Γράφει ο Δημήτρης Μπαλόπουλος
Την παραμονή των Χριστουγέννων του 1869 στο Κατάστημα της Ναυτικής Τραπέζης Ο «Αρχάγγελος», συνέρχεται σε συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας το οποίο αποτελείται από ότι εκλεκτότερο έχει να επιδείξει η οικονομική ελίτ της εποχής:
- Ιωάννης Σκαλτσούνης, Διευθυντής
- Μάρκος Ρενιέρης, (1815 – 1897), υποδιοικητής και στη συνέχεια διοικητής της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, μια από τις σημαντικότερες μορφές της πρώτης μετα -απελευθερωτικής περιόδου, με πολύπλευρη προσωπικότητα που συνδύαζε ποικίλες δεξιότητες.
- Λέων Μελάς, πολιτικός
- Κωνσταντίνος Δόσιος, (1810 -1871), νομικός και πολιτικός.
- Τρύφων Μουτσόπουλος, (1818 – 1878), μεγαλέμπορος και Δήμαρχος Πειραιά.
- Νικόλαος Μελετόπουλος, (1814 – 1878), ένας από τους πρώτους οικιστές και σημαντικότερους οικονομικούς παράγοντες του Πειραιά.
- Αθανάσιος Ζωγράφος, κτηματίας
- Θεόδωρος Ρετσίνας, (1836 – 1930), βιομήχανος, Βουλευτής του Τρικουπικού κόμματος, Δήμαρχος Πειραιά και Πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων.
- Ιωάννης Χρηστοφίδης, Επιχειρηματίας.
Στις αρχές του 1870 είναι εμφανής η τάση εκβιομηχάνισης της ελληνικής οικονομίας, καθώς δημιουργούνται βιομηχανικοί κλάδοι σε λιμάνια ή παράλιες ζώνες, προσανατολισμένοι στο εξωτερικό εμπόριο, προκειμένου να διευκολύνεται ο ανεφοδιασμός σε πρώτες ύλες αλλά και για να αξιοποιείται το φτηνό εργατικό δυναμικό όπως και η δυναμική της αστικής ανάπτυξης.
Η έναρξη της τραπεζικής λειτουργίας στην Ελλάδα τοποθετείται το 1828, όταν με πρωτοβουλία του Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια ιδρύθηκε στην Αίγινα η Εθνική Χρηματιστηριακή Τράπεζα, η οποία λειτούργησε μέχρι το 1835 με τη μορφή Κεντρικής Τράπεζας. Ορόσημο για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αποτελεί το 1841, έτος ίδρυσης της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία εκτός από το εκδοτικό προνόμιο που διατηρούσε θα λειτουργούσε και ως εμπορική τράπεζα.
Στη συνέχεια και μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα ένας μεγάλος αριθμός τραπεζών ιδρύεται, οι οποίες λειτουργούσαν είτε με τη μορφή εμπορικών τραπεζών ή πιστωτικών συνεταιρισμών ή ναυτιλιακής πίστεως ή βιομηχανικής πίστεως. Οι περισσότερες από αυτές τις τράπεζες γεγονός είναι ότι δεν μακροημέρευσαν, καθώς το οικονομικό περιβάλλον αυτής της περιόδου χαρακτηρίζονταν από αστάθεια γεγονός που οφείλετο στην αδυναμία δανειοδότησης της χώρας από τις ξένες αγορές, τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και την πολιτική ρευστότητα.
Το πρώτο Χρηματιστήριο στην Ελλάδα ιδρύεται το 1876 και οι πρώτες τράπεζες που οι μετοχές τους διαπραγματεύτηκαν σ’ αυτό ήταν: Η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (1841), Η Ναυτική Τράπεζα Αρχάγγελος (1870), η Γενική Πιστωτική Τράπεζα και η Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστεως. Η κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων αυτών τραπεζών αντιστοιχούσε στο 83,5% της συνολικής κεφαλαιοποιήσεως της νεοπαγούς χρηματιστηριακής αγοράς. Μέχρι το 1876, το καφενείο η «Ωραία Ελλάς», γωνία Ερμού και Αιόλου, στην καρδιά της πόλης, λειτουργούσε ως ένα αυτοσχέδιο χρηματιστήριο, μέσα κι έξω από το οποίο κομμάτια τυπωμένο χαρτί άλλαζαν χέρια, καθώς στην Αθήνα είχε ενσκήψει η μόδα των εταιρειών, κι ανάμεσα στις παλιότερες΄, αυτή του «Αρχάγγελου», η «Ελληνική Μεταλλευτική» και η «Ελληνική Ατμοπλοϊα», η αξία των οποίων ανέβαινε σταθερά.
Η ναυτιλία αποτελεί και την περίοδο αυτή σταθερό πυλώνα ανάπτυξης, στηριζόμενη σε συγκεκριμένους παράγοντες όπως, η αύξηση των εξαγωγών σιτηρών από τη Μαύρη Θάλασσα, η σταδιακή αποχώρηση των Βρετανών από το εμπόριο στην ανατολική Μεσόγειο, το άνοιγμα του Δούναβη και του Ευξείνου Πόντου στο διεθνές εμπόριο και η ενδυνάμωση εμπορικών οίκων (ενδικτικά βλ. Ράλλης, Ροδοκανάκης, Σκυλίτσης κ.αλ.)που συνδυάζουν εμπορικές, πιστωτικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες. Η εμφάνιση της ατμοπλοϊας στα μέσα του 19ου αιώνα αποτέλεσε ένα σοκ για τους Έλληνες πλοιοκτήτες καθώς η αλλαγή αυτή βρήκε τους περισσότερους απροετοίμαστους, ανεξάρτητα όμως από αυτό, με τη χρήση του ατμού στην κίνηση των πλοίων, μια νέα εποχή ξεκινούσε.
Η είσοδος στη δεκαετία του 1870 συνοδεύτηκε από τους εορτασμούς για τα 50 χρόνια από την έκρηξη της Επανάστασης του 1821. Η περίοδος που μόλις ξεκινούσε ήταν ξεκάθαρο πως ζητούσε χρηματοδότηση και τράπεζες με επαρκή κεφάλαια εν όψει μιας οικονομικής ανάπτυξης που κυοφορείτο και που ήταν τόσο απαραίτητη για τον εκσυγχρονισμό του κράτους.
Η Ναυτική Τράπεζα Ο «Αρχάγγελος»
Η Ναυτική Τράπεζα Ο «Αρχάγγελος» συστάθηκε την 20/11/1869 με καταστατικό συμβόλαιο το οποίο εγκρίθηκε στις 11/12/1869 με Β.Δ.. Το καταστατικό τροποποιήθηκε στη συνέχεια από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων την 1/11/1872, την 24/3/1874, την 18/1/1876 και την 15/4/1876. Όλες οι τροποποιήσεις εγκρίθηκαν με Β.Δ. και ως ημερομηνία έναρξης των εργασιών της ορίστηκε η 1/1/1870.
Ως έδρα της εταιρείας ορίστηκε η Αθήνα, η διάρκεια της ήταν για 15 έτη, με αντικείμενο:
- Εξασφαλίσεις κατά των κινδύνων της θαλάσσης, των ποταμών και λιμνών και της μεταφοράς εν γένει
- Εξασφαλίσεις κατά των κινδύνων του πυρός και του κεραυνού
- Συνομολήγήσεις ναυτικών δανείων
- Σύσταση Ελληνικού Νηογνώμονος εν Πειραιεί, όπου θα ήταν και η έδρα του υποκαταστήματος της Τράπεζας. Το άλλο υποκατάστημα θα είχε ως έδρα την Τεργέστη, ενώ στις 15/4/1871 γίνεται η έναρξη εργασιών της Ναυτικής Τράπεζας στο Λονδίνο.
Πρώτος Διευθυντής της Τραπέζης ορίστηκε ο ιδρυτής της Ιωάννης Σκαλτσούνης, ο οποίος στην εισήγησή του στη Γ.Σ των μετόχων της 5ης και 9ης/10/1870 αναφέρει μεταξύ των άλλων ότι:
[..] Προ δεκαετίας σε επιτροπή συσταθείσα από τη Βουλή για να επεξεργασθεί νομοσχέδιο για την Ελληνική Ναυτιλία είχε υποδείξει την ανάγκη σύστασης Ναυτικής Τράπεζας, καθώς οι συνθήκες απαιτούσαν προσιτότερα κεφάλαια για τη ναυτιλία, καλύτερα επιτόκια δανεισμού. Ειδικότερα για το θέμα των επιτοκίων, ορίστηκε στα ναυτικά δάνεια ο ναυτικός τόκος θα κυμαινόταν από 16 -18% έναντι 245 του αγοραίου….
Η ανάγκη κατάταξης των ελληνικών πλοίων αποτελούσε πάγιο αίτημα των Ελλήνων πλοιάρχων και ως εκ τούτου ο κλάδος του Ελληνικού Νηογνώμονα θα είχε ως σκοπό α) την κατάταξη των πλοίων, β) την εξακρίβωση της κατάστασης των μη κατατασσομένων και γ) την επιτήρηση της διαγωγής των πλοιάρχων.
Θεωρεί ότι δεν είχε σημάνει ακόμη η τελευταία ώρα της ιστιοφόρου ναυτιλίας, θέτοντας ως επιχείρημα το ότι ακόμα και οι βιομηχανικές χώρες συνεχίζουν να κατασκευάζουν ιστιοφόρα πλοία, το δε κόστος κίνησης των ατμοπλοίων ήταν σχεδόν απαγορευτικό.
Ζητά η διαμετακόμιση προϊόντων να γίνεται από λιμάνι σε λιμάνι (εννοεί της αλλοδαπής) ασφαλώς και τίμια, στοιχείο που το συνδέει με τον έλεγχο της διαγωγής των πλοιάρχων.
Τέλος, ασκεί κριτική στο Υπουργείο Ναυτικών, εγκαλώντας το για αδιαφορία, αναφέροντας ενδεικτικά ότι δεν υπάρεχει μια δεξαμενή για επισκευή πλοίων [..].
Ιδιαίτερη σημασία έχει η περιγραφή του πλαισίου λειτουργίας των καταστημάτων της Ναυτικής Τράπεζα Αρχάγγελος, το οποίο χαρακτηρίζεται ως συγκεντρωτικό, ελεγχόμενο απόλυτα από την κεντρική διεύθυνση:
- Κάθε υποκατάστημα κλείνει τους λογαριασμούς την 31/12 και υποβάλλει απολογισμό.
- Η Τράπεζα χορηγούσε δάνεια μέχρι του τετάρτου της αξίας του πλοίου και όχι για πλοία μεγαλύτερα των 15 ετών.
- Τα δάνεια χορηγούνται πάντοτε επί πρώτη του πλοίου υποθήκη.
- Ο τόκος θα κυμαίνεται περί το 12% συν ασφάλιστρα ανάλογα με την ηλικία και την κατάσταση του πλοίου. Για χορήγηση δανείου για ένα και μόνο πλου, ο τόκος ορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία του πλοίου, την απόσταση του τόπου προορισμού, τον τόπο πληρωμής και τυχόν ειδικές περιστάσεις.
- Οι αποφάσεις της Διοίκησης θα δημοσιεύονται στον ημερήσιο τύπο της Αθήνας και της Τεργέστης.
Μια από τις σημαντικότερες αποφάσεις ήταν η σύσταση στο Λονδίνο Ασφαλιστικής Εταιρείας, αδιασπάστως συνδεομένης με τη Ναυτική Τράπεζα, οι εργασίες της οποίας ξεκίνησαν την 15/4/1871. Η νέα Ασφαλιστή Εταιρεία θα λειτουργούσε σύμφωνα με τον αγγλικό νόμο, θα είχε έδρα το Λονδίνο και εταιρικό όνομα τον «Αρχάγγελο». Το αρχικό κεφάλαιο ανήλθε σε 500.000 στερλίνες και εκδόθηκαν 50.000 μετοχές, από τις οποίες το 50% ανήκαν στη Ναυτική Τράπεζα και το άλλο 50% σε Έλληνες που κατοικούσαν στην Αγγλία και σε Άγγλους υπηκόους. Πρόεδρος και της Ασφαλιστικής Εταιρείας ορίστηκε ο Σκαλτσούνης, ο οποίος παραιτείται στη Γ.Σ. των μετόχων της 15/4/1876 για λόγους υγείας και αντικαθίσταται από τον Αριστείδη Κ. Δόσιο, ο οποίος εξελέγη ομοφώνως.
Η ‘’ Ανθρωπογεωγραφία’’
Ας δούμε τώρα ποια ήταν αυτά τα δύο πρόσωπα που ανέλαβαν τη διοίκηση της Ναυτικής Τράπεζας στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της
Ο Ιωάννης Σκαλτσούνης του Ευαγγέλου και της Αναστασίας Μαντζαβίνου γεννήθηκε στο Ληξούρι στις 17 Ιουλίου 1821. Την εγκύκλιο εκπαίδευση του ολοκλήρωσε στην Παλική και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα για να σπουδάσει νομικά, συνεχίζοντας τις σπουδές του στη Σιένα και την Πίζα, όπου το 1844 αναγορεύεται Διδάκτωρ της νομικής επιστήμης. Το 1845 επιστρέφει στην Κέρκυρα ασκώντας τη δικηγορία ενώ στα τέλη της δεκαετίας του 1840 επιστρέφει στο Αργοστόλι όπου συνεχίζει να ασκεί το δικηγορικό επάγγελμα. Ανήσυχο πνεύμα ο Σκαλτσούνης δεν αργεί να αντιληφθεί ότι το μέλλον ανήκει στη ναυτιλία και το 1854 ιδρύει την ασφαλιστική εταιρεία «Αρχάγγελος», με σκοπό την ασφάλιση εμπορικών πλοίων και τη χορήγηση δανείων σε πλοιοκτήτες Κεφαλλήνες και όχι μόνο.
Η έντονη δραστηριότητα που ανέπτυξε ο «Αρχάγγελος» κατέστησαν γρήγορα τον Σκαλτσούνη σε σημαντικό παράγοντα, η φήμη του οποίου δεν περιοριζόταν μόνο στο Ιόνιο κράτος αλλά και έξω από αυτό, στοιχείο που επιβεβαιώνεται από το γεγονός, ότι το 1870 η ασφαλιστική εταιρεία «Αρχάγγελος» μετεξελίσσεται στον πρώτο ελληνικό Νηογνώμονα [1]. Μια πληθωρική προσωπικότητα όπως ο Σκαλτσούνης δεν θα μπορούσε να μείνει αδιάφορη από την πολιτική σε μια περίοδο μάλιστα που μείζονα πολιτικά ζητήματα ελάμβαναν χώρα τόσο στα Επτάνησα αλλά και στον ήδη ελεύθερο ελλαδικό χώρο. Τον συναντάμε λοιπόν ως πολιτικό και νομικό σύμβουλο στην υπηρεσία του κόμη Δημητρίου Καρούσου, ο οποίος άσκησε τα καθήκοντα του Επάρχου της Κεφαλονιάς, του Γερουσιαστή και του Προέδρου της Ιονίου Πολιτείας.
Αριστείδης Κ. Δόσιος
Ο Αριστείδης Κ. Δόσιος γεννήθηκε το 1844 στην Αθήνα, Γιός του Κωνσταντίνου Δόσιου, μέλος του πρώτου Δ.Σ της Ναυτικής Τράπεζας Ο «Αρχάγγελος», και της Αικατερίνης Μαυροκορδάτου, η οποία ήταν κόρη του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Ο Αριστείδης ήταν ένας από τους προοδευτικότερους νέους της εποχής του. Φανατικός αντιμοναρχικός, στις 6/9/1861 σε ηλικία 17 ετών, φοιτητής Νομικής, αποπειράθηκε να δολοφονήσει τη βασίλισσα Αμαλία. Συνελήφθη και βασανίστηκε άγρια στα κελιά της Αστυνομίας. Καταδικάστηκε σε θάνατο αλλά τελικά η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια. Παρέμεινε κρατούμενος μέχρι της 10/10/1862 όταν ο εξεγερμένος λαός άνοιξε τις φυλακές και απελευθερώθηκε. Στη συνέχει μετέβη στο Μόναχο και την Ιταλία όπου περάτωσε τις σπουδές του, και μετά την επάνοδό του στην Ελλάδα επιδόθηκε σε μελέτες οικονομολογικού περιεχομένου, ενώ το 1876 αναλαμβάνει τα καθήκοντα της Ναυτικής Τράπεζας «Αρχάγγελος». Δημοσίευσε τις σχετικές μελέτες: «Κρίσεις και σκέψεις περί της ελληνικής ατμοπλοΐας», Αθήναι, 1869, «Les limites de l’ economies politique»- «Τα όρια της πολιτικής οικονομίας», Παρίσιοι, 1867 και μια έκθεση πεπραγμένων της Ναυτικής Τράπεζας «Ο Αρχάγγελος», 1877, κ.ά. Ο Δόσιος, φαίνεται ότι υπέφερε από έντονη μελαγχολία και πνευματικές διαταραχές εξαιτίας των βασανιστηρίων που υπέστη μετά τη σύλληψή του, έπαθε εγκεφαλική παράκρουση, κλείστηκε σε φρενοκομείο όπου πέθανε το 1881, σε ηλικία 37 χρόνων.
Ο « Ελληνικός Νηογνώμων»
Η ανάγκη ελέγχου της ναυσιπλοΐας, της ασφάλειας των πλοίων καθώς και της διαρκώς εξελισσόμενης τεχνολογίας έκαναν απαραίτητη την ανάγκη δημιουργίας ειδικών οργανισμών που ονομάστηκαν Νηογνώμονες. Οι οργανισμοί αυτοί είχαν την ευθύνη κατάρτισης των κανονισμών ασφαλείας , τόσο για την ναυπήγηση των πλοίων όσο και για τον εξοπλισμό τους, κατατάσσοντας αυτά σε κλάσεις (classification), με ειδικούς δε επιθεωρητές (surveyors) παρακολουθούσαν τα πλοία σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, είτε με περιοδικές είτε με έκτακτες επιθεωρήσεις, εκδίδοντας πιστοποιητικά τα οποία για ένα πλοίο είναι απαραίτητα για την ναύλωση, ασφάλιση και πώλησή του.
Ο θεσμός των Νηογνωμόνων πρωτοεμφανίστηκε στο Λονδίνο στα μέσα του 18ου αιώνα όπου συναντάμε ήδη από τη δεκαετία του 1760 τους ασφαλιστές των Lloyd’s να έχουν θεσπίσει κανονισμούς για την κατάταξη σε κλάσεις των ξύλινων πλοίων και εντεταλμένοι επιθεωρητές τους να εκδίδουν πιστοποιητικά για την αξιοπλοΐα τους. Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα δημιουργήθηκαν οι Νηογνώμονες ως ξεχωριστοί οργανισμοί που συνεχίζουν μέχρι σήμερα, όπως ο Lloyd’s Register of Shipping στην Αγγλία, το Bureau Veritas στην Ολλανδία και Γαλλία, o Norske Veritas στην Νορβηγία, ο Germanischer Lloyd στη Γερμανία, o Registro Italiano στην Ιταλία, ο American Bureau of Shipping στις Η.Π.Α. και ο «Αρχάγγελος» στην Ελλάδα.
O πρώτος ‘’Ελληνικός Νηογνώμονας’’, ο «Αρχάγγελος», ξεκίνησε την δραστηριότητά του το 1870, με εμπνευστή, δημιουργό του και πρώτο διευθυντή τον Ιωάννη Σκαλτσούνη, που το 1854 είχε εγκαθιδρύσει την ναυτασφαλιστική εταιρεία ο «Αρχάγγελος» στην Κεφαλονιά. Αυτή η εταιρεία από το 1870 έγινε μια μεγάλη πολυμετοχική εταιρεία που σύμφωνα με το καταστατικό της εξασκούσε τριπλή δραστηριότητα, ως Νηογνώμονας, Ναυτική Τράπεζα και Ναυτασφαλιστική Εταιρεία. Σκοπός του πρώτου «Ελληνικού Νηογνώμονα» ήταν «η κατάταξις των Ελληνικών πλοίων, η εξακρίβωσις της καταστάσεως των μη κατατασσομένων εις τον Ελληνικόν Νηογνώμονα και η συλλογή πληροφοριών περί της διοικήσεως των Ελληνικών πλοίων. Εις τον Ελληνικόν Νηογνώμονα κατατάσσονται πλοία φέροντα Ελληνικήν σημαίαν ως και ξένην αλλ’ ανήκοντα εις Έλληνας».
Ο «Αρχάγγελος» είχε αναγνωριστεί από τους αντίστοιχους ευρωπαϊκούς Νηογνώμονες και εξέδιδε πιστοποιητικά αναγκαία για τους ξένους ασφαλιστές εγκαθιστώντας πρακτορεία σε όλα τα μεγάλα λιμάνια της Μεσογείου, της Μαύρης Θάλασσας και της Βορείου Ευρώπης, αποκτώντας σταδιακά διεθνή χαρακτήρα ταξινομώντας και πλοία άλλων σημαιών πλην της ελληνικής. Ο «Ελληνικός Νηογνώμων» είχε κανονισμό επιθεωρήσεως των πλοίων και εξέδιδε Νηογνωμολόγιο στην Ελληνική και Γαλλική γλώσσα. Στο εξωτερικό ήταν γνωστός με το όνομα Veritas Hellenique, θεωρούμενος από τους πλέον αξιόπιστους.
Το τέλος
Τη δεκαετία του 1880 τα ίχνη της επερχόμενης δομικής κρίσης στη ναυτιλία ήταν ήδη ορατά. Ο ελληνικός εμπορικός στόλος διέθετε σχεδόν αποκλειστικά ιστιοφόρα μικρής χωρητικότητας ενώ τα ατμόπλοια είχαν πλέον εισβάλλει και κυριαρχήσει στο χώρο των θαλάσσιων μεταφορών.
Αρχές του 1886 η Ναυτική τράπεζα Ο «Αρχάγγελος» κήρυξε στάση πληρωμών, καθώς φάνηκε ότι δεν μπορούσε να διαχειρισθεί τη μεγάλη ναυτιλιακή κρίση των ιστιοφόρων, οι ιδιοκτήτες των οποίων ήταν οι κύριοι πελάτες της. Η λειτουργία του πρώτου Ελληνικού Νηογνώμονα για λίγα ακόμα χρόνια συνεχίστηκε με την επωνυμία Hellenic Veritas και το 1894 εκδίδεται το τελευταίο του Νηογνωμολόγιο που περιελάμβανε 2.512 ξύλινα πλοία και 134 σιδερένια και ατμόπλοια. Τα ιστιοφόρα, που αποτελούσαν τον μεγαλύτερο αριθμό πελατών του πρώτου Νηογνώμονα αποτελούσαν ήδη παρελθόν ενώ τα ατμόπλοια προτιμούσαν την εγγραφή τους σε ξένους Νηογνώμονες. Χρειάστηκε να περάσουν άλλα 25 χρόνια μέχρις ότου στις 25 Μαΐου 1919 δημοσιεύτηκε η ίδρυση του νέου Ελληνικού Νηογνώμονα, με έδρα τον Πειραιά, με τον τύπο της ανώνυμης εταιρείας.