύθυνσης Τορπιλών – Ναρκών και τα επιταγμένα αλιευτικά.
Στο Σαρωνικό κόλπο, η πόντιση των δύο ναρκοπεδίων στις περιοχές μεταξύ της Αίγινας και Φλεβών και μεταξύ Αίγινας και Μεθάνων, τον μετέτρεπε σε «κλειστή θάλασσα», η δε είσοδος/έξοδος των πλοίων ήταν ελεγχόμενη και γινόταν μόνο από την περιοχή ανατολικά των Φλεβών. Το πέρασμα αυτό ήταν μεταξύ της νησίδας Φλεβοπούλας και της απέναντι χερσονήσου Λομβάρδας της Βουλιαγμένης και είχε πλάτος 0.78 του μιλίου περίπου .
Τα ναρκοπέδια αυτά επιτηρούντο και υποστηρίζονταν από τα Ναυτικά οχυρά Σαρωνικού και τις πυροβολαρχίες τους.
Οι νάρκες που χρησιμοποιήθηκαν στα ναρκοπέδια μας ήταν όλες αγκυροβολίας και επαφής/πρόσκρουσης που ποντιζόταν από πλοία σε μια περιοχή για να σχηματίσουν το ναρκοπέδιο. Ο τρόπος άφεσης φαίνεται στο παρακάτω σχεδιάγραμμα.
Ειδικότερα για το ναρκοπέδιο Αίγινας – Φλεβών, επειδή η πόντιση των ναρκών έγινε αντικανονικά και ανώμαλα και παρουσιάστηκε έλλειμα 100 ναρκών, χρειάσθηκε να γίνουν δυο ακόμη προσπάθειες για να συμπληρωθούν τα διάκενα με πόντιση ναρκών από το “Ωρίων” και μια φορτηγίδα της Διοίκησης Τορπιλών και Ναρκών. Παρόλα αυτά, ευτυχώς για μας, τα κενά που παρέμειναν έσωσαν πλοία μιας νηοπομπής που κατά λάθος εισήλθε στο ναρκοπέδιο όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Στο ναρκοπέδιο Αίγινας-Φλεβών προβλεπόταν από τα σχέδια η πόντιση 155 ναρκών τύπου Βίκερς και 170 τύπου Μ αλλά ποντίστηκαν 154 νάρκες Βίκερς και 70 μόνο τύπου Μ, ενώ κατά τη ναρκοθέτηση αποκόπηκε το συρματόσχοινο 3 ναρκών Βίκερς και εξερράγη κατά λάθος μια τύπου Μ. Οπότε έμειναν ενεργές στο πεδίο μόνο 220 νάρκες.
Αναφέρει χαρακτηριστικά ο τότε αρχηγός Στόλου, Ναύαρχος Μεζεβίρης στις αναμνήσεις του:
«Σε άλλες περιόδους όταν γίνονταν γυμνάσια ποντίσεως ναρκών από Μοίρες ναρκοθέτιδων, αν και εκτελούνταν μέρα, απαιτούνταν πολλές επαναλήψεις μέχρις ότου η πόντιση θεωρηθεί ικανοποιητική. Τώρα έπρεπε να την εκτελέσουν νύχτα κάτω από δυσχερέστερες συνθήκες και χωρίς καμία προηγούμενη εξάσκηση των πλοίων και με ορισμένους κυβερνήτες και ύπαρχους που δεν ήταν κατάλληλοι για τέτοια έργα. Κάτω από αυτές τις συνθήκες θεωρήθηκε επιτυχής διότι η πόντιση έγινε χωρίς ατύχημα, το ναρκοπέδιο όμως που ποντίστηκε απείχε πολύ από αυτό που προβλέπονταν στο σχέδιο. Παρά τις τόσες προφορικές και έγγραφες οδηγίες μερικά πλοία, ούτε τη γραμμή στην οποία τους οδήγησα ακολούθησαν, ούτε τα κανονικά διαστήματα ποντίσεως τήρησαν αλλά αρκετά παρέμειναν κενά».
Οι νηοπομπές για τη μεταφορά της V Μεραρχίας στο Αλβανικό μέτωπο
Αρχές Νοεμβρίου 1940 επειδή υπήρχε επιτακτική ανάγκη ενίσχυσης των δυνάμεων μας στο Αλβανικό μέτωπο, διατάχθηκε η μεταφορά της V Μεραρχίας (Μεραρχία Κρητών) με πλοία από την Κρήτη προς τον Πειραιά και Θεσσαλονίκη και από εκεί οδικώς στο μέτωπο. Συνολικά μεταφέρθηκαν τρία Συντάγματα Πεζικού από Ηράκλειο, Χανιά και Ρέθυμνο (562 Αξιωματικοί, 17.309 οπλίτες , περίπου 7.000 μοκρόσωμα και μεγαλόσωμα κτήνη, 30 ορειβατικά πυροβόλα και 100 περίπου αυτοκίνητα, φορτηγά κλπ)
Η μεταφορά αυτή ήταν από τις πιο σημαντικές και συνάμα επικίνδυνες μεταφορές του Β’ΠΠ στην Ελλάδα, που εκτός του όγκου είχε και κινδύνους λόγω της εγγύτητας των Ιταλικών βάσεων στα Δωδεκάνησα.
