Γράφει o Θεόδωρος Μπαζίνης
Όλοι κατανοήσαμε απόλυτα το ότι εκπλήρωση της αποστολής σημαίνει τον δικό μας θάνατο… Όταν έφτασα στη βάση των Kaiten, σκεφτόμουν τον θάνατό μου για δύο ή τρεις ημέρες, αλλά σταδιακά ηρέμησα… Αυτό που με έκανε να το αποφασίσω ήταν η σκέψη πως η Ιαπωνία δεν θα προστατευόταν χωρίς εγώ να μετατραπώ σε σφαίρα. Δεν υπήρχαν άλλοι τρόποι προστασίας των ανθρώπων και της χώρας.
Toshiharu Konada, χειριστής Kaiten, επικεφαλής του 2ου Σμήνους με έδρα τη Βάση στο νησί Hachijo-jima
Οι ανορθόδοξες τακτικές αποτελούσαν πάντα το τελευταίο καταφύγιο του αδύναμου, προκειμένου να αντιμετωπίσει το έλλειμμα ισχύος εναντίον ενός υπέρτερου αντιπάλου, το οποίο προκαλείται από την ποσοτική ή / και την ποιοτική υστέρηση των συμβατικών μέσων. Στην κατάσταση αυτή, ο αδύναμος καταφεύγει σε τακτικές ανταρτοπολέμου (Μάο, Έλληνες και Παρτιζάνοι αντάρτες στο Β ΠΠ, Αφγανοί αντάρτες κατά τη ρωσική εισβολή, Βιετκονγκ) ή επιθέσεις αυτοκτονίας (Παλαιστίνιοι, Ιάπωνες). Σε κάθε περίπτωση η υιοθέτηση των εν λόγω τακτικών απαιτεί μια ιδιαίτερη στρατηγική κουλτούρα, ενώ ειδικά στην περίπτωση των επιθέσεων αυτοκτονίας απαιτεί ένα ιδιαίτερο πολιτισμικό υπόβαθρο και αξιακό σύστημα, στη βάση του οποίου θα στρατολογηθούν όσοι θα στελεχώσουν τις ομάδες αυτοκτονίας. Επιπρόσθετα, προϋποθέτει την ικανότητα συνειδητοποίησης της ασυμμετρίας ισχύος, ιδιαίτερα όταν αυτή προέκυψε κατά την εξέλιξη της πολεμικής αναμέτρησης.
Μετά το 1943, η Ιαπωνία συνειδητοποίησε ότι η πλάστιγγα του πολέμου στον Ειρηνικό είχε γύρει συντριπτικά υπέρ των ΗΠΑ και η τελική έκβαση ήταν μη ανατρέψιμη, με αποτέλεσμα να διακυβεύεται πλέον η ίδια η ύπαρξη της. Η ασυμμετρία ισχύος υπήρξε καθολική, ποσοτική, ποιοτική καθώς τα αμερικανικά όπλα υπερτερούσαν των ιαπωνικών, αδυναμία εξεύρεσης πόρων, αναπλήρωσης των απωλειών τόσο σε υλικό όσο και ανθρώπινο δυναμικό.
Σε μια τέτοια κατάσταση, οι στρατηγικές επιλογές του αδυνάτου είναι περιορισμένου φάσματος: μπορεί είτε να παραδοθεί είτε να δώσει μια μάχη μέχρις εσχάτων ελπίζοντας σε ευνοϊκότερους όρους ή στην καλύτερη περίπτωση σε διακοπή της επίθεσης. Η επιλογή της δεύτερης περίπτωσης, η οποία και εξετάζεται στο παρόν άρθρο, επιδιώκει να παραγάγει στο επιχειρησιακό πεδίο, τέτοια αποτελέσματα που θα αυξήσουν το κόστος στον επιτιθέμενο, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα που θα διακόψει την επιθετική του ορμή. Παράλληλα, η δράση θα είναι τέτοια που θα συνεπάγεται μειωμένο κόστος στον αμυνόμενο. Μια τέτοια επιλογή εν καιρώ πολέμου απαιτεί καινοτομία, ραγδαίο μετασχηματισμό σε επίπεδο δόγματος, τακτικής και χρησιμοποιούμενων μέσων. Η υιοθέτηση του νέου τρόπου διεξαγωγής των επιχειρήσεων απαιτεί προσαρμογή στις περιστάσεις, οι οποίες συνίσταται από το τακτικό περιβάλλον, τις ημέτερες δυνατότητες και αυτές του αντιπάλου, αλλά και τη στρατηγική κουλτούρα.
Το Ιαπωνικό Ναυτικό έχοντας περιέλθει σε δυσχερή κατάσταση στις αρχές του 1944, αποφάσισε να εστιάσει σε επιθέσεις αυτοκτονίας μέσω των οποίων φιλοδοξούσε να αυξήσει το κόστος για τον αντίπαλο. Μια σειρά από μέσα επινοήθηκαν όπως τα αεροσκάφη Καμικάζι, οι ανθρώπινες βόμβες Ohka (piloted bombs), τα σκάφη αυτοκτονίας Shinyo, οι δύτες (ή ανθρώπινες νάρκες) Fukuryu και τέλος τα υποβρύχια τσέπης Kaiten.
Η έρευνα για την ανάπτυξη των υποβρυχίων τσέπης Kaiten, ξεκίνησε το Φεβρουάριο του 1944 και το πρωτότυπο ήταν έτοιμο τον Ιούλιο του ίδιου έτους. Μέσα σε ένα μήνα είχαν κατασκευαστεί 100 περίπου τέτοια οχήματα, γεγονός το οποίο αποδεικνύει τις δυνατότητες της ιαπωνικής βιομηχανίας (ένα έτος πριν το τέλος του πολέμου) να παράγει μαζικά, οπλικά συστήματα αυτού του μεγέθους σε αντίθεση με την αδυναμία της να παράγει μεγαλύτερα μέσα όπως αεροπλανοφόρα, αντιτορπιλικά και καταδρομικά. Αυτό συνηγορεί στην στροφή του ιαπωνικού ναυτικού προς τον ανταρτοπόλεμο καθώς ήταν ίσως η μόνη επιχειρησιακή επιλογή η οποία αφενός μπορούσε να στηρίξει τη στρατηγική της μη παράδοσης και αφετέρου να υποστηριχθεί από τους πόρους και τις δυνατότητες της χώρας.
Το Kaiten στηριζόταν στο σχεδιασμό της τορπίλης Mk93 του ιαπωνικού ναυτικού με την προσθήκη ενός θαλάμου για το χειριστή και φυσικά οργάνων για το χειρισμό του σκάφους. Κατά τη διαδικασία της έρευνας και ανάπτυξης, δημιουργήθηκαν αρκετές παραλλαγές, ωστόσο μόνο το Type 1 επικράτησε και χρησιμοποιήθηκε επιχειρησιακά. Η ιαπωνική βιομηχανία παρήγαγε περίπου 300 τέτοια σκάφη εκ των οποίων τα 100 περίπου στάλθηκαν σε αποστολές αυτοκτονίας.
Επιχειρησιακά χαρακτηριστικά του Type 1
Το σκάφος είχε ένα χειριστή, είχε βάρος 8,3tn, μήκος 14,75μ, διάμετρο 1μ και βάρος κεφαλής μάχης 1550kg, γεγονός που τριπλασίαζε την καταστροφικότητα σε σχέση με την τορπίλη η οποία είχε κεφαλή μάχης περίπου 480kg. Το σκάφος είχε ακτίνα δράσης της τάξης των 40νμ, cruising speed 12kts και μέγιστη ταχύτητα 30kts. Το μέγιστο επιχειρησιακό του βάθος ήταν 80μ. Το σκάφος αντιμετώπιζε πολλά προβλήματα, τα οποία συνίσταντο κυρίως στις διαρροές στο θάλαμο του χειριστή και τις εκρήξεις λόγω εισροής ύδατος στο θάλαμο κινητήρων της τορπίλης. Η διαρροές αυτές γίνονταν μεγαλύτερες κατά τη μεταφορά από υποβρύχια.
Στο τακτικό επίπεδο, η καινοτομία του σκάφους συνίστατο ότι σε αντίθεση με την τορπίλη 93, η οποία βάλλονταν από σκάφη επιφανείας, το Kaiten μπορούσε να μεταφερθεί στο πεδίο μάχης από αντιτορπιλικά ή υποβρύχια και να αφεθεί σε απόσταση από το στόχο επιτυγχάνοντας αιφνιδιασμό. Επιπλέον, η ύπαρξη χειριστή φιλοδοξούσε να αυξήσει την αποτελεσματικότητα αναφορικά με την κατεύθυνση προς το στόχο. Ωστόσο, παρά το θεωρητικό τους πλεονέκτημα, το Kaiten δεν επέφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα στο τακτικό πεδίο, ενώ παράλληλα αύξησε κατακόρυφα την τρωτότητα των ιαπωνικών υποβρυχίων που το μετέφεραν καθώς τα τελευταία δεν μπορούσαν να καταδυθούν σε μεγάλο βάθος κατά τη μεταφορά στο πεδίο μάχης.
Κατά την τελευταία φάση του πολέμου, το ιαπωνικό ναυτικό προετοίμαζε το Kaiten Type 10, το οποίο θα βάλλονταν από την ξηρά σε ρόλο παράκτιας άμυνας, απόδειξη της αποδοχής της οριστικής ήττας στο θαλάσσιο πεδίο, της έλλειψης πλατφορμών μεταφοράς και της θαλάσσιας κυριαρχίας του αμερικανικού ναυτικού.
Αποτελέσματα δράσης
Σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, τα υποβρύχια Kaiten κατάφεραν να βυθίσουν μόλις δύο πλοία USS Mississinewa, το αποβατικό USS LCI-600 και να προκαλέσουν ζημιές σε ένα αριθμό άλλων, με συνολικές απώλειες 187 ανδρών, χωρίς ωστόσο να επιφέρουν καμία επίπτωση στην εξέλιξη των επιχειρήσεων του αμερικανικού ναυτικού. Σε αντίθεση 120 περίπου Ιάπωνες χειριστές έχασαν τη ζωή τους (συμπεριλαμβανομένων 15 κατά τις δοκιμές), ενώ επίσης βυθίστηκαν 8 υποβρύχια μεταφοράς Kaiten, προκαλώντας το θάνατο 850 ανδρών. Οι λόγοι της αποτυχίας οφείλονται:
α. Στην επιτυχημένη ανθυποβρυχιακή δράση του αμερικανικού ναυτικού.
β. Στον έγκαιρο εντοπισμό των ιαπωνικών υποβρυχίων, γεγονός που οφειλόταν και στο μικρό βάθος που αυτά έπλεαν ενώ μετέφεραν τα Kaiten.
γ. Στην τρωτότητα των μικροσκοπικών υποβρυχίων Kaiten έναντι των ανθυποβρυχιακών αντιμέτρων του αμερικανικού ναυτικού (βόμβες βάθους).
δ. Στο μικρό διάστημα εκπαίδευσης προσωπικού και ανάπτυξης του όπλου και των ανάλογων τακτικών.
Το Kaiten, αποτέλεσε προϊόν καινοτομίας και τεχνολογίας και μέρος της στρατηγικής της μη παράδοσης, εντούτοις δεν μπόρεσε να επιφέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα επί του πεδίου, γεγονός που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μεταφορά ανορθόδοξων και καινοτόμων μεθόδων στο επιχειρησιακό και τακτικό πεδίο δεν αποτελεί μια a priori εγγύηση επιτυχίας. Καταρχήν, υπάρχει ένα κατώφλι ελλείμματος ισχύος το οποίο μπορεί να καλυφθεί από αυτές της μεθόδου. Η χαώδης ασυμμετρία συμβατικής ισχύος, ποσοτικής υπεροχής και δυνατότητας αναπλήρωσης απωλειών και αναλώσεων δεν γίνεται να καλυφθεί με ποιοτική υπεροχή ή ανορθόδοξες μεθόδους.
Μια δεύτερη παρατήρηση αφορά το γεγονός ότι τα προϊόντα καινοτομίας για να είναι αποτελεσματικά θα πρέπει να έχουν υποστεί μακροχρόνια σχεδίαση και επιχειρησιακό πειραματισμό, να είναι κατάλληλα προσαρμοσμένα στις απαιτήσεις, προκειμένου να ξεπερνούν τα αμυντικά συστήματα, και τέλος να συνάδουν με τη στρατηγική κουλτούρα και το διακριτό πολιτιστικό υπόβαθρο του φέροντος συλλογικού εμπόλεμου υποκείμενου, εφόσον αυτά υπάρχουν και εφόσον έχουν καλλιεργηθεί.
Αν η ιαπωνική μεθόδευση κατασκευής οχημάτων αυτοκτονίας εξεταστεί με προσέγγιση ανασκόπησης, είναι εύκολο να ανιχνευθούν αναλογίες και ομοιότητες με τη σημερινή χρήση των μη επανδρωμένων συστημάτων, με πασίδηλη φυσικά τη διαφορά της μη ύπαρξης χειριστών. Το γεγονός της μη ύπαρξης χειριστών συνεπάγεται την ακόμα μεγαλύτερη μείωση του κόστους για τον αμυνόμενο. Η περιπτωσιολογική μελέτη του Ρωσοουκρανικού πολέμου, στο θαλάσσιο πεδίο, καταδεικνύει την επιτυχή χρήση των συγκεκριμένων τεχνολογιών, καθώς και το ρόλο της καινοτομίας ως καταλύτη (enabler) της εξέλιξης των πολεμικών επιχειρήσεων.
Ωστόσο, μια τέτοια προσέγγιση δεν θα πρέπει να μας παρασύρει σε ντετερμινιστικές αντιλήψεις και νομοτελειακούς ιδεασμούς αναφορικά με την αποτελεσματικότητα αυτών των μεθόδων. Όπως αποδείχτηκε στην περίπτωση του ιαπωνικού ναυτικού κατά το ΒΠΠ, υπάρχει αφενός ένα όριο πέραν του οποίου το έλλειμμα συμβατικής ισχύος δεν είναι δυνατό να καλυφθεί και αφετέρου η καινοτομία σε επίπεδο δόγματος και τακτικών εκ μέρους των συμβατικών μέσων είναι δυνατό να υπερκαλύψει τους κινδύνους των ανορθόδοξων μεθόδων.
Ο προσεκτικός σχεδιασμός, η ισορροπία μέσων (balance of the fleet) και μεθόδων θα παραμένουν πάντα ο δρόμος προς την επιτυχία…