Κείμενο – Έρευνα: Γεώργιος Χαλκιαδόπουλος (αναδημοσίευση από τον ιστότοπο Greeks in Foreign Arms )
Η Elsie Despina Papajohn ήταν Ελληνο/Αμερικανίδα πρώτης γενιάς και γεννήθηκε στο Brooklyn της Νέας Υόρκης στις 12 Οκτωβρίου 1918. Ο πατέρας της Μιχαήλ Παπαϊωάννου (Michael “Mike” Papajohn) είχε γεννηθεί στην Καρδίτσα στις 15 Σεπτεμβρίου 1882, όμως αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στην Λάρισα όπου διέμεινε μόνιμα έως την ενηλικίωσή του. Ο Μιχάλης σε ηλικία 32 ετών νυμφεύθηκε την Στέλλα Τσιντώτα (Stella Tsedotas) και σύντομα το νιόπαντρο ζευγάρι αποφάσισε να μεταναστεύσει στην Αμερική αναζητώντας μία καλύτερη ζωή. Έτσι λοιπόν στις 15 Μαρτίου 1914 αναχώρησαν από το λιμάνι του Πειραιά με το επιβατηγό πλοίο S/S Laconia με προορισμό τις ΗΠΑ. Ύστερα από ένα κουραστικό ταξίδι 18 ημερών το καράβι έφτασε στην Νέα Υόρκη στις 2 Απριλίου 1914. Το ζεύγος των νεοφερμένων μεταναστών εγκαταστάθηκε στο New Jersey και στα χρόνια που ακολούθησαν ο Μιχάλης εργάστηκε σε ένα εργοστάσιο παπουτσιών, όμως αργότερα κατάφερε να ανοίξει το δικό του εστιατόριο. Στο πέρασμα των χρόνων ο Μιχάλης και η Στέλλα απέκτησαν συνολικά τρία παιδιά τα οποία κατά σειρά γέννησης ήταν: η Όλγα (1915), ο Κλεόμβροτος (Walter) ο οποίος γεννήθηκε στις 29 Ιανουαρίου 1916 και η Ευρυδίκη-Δέσποινα (Elsie) η οποία γεννήθηκε το 1918.
Όταν ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές της η νεαρή Elsie άρχισε να εργάζεται σε μία διαφημιστική εταιρεία όπου δημιουργούσε καλλιτεχνικές αφίσες και επιγραφές. Το ξέσπασμα του Β’ ΠΠ στην Ευρώπη και η Ιταλική επίθεση στην Ελλάδα, στις 28 Οκτωβρίου 1940, ανησύχησε σφόδρα τους Έλληνες της Αμερικής, οι οποίοι αγωνιούσαν για την τύχη των συγγενών τους πίσω στην πατρίδα. Τα νέα για την ηρωική αντίσταση και τις πρώτες νίκες του στρατού μας εναντίον των Ιταλών, δεν άργησαν να κάνουν τον γύρω του κόσμου, σκορπώντας ρίγη υπερηφάνειας στους Έλληνες της διασποράς. Σύντομα όμως πολλές ήταν και οι οικογένειες που άρχισαν να μαθαίνουν τις δυσάρεστες ειδήσεις για την απώλεια στο μέτωπο κάποιου δικού τους ανθρώπου ή άλλου αγαπημένου προσώπου. Κατά την διάρκεια της Γερμανικής επίθεσης εναντίον της Ελλάδος τον Απρίλιο του 1941, η οικογένεια Papajohn πληροφορήθηκε τον θάνατο ενός ξαδέλφου της Elsie, ο οποίος υπηρετούσε στην (τότε) Ελληνική Βασιλική Αεροπορία. Είχαν προηγηθεί και κάποιες άλλες απώλειες συγγενών από το σόι του πατέρα της και της μητέρας της. Μετά την ολοκληρωτική κατάληψη της Ελλάδος από τις δυνάμεις του Άξονα η οικογένεια έχασε σχεδόν κάθε επαφή με τους συγγενείς της. Το μόνο που γνώριζαν ήταν ότι δύο ακόμη ξαδέλφια της Elsie, που υπηρετούσαν επίσης στην Ελληνική Αεροπορία (ΕΒΑ), είχαν καταφέρει να διαφύγουν στην Μέση Ανατολή. Η Ιαπωνική επίθεση που ακολούθησε στο Pearl Harbor στις 7/12/1941 διέκοψε την ειρηνική καθημερινότητα των Αμερικανών και η είσοδος των ΗΠΑ στον Β΄ ΠΠ ήταν πια γεγονός. Ο αδελφός της Elsie, ο Κλεόμβροτος, που είχε αλλάξει το όνομά του σε Walter (για ευνόητους λόγους προφοράς), κατατάχθηκε στον Αμερικανικό Στρατό.
Τους πρώτους μήνες του 1942 η νεαρή Ελληνίδα ενθουσιασμένη από το γενικό πολεμικό κλίμα της επιστρατεύσεως, με την αθρόα προσέλευση των Αμερικανών στα στρατολογικά γραφεία, αλλά και στα εργοστάσια παραγωγής πολεμικού υλικού, αποφάσισε να στείλει μία επιστολή στον ίδιο τον Αμερικανό Πρόεδρο Franklin D Roosevelt και να του ζητήσει να της επιτρέψει να βαφτίσει ένα πολεμικό πλοίο! Μέχρι τότε αυτοί που επιλέγονταν για κάτι τέτοιο ήταν συνήθως άνθρωποι επώνυμοι, από τον πολιτικό ή καλλιτεχνικό χώρο, ή άνθρωποι με υψηλή κοινωνική θέση και μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Η Elsie το γνώριζε καλά αυτό και όσες φορές ξεκίνησε να γράψει το γράμμα πάντοτε σταματούσε, καθώς φοβόταν πως ο Αμερικανός Πρόεδρος θα νόμιζε πως επρόκειτο για μία ανόητη νεαρή κοπέλα, που απλώς επιζητούσε την δημοσιότητα.
Τελικά αποφάσισε να παραμερίσει τις επιφυλάξεις της, ένα πρωινό του Ιουνίου, που βρισκόταν σε κακή ψυχολογική κατάσταση, αγωνιώντας για την τύχη των συγγενών της στη Ελλάδα, από τους οποίους δεν είχε νέα και δεν ήξερε αν ζουν ή αν πέθαναν. Έτσι λοιπόν τον Ιούνιο του 1942 έστειλε μία ιδιόχειρη επιστολή στον Πρόεδρο Ρούζβελτ στην οποία του μιλούσε για την καταγωγή της, τον ηρωικό αγώνα των Ελλήνων, την αγωνία της για τα ξαδέλφια της και τους λοιπούς συγγενείς, και το πόσο υπερήφανη ήταν για τον αδελφό της, ο οποίος εκπαιδεύονταν στην Σχολή Αξιωματικών του Αμερικανικού Στρατού. Φθάνοντας στο δια ταύτα ανέφερε:
«…τώρα κύριε Πρόεδρε όσον αφορά τον λόγο που σας έστειλα αυτή την επιστολή θα ήθελα να σας ρωτήσω το εξής. Πρέπει απαραίτητα ένα άτομο να είναι επώνυμο για να βαφτίσει ένα πολεμικό πλοίο; Σας ρωτώ διότι πάντα είχα αυτή τη φιλοδοξία, ακόμη και πριν από τον πόλεμο, αλλά περισσότερο τώρα, που ξέρω ότι τα πλοία μας βγαίνουν στις θάλασσες για να καταστρέψουν τους εχθρούς μας. Παρακολούθησα διάσημα πρόσωπα να τα βαφτίζουν και κάθε φορά που έβλεπα μια τελετή καθέλκυσης, ευχόμουν με όλη μου την καρδιά να ήμουν εγώ αυτή που θα έκανα το βάπτισμα. Όχι μόνο επειδή θα ήταν μια μεγάλη τιμή, που δεν θα ξεχάσω ποτέ, αλλά επειδή πιστεύω ότι οι ευχές που έχω στην καρδιά μου, θα το ευλογήσουν και θα το βοηθήσουν να καταστρέψει αυτούς (σ.σ. εννοεί τους Γερμανούς), που έφεραν θάνατο, πείνα και καταστροφή, στον λαό των γονιών μου. Έτσι λοιπόν κάθε φορά που βλέπω να κατασκευάζεται ένα νέο πλοίο ή αεροπλάνο, νιώθω ευτυχισμένη και λέω στον εαυτό μου ότι αυτό είναι ένα ακόμη όπλο, που θα χρησιμοποιήσουν οι στρατιώτες μας και οι σύμμαχοί μας στον πόλεμο, προκειμένου να επιφέρουν την τελική νίκη και την ειρήνη στον κόσμο».
Προς μεγάλη της έκπληξη η Elsie έλαβε ύστερα από λίγες ημέρες μία επιστολή που την πληροφορούσε πως το αίτημά της είχε γίνει δεκτό. Ο Πρόεδρος Ρούζβελτ συγκινημένος από τον ενθουσιώδη λόγο της και τον πατριωτισμό της, έδωσε εντολή στον Γενικό Γραμματέα του Λευκού Οίκου να προβεί στις απαραίτητες ενέργειες που θα οδηγούσαν στην εκπλήρωση της επιθυμίας της νεαρής Ελληνίδας. Αυτός με την σειρά του απευθύνθηκε στο Αρχηγείο της Τρίτης Ναυτικής Διοικήσεως στην Νέα Υόρκη και ανέθεσε στον Πλοίαρχο John M Irish την ικανοποίηση του αιτήματός της και την ανάθεση του πλοίου που θα καθέλκυε. Ακολούθησαν μια σειρά από πρόβες και οδηγίες ώστε η νεαρή Έλση να μπορέσει να ανταποκριθεί επάξια στις απαιτήσεις του πρωτοκόλλου και στις εθιμοτυπικές διαδικασίες της βάπτισης του πλοίου.
Έτσι λοιπόν το Σάββατο 8 Αυγούστου 1942 η 24άχρονη Elsie μαζί με την αδελφή της Olga και την μητέρα τους Stella, αφίχθησαν στα ναυπηγεία του Greenport, στο Long Island. Το πλοίο που της είχε ανατεθεί ήταν το ναρκαλιευτικό USS YMS-185. Επρόκειτο για ένα ξύλινο σκάφος μήκους 136 ποδών (σ.σ. 41 μέτρα) με εκτόπισμα 270 τόνων.
Πλήθος κόσμου με παρουσία εκπροσώπων της στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας παρέστησαν στην εκδήλωση. Ντυμένες στα χρώματα του Ναυτικού, οι τρεις κυρίες με τα σκούρα μπλε φορέματα, τα οποία είχαν ράψει ειδικά για την περίσταση, πήραν την θέση τους στην εξέδρα. Εν τω μεταξύ το γεγονός της καθέλκυσης είχε πάρει μεγάλη δημοσιότητα στον τύπο της εποχής με αποτέλεσμα τα δημοσιεύματα για την νεαρή Ελληνίδα να έχουν πλημυρίσει τις Αμερικανικές εφημερίδες. Δεκάδες δημοσιογράφοι αποζητούσαν εναγωνίως μια δήλωση της «κοινής θνητής» που για πρώτη φορά θα βάφτιζε ένα πλοίο. Πριν από την έναρξη, η Elsie έκανε μια μικρή ομιλία καλής θέλησης απευθυνόμενη προς όλους τους λαούς, «ακόμη και στους λαούς των εχθρικών μας εθνών, των οποίων οι ηγέτες ενώ υποτίθεται πως πρέπει να προασπίζουν την ελευθερία, αυτοί έχουν οδηγήσει τον κόσμο στον θάνατο και την καταστροφή, μέσω του μίσους και της απληστίας». Κατόπιν προέτρεψε όλους να συνεχίσουν την υποστήριξη προς το πρόσωπο τού Προέδρου Ρούζβελτ και να πιστεύουν «πάνω απ’ όλα στη Σημαία μας, στους μαχόμενους στρατιώτες μας και στη Δημοκρατική μας χώρα».
Όταν η Elsie πήρε στα χέρια της το μπουκάλι με την σαμπάνια προκειμένου να το σπάσει στην πλώρη του πολεμικού δήλωσε συγκινημένη: «Είμαι Αμερικανίδα Ελληνικής καταγωγής και υπερήφανη για την πολιτιστική μου κληρονομιά. Νοιώθω επίσης υπερήφανη για τους συγγενείς της μητέρας και τού πατέρα μου, οι οποίοι πέθαναν στην Ελλάδα, και τους οποίους δεν θα γνωρίσω ποτέ». Ήταν τόσο συγκινημένη επειδή η επιθυμία της έγινε πραγματικότητα και η καρδιά της ήταν τόσο γεμάτη με υπερηφάνεια, που από τα μάτια της άρχισαν να τρέχουν δάκρυα, καθώς έσπασε το μπουκάλι σαμπάνιας πάνω από την πλώρη του πλοίου, την ίδια στιγμή που η μπάντα του US Navy παιάνιζε τον Αμερικανικό Εθνικό Ύμνο “The Star Sprangled Banner”. Βρεγμένο με σαμπάνια και δάκρυα, το νεότευκτο ναρκαλιευτικό YMS-185 γλίστρησε στη ράμπα του ναυπηγείου της Greenport Basin & Construction Company ξεκινώντας μέσα σε επευφημίες, το ταξίδι του στις επικίνδυνες θάλασσες του Β’ ΠΠ.
Στη συνέχεια, μετά την καθέλκυση, η Elsie άνοιξε ένα κουτί και έβγαλε από μέσα ένα δώρο. Επρόκειτο για έναν ορειχάλκινο Σταυρό με τον Εσταυρωμένο Χριστό, τον οποίο παρέδωσε σε έναν από τους ναύτες του τιμητικού αγήματος, ως φυλαχτό για το πλήρωμα του πλοίου. Στην σύντομη ομιλία της ανέφερε: «Ο θεός μαζί σας και καλή επιστροφή στην πατρίδα. Το αφιερώνω σε εσάς, τον Κυβερνήτη σας και σε όλα τα μέλη τού πληρώματος. Εύχομαι ο Θεός να σας ευλογεί. Είθε να είστε πάντοτε προστατευμένοι έτσι ώστε να επιστρέψετε όλοι ασφαλείς και νικητές, στα σπίτια σας, στις οικογένειές σας, και στους αγαπημένους σας φίλους». Ο Joe Medwick δημοσιογράφος του πρακτορείου ειδήσεων Associated Press στην ανταπόκρισή του ανέφερε: «Λοιπόν, κυρίες και κύριοι, αυτή είναι η Elsie Papajohn, μια κόρη της Δημοκρατίας, η οποία προέρχεται από το μεγάλο εθνολογικό χωνευτήρι της Αμερικής. Όλοι πρέπει να χαίρονται που πραγματοποιήθηκε η επιθυμία της. Το πνεύμα της Elsie είναι αυτό που βοηθά να καθελκυστούν χιλιάδες πλοία «προκειμένου να βοηθήσουν τον δημοκρατικό τρόπο ζωής μας, να ζήσει για πάντα» όπως το θέτει η ίδια. Το YMS-185, τολμούμε να πούμε, ότι θα έχει μια ευλογημένη και τυχερή θητεία στο πεδίο της μάχης, με πολλές πολεμικές διακρίσεις. Είμαι σίγουρος πως δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά».
Πράγματι αυτή η πρόβλεψη και ευχή του Αμερικανού δημοσιογράφου έμελλε να πραγματοποιηθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος της με τον καλύτερο τρόπο. Το USS YMS-185 παραχωρήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο στο πλαίσιο της Αμερικανικής βοήθειας προς τη σύμμαχο Αγγλία και επανακατηγοριοποιήθηκε ως HM BYMS-2185. Λίγους μήνες αργότερα το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό παραχώρησε στην Ελλάδα το συγκεκριμένο πλοίο, το οποίο παρελήφθη στο Grimsby της Αγγλίας όπου έλαβε χώρα και η ύψωση της Ελληνικής σημαίας στις 9 Ιουνίου 1943. Το σκάφος εντάχθηκε σε Μοίρα ναρκαλιευτικών με έδρα την Αλεξάνδρεια, όπου κατέπλευσε την 1η Σεπτεμβρίου 1943, προκειμένου να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην ασφαλή ναυσιπλοΐα των Συμμαχικών νηοπομπών της Μεσογείου.
Έτσι λοιπόν το USS YMS-185 από τα κοριτσίστικα χέρια της νεαρής Elsie, πέρασε τελικά στα άξια και ικανά χέρια των ανδρών του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού και μετονομάστηκε σε Αφρόεσσα Μ-209. Εκτός από τις επιχειρήσεις τού Β΄ ΠΠ στην Μεσόγειο, συμμετείχε και στις εκκαθαρίσεις