Αρχικά, σχηματίστηκε η νηοπομπή Ν/1 που μετέφερε με 9 ατμόπλοια (Αλμπέρτα, Αρντένα, Ελένη Εμπειρίκου, Έλση, Ιωνία, Κορινθία, Λέσβος, Σόνα, Σοφία) μέρος της μεραρχίας από την Σούδα στη Θεσσαλονίκη μέσω του στενού Ευρίπου. Τα πλοία συνοδευόμενα από 8 Αντιτορπιλικά (Βασ. Όλγα, Βασ. Γεώργιος, Ύδρα, Ψαρά, Αετός, Ιέραξ, Λέων, Πάνθηρ), απέπλευσαν από τη Σούδα στις 18 Νοεμβρίου και κατέπλευσαν με ασφάλεια στη Θεσσαλονίκη την 19 Νοεμβρίου.
Μια άλλη νηοπομπή, η Ν/2 από 3 φορτηγά (Ασημίνα Μπάκα, Ολλανδία, Χίος) και 4 επιβατικά (Άνδρος, Αττική, Θράκη, Κρήτη) μετέφεραν σε δύο σκέλη, μεγάλο τμήμα της Μεραρχίας από τη Σούδα στον Πειραιά. Το πρώτο μέρος απέπλευσε στις 19 Νοεμβρίου το βράδυ και κατέπλευσε την επομένη και το δεύτερο απέπλευσε στις 21 το πρωί και έφτασε αργά το απόγευμα.
Μετά τις νηοπομπές αυτές, για τα υπόλοιπα τμήματα της μεραρχίας που έμειναν στη Κρήτη, περίπου το 1/3 της δύναμης, διατάχθηκαν 9 πλοία, διαταγή 716/6904, να πάνε στο Ηράκλειο για να σχηματίσουν τη Νηοπομπή Ν/1 και να τα μεταφέρουν στον Πειραιά.
Τα πλοία κατέπλευσαν στο Ηράκλειο βραδυνές την 22 Νοεμβρίου και αμέσως ξεκίνησε η επιβίβαση των μονάδων. Όμως, ο απόπλους των πλοίων αναβλήθηκε για 24 ώρες, επειδή λόγω του αυξημένου κινδύνου από τις Ιταλικές βάσεις στα Δωδεκάνησα, περίμεναν να αφιχθεί στο Βόρειο Κρητικό πέλαγος, μια ισχυρή μοίρα του Αγγλικού στόλου, για παροχή μακράς προστασίας. Τελικά τα πλοία με προστασία από τα πλοία της 3ης μοίρας αντιτορπιλικών και δυο Τ/Β (τορπιλοβόλα) , απέπλευσαν από το Ηράκλειο για τον Πειραιά πρωί 23 Νοεμβρίου μεταφέροντας 5.360άνδρες, 2.970 κτήνη και τα εφόδια/πυρομαχικά τους.
Τα πλοία, μόλις εξήλθαν του λιμένα Ηρακλείου, έπλευσαν σε σχηματισμό τριών στηλών προς τον Πειραιά. Ο πλούς των πλοίων μέχρι τον Σαρωνικό ήταν ομαλός και υπό συνεχή ανθυποβρυχιακή και αεροπορική προστασία από τα Αντιτορπιλικά και τα αεροσκάφη της Ναυτικής Αεροπορίας.
Όταν τα πλοία ήταν στο ύψος του νησιού Άγιος Γεώργιος και σε απόσταση 3νμ, μπήκαν σε γραμμή παραγωγής, δηλαδή ήταν το ένα πίσω από το άλλο.
Πρώτο έπλεε το αντιτορπιλικό ΙΕΡΑΞ στο οποίο επέβαινε ο Διοικητήςτης 3ης μοίρας Α/Τ, ο Πλοίαρχος Άγγελος Χατζόπουλος. Δεύτερο ήταν το αντιτορπιλικό ΠΑΝΘΗΡ και ακολουθούσαν τα εννιά μεταγωγικά με την εξής σειρά: Κορινθία, Αλμπέρτα, Λέσβος, Ελένη, Σόνια, Ιωνία, Έλση, Αρντένα και Σοφία.
Τη νηοπομπή έκλειναν, κατά σειρά, τα αντιτορπιλικά ΛΕΩΝ, ΑΕΤΟΣ, ΝΙΚΗ και ΑΣΠΙΣ.
Οι αποστάσεις μεταξύ των πλοίων ήταν 500 μέτρα.
Ο καιρός ήταν σχετικά καλός, η θάλασσα γαλήνη και η ορατότητα ήταν σχετικά καλή.
Ο Διοικητήςτης νηοπομπής, έφεδρος εκ μονίμων Πλοίαρχος Κωνσταντίνος Παναγιώτου, επέβαινε στο πρώτο εμπορικό πλοίο το Κορινθία και ο υποδιοικητής, έφεδρος εκ μονίμων Πλωτάρχης Βασίλειος Λάσκος στο τελευταίο πλοίο το Σοφία.
Τα πλοία, λίγο μετά τα μεσάνυκτα της 23 Νοεμβρίου, όταν προσέγγιζαν στις Φλέβες, λόγω ασυγχώρητου λάθους και των δύο προπορευόμενων αντιτορπιλικών που δεν αναγνώρισαν σωστά την νησίδα Αρσίδα, συγχέοντας την με τις Φλέβες , τα δύο προπορευόμενα αντιτορπιλικά και τα επτά επόμενα μεταγωγικά, βρέθηκαν μέσα στο ναρκοπέδιο.
Πιο συγκεκριμένα, λίγο πριν τα μεσάνυχτα το επικεφαλής πλοίο, Α/Τ ΙΕΡΑΞ, όταν ήταν στην παράλλαξη της νησίδας του Αγίου Γεωργίου /Σαν Τζόρτζη (νότια του Σουνίου) έγινε η αλλαγή βάρδιας στη γέφυρα , ο Σημαιοφόρος Άννινος, που ήταν και Αξιωματικός Ναυτιλίας, με βοηθό τον Έφεδρο Σημαιοφόρο Λάρδη παρέδωσαν καθήκοντα Αξιωματικού Φυλακής (Α/Φ) στον Ανθυποπλοίαρχο Νικόλαο Κροντήρη με βοηθό τον Σημαιοφόρο Μενδρινό. Επειδή όμως ο παραλαβών Α/Φ, μετά από 30λεπτο λεπτομερή έλεγχο του στίγματος και της πορείας, είχε πολύ σοβαρές αμφιβολίες για την ορθότητα τους, ανέφερε τον προβληματισμό του στον Διοικητή της Μοίρας που βρισκόταν στην γέφυρα του πλοίου. Ο κυβερνήτης ήταν στο δωμάτιο του και δεν είχε ακόμη ανέβει στη γέφυρα.
Ο Διοικητής τον άκουσε πολύ προσεκτικά και διέταξε να επανέλθουν οι αξιωματικοί της προηγούμενης βάρδιας για να επιβεβαιώσουν το στίγμα. Όμως αμέσως με την επάνοδο τους προέκυψαν σοβαρές διαφωνίες στην αναγνώριση των αμυδρά φαινομένων ακτών και οι διοπτεύσεις δεν μπόρεσαν να επιβεβαιώσουν το στίγμα. Επισημαίνεται , λόγω του πολέμου, η λειτουργία του φαρικού δικτύου αλλού είχε διακοπεί και σε πολλούς φάρους είχαν αλλάξει τα χαρακτηριστικά των.
Για τη νησίδα που φαινότανε πρώρα δεξιά ο Ανθυποπλοίαρχος Κροντήρης επέμενε πως επρόκειτο για τις Φλέβες, ενώ όλοι οι άλλοι αξιωματικοί, συμπεριλαμβανομένου και του Διοικητή, πως ήταν η Αρσίδα που ήταν κοντά στην Ανάβυσσο και επτά μίλια περίπου νοτιοανατολικά των Φλεβών. Μέχρι και στοίχημα έβαζαν οι παραδώσαντες καθήκοντα Α/Φ πως οι Φλέβες ήταν η Αρσίδα.
Ο Διοικητής τότε κάλεσε στη γέφυρα και τον κυβερνήτη, Αντιπλοίαρχο Βάτη, ο οποίος μόλις ανέβηκε διέταξε «κράτει», πήρε νέες διοπτεύσεις και αυτοπροσώπως τις έβαλε στο χάρτη. Τελικά αποφάνθηκε, με την σειρά του, ότι επρόκειτο πράγματι περί της Αρσίδας και διέταξε να λάβει το πλοίο πορεία 330 μοιρών και όλα τα υπόλοιπα πλοία να το ακολουθήσουν με «πρόσω ημιταχώς». Αποτέλεσμα αυτού ήταν να συνεχίσει η νηοπομπή την λανθασμένη πορεία της προς το ναρκοπέδιο. Όλοι λοιπόν στη γέφυρα νόμιζαν πως τηρώντας την πορεία των 330 μοιρών, θα κατευθυνόταν προς την Αρσίδα, στη παράλλαξη της οποίας, δηλ. όταν θα ήταν στο εγκάρσιο, θα άλλαζαν πορεία προς τον ασφαλή δίαυλο διέλευσης. Όμως, δυστυχώς τα πλοία κατευθυνόταν στο ναρκοπέδιο Αίγινας-Φλεβών στο οποίο είχαν τοποθετηθεί 220 νάρκες.
Εν τω μεταξύ στις 01:50, ο Διοικητής της νηοπομπής Πλοίαρχος Παναγιώτου που επέβαινε στο Κορινθία, έστειλε δυο σήματα στο ΙΕΡΑΞ ερωτώντας ποιο νησί παραλλάσει και μετά από 3 λεπτά ένα άλλο που ρωτούσε αν είναι δεξιά του η νήσος Φλέβες. Το Ιέραξ, αν και είχε λάβει γνώση και ο Διοικητής, δεν έδωσε απάντηση γιατί μέσα στον εκνευρισμό που επικρατούσε στη γέφυρα, τα θεώρησε ανάξια προσοχής.
Στο δεύτερο πλοίο της νηοπομπής, στο αντιτορπιλικό Πάνθηρ, στη γέφυρα ήταν και ο κυβερνήτης του Αντιπλοίαρχος Στυμφαλιάδης, Αξιωματικός Φυλακής ήταν ο Ανθυποπλοίαρχος Αθανασιάδης με βοηθό τον Έφεδρο Σημαιοφόρο Λος. Μετά την παράλλαξη της νησίδας Πάτροκλος όλοι τους, όταν άκουσαν τη διαταγή αλλαγής πορείας σε 330 μοίρες, παραξενεύτηκαν και άρχισαν να κάνουν ελέγχους στα στίγματα αναμετρήσεως (με υπολογισμό χρόνου-ταχύτητας) που είχαν και να βγάζουν νέα στίγματα με τις διοπτεύσεις που έπαιρναν από τις ακτές που αμυδρά φαινόταν. Αρχικά νόμισαν πως η νηοπομπή είχε ξεπέσει δεξιά και διορθωνόταν η πορεία, όμως όταν είδαν ότι το πρωτόπλου πλοίο συνέχιζε, όλοι άρχισαν να έχουν αμφιβολίες. Επικράτησε και σε αυτή τη γέφυρα σύγχυση και εκνευρισμός. Μόλις ο κυβερνήτης διέταξε το Σηματωρό να καλέσει τον Ιέρακα προκειμένου να ρωτήσει για την ακρίβεια της πορείας, ακούστηκε η ερώτηση του Κορινθία και έτσι η κλήση δεν ολοκληρώθηκε.
Ξαφνικά, στις 01:55 το πέμπτο πλοίο της νηοπομπής φωτίστηκε από τη δέσμη του προβολέα του Ναυτικού Οχυρού Φλεβών, που το προειδοποιούσε ότι είχε μπει στο ναρκοπέδιο. Τότε ήταν που αντιλήφθηκαν όλοι το τραγικό τους λάθος. Έτσι μετά και τις προειδοποιήσεις του Διοικητού που επέβαινε στο Κορινθία και του Πλωτάρχη Λάσκου που επέβαινε στο ΣΟΦΙΑ, τα επόμενα 2 εμπορικά πλοία και τα 4 Αντιτορπιλικά της ουράς, δεν εισήλθαν στο ναρκοπέδιο και κράτησαν τις μηχανές.
Στη συνέχεια και μετά από είκοσι περίπου λεπτών απραξίας, ο Διοικητής της Μοίρας προστασίας, Πλοίαρχος Α. Χατζόπουλος, εξέπεμψε προς όλα τα πλοία το σήμα: «Πλεύσατε προς νότον» και μετά από λίγο ακολούθησε άλλο ένα σήμα που έλεγε: «Στρέψατε προς νότον αναποδίζοντες». Τα πλοία δηλαδή θα ξαναπερνούσαν πάνω από τις νάρκες. Στο ναρκοπέδιο υπήρχαν δυο σειρές ναρκών σε αποστάσεις 250 μ μεταξύ τους ενώ η απόσταση μεταξύ των γραμμών ήταν 200 μ.
Στο άκουσμα των διαταγών αυτών, ο Υποδιοικητής έφεδρος πλωτάρχης Βασίλης Λάσκος, ο μετέπειτα ηρωικός κυβερνήτης του υποβρυχίου «Κατσώνης», που επέβαινε στο τελευταίο εμπορικό, το Σοφία, εξήλθε της γραμμής και προχώρησε εκτός τους ναρκοπεδίου, για να περάσει δίπλα από τα προπορευόμενα πλοία στέλνοντας τους σήμα που έλεγε: «Πορεία προς Νότο σωστή παραφροσύνη, μη συμμορφωθείτε με το σήμα». Τελικά οι κυβερνήτες των πολεμικών και οι πλοίαρχοι των εμπορικών, υπακούοντας στην προτροπή του δεν ανέστρεψαν και συνέχισαν τον πλου προς τον Πειραιά. Ευτυχώς τα πλοία κατάφεραν να περάσουν από τα διάκενα των ναρκών και να καταπλεύσουν στον Πειραιά την 07:35 της 24 Νοεμβρίου χωρίς κάποιο ατύχημα.
Το Αντιτορπιλικό Λέων που ήταν το πρώτο από τα αντιτορπιλικά της ουράς, κάλεσε τα δύο εμπορικά που δεν εισήλθαν στο ναρκοπέδιο και μαζί με τα Αετός, Νίκη, Ασπίς να ακολουθούν, πέρασαν με ασφάλεια από τον ασφαλή δίαυλο της Φλεβοπούλας.
Όλα συνεπώς τα πλοία έφτασαν στον Πειραιά και αποβίβασαν τους συνολικά 5.634 άνδρες και τα 2.207 κτήνη που μετέφεραν.
Ευτυχώς που οι νάρκες του ναρκοπεδίου αυτού ποντίστηκαν το βράδυ της 28/29 Οκτωβρίου, από πλοία που δεν είχαν προηγούμενη εμπειρία και ευτυχώς που η πόντιση των ναρκών έγινε από άλλα πλοία αντικανονικά και βιαστικά. Να θυμηθούμε πως υπεύθυνο για την πόντιση του ναρκοπεδίου ήταν το ΕΛΛΗ που δυστυχώς βυθίστηκε στην Τήνο. Έτσι τα διάκενα μεταξύ των ναρκών ήταν μεγαλύτερα των προβλεπόμενων και γι΄αυτό τα πλοία πέρασαν χωρίς να προσκρούσουν σε κάποια νάρκη.
Από το Ναυτικό Οχυρό Φλεβών, η λάθος πορεία των πλοίων έγινε καθυστερημένα αντιληπτή και φώτισαν με τους προβολείς το έβδομο από τα 9 μεταγωγικά πλοία της νηοπομπής.
Ο Διοικητής του Οχυρού Πλωτάρχης Αγιουτάνης και ο Έφεδρος Υποπλοίαρχος Μπουντούρης ευρισκόταν και οι δύο εντός του Σταθμού Διευθύνσεως βολής αφού στο οχυρό ήταν σε ετοιμότητα εκείνο το βράδυ. Επίσης σε ετοιμότητα εκείνο το βράδυ στο οχυρό ήταν 1 ταχυβόλο 76 χ/μ., 1 πυροβόλο των 170 χ/μ , όλα τα Α/Α πυροβόλα και τα Φυλάκια των Ευζώνων που ήταν εκεί. Αυτοί δεν αντιλήφθηκαν τίποτε.
Το τορπιλοβόλο ΑΛΚΥΟΝΗ, με κυβερνήτη τον Υποπλοίαρχο Καρβέλη, ήταν εντός του διαύλου και επέστρεφε από τη συνοδεία της προπορευόμενης νηοπομπής Ν/2 από τη Σούδα. Όταν επέστρεψε, αντιλήφθηκε τα τελευταία δύο εμπορικά με τα 4 αντιτορπιλικά και έσπευσε προς αυτά, στέλνοντας σήματα αναγνωρίσεως και κινδύνου. Ταυτόχρονα όμως άναψε και ο προβολέας από το φυλάκιο.
Η διαταχθείσα έρευνα
Για την αδικαιολόγητη διέλευση της Ν/1 από το φράγμα ναρκών, διατάχθηκε προανάκριση την οποία διεξήγαγε ο Αντιναύαρχος Δημ. Οικονόμου
Ο Αντιναύαρχος Οικονόμου στις παραγράφους 27 και 29 της προανάκρισης αναφέρει επί λέξη:
«Το Βασιλικό Ναυτικό υπέστη πλήγμα ηθικόν διότι συνοδεύον νηοπομπήν, ης επέβαινον και έφεδροι Αξιωματικοί ΒΝ εξ εννέα μεταγωγικών πλήρων Στρατού, δια 6 αντιτορπιλικών, ων τα 4 διαθέτουσι πυξίδας ακριβείας, υπό ευμενείς καιρικάς συνθήκας, ωδήγησε ταύτην επί του πεδίου των ναρκών και επί θαλάσσης γνωστοτάτης εις πάντας τους Αξιωματικούς και μόνο Χάριτι θεία δεν εγένετο καταστροφή ανεπανόρθωτος» «Ουδέν ναυτιλιακό στοιχείον ακριβές ετηρείτο επί της γεφύρας, ταχύτητες και πορείαι μετεβάλλοντο και εν τούτοις ουδέν ανεγράφετο επί του χάρτου, η δε ακριβής τήρησις του χρόνου υπήρξεν άγνωστος……»
Είναι ακατανόητο, έμπειροι ανώτεροι αξιωματικοί, σε μια πορεία 17 ν.μ. από τον Άγ. Γεώργιο μέχρι τις Φλέβες και με καλό καιρό, να μην αντιληφθούν το λάθος και να μπερδέψουν τις Φλέβες (με ύψος 213 μ) με την Αρσίδα (ύψους 429μ) που έχουν διαφορετική μορφή, απέχουν μεταξύ τους 7 νμ. και που τις έχουν παραπλεύσει εκατοντάδες φορές.
Τη νύχτα εκείνη η φωτεινότητα της σελήνης ήταν 48% (σελήνη 22 ημερών) και δεν δικαιολογούσε λάθος αναγνώριση ακτών. Όλοι βέβαια είχαν στραμένη τη προσοχή τους δεξιά για να αναγνωρίσουν τα νησάκια. Αν ένας κοίταζε αριστερά θα έβλεπε τη χαρακτηριστική σιλουέτα του όρους της Αίγινας και όλα θα διορθωνόταν. Άλλωστε ο «Πλοηγός, Β Τόμος» (βιβλίο ναυτιλιακών οδηγιών των Ελληνικών Ακτών) έχει φωτογραφίες με τις σιλουέτες χαρακτηριστικών νησιών και ακτών.
Στον καταλογισμό της προανάκρισης, ο Αντιναύαρχος Οικονόμου αναγνώρισε ελλιπείς γνώσεις, αβουλία και βραδύτητα σκέψης και θεώρησε κυρίως υπεύθυνο τον Διοικητή της 3ης Μοίρας Α/Τ Πλοίαρχο Δ. Χατζόπουλο, κατά δεύτερον λόγο τον Κυβερνήτη του ΙΕΡΑΚΟΣ Αντιπλοίαρχο Α. Βάτη, και κατά τρίτο λόγο τον Κυβερνήτη του ΠΑΝΘΗΡΟΣ, του δευτέρου πλοίου της γραμμής, Αντιπλοίαρχο Ν. Στυμφαλιάδη. Πρότεινε δε, την αποστρατεία του Διοικητού Πλοιάρχου Χατζόπουλου και την αντικατάσταση του. Αυτός αντικαταστάθηκε με τον Πλοίαρχο Βλαχόπουλο. Επίσης πρότεινε την αντικατάσταση των Κυβερνητών του ΙΕΡΑΚΟΣ, αντικαταστάθηκε από τον Αντιπλοίαρχο Κύρη και του ΠΑΝΘΗΡΟΣ που αντικαταστάθηκε από τον Αντιπλοίαρχο Γολέμη και τον τερματισμό της μαχίμου υπηρεσίας όλων και την τοποθέτηση τους σε υπηρεσία ξηράς.
Στη διοίκηση του οχυρού των Φλεβών, που δεν αντιληφθήκανε έγκαιρα την είσοδο των πλοίων στο ναρκοπέδιο, δεν επιβλήθηκε καμία ποινή.
Τελικά λόγω των αναγκών του πολέμου αποστρατεύτηκαν όλοι αλλά μετά επανήλθαν στην υπηρεσία και τοποθετήθηκαν σε υπηρεσίες ξηράς. Ο Πλοίαρχος Βλαχόπουλος στην Υπηρεσία Επιτήρησης Σταθμών Αέρος-Θαλάσσης, ο Αντιπλοίαρχος Στυμφαλιάδης στην Ανωτέρα Διοίκηση Σχολών και ο Αντιπλοίαρχος Βάτης στην Ν.Α.Π./42Το Νοέμβριο του 1935, το Υπουργείο Ναυτικών με σχετική εγκύκλιο του συνέστησε την Ανωτέρα Διοίκηση Παρακτίου Αμύνης, υπό την δικαιοδοσία της οποίας υπήχθησαν 6 Ναυτικές Αμυντικές Περιοχές ως κατωτέρω:
α. Δυτικής Ελλάδος (ΝΑΠ 1), με έδρα την Πάτρα.
β. Κρήτης (ΝΑΠ 2), με έδρα τα Χανιά.
γ. Νοτίου Αιγαίου (ΝΑΠ 3), με έδρα τον Πειραιά.
δ. Ευβοίας (ΝΑΠ 4), με έδρα τη Χαλκίδα.
ε. Βορείου Αιγαίου (ΝΑΠ 5), με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
στ. Ανατολικών Νήσων (ΝΑΠ 6), με έδρα τη Χίο
Αποτελεσματικότητα ναρκοπεδίων Σαρωνικού
Στα δύο ναρκοπέδια της Αίγινας τα περιστατικά που έλαβαν χώρα ήταν:
α. Τη νύχτα της 29ης Μαρτίου 1941, εισήλθε στο ναρκοπέδιο Αίγινας-Φλεβών, λόγω εσφαλμένης πορείας, το ρυμουλκό ΜΙΜΗΣ που έκανε περιπολία δυστυχώς προσέκρουσε σε νάρκη και βυθίστηκε. Από πλήρωμα 25 ανδρών διασώθηκαν μόνο 5 εκ των οποίων ο ένας απεβίωσε λίγες μέρες μετά.
β. Τη νύχτα 14/15 Απριλίου 1941, το βρετανικό φορτηγό/μεταγωγικό ατμόπλοιο «CLAN CUMMING» που είχε αποπλεύσει από τον Πειραιά, έπλευσε νότια χωρίς προηγουμένως να ζητήσει οδηγίες πλου από την Ν.Α.Π./3 ενώ την ώρα εκείνη ήταν σε εξέλιξη αεροπορικός βομβαρδισμός του Πειραιά. Όταν πλησίασε στον Τούρλο, το Βόρειο Οχυρό Αίγινας (ΒΟΑ) προσπάθησε να το ενημερώσει με σήματα και βολές πυροβόλου, χωρίς επιτυχία. Μόλις όμως το πλοίο αντελήφθη το λάθος ανέστρεψε, αλλά ήταν αργά. Η πρύμη του προσέκρουσε σε μια νάρκη και βυθίστηκε παίρνοντας μαζί του περίπου 20 μέλη του πληρώματος. Τα υπόλοιπα μέλη διασώθηκαν, περιθάλφθηκαν από το ΒΟΑ και μεταφέρθηκαν στον Πειραιά.
γ. Την 20/05/1941 βυθίστηκε το ιταλικό τορπιλοβόλο «CURTATONE» στο ναρκοπέδιο Τούρλου-Φλεβών. Το πλοίο αυτό είχε ενταχθεί στην Ιταλική Ναυτική δύναμη του Αιγαίου και θα υποστήριζε τις Γερμανικές επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα θα ελάμβανε μέρος στην συνοδεία νηοπομπής από καΐκια για την επιχείρηση MERKUR (Μάχη της Κρήτης). Όμως, το μεσημέρι της 20 Μαΐου 1941, το τορπιλοβόλο εισήλθε κατά λάθος στο ναρκοπέδιο, προσέκρουσε σε νάρκη και βυθίστηκε. Έχασε 94 άνδρες ενώ σώθηκαν μόνο 34.
δ. Την 14/03/1942, το γερμανικό υποβρύχιο U-133 του 23ου Στολίσκου Υποβρυχίων, η καθέλκυση του οποίου είχε γίνει πριν 9 μήνες στα ναυπηγεία Bremen και είχε βάση στον Ναύσταθμο της Σαλαμίνας, μπήκε και αυτό κατά λάθος στο ναρκοπέδιο Τούρλου-Φλεβών, προσέκρουσε σε νάρκη και βυθίστηκε αύτανδρο.
ε. Την 15.06.1942, το ιταλικό ναρκαλιευτικό R.D. 7, που εκτελούσε εποπτεία του ναρκοπεδίου Μονής-Μεθάνων, προσέκρουσε σε νάρκη και βυθίστηκε χάνοντας τα 17 από τα 24 μέλη του πληρώματος. Αμέσως έσπευσαν από την Πέρδικα τα επίτακτο καΐκια «ΕΛΛΗΝΙΣ» και «ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ», που διέσωσαν τους επιζήσαντες ναυαγούς.
Όσον τώρα αφορά την είσοδο της νηοπομπής Ν/2 στο ναρκοπέδιο Αίγινας-Φλεβών, απλά φανταστείτε τι θα είχε επακολουθήσει αν ένα ή περισσότερα πλοία της ανατιναζόταν από φίλιες νάρκες που είχαν ποντιστεί ένα μήνα πριν, έξω από τον Πειραιά και στην αρχή του Ελληνοιταλικού πολέμου και επίσης τι συνέπειες θα είχε αυτό στο ηθικό όλων των Ελλήνων.
Βλέπουμε λοιπόν πως οι νάρκες των δύο ναρκοπεδίων της Αίγινας ήταν η αιτία να βυθιστούν πέντε πλοία και πως δυστυχώς τα μεν φίλια (ΜΙΜΗΣ και CLAN CUMMING) βυθίστηκαν όταν τα ναρκοπέδια ήταν υπό Ελληνικό έλεγχο, τα δε εχθρικά (CURTATONE, U-133 και R.D. 7) όταν τα ναρκοπέδια ήταν υπό Γερμανικό έλεγχο. Κατέστρεψαν με απλά λόγια «φίλιες» μονάδες.
Ανακεφαλαίωση-Συμπεράσματα
Η μεταφορά της Μεραρχίας Κρητών δια θαλάσσης, ήταν μια από τις πιο σημαντικές και επικίνδυνες μεταφορές, επειδή εκτός του όγκου και της δυσκολίας επι/αποβίβασης, είχε και κινδύνους λόγω της γειτνίασης των Ιταλικών βάσεων στα Δωδεκάνησα και λόγω διέλευσης μέσα από τα αμυντικά μας ναρκοπέδια. Παρόλα αυτά, η Μεραρχία Κρητών με 17.871 άτομα, 7.001 κτήνη, με τον απαραίτητο οπλισμό και εφόδια, μετέβη κανονικά και με ασφάλεια στα λιμάνια προορισμού της και στη συνέχεια στο Ελληνοαλβανικό μέτωπο.
Οι νάρκες ήταν και εξακολουθούν να παραμένουν, ένα φθηνό και αξιόπιστο όπλο και αρκετά ναυτικά τις έχουν ακόμη στις αποθήκες τους. Ιδιαίτερα σήμερα που δεν υπάρχουν πιά ναρκαλιευτικά με γρίπους, οι παλαιού τύπου νάρκες αγκυροβολίας, μπορούμε να πούμε ότι ίσως να αποτελούν μια ενδιαφέρουσα επιλογή στις ναυτικές επιχειρήσεις.
Σε γενικές γραμμές, νάρκες μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο σε επιχειρήσεις για «Επιθετική άρνηση περιοχής» (Offensive Area Denial – OAD) ή σε επιχειρήσεις για «Αμυντική άρνηση περιοχής» (Defensive Area Denial -DAD).
Βέβαια ας μην ξεχνάμε πως δεν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιηθούν πραγματικές νάρκες, αφού ακόμη και μια ανακοίνωση ναρκοθέτησης μιας περιοχής, ενός διαύλου ή ενός στενού ναυσιπλοΐας, μπορεί να δημιουργήσει μεγάλη αναστάτωση και να αποτρέψει την χρήση των περιοχών αυτών.
Τα πλοία όποτε διέρχονται εγγύς ακτών, εισέρχονται σε επικίνδυνες περιοχές ή πλησιάζουν στο λιμάνι προορισμού πρέπει να έχουν μεγαλύτερη ετοιμότητα και όλο το απαραίτητο προσωπικό να είναι στη θέση του. Το δε προσωπικό που εκτελεί καθήκοντα φυλακής στη γέφυρα, θα πρέπει έγκαιρα και αποφασιστικά να επιλύει ότι αμφιβολία παρατηρηθεί. Βεβαίως η τήρηση των όσων διδάσκονται στο μάθημα της ναυτιλίας και ειδικότερα της αναγνώρισης ακτών, της εύρεσης της ακριβούς θέσεως του πλοίου (στίγμα), όπως και της υποτύπωσης τους στο χάρτη, μαζί και με τιο στίγμα αναμετρήσεως θα πρέπει να γίνεται με μεγάλη προσοχή και με θρησκευτική ευλάβεια.
Οι Κυβερνήτες και Πλοίαρχοι των πλοίων, όποτε αυτά πλέουν σε επικίνδυνες περιοχές, παραπλέουν σε κοντινή απόσταση ακτές ή προσεγγίζουν λιμάνι / αγκυροβόλιο, θα πρέπει έγκαιρα να ανεβαίνουν στη γέφυρα και να έχουν αυτοπροσώπως τον έλεγχο αφού αυτοί έχουν την ευθύνη για την ασφάλεια του πλοίου τους
Ευτυχώς που η παρουσιασθείσα έλλειψη έτοιμων για χρήση ναρκών, ποντίστηκαν 100 λιγότερες νάρκες, σε συνδυασμό με την απειρία των πλοίων στη ναρκοθέτηση, είχε σαν αποτέλεσμα οι νάρκες να τοποθετηθούν αραιά και σε όχι τις ακριβείς τους θέσεις. Αν τελικά το ναρκοπέδιο Αίγινας – Φλεβών είχε ποντιστεί με κανονικά διαστήματα και με ακρίβεια, πολύ πιθανόν να θρηνούσαμε καταστρεπτικές απώλειες και μάλιστα με αφάνταστα μεγάλες εθνικές συνέπειες.