Γράφει ο Γιάννης Τερνιώτης
Οι τορπιλάκατοι και οι ταχύπλοες κανονιοφόροι αποτελούσαν τα μικρότερα και τα ταχύτερα πολεμικά σκάφη επιφανείας, που χρησιμοποιήθηκαν από τις αντιμαχόμενες δυνάμεις κατά τον Β'ΠΠ. Χρησιμοποιώντας το πλεονέκτημα του μικρού βυθίσματός τους, μπορούσαν να πλεύσουν πάνω από τα ποντισμένα ναρκοπέδια και να διεισδύσουν στα εχθρικά λιμάνια, για να εξαπολύσουν τις τορπίλες τους εναντίον των στόχων τους. Αποτέλεσαν ένα έξοχο οπλικό σύστημα για τη πραγματοποίηση επιχειρήσεων μέσα στις θαλάσσιες περιοχές που ήλεγχαν οι αντίπαλοί τους και ιδίως για επιθέσεις εναντίον νηοπομπών, ή μεμονομένων σκαφών. Το Βρετανικό Βασιλκό Ναυτικό χρησιμοποίησε τορπιλακάτους MTB (Motor Torpedo Boats), κανονιοφόρους MGB (Motor Gun Boats) και εξοπλισμένα περιπολικά σκάφη, όπως σε όλα τα μέτωπα των επιχειρήσεων και στη Μεσόγειο.
Κατά τις αρχές του Β’Π.Π, το στόλο των βρετανικών MTB αποτελούσε ένα συνονθύλευμα σκαφών Thornycroft, Vosper και British Power Boats (BPB). Το Βασιλικό Ναυτικό χρησιμοποιούσε ακόμα έναν αριθμό μικρών ανθυποβρυχιακών σκαφών MA / SB, για ναυτική περιπολία κοντά στις παράκτιες περιοχές. Μετά τη πτώση της Γαλλίας το 1940, οι Βρετανοί συνειδητοποίησαν ξαφνικά ότι οι Γερμανοί άρχισαν να χρησιμοποιούν εναντίον των λιμανιών και των σκαφών τους που έπλεαν στη Μάγχη ένα νέο οπλικό σύστημα, τα ταχύπλοα σκάφη επίθεσης S – Boote. Οι ναυτικές επιχειρήσεις που ακολούθησαν στην περιοχή αυτή, συνέβαλλαν στη ραγδαία ανάπτυξη των όπλων που χρησιμοποιούσαν τα σκάφη των δύο δυνάμεων. Έτσι, εκτός από τις σύγχρονες τορπίλες, τα ελαφρά πολυβόλα αντικαταστάθηκαν από μεγαλύτερου διαμετρήματος και πυροβόλα των 20 mm, τα οποία με τη σειρά τους αργότερα παραχώρησαν τη θέση τους σε βαρύτερα Bofors των 40 mm, ή τα αυτομάτου βολής των 6 pdr.
Στη Μεσόγειο, ο αποφασιστικός αγώνας που διεξήγαγε το Βρετανικό Ναυτικό από το 1940, στέρησε την ολοκληρωτική νίκη που επιζητούσαν οι δυνάμεις του Άξονα στη περιοχή και έδωσε πολύτιμο χρόνο στους Συμμάχους για να προετοιμάσουν ένα δεύτερο Μέτωπο στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές αγωνίστηκαν σε όλη τη διάρκεια του Β’Π.Π να διατηρήσουν ανοικτές τις θαλάσσιες οδούς ανεφοδιασμού των στρατευμάτων τους προς τη Βόρεια Αφρική και των νησιών της κεντρικής και ανατολικής Μεσογείου. Εκτός από τις μεγάλες ναυτικές μονάδες, σημαντικό ρόλο στη προσπάθεια αυτή διαδραμάτισαν τα μικρά ταχυκίνητα πολεμικά σκάφη. Γερμανοί και Ιταλοί χρησιμοποίησαν τορπιλακάτους και μικρά πλοιάρια επίθεσης, εναντίον των συμμαχικών νηοπομπών, αλλά και πολεμικών σκαφών εν πλώ, ή ελλιμενισμένων. Οι Βρετανοί πραγματοποίησαν ανάλογες επιχειρήσεις χρησιμοποιώντας τορπιλακάτους, κανονιοφόρους και εξοπλισμένα περιπολικά σκάφη, αλλά για ένα επιπλέον λόγο : Για τη μεταφορά ομάδων καταδρομέων και εφοδίων σε κατεχόμενες από τον Άξονα περιοχές.
ΤΑΧΥΠΛΟΑ ΣΚΑΦΗ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ
Μέχρι την άνοιξη του 1941, οι γερμανικές και ιταλικές δυνάμεις είχαν εδραιώσει την κυριαρχία τους στα Βαλκάνια και τη Λιβύη. Απέναντι σε ένα στόλο από περισσότερες από 100 ιταλικές τορπιλακάτους MAS που δρούσαν στο Αιγαίο, στην Αδριατική, στην Ερυθρά θάλασσα και κατά μήκος των ακτών της Βόρειας Αφρικής, το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό παρέτασσε μόνο εννέα παλαιού τύπου σκάφη MTB Thornycroft, τα οποία αρχικά είχαν ναυπηγηθεί για την Φινλανδία και τις Φιλιππίνες. Οι τορπιλάκατοι αυτοί στάλθηκαν βιαστικά στην Αλεξάνδρεια, όπου σχημάτισαν τον 10ο Στολίσκο MTB. Μερικές ημέρες μετά την άφιξη τους στην Αίγυπτο και καθώς στο μεταξύ άρχισε η γερμανική επιχείρηση αεραπόβασης στη Κρήτη, πέντε από τα σκάφη αυτά στάλθηκαν για να ενισχύσουν την άμυνα του νησιού. Όλα τους υπέφεραν από διάφορα μηχανικά προβλήματα καθώς περιπολούσαν στα βόρεια της Κρήτης, ενώ υπήρχαν ακόμα δυσκολίες στον ανεφοδιασμό τους με καύσιμα, λόγω των σοβαρών καταστροφών που είχαν προκαλέσει οι γερμανικοί βομβαρδισμοί στις εγκαταστάσεις της βρετανικής ναυτικής βάσης στο νησί. Τελικά στις 23 Μαϊου 1941, κατά τη διάρκεια μίας επιδρομής της Luftwaffe στο κόλπο της Σούδας, οι πέντε τορπιλάκατοι καταστράφηκαν, στην αποβάθρα όπου ανεφοδιάζονταν.
Τα υπόλοιπα τέσσερα σκάφη MTB του 10ου Στολίσκου, χρησιμοποιήθηκαν από τους Βρετανούς σε καθήκοντα περιπολίας για την προστασία του ναυστάθμου της Αλεξάνδρειας και του λιμανιού της Χάϊφας. Ήδη, η διοίκηση του Βασιλικού Ναυτικού, κρίνοντας απαραίτητη την παρουσία περισσότερων σκαφών του τύπου αυτού στη περιοχή, είχε ζητήσει την αποστολή ενός μεγάλου αριθμού τους στη Μεσόγειο. Ομως το Βρετανικό Ναυαρχείο αδυνατούσε να ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό, επειδή όλες οι διαθέσιμες τορπιλάκατοι στα μητροπολιτικά ύδατα, αγωνίζονταν να αναχαιτίσουν την απειλή των εχθρικών S – Boote. Την έλλειψη αυτή, ανέλαβε να καλύψει η καναδική κυβέρνηση, διαθέτοντας στο Βασιλικό Ναυτικό στη Μεσόγειο, δώδεκα τορπιλακάτους τύπου BPB που ναυπηγούντο στον Καναδά, μετά από άδεια της British Power Boats. Επίσης, οι Αμερικανοί παρέδωσαν στους Βρετανούς υπό τη μορφή δανεισμού, δύο στολίσκους των δέκα σκαφών ο κάθε ένας, τορπιλακάτων ναυπήγησης της εταιρείας Elco. Μέχρι τα τέλη του 1941, τα βρετανικά ναυπηγεία επιτάχυναν το πρόγραμμα κατασκευής τορπιλακάτων MTΒ, κανονιοφόρων (Motor Gun Boats – MGB), καθώς και εξοπλισμένων περιπολικών σκαφών (Motor Launch – ML). Ένα μεγάλο μέρος των σκαφών αυτών στάλθηκαν αμέσως για υπηρεσία στη Μεσόγειο.
Στα μέσα του 1941, το Γερμανικό Ναυαρχείο αποφάσισε την αποστολή ενός αριθμό S-Boote σε βοήθεια του Ιταλικού Ναυτικού στη Μεσόγειο. Οι τορπιλάκατοι αυτοί προορίζονταν να συμμετάσχουν στη προετοιμασία για την επιχείρηση “Hercules“, δηλαδή την απόβαση των δυνάμεων του Άξονα για τη κατάληψη της Μάλτας. Τα σκάφη ταξίδεψαν με μεγάλη μυστικότητα από τη Γερμανία, άοπλα και μεταμφιεσμένα σε μικρά εμπορικά πλοιάρια, ενώ για να παρακάμψουν τα ελεγχόμενα από τους Βρετανούς στενά του Γιβραλτάρ, χησιμοποιήσαν τους ποταμούς και τα κανάλια διαμέσω της Γαλλίας, μέχρι τη Μασαλία. Έπειτα, έπλευσαν στον ιταλικό ναύσταθμο Λα Σπέτσια, όπου οι τορπιλάκατοι έλαβαν τα αρχικά χαρακτηριστικά τους και επανεξοπλίστηκαν. Στη συνέχεια εστάλησαν στις νέες βάσεις εξόρμησής τους, στη Σικελία, απ’όπου άρχισαν να επιχειρούν στη Μεσόγειο, από τις αρχές του 1942.
Κατά το ίδιο χρονικό σχηματίστηκε στην Αλεξάνδρεια η βάση των βρετανικών Παράκτιων Δυνάμεων (Coastal Forces). Σε αυτές εντάχθηκαν ο 10ος και ο πρόσφατα συγκροτηθής 15ος στολίσκος MTB, οι οποίοι εφοδιάστηκαν με καναδικής και αμερικανικής ναυπήγησης τορπιλακάτους. Οι πρώτες αποστολές που ανατέθηκαν στα σκάφη των στολίσκων αυτών, ήταν οι περιπολίες κατά μήκος των ανατολικών παραλίων των λιβυκών ακτών, καθώς και η υποβοήθηση του έργου του ανεφοδιασμού της πολιορκημένης φρουράς του Τομπρούκ από τη θάλασσα.
Στα μέσα του 1942, η κατάληψη του Τομπρούκ από τους Γερμανούς, έφερε τα στρατεύματα του Ρόμμελ σε απόσταση αναπνοής από την Αλεξάνδρεια. Οι βρετανικές δυνάμεις τορπιλακάτων στη Μεσόγειο, συμμετείχαν στη προσπάθεια αντεπίθεσης των χερσαίων συμμαχικών δυνάμεων στο Ελ Αλαμέϊν, με μία επιχείρηση αντιπερισπασμού στα μετόπισθεν των γερμανο-ιταλικών στρατευμάτων. Για το σκοπό αυτό, τις νυκτερινές ώρες της 23ης Οκτωβρίου ένας μεγάλος αριθμός τορπιλακάτων MTB προσέγγισαν τις ακτές πίσω από τις εχθρικές γραμμές και δημιούργησαν την εντύπωση με έντονα πυρά, προπετάσματα καπνού και θορύβους μηχανών από μεγάφωνα, ότι στην περιοχή πραγματοποιείτο απόβαση μεγάλων δυνάμεων! Η επιχείρηση αυτή στέφθηκε με επιτυχία και παρόλο του ότι την αυγή οι τορπιλάκατοι δέχθηκαν αεροπορικές επιθέσεις, επέστρεψαν στη βάση τους έχοντας υποστεί μόνο ελαφρές ζημιές.
Στις αρχές του 1943, καθώς συνεχιζόταν η αποστολή τορπιλακάτων και άλλων εξοπλισμένων ελαφρών σκαφών στη Μεσόγειο, το Βρετανικό Ναυτικό μπόρεσε να ενισχύσει τη σύνθεση των MTB που διέθετε στην περιοχή και να συγκροτήσει ακόμα επτά στολίσκους ML και οκτώ HDML (Harbour Defence Motor Launch – Περιπολικά σκάφη Άμυνας Λιμένων). Οι δύο στολίσκοι τορπιλακάτων MTB επιχειρούσαν με βάση τη Μάλτα, αλλά μετά την έναρξη της συμμαχικής επίθεσης για την εκδίωξη των δυνάμεων του Afrika Korps από τη Τυνησία, ο 10ος στολίσκος μεταστάθμευσε στο Μπον της Αλγερίας. Οι υπόλοιπες MTB από τη Μάλτα ανέλαβαν δράση εναντίον των νηοπομπών του Άξονα στο θαλάσσιο δίαυλο της Μεσίνας και στα ανοικτά του νησιού Παντελλέρια όπου είχαν τη βάση τους οι περισσότερες γερμανικές και ιταλικές τορπιλάκατοι. Ο 10ος στολίσκος MTB από το Μπον, υπό τη διοίκηση του πλωτάρχη Ρόμπερτ Άλλαν, ανελάμβανε τακτικές αποστολές πόντισης ναρκών και πραγματοποιούσε επιθέσεις κατά μήκος του δρομολογίου των νηοπομπών ανεφοδιασμού από την Ιταλία προς τη Τυνησία.
Τον Απρίλιο του 1943, οι Βρετανικές Παράκτιες Δυνάμεις σκαφών ενισχύθηκαν ακόμα περισσότερο με την άφιξη στη Μεσόγειο των εξοπλισμένων με τορπιλοσωλήνες κανονιοφόρων Fairmiles Τύπου “D“, καθώς και των τορπιλακάτων Vosper και Elco. Επίσης για πρώτη φορά κατέθασε στην περιοχή μία μοίρα τορπιλακάτων PT του Αμερικανικού Ναυτικού με σκάφη τύπου Higgins, υπό τη διοίκηση του πλωτάρχη Στάνλεη Μπέρνς. Η μοίρα αυτή είχε για βάση το Μπον της Αλγερίας, δρούσε υπαγόμενη στη Βρετανική Παράκτια Δύναμη μικρών σκαφών και αποτελούσε την πρώτη αμερικανική ναυτική δύναμη που άρχισε να επιχειρεί στη Μεσόγειο κατά τον Β’Π.Π
Στο μεταξύ ο 10ος στολίσκος του Άλλαν, συνέχιζε τη δράση εναντίον των γερμανικών νηοπομπών ανεφοδιασμού του Afrika Korps. Τη πλειοψηφία των γερμανικών σκαφών αποτελούσαν οι καλά εξοπλισμένες αποβατικές φορτηγίδες τύπου “F“, οι οποίες χρησιμοποιούντο για τη μεταφορά καυσίμων και εφοδίων. Για αρκετό διάστημα, επειδή την ημέρα κυριαρχούσε ακόμα στον ουρανό η Luftwaffe, τα αεροσκάφη της οποίας εξορμούσαν από τα αεροδρόμια της Σικελίας, οι βρετανικές τορπιλάκατοι επιχειρούσαν μόνο κατά τις νυκτερινές ώρες. Κατόπιν όμως, η διοίκηση της Παράκτιας Δύναμης αποφάσισε τη πραγματοποίηση δοκιμαστικά, μίας συνδιασμένης ημερήσιας αποστολής. Για το σκοπό αυτό διατέθησαν μερικά σκάφη MTB του νεοσυγκροτημένου 32ου στολίσκου στο Μπον. Το στολίσκο αυτό διοικούσε ο υποπλοίαρχος Στιούαρτ Γκούλντ, ένας νέος αξιωματικός με μεγάλη εμπειρία στις κανονιοφόρους MGB και στις συγκρούσεις με τα S – Boote στη Μάγχη.
Ο Γκούλντ επικεφαλής δύο σκαφών απέπλευσε από το Μπον, τη νύκτα της 25ης Απριλίου, κατευθυνόμενος προς μία ακτή στο Σούς όπου θα συναντούσε δύο άλλα MTB που περιπολούσαν στη περιοχή. Πλέοντας προς τα εκεί και καθώς οι δύο τορπιλάκατοι βρίσκονταν στον κόλπο της Μπιζέρτα, διασταυρώθηκαν με δύο γερμανικές φορτηγίδες τύπου “F“. Ο Γκούλντ διέταξε επίθεση εναντίον τους, αλλά οι τορπίλες που εξαπολύθηκαν πέρασαν κάτω από τα ύφαλα των εχθρικών αποβατικών σκαφών. Χωρίς να χάσουν χρόνο, οι Βρετανοί επιτέθηκαν και πάλι, αυτή τη φορά με πυρά πυροβόλων και πολυβόλων, τα οποία προκάλεσαν πυρκαγιές στα εχθρικά πλοιάρια και τελικά τη βύθιση τους.
Δύο ημέρες αργότερα και υπό το φώς της ημέρας, οι βρετανικές MTB που περιπολούσαν κατά μήκος των ακτών της Τυνησίας, εντόπισαν δραστηριότητα αποβίβασης στρατευμάτων και εφοδίων από πλοιάρια και υδροπλάνα σε μία παραλία. Ο αιφνιδιασμός που πέτυχαν με την επίθεσή τους ήταν απόλυτος και τα πυρά τους βύθισαν δύο ιταλικά ναρκαλιευτικά, ένα γερμανικό ναρκαλιευτικό τύπου “R“, ενώ καταστράφηκαν επίσης μερικά υδροπλάνα Ju 52.
Καθώς οι βρετανικές τορπιλάκατοι απομακρύνονταν από την περιοχή, λίγο μετά το μεσημέρι επεσήμαναν μία μικρή εχθρική νηοπομπή που έπλεε προς τις αφρικανικές ακτές έχοντας εναέρια προστασία. Χωρίς δισταγμό οι MTB προσπάθησαν να επιτεθούν εναντίον των σκαφών της, αλλά πριν προλάβουν να πλησιάσουν σε απόσταση βολής, δέχθηκαν τη σφοδρή επίθεση των αεροσκαφών της συνοδείας τους. Η τορπιλάκατος του υποπλοιάρχου Γκούλντ ανατινάχθηκε χτυπημένη από τα γερμανικά πυρά, πρασύροντας στο βυθό όλόκληρο το πλήρωμα. Τα υπόλοιπα βρετανικά σκάφη έκαναν μεταβολή και απομακρύνθηκαν ολοταχώς, καταδιωκόμενα από τα αεροσκάφη, αλλά και τις βολές των επάκτιων πυροβολαρχιών που ενεργοποιήθηκαν εναντίον τους.
Η πρώτη επιτυχία των αμερικανικών τορπιλακάτων ΡΤ, σημειώθηκε τη νύκτα της 8ης Μαϊου 1943, όταν το σκάφος του πλωτάρχη Μπερνς (ΡΤ 206), βύθισε ένα ιταλικό μεταγωγικό πλοίο στα ανοικτά του ακρωτηρίου Μπον. Η επιτυχία αυτή αποτέλεσε την αρχή μίας σειράς συνδιασμένων ναυτικών επιχειρήσεων βρετανικών και αμερικανικών σκαφών στη Μεσόγειο. Οι τορπιλάκατοι ΡΤ πλεονεκτούσαν των βρετανικών από το γεγονός ότι διέθεταν συσκευές ραντάρ που τους έδινε την ικανότητα εντοπισμού εχθρικών στόχων στο σκοτάδι. Τα σκάφη MTB με τη σειρά τους, ήταν εξοπλισμένα με περισσότερο αξιόπιστες τορπίλες. Οι τακτικές επίθεσης που αναπτύχθηκαν από τους σχηματισμούς των συμμαχικών τορπιλακάτων και κανονιοφόρων στη Μεσόγειο, οδήγησαν στην οργάνωση το 1944 ενός περισσότερο αποτελεσματικού σχηματισμού μάχης υπό τη διοίκηση του πλωτάρχη Άλλαν, της Ειδικής Μοίρας Μάχης των Παράκτιων Δυνάμεων (Special Coastal Forces Battle Squadron).
Όταν άρχισε δράση της η μονάδα αυτή, οι Σύμμαχοι είχαν ολοκληρώσει την κατάληψη της Σικελίας και πολεμούσαν εναντίον των γερμανικών δυνάμεων στο νότιο τμήμα της ιταλικής χερσονήσου.
Ο Άλλαν συντόνιζε τις επιχειρήσεις στο δύτικο τμήμα της Μεσογείου όπου δρούσαν δύο βρετανικοί στολίσκοι σκαφών (ένας με τορπιλακάτους MTB και ένας με κανονιοφόρους MGB). Στην ίδια περιοχή επίσης επιχειρούσαν σε συνεργασία με τους Βρετανούς και οι δύο αμερικανικοί στολίσκοι σκαφών PT, οι οποίοι με βάση την Μπάστια της Κορσικής κάλυπταν ολόκληρο τον κόλπο της Γένοα. Καθώς, οι βομβαρδισμοί και οι επιθέσεις της Συμμαχικής Αεροπορίας είχαν εκμηδενίσει τις γερμανικές εφοδιοπομπές, που χρησιμοποιούσαν τους οδικούς άξονες κατά μήκος της Ιταλίας, οι Γερμανοί άρχισαν χρησιμοποιούν ένα στόλο από αποβατικές φορτηγίδες τύπου “F” και μικρά εξοπλισμένα εμπορικά πλοιάρια που έπλεαν κατά μήκος των ακτών, για να προωθούν εφόδια και υλικά προς τα νότια. Τα σκάφη αυτά αποατελούσαν ένα ιδανικό στόχο για τις Παράκτιες Δυνάμεις, αφού οι μεγαλύτερες ναυτικές μονάδες του Βρετανικού Ναυτικού όπως τα αντιτορπιλικά, αδυνατούσαν να προσεγγίσουν κοντά στις ακτές λόγω των ναρκοπεδίων και των εχθρικών πυροβολείων που καραδοκούσαν.
Για τις επιχειρήσεις που πραγματοποιούσαν τα σκάφη της Ειδικής Μοίρας Μάχης, ο πλωταρχής Άλλαν χρησιμοποίησε ομάδες τορπιλακάτων MTB και κανονιοφόρων MGB σε συνδιασμό με ανιχνευτικά σκάφη PT τα οποία δρούσαν επιθετικά εναντίον εχθρικών αντιτορπιλικών συνοδείας των νηοπομπών, αλλά και Ομάδες Μάχης (Battle Groups) σκαφών LCG (Landing Craft Guns – Αποβατικών σκαφών εξοπλισμένων με πυροβόλα). Τα LCG έφεραν πυροβόλα των 4,7 in και 40 mm, τα οποία αποδείχτηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά εναντίον των εξοπλισμένων γερμανικών φορτηγίδων τύπου “F”.
Μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των συμμαχικών σκαφών, πραγματοποίηθηκε τις νυκτερινές ώρες της 24ης Απριλίου 1944. Στην επιχείρηση που διοργανώθηκε συμμετείχε μία Ομάδα Μάχης αποτελούμενη από τα LCG No 14, 19 και 20 συνοδευόμενα από τις τορπιλακάτους ΡΤ 211, 216, τις MTB 633, 640 και 655 και τις κανονιοφόρους MGB 657, 660 και 662. Επικεφαλής των σκαφών ήταν ο ίδιος ο Άλλαν, με δύο ακάτους διοίκησης (PT 218 και PT 209), ενώ τρεις άλλες αμερικανικές τορπιλάκατοι (PT 202, 212 και 213) αποτελούσαν την Ανιχνευτική Ομάδα της ναυτικής δύναμης. Τα συμμαχικά σκάφη απέπλευσαν από το λιμάνι της Μπάστια με χρονική διαφορά μεταξύ τους, λόγω του ορίου ταχύτητος που μπορούσε να αναπτύξει ο κάθε τύπος και κατευθύνθηκαν προς ένα προκαθορισμένο σημείο συνάντησης κοντά στις βραχώδεις ακτές της Βάντα στις 20:00. Περίπου την ίδια ώρα, από τη περιοχή αυτή σύμφωνα με πληροφορίες, θα διέρχονταν δύο γερμανικές νηοπομπές ανεφοδιασμού. Η πρώτη από αυτές κατευθύνοταν νότια προς το Σαν Στεφάνο και την αποτελούσαν οκτώ αποβατικά τύπου “F” και ένα ρυμουλκό, ενώ την δεύτερη μικρότερη νηοπομπή που έπλεε προς βορρά επιστρέφοντας πίσω, δύο εξοπλισμένα πλοιάρια που ρυμουλκούσαν δύο μεγάλες φορτηγίδες.
Η πρώτη επαφή, με τα εχθρικά σκάφη πραγματοποιήθηκε από τα ραντάρ των αμερικανικών PT λίγο μετά τις 22:00 και ο πλωτάρχης Άλλαν αποφάσισε να επιτεθεί πρώτα στη μεγαλύτερη νηοπομπή. Μέσα σε λίγα λεπτά, τέσσερα από τα γερμανικά αποβατικά είχαν βυθιστεί από τα πυρά των βρετανικών LCG, ενώ λίγο αργότερα οι κανιοφόροι MGB βρήκαν ένα πέμπτο εγκατελειμένο από το πλήρωμά του και το βύθισαν. Τα τρία υπόλοιπα αποβατικά τύπου “F” καταδιώχτηκαν από τα LCG, τα οποία βύθισαν με κανονιοβολισμούς δύο από αυτά. Το τελευταίο, ανταπέδωσε σφοδρά πυρά εναντίον των συμμαχικών σκαφών και έπειτα κυνηγημένο από τα MTB προσάραξε φλεγόμενο στην παραλία νότια του Σαν Βιντσέντζο.
Στη συνέχεια τα PT της Ανιχνευτικής Ομάδας, επιτέθηκαν εναντίον την πλοιαρίων της δευτέρης γερμανικής νηοπομπής. Το ένα από αυτά βυθίστηκε σχεδόν αμέσως από τις τορπίλες που εξαπολύθηκαν εναντίον του, αλλά το δεύτερο αντιστάθηκε εξαπολύοντας πυκνά πυρά εναντίον των επιτιθέμενων και κατάφερε τελικά να εξαφανιστεί στο σκοτάδι πίσω από πυκνό προπέτασμα καπνού. Κατά την επιστροφή τους στη Μπάστια, τα συμμαχικά σκάφη βρέθηκαν στην πορεία τριών γερμανικώντορπιλοβόλων, τα οποία πραγματοποιούσαν ναρκοθετήσεις. Οι τορπιλάκατοι PT επιτέθηκαν χωρίς δισταγμό εναντίον τους, εξαπολύοντας τις υπόλοιπες τορπίλες που διέθεταν. Ένα από αυτά, το ΤΑ 23, ακινητοποιήθηκε έπειτα από μία σφοδρή έκρηξη και λόγω των μεγάλων ζημιών που υπέστει ,την αυγή της επόμενης ημέρας βυθίστηκε από τα πυρά των δύο άλλων τορπιλοβόλων, ενώ η ναυτική δύναμη του Άλλαν επέστρεψε με ασφάλεια στη βάση της.
ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΤΙΟ ΑΙΓΑΙΟ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΑΔΡΙΑΤΙΚΗ.
Όταν οι συμμαχικές δυνάμεις πραγματοποίησαν το Σεπτέμβριο του 1943 απόβαση στο νότιο τμήμα της Ιταλίας, παράλληλα με τις επιχειρήσεις των σκαφών επίθεσης του πλωτάρχη Άλλαν στη κεντρική Μεσόγειο, άλλες ομάδες τορπιλακάτων MTB άρχισαν τη δράση τους στο Αιγαίο και την Αδριατική. Η συνθηκολόγηση των στρατευμάτων του στρατάρχη Μπαντόλιο που ακολούθησε στην ηπειρωτική Ιταλία, αποτέλεσε την έναρξη ενός αγωνα δρόμου μεταξύ των γερμανικών και των συμμαχικών δυνάμεων για τον έλεγχο των μέχρι τότε υπό ιταλική κατοχή νησιών της Δωδεκαννήσουν. Αποφασιστικό ρόλο στις ναυτικές επιχειρήσεις που πραγματοποίηθηκαν στο Αιγαίο, έπαιξαν τα ελαφρά σκάφη επίθεσης του Βρετανικού Ναυτικού, τα οποία εκμεταλεύτηκαν σε μεγάλο βαθμό τη γεωγραφική διαμόρφωση που παρείχαν τα μικρά και μεγάλα ελληνικά νησιά και των απέναντι μικρασιατικών ακτών. Αρχικά με αιφνιδιαστικές κινήσεις η γερμανική φρουρά στη Ρόδο έθεσε υπό τον έλεγχο της τη Ρόδο στις 13 Σεπτεμβρίου. Τους δύο επόμενους μήνες οι Γερμανοί με αεροναυτικές αποβάσεις ανεκατέλαβαν τα υπόλοιπα νησιά της Δωδεκαννήσου που ήλεγχαν οι Βρετανοί, χρησιμοποιώντας την απόλυτη αεροπορική κυριαρχία της Luftwaffe στον ουρανό της περιοχής. Το κορύφωμα των επιχειρήσεων το φθινόπωρο του 1943, αποτέλεσε η κατάληψη του νησιού της Λέρου, στις 16 Νοεμβρίου.
Καθώς, οι Σύμμαχοι αδυνατούσαν να διαθέσουν στο Αιγαίο περίσσοτερες δυνάμεις, λόγω της εμπλοκής τους στο μέτωπο της Ιταλίας, αναγκάστηκαν να αποσυρθούν, περιοριζόμενοι όμως σε μία συχνή παρουσία και δράση στα υπό κατοχή ελληνικά νησιά με ομάδες καταδρομών, για τη διαρκή απασχόληση όσο το δυνατόν περισσότερων γερμανικών στρατευμάτων στη περιοχή. Τη μεταφορά και τιν ανεφοδιασμό των βρετανικών καταδρομικών ομάδων και του ελληνικού Ιερού Λόχου που πραγματοποιούσαν τις ανόρθοδοξες επιχειρήσεις αυτές, είχαν αναλάβει τα σκάφη των Παράκτιων Δυνάμεων. Επίσης, οι τορπιλάκατοι, οι κανονιοφόροι και οι άκατοι ML του Βρετανικού Ναυτικού χρησιμοποιήσαν σαν ορμητήριο τις απομονομένες νησίδες και βραχονησίδες στο Αιγαίο, απ’ όπου συνήθως κατά τις νυκτερινές ώρες δρούσαν εναντίον των γερμανικών σκαφών ανεφοδιασμού ανάμεσα στα ελληνικά νησιά, ή μετέφεραν τους Βρετανούς και Έλληνες καταδρομείς στις αποστολές τους.
Ο 10ος Στολίσκος τορπιλακάτων υπό τη διοίκηση του υποπλοιάρχου Πήτερ Ήβενσεν ο οποίος είχε εφοδιαστεί με αμερικανικής ναυπήγησης σκάφη Elco, άρχισε από τον Οκτώβριο του 1943 να επιχειρεί στο Αιγαίο, χρησιμοποιώντας σαν προκεχωρημένη βάση το Καστελόριζο. Από εκεί ο 10ος Στολίσκος δρούσε εναντίον των εχθρικών πλοιαρίων, φορτηγίδων και καϊκιών ανεφοδιασμού. Μία από τις τυπικότερες συνδιασμένες ναυτικές και καταδρομικές επιδρομές, στις ελληνικές θάλασσες, πραγματοποιήθηκε εναντίον της γερμανικής φρουράς στη Σύμη τον Ιούλιο του 1944. Στην αποστολή αυτή συμμετείχαν οκτώ σκάφη ML, τέσσερα HDML, δύο εξοπλισμένα καϊκια και η τορπιλάκατος MTB 309, με τα οποία μεταφέρθηκαν 224 Έλληνες και Βρετανοί καταδρομείς στο νησί. Μετά τον αιφνιδιασμό και την εξουδετέρωση του μεγαλύτερου μέρους της γερμανικής φρουράς, οι καταδρομείς κατέστρεψαν μία αποθήκη πυρομαχικών, ενώ τα πυροβόλα των βρετανικών σκαφών εξουδετέρωσαν τις επάκτιες θέσεις άμυνας της Σύμης, βύθισαν μία ιταλική τορπιλάκατο MAS, ενώ κατελήφθη μία ακόμα.
Μετά τις συμμαχικές αποβάσεις στη Νορμανδία και τη Νότια Γαλλία οι Γερμανοί άρχισαν το καλοκαίρι του 1944 την εκκένωση των στρατευμάτων τους από μερικά νησιά του Αιγαίου. Το Σεπτέμβριο, στο απελευθερωμένο νησί των Κυθήρων εγκαταστάθηκε μία δύναμη σκαφών επίθεσης της βρετανικής Παράκτιας Δύναμης, από όπου άρχισαν ένα νέο κύκλο επιχειρήσεων μέχρι την τελική παράδοση των γερμανικών στρατευμάτων που είχαν απομείνει στην Ελλάδα.
Από τα τέλη του 1943, οι βρετανικές δυνάμεις τορπιλακάτων και κανονιοφόρων, ανέπτυξαν παρόμοια δράση στην Αδριατική. Αρχικά οι επιχειρήσεις τους περιορίζονταν στις επιθέσεις εναντίον των γερμανικών σκαφων ανεφοδιασμού, κατά μήκος των ανατολικών ακτών της βόρειας Ιταλίας. Για το σκοπό αυτό, δύο στολίσκοι MTB χρησιμοποιούσαν σαν βάσεις εξόρμησης τα λιμάνια του Πρίντιζι και του Μπάρι. Σε συνδιασμό με τις αποστολές αυτές, το Συμμαχικό Επιτελείο Μεσογείου αποφάσισε να ενισχύσει με εφόδια και ομάδες καταδρομών, τις ανταρτικές δυνάμεις του Τίτο που πολεμούσαν στη Γιουγκοσλαβία, μεταφέροντας άνδρες και υλικό από την Ιταλία διαμέσω της Αδριατικής με σκάφη ML. Παράλληλα, οι βρετανικές τορπιλάκατοι, επέκτειναν τη δράση τους στις ακτές της Δαλματίας, όπου επιχειρούσε μεγάλος αριθμός γερμανικών μικρών και μεγάλων ναυτικών στόχων.
Για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, οι Βρετανικές Παράκτιες Δυνάμεις δημιούργησαν βάσεις για τα σκάφη επίθεσης στα δαλματικά νησιά Bis και Χβαρ Καθώς τα αεροσκάφη της Luftwaffe εξακολουθούσαν να κυριαρχούν στους ουρανούς της περιοχής, οι βρετανικές τορπιλάκατοι και οι κανονιοφόροι δρούσαν κυρίως τις νυκτερινές ώρες, ενώ την ημέρα παρέμεναν κάτω από παραλλαγή στις ακτές των ορμητηρίων τους. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία των βρετανικών τορπιλακάτων σημειώθηκε το Δεκέμβριο του 1943, με το τορπιλισμό και βύθιση στα ανοικτά του νησιού Σίλμπα του πρώην καταδρομικού του Γιουγκοσλαβικού Ναυτικού “Dalmatia“, το οποίο χρησιμοποιούσαν οι Γερμανολι με το όνομα “Niobe”.
Στις αρχές του 1944, η δραστηριότητα των σκαφών επίθεσης στην Αδριατική εντάθηκε, με την αποστολή στην περιοχή ενός αριθμού MTB/ MGB τύπου “D” του 61ου Στολίσκου, υπό τη διοίκηση του Καναδού πλωτάρχη Τομ Φούλερ. Τα σκάφη του Φούλερ ανέπτυξαν ιδιαίτερα μεγάλη δράση στις ακτές της Δαλματίας, ενώ ο ίδιος οργάνωσε και συμμετείχε προσωπικά σε αρκετές αποστολές που είχαν σαν αποτέλεσμα τη βύθιση δεκάδων γερμανικών σκαφών και την απώλεια μεγάλου όγκου εφοδίων αλλά και ανδρών που μετέφεραν.
Ενοχλημένοι από τις επιχειρήσεις αυτές οι Γερμανοί αντέδρασαν και πραγματοποίησαν επιχειρήσεις κατάληψης των νησιών της περιοχής που χρησιμοποιούσε το Βρετανικό Νατικό σαν ορμητήριο. Οι Βρετανοί αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη βάση στο Χβάρ, αλλά διατήρησαν τη κυριαρχια τους στο Bis, το οποίο χρησιμοποιούσαν σαν εφαλτήριο για τον ανεφοδιασμό των ανταρτικών δυνάμεων του Τίτο. Στα μέσα του Ιουνίου 1944 έφθασε στο Bis από την Ιταλία ο 57ος Στολίσκος MTB / MGB του πλωτάρχη Τιμ Μπλάϊχ. Η άφιξη τους επισφραγίστηκε μερικές νύκτες αργότερα από μία επιτυχια που σημείωσαν τα σκάφη του, με τη βύθιση του γερμανικού τορπιλοβόλου T 7, κατά τη διάρκεια μίας περιπολίας στην Αδριατική.
Η επόμενη ναυτική δύναμη μικρών σκαφών επίθεσης που στάλθηκε στη περιοχή, ήταν ο καναδικός 56ος Στολίσκος MGB υπό τη διοίκηση του πλωτάρχη Ντάγκλας Μέϊτλαντ. Η άφιξή τους στην Αδριατική τον Ιούλιο του 1944, συνδιάστηκε από την έναρξη χρησιμοποίησης από τις γερμανικές δυνάμεις των καλά εξοπλισμένων αποβατικών φορτηγίδων τύπου “F“, σαν αντίμετρο στις επιθέσεις που πραγματοποιούσαν οι συμμαχικές τορπιλάκατοι και κανονιοφόροι. Τρία σκάφη του 57ου Στολίσκου αντιμετώπισαν για πρώτη φορά δύο αποβατικά του τύπου αυτού στις 7 Αυγούστου, στα ανοικτά του νησιού Βίρ. Γνωρίζοντας ότι η προσβολή τους με τορπίλες ήταν δύσκολη (λόγω, του μικρού βυθίσματος του σκάφους των αποβατικών αυτών), ο Μπλάϊχ διέταξε επίθεση εναντίον τους με πυρά πυροβόλων. Η κανονιοφόρος MG B 662 προξένησε με τα πυρά της βαριές ζημιές σε ένα από τα γερμανικά σκάφη, αλλά υπέστει με τη σειρά της σημαντικά πλήγματα, με αποτέλεσμα το θάνατο ενός άντρα του πηρώματός της και του τραυματισμού άλλων εννέα. Έπειτα, η MTB 670 προσέγγισε σε απόσταση βολής και έπληξε το δεύτερο εχθρικό σκάφος με μία τορπίλη, καθιστώντας την πρώτη συμμαχική τορπιλάκατο που βύθισε ένα γερμανικό αποβατικό τύπου “F” εν πλώ, με το τρόπο αυτό.
Στις 17 Αυγούστου, ήταν η σειρά των νεοφερμένων στην Αδριατική, καναδικών κανονιοφόρων, να σημειώσουν επιτυχίες. Τρεις MGB σε περιπολία με επικεφαλής τον Μέϊτλαντ, επεσήμαναν και επιτέθηκαν εναντίον μίας μεγάλης εχθρικής νηοπομπής, την οποία αποτελούσαν αποβατικές φορτηγίδες και καϊκια έμφορτα εφοδίων με συνοδεία τορπιλακάτων S – Boote. Στη σκληρή ναυμαχία που ακολούθησε με σφοδρή ανταλλαγή πυρών και από τις δύο πλευρές, βυθίστηκαν ένα S – Boote, δύο καϊκια και δύο φορτηγίδες, ενώ προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές σε τέσσερα άλλα γερμανικά σκάφη. Τελικά, οι καναδικές MGB αποχώρησαν από τη περιοχή χωρίς απώλειες.
Όμως, η πιο επιτυχημένη αποστολή των βρετανικών σκαφών επίθεσης, πραγματοποιήθηκε στις αρχές Οκτωβρίου 1944. Κατά τη χρονική περίοδο εκείνη, τα γερμανικά στρατεύματα αποχωρούσαν τόσο από την Ελλάδα, όσο και από τα νησιά της Δαλματίας, προσπαθώντας να αποφύγουν τη κύκλωσή τους από τις σοβιετικές στρατιές που εισέβαλλαν στα ανατολικά Βαλκάνια. Καθώς, στην ηπειρωτική περιοχή της Γιουγκοσλαβίας, η έντονη δράση των ανταρτών του Τίτο και οι επιδρομές της Συμμαχικής Αεροπορίας, έκαναν προβληματικές και επικίνδυνες τις μετακινήσεις στρατευμάτων οδικώς, ένα μεγάλο μέρος των γερμανικών δυνάμεων προωθούντο προς τα βόρεια, χρησιμοποιώντας κάθε διαθέσιμο πλωτό μέσο, κατά μήκος των δαλματικών ακτών. Αργά τις απογευματινές ώρες της 10ης Οκτωβρίου τέσσερα MTB / MGB Fairmile “D” του πλωτάρχη Μπλάϊχ, απέπλευσαν από το Bis για μία περιπολία από τα ανοικτά του νησιού Ζάρα, μέχρι το νησί Ίστ . Το πρώτο μέρος της περιπολίας πραγματοποιήθηκε χωρίς εντοπισμό εχθρικών κινήσεων, αλλά στο Ίστ, ο Μπλάϊχ ενημερώθηκε από τον τοπικό αρχηγό των ανταρτών ότι την επόμενη νύκτα μία μεγάλη γερμανική νηοπομπή αναμένετο να αποπλεύσει από το λιμάνι του Ζάρα προς τα βόρεια.
Προετοιμάζοντας την επίθεσή τους τα βρετανικά σκάφη, παρέμειναν αραγμένα κοντά στην ακτή του νησιού Ίστ, κάτω από δίκτυα παραλλαγής. Έπειτα, με το πρώτο σκοτάδι απέπλευσαν και κατευθύνθηκαν στα ανοικτά του φάρου Βίρ ,όπου περίμεναν τα εχθρικά πλοία. Η ορατότητα στη θαλάσσια περιοχή ήταν μειωμένη και τα πληρώματα των MTB επεσήμαναν τη γερμανική νηοπομπή, μόνο όταν τα σκάφη της απείχαν σε απόσταση 400 m μακριά της! Από μία πρόχειρη εκτίμηση του μεγέθους της, ο Μπλάϊχ υπολόγισε ότι την αποτελούσαν τουλάχιστον τέσσερα αποβατικά τύπου “F” και ένας αριθμός μηχανοκίνητων φορτηγίδων με τη συνοδεία S – Boote και ενός πλοιαρίου αντιαεροπορικής προστασίας εξοπλισμένο με τετραπλά πυροβόλα των 20 mm και πυροβόλα των 8,8 cm. Καθώς, η απόσταση ήταν αρκετά μικρή για εξαπόλυση τορπιλών, διετάχθη η επίθεση με βολές πυροβόλων. Σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη των βρετανικών πυρών, οι Γερμανοί έχοντας με τη σειρά τους αντιληφθεί τη παρουσία του εχθρού, άρχισαν να βάλλουν εναντίον του. Η MTB 634 δέχθηκε πρώτη πυρά των 20 mm του πλοιαρίου αντιαεροπορικής προστασίας και στο κατάστρωμα της ξέσπασε πυρκαγιά. Στη συνέχεια οι οβίδες των 6 pdr και οι ριπές πολυβόλων της MTB 662 του Μπλάϊχ, σάρωσαν το κατάστρωμα του γερμανικού σκάφους, που εξεράγει και βυθίστηκε σχεδόν αμέσως, όταν ανεφέγησαν τα πυρομαχικά του.
Ενώ το πλήρωμα της MTB 634 προσπαθούσε να κατασβήσει τη πυρκαγιά, ο Μπλάϊχ με τις δύο άλλες τορπιλακάτους (MTB 637 και 638), έχοντας διεισδύσει ανάμεσα στην εχθρική νηοπομπή, συνέχισαν να ανταλλάσουν πυρά μαζί τους. Ήταν φανερό πλέον, ότι τα γερμανικά σκάφη ήταν αρκετά περισσότερα από όσα είχε στην αρχή εκτιμηθεί, αλλά ήταν πολύ αργά για οποιάδηποτε αναδίπλωση. Μετά από μία σκληρή ναυμαχία διάρκειας 10 λεπτών, οι αντιμαχόμενοι χωρίστηκαν χαμένοι μέσα στην ομίχλη, τους καπνούς και το σκοτάδι. Στο χώρο της σύγκρουσης παρέμειναν έξι φλεγόμενα πλοιάρια και δύο αναποδογυρισμένα σκάφη που βυθίζονταν αργά.
Το επόμενο τετράωρο, ο Μπλάϊχ με τις τορπιλακάτους του συνέχισαν να ερευνούν για τα υπόλοιπα σκάφη της διασκορπισμένης γερμανικής νηοπομπής, που προσπαθούσαν να επιστρέψουν στο Ζάρα. Μέχρι τα ξημερώματα που οι Βρετανοί γύρισαν πίσω στη βάση τους είχαν επισημάνει και καταστρέψει και άλλα εχθρικά πλοιάρια Οι αναφορές του 57ου Στολίσκου την επόμενη ημέρα, ανέφεραν ένα ιδιαίτερο μεγάλο απολογισμό: Οι τέσσερις τορπιλάκατοι ευθύνονταν για τη βύθιση έξι αποβατικών τύπου “F“, τεσσάρων φορτηγίδων και ενός S-Boote. Υπολογίζετο επίσης, ότι πιθανά βυθίστηκε ένα ακόμα αποβατικό, ενώ τρία ακόμα S-Boote υπέστησαν μεγάλες ζημιές.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Από τις αρχές του 1945, η Αδριατική έγινε το επίκεντρο των ναυτικών επιχειρήσεων στη Μεσόγειο. Για ενίσχυση των δυνάμεων MTB και MGB που επιχειρούσαν εκεί, στάλθηκαν επιπλέον ο 60ος Στολίσκος από το Αιγαίο και ο νεοσχηματισμένος 28ος Στολίσκος MTB. Τα σκάφη αυτά επιχειρούσαν από βάσεις που διαρκώς μετατοπίζονταν προς τα βόρεια, ενώ οι αποστολές τους ήταν αφιερομένες στη παρεμπόδιση της υποχώρησης των γερμανικών στρατευμάτων. Οι αντίπαλοι που αντιμετώπιζαν καθημερινά δεν ήταν αμελητέοι, αφού στη περιοχή δρούσαν ακόμα αρκετά S-Boote από τους αποδεκατισμένους στολίσκους, που έδρασαν στη Μεσόγειο υπό τη διοίκηση του αντιπλοιάρχου Βούπερμαν , ενώ η βόρεια Αδριατική παρέμεινε σχεδόν μέχρι το τέλος του Β΄ΠΠ στην Ευρώπη υπό γερμανικό έλεγχο.
Η τελευταία επιτυχημένη αποστολή των σκαφών της Παράκτιας Δύναμης, πραγματοποιήθηκε τη νύκτα της 13ης Απριλίου 1945, όταν δύο Fairmile “D” του πλωτάρχη Μπλάϊχ επιτέθηκαν και βύθισαν το πρώην ιταλικό τορπιλοβόλο TA 45. Ατυχώς για τους Βρετανούς τρείς νύκτες αργότερα, η μία από τις MTB προσέκρουσε σε γερμανική νάρκη κατά τη διάρκεια περιπολίας κοντά στις ακτές της Δαλματίας, η έκρηξη της οποίας προκάλεσε εκτός από τη βύθισή της, το θάνατο των περισσοτέρων μελών του πληρώματος.
Τις απογευματινές ώρες της 4ης Μαϊου, δύο ημέρες μετά τον τερματισμό του πολέμου στην Ευρώπη, τα πληρώματα των συμμαχικών σκαφών στην Ανκόνα αιφνιδιάστηκαν, όταν στο λιμάνι πλησίασαν κατάφορτα στρατιωτικών τέσσερα γερμανικά S-Boote με υψωμένες λευκές σημαίες… O αντιπλοίαρχος Βούπερμαν και τα εναπόμειναντα σκάφη του για να αποφύγουν την αιχμαλωσία τους από τους Γιουγκοσλάβους αντάρτες, μεταφέροντας 300 άνδρες σε κάθε σκάφος, απέπλευσαν από την Τριέστη για να παραδοθούν στους Συμμάχους στο πλησιέστερο ιταλικό λιμάνι!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1) Lt Cdr Peter Scott: THE BATTLE OF THE NARROW SEAS, Country Life, London, 1968.
2) Rowland Langmaid: “THE MED” – THE ROYAL NAVY IN THE MEDITERRANEAN 1939 – 45, Peter Smith, UK, 1968.
3) Donald Macintyre: THE BATTLE FOR THE MEDITERRANEAN, W.W. Norton, UK, 1975.
4) Διάφορες διευθύνσεις στο Διαδίκτυο.