ΜΙΑ ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ!
Γράφει ο Αναστάσιος Δημητρακόπουλος
(Από το ετοιμαζόμενο βιβλίο του “Ιστορία τού Πολεμικού Ναυτικού, 1940-1950″)
Όταν στα τέλη Μαΐου του 1941 έφθασαν στο λιμάνι τής Αλεξάνδρειας τα πλοία του Απόδημου Ναυτικού, βρήκαν να ναυλοχεί εκεί και η Δύναμη Χ (Force X) τού γαλλικού Στόλου υπό τον αντιναύαρχο René-Émile Godfroy, αποτελούμενη από το θωρηκτό Lorraine, τα βαρέα καταδρομικά Dusquesne, Tourville και Suffren, το ελαφρύ καταδρομικό Dusquay-Trouin, τα αντιτορπιλικά Basque, Forbin και Le Fortuné και το υποβρύχιο Protée. Με τη γαλλική συνθηκολόγηση στις αρχές Ιουνίου του 1940 ο Godfroy είχε έλθει σε ειδική συμφωνία με τον αρχηγό τού Βρετανικού Στόλου Μεσογείου ναύαρχο sir Andrew Cunningham να ελλιμενιστούν τα πλοία του στην Αλεξάνδρεια, μη προσχωρώντας στην κυβέρνηση του Vichy αλλά, παράλληλα, παραμένοντας σε πλήρη ουδετερότητα. Κατόπιν τούτου, τα γαλλικά πλοία εκφόρτωσαν τα καύσιμα και τα πυρομαχικά τους και αφαίρεσαν τα κλείστρα τών πυροβόλων. Οι Βρετανοί ανέλαβαν τη μισθοτροφοδοσία τού προσωπικού που σταδιακά μειωνόταν λόγω προσχωρήσεων στις δυνάμεις τών Ελεύθερων Γάλλων. Για την Ιστορία να αναφερθεί ότι τους πρώτους μήνες τού 1943 τα πλοία προσχώρησαν στο Ναυτικό τών Ελεύθερων Γάλλων και, μάλιστα, το Lorrain υποστήριξε με τα πυρά του τη συμμαχική απόβαση στη Νότια Γαλλία τον Αύγουστο του 1944.
Η εποχή είναι οι αρχές του 1942. Αρχηγός τού Στόλου είναι ο υποναύαρχος Επαμεινώνδας Καββαδίας με αρχιεπιστολέα τον πλοίαρχο Κωνσταντίνο Κοντογιάννη· υπουργός τών Ναυτικών και αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης ο υποναύαρχος Αλέξανδρος Σακελλαρίου, με πρωθυπουργό τον Εμμανουήλ Τσουδερό.
Αυτά που θα διαβάσει ο αναγνώστης είναι πραγματικά απίστευτα. Δεν αναφέρονται σε κανένα βιβλίο, αρχίζοντας από την επίσημη Ιστορία τής δράσης τού Ναυτικού κατά τον πόλεμο του αντιναύαρχου Δ. Φωκά. Παραδόξως, δεν τα αναφέρουν στις αναμνήσεις τους ούτε οι ναύαρχοι Σακελλαρίου και Καββαδίας, ούτε ο Τσουδερός, αν και είχαν άμεση εμπλοκή σε αυτά. Προέρχονται από αφήγηση του Κοντογιάννη, δημοσιευμένη στο τεύχος Οκτωβρίου του 1952 του περιοδικού Ναυτική Ελλάς.
Στο άρθρο του ο Κοντογιάννης αναφέρεται στις συνθήκες παραμονής των γαλλικών πλοίων εκεί και στις ανησυχίες που διακατείχαν τους Βρετανούς σε περίπτωση που θα «έσπαγε» το μέτωπο της Βόρειας Αφρικής και ο Ρόμμελ κατάφερνε να καταλάβει την Αλεξάνδρεια, πράγμα που λίγο έλλειψε να συμβεί τους πρώτους θερινούς μήνες τού 1942. Εφόσον τούτο συνέβαινε, μεταξύ τών σημαντικότατων επιπτώσεων στη γενικότερη εξέλιξη του πολέμου, τα γαλλικά πλοία θα περιέρχονταν στους Γερμανούς και η ναυτική δύναμη του Άξονα στη Μεσόγειο θα ενισχυόταν πολύ σημαντικά. Πρότασή τους στο Γάλλο ναύαρχο για μετακίνηση της μοίρας νότια από το Σουέζ δεν έγινε δεκτή. Κατόπιν τούτου, φέρονται να εξέτασαν μία άλλη «ριζικότερη» οδό. Ο Βρετανός πλωτάρχης Smith της Secret Intelligence Service ζήτησε μία συνάντηση με τον Καββαδία.
Από αυτό το σημείο και επέκεινα παρατίθεται αυτούσια η αφήγηση του Κοντογιάννη, έτσι όπως έχει δημοσιευθεί:
«Πράγματι η συνάντηση έγινε την επομένη. Ο πλωτάρχης Σμιθ μού είπε πρώτα ότι το θέμα για το οποίο θα μου μιλούσε ήταν εξαιρετικά σοβαρό και “αυστηρώς απόρρητο”. Έπειτα, μου είπε ότι οι Άγγλοι έχουν μεγάλη εκτίμηση κι’ εμπιστοσύνη στο προσωπικό τού Στόλου μας. Κατόπιν, μού ανέπτυξε τους φόβους τού Αγγλικού Ναυτικού για ενδεχόμενη επίθεση του Ρόμμελ και πιθανή κατάληψη της Αλεξάνδρειας από τον εχθρό. Και τέλος, μού τόνισε ότι τα γαλλικά πολεμικά καράβια που είναι μέσα στο λιμάνι τής Αλεξάνδρειας επ’ ουδενί λόγω πρέπει να πέσουν στα χέρια τού εχθρού. Μου ανέπτυξε, εν συνεχεία, ότι μόνη λύση είναι να εκδιωχθούν οι Γάλλοι από τα καράβια τους, αλλ’ ότι η συμφωνία που είχε κάνει ο Άγγλους ναύαρχος με τον Γάλλο ναύαρχο απέκλειε να καταληφθούν τα πλοία από τους Άγγλους.
Ύστερα από αυτή την εισαγωγή μπήκε στο θέμα και μου είπε τα εξής: “ Η Secret Service προτείνει στον αρχηγό τού Ελληνικού Στόλου να καταλάβη διά της βίας, με ελληνικά αγήματα εμβολής και με αιφνιδιασμό, τα γαλλικά πολεμικά πλοία που βρίσκονται στην Αλεξάνδρεια, πράγμα που θα αποτελούσε ύψιστη υπηρεσία στον κοινό αγώνα τών Συμμάχων και ότι η Αγγλική Υπηρεσία θα μας έδινε όσα υλικά μέσα θα ζητούσαμε γι’ αυτή την επιχείρηση. Από τα καράβια αυτά ένα καταδρομικό και μερικά αντιτορπιλικά κ.ά θα παραχωρούνταν αμέσως στον Ελληνικό Στόλο”. Μού έβαλε, όμως, ως όρο, ότι η επιχείρηση αυτή θα ενέκρινε και θα οργάνωνε ο αρχηγός τού Ελληνικού Στόλου, χωρίς να λάβη γνώσει, επ’ ουδενί λόγω, ο Έλληνας υπουργός τών Ναυτικών, ούτε ο πρωθυπουργός, ούτε ο βασιλεύς, οι οποίοι εκείνη την εποχή βρίσκονταν στο Κάιρο. Μου προσέθεσε ότι ο αρχηγός τού Ελληνικού Στόλου θα έπρεπε να ορίση τον αρχηγό τής επιχείρησης, ο οποίος θα αναλάμβανε την εκπαίδευση των αγημάτων εμβολής και ότι, έως την ημέρα τής επιχείρησης, εκτός από τον αρχηγό τού Στόλου, τον αρχιεπιστολέα του και τον αρχηγό τών αγημάτων εμβολής κανένας άλλος δεν θα έπρεπε να έχη ιδέα περί του τι επρόκειτο να γίνη.
Αφού άκουσα με προσοχή όσα μου πρότεινε ο Άγγλος πλωτάρχης Σμιθ, τον ερώτησα αν την πρόταση αυτή την έκανε ο Άγγλος αρχηγός τού Στόλου. Και τούτο γιατί είχα παρατηρήσει ότι, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ο Άγγλος αξιωματικός απέφευγε, με επιμέλεια, να αναφέρη το πρόσωπο του Άγγλου αρχηγού τού Στόλου τής Μεσογείου, αντ’ αυτού δε ανέφερε πάντοτε “η Αγγλική Υπηρεσία” ή “το Αγγλικό Ναυτικό”. Στην ερώτησή μου, ο πλωτάρχης Σμιθ απάντησε ως εξής: “Την πρόταση δεν κάνει ο Άγγλος ναύαρχος, ο οποίος αγνοεί το ζήτημα”. “Ξέρετε”, πρόσθεσε, ‘Καμμιά φορά και η Ιντέλιτζενς αναπτύσσει πρωτοβουλία όταν ύψιστα εθνικά συμφέροντα το επιβάλλουν. Κυρίως, όμως, επ’ ουδενί λόγω πρέπει να λάβη γνώση ο Άγγλος υπουργός στο Κάιρο που αντιπροσωπεύει την αγγλική Κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή. Αν αυτή η επιχείρηση γίνη, πρέπει να γίνη με πλήρη άγνοια των επίσημων αγγλικών αρχών, με συνεννόηση μόνο των επιτελείων τών δύο Στόλων, του Αγγλικού και του Ελληνικού”.
Στο τέλος, του απάντησα ότι θα μεταβίβαζα ολόκληρη τη συνομιλία μας στον Έλληνα αρχηγό Στόλου και πολύ γρήγορα θα του έδινα τη σχετική απάντηση.
Με τον αρχηγό Στόλου είχα μακρά σύσκεψη πάνω στην αγγλική πρόταση, εξετάσαμε λεπτομερώς και με μεγάλη προσοχή όλα τα σημεία, τα “υπέρ” και τα “κατά” και, τελικώς, ο αρχηγός Στόλου απεδέχθη την αγγλική πρόταση. Συμφωνήσαμε, όμως, όπως σε αυτή την επιχείρηση λάβουν μέρος μόνον όσοι το ζητήσουν εθελοντικώς. Εζήτησα από τον αρχηγό Στόλου ν’ αναλάβω την αρχηγία τής επιχείρησης, πράγμα που αμέσως ενέκρινε και άρχισα σύντομα τις σχετικές προετοιμασίες. Απάντησα πρώτα στον Άγγλο πλωτάρχη Σμιθ ότι ο Έλληνας αρχηγός τού Στόλου αποδέχεται, κατ’ αρχήν, την πρόταση και ότι αρχίζει τις προετοιμασίες.
Πράγματι, αμέσως ο αρχηγός τού Στόλου κοινοποίησε μία αυστηρώς απόρρητη διαταγή σε όλα τα πλοία του Στόλου στην οποία έλεγε ότι πρόκειται στο πολύ προσεχές μέλλον ο Ελληνικός Στόλος να εκτελέση μία πολύ επικίνδυνη επιχείρηση και καλούσε, όσους επιθυμούσαν, αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και ναυτοδιόπους αν θέλουν να λάβουν μέρος. Ήταν αφάνταστος ο ενθουσιασμός με τον οποίο δήλωσαν συμμετοχή στην άγνωστη επιχείρηση οι αξιωματικοί, οι υπαξιωματικοί και τα πληρώματά μας. Ένα παράδειγμα μόνο φέρω: Από το υποβρύχιο Τρίτων (κυβερνήτης ο πλωτάρχης Ε. Κοντογιάννης) δήλωσαν συμμετοχή όλοι, από τον κυβερνήτη έως τον τελευταίο ναύτη. Αυτό ήταν το πολεμικό πνεύμα τών πληρωμάτων τού Ελληνικού Στόλου την εποχή εκείνη.
Προσωπικά, είχα αρχίσει να μελετώ την επιχείρηση και έκαμα αρχή από τη μελέτη τών σχεδίων διαρρύθμισης των πλοίων που επρόκειτο να καταλάβουμε. Οι Άγγλοι φαίνονταν πολύ ευχαριστημένοι από την αποδοχή τής πρότασής τους.
Ενώ, όμως, προχωρούσα στη μελέτη τής επιχείρησης και είχα σχεδόν καταρτίσει τους πίνακες του προσωπικού που θα λάμβανε μέρος, καθώς και το πρόγραμμα της προετοιμασίας και της εξάσκησης των αγημάτων εμβολής, η οποία θα γινόταν μακριά από την Αλεξάνδρεια, με κάλεσε πρωί-πρωί μία μέρα ο αρχηγός τού Στόλου στο γραφείο του και μου είπε: “Άκουσε, αρχιεπιστολέα, να σταματήσης κάθε προετοιμασία για εκείνη την επιχείρηση που ξέρεις. Δεν θα γίνη και να ειδοποιήσεις αυτόν τον Άγγλο πλωτάρχη Σμίθ”. “Όπως διατάξετε, κύριε ναύαρχε”, του απάντησα, “Αλλά, παρακαλώ, να μου επιτρέψετε να σας ερωτήσω ποιο είναι το γεγονός που σας έκανε να αλλάξετε αποφάσεις, γιατί θα πρέπει να δώσω κάποια εξήγηση στην Αγγλική Υπηρεσία”.
Τότε, ο αρχηγός τού Στόλου μού είπε ότι δεν μπορούσε να αναλάβη μόνος την ευθύνη μίας τέτοιας επιχείρησης και αναγκάστηκε να το πει στον υπουργό τών Ναυτικών. Ο τελευταίος το είπε στον πρωθυπουργό στο Κάιρο και ο πρωθυπουργός το ανέφερε στον βασιλέα Γεώργιο. Φαίνεται ότι ο βασιλεύς ζήτησε σχετικές πληροφορίες από τον Άγγλο υπουργό τής Μέσης Ανατολής γιατί όταν, αμέσως, πήγα και ανακοίνωσα τα νέα στον πλωτάρχη Σμίθ, μου απάντησε “Ναι, ξέρω, ξέρω…”.
Επίλογος αυτού του επεισοδίου ήταν ένα τσάι που παράθεσε στη ιδιωτική του κατοικία ο αρχηγός τού Στόλου ναύαρχος Καββαδίας, λίγες μέρες αργότερα στον Άγγλο πλωτάρχη Σμιθ, στο οποίο παραβρέθηκα και εγώ. Ο αρχηγός τού Στόλου εξέφρασε τη στενοχώρια του προς τον Άγγλο πλωτάρχη, αλλά του εξήγησε ότι οι ελληνικοί κανονισμοί δεν δίνουν στον αρχηγό τού Στόλου το δικαίωμα για μία πρωτοβουλία σε επιχειρήσεις που είναι δυνατόν να έχουν πολιτικό χαρακτήρα»
* * *
Είναι πράγματι απίστευτα όσα μόλις διάβασε ο αναγνώστης. Τονίζεται ότι παρατίθενται εδώ με κάθε επιφύλαξη ως προς την ακρίβειά τους. Από την άλλη πλευρά, ο Κωνσταντίνος Κοντογιάννης υπήρξε ένα άκρως σοβαρό πρόσωπο στο Ναυτικό, με ιστορία και δράση. Είναι δύσκολο να χαρακτηριστεί ως μυθομανής. Είναι, όμως, ακόμη πιο δύσκολο να δεχθεί κανείς ότι θα τολμούσε να δημοσιεύσει μία φανταστική ιστορία σε ένα περιοδικό ναυτικού ενδιαφέροντος, ευρείας κυκλοφορίας στους ναυτικού κύκλους τής εποχής. Πολλώ μάλλον όταν τα γεγονότα ήταν ακόμη νωπά και οι βετεράνοι τού πολέμου εν ζωή, περιλαμβανομένων τών συμπρωταγωνιστών Σακελλαρίου και Καββαδία (ο πρώτος απεβίωσε το 1982 και ο δεύτερος το 1965).
Ωστόσο, ο γράφων, με κάθε σεβασμό προς τους βετεράνους μας, που πέρασαν όλη τους τη σταδιοδρομία σε δύσκολες εποχές και πολεμικές επιχειρήσεις, θεωρεί αναγκαίο έναν περεταίρω σχολιασμό τών πραγμάτων. Εν πρώτοις, η διεξαγωγή τής επιχείρησης, δηλαδή η σύγχρονη κατάληψη ενός θωρηκτού, τεσσάρων καταδρομικών, αντιτορπιλικών κ.ά., όλα επανδρωμένα, δεν ήταν απλώς δύσκολη υπόθεση, αλλά μοιάζει αυτοκτονική. Τεράστια πλοία, με άγνωστη στους επιτιθέμενους εσωτερική διαρρύθμιση, όσο και αν αυτοί μελετούσαν τα σχετικά σχέδια. Μετά από δύο χρόνια το Ναυτικό αναγκάστηκε να προβεί στην ανακατάληψη ενός μικρού αντιτορπιλικού και δύο κορβετών, των οποίων οι άνδρες τού Αγήματος Εμβολής γνώριζαν και την τελευταία γωνιά. Η επιχείρηση στέφθηκε με επιτυχία, αλλά οι λαμαρίνες τους βάφτηκαν με άφθονο αίμα. Στην προκείμενη περίπτωση θα ήταν ασύγκριτα αιματηρότερη, με άκρως αβέβαιο αποτέλεσμα. Και πώς η προετοιμασία μίας τέτοιας επιχείρησης, η οποία, μεταξύ άλλων, θα απαιτούσε πολυαριθμότατο προσωπικό, σε βαθμό που να προϋποθέτει ακινησία πλοίων, θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητη; Να μην υποπέσει στην αντίληψη όχι μόνο του Σακελλαρίου αλλά και ευρύτερα; Πώς, ο κάθε άλλο παρά επιπόλαιος Καββαδίας δέχθηκε, έστω και «κατ’ αρχήν», τη διεξαγωγή ενός τέτοιου εγχειρήματος; Και τα διπλωματικά «απόνερα»; Και πώς θα αντιδρούσαν οι Ελεύθεροι Γάλλοι στην παραχώρηση γαλλικών πλοίων στους Έλληνες; Αυτά τα ολίγα στα πολλά ακόμη που θα μπορούσαν να προστεθούν, ιδωμένα από την άνεση την οποία παρέχουν οι δεκαετίες ειρήνης που έχουν έκτοτε μεσολαβήσει. Και γιατί, τέλος, οι Φωκάς, Σακελλαρίου και Καββαδίας δεν αναφέρουν τίποτε;
Σε ό,τι αφορά στον Σμιθ, η πρότασή του μοιάζει χαρακτηριστική τής αγγλικής νοοτροπίας: Βάζουμε τον άλλον να κάνει τη βρώμικη δουλειά και αν αποτύχει εμείς δεν ξέρουμε τίποτε. Και από πόσο «ψηλά» ερχόταν η πρόταση, ή μήπως ήταν απλώς δική του ιδέα;
Εν πάση περιπτώσει, το όλο ζήτημα παραμένει στα όρια τού «μύθου», με τους πρωταγωνιστές να έχουν πάρει μαζί τους τα δεδομένα και την πλήρη αλήθεια. Ίσως όταν κάποια στιγμή έλθει η ώρα τυμβωρυχίας στα αρχεία τής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού και άλλων φορέων στο πλαίσιο του ετοιμαζόμενου νέου βιβλίου μου –ίσως λέω– μπορεί κάτι να βρω. Και τότε θα επανέλθω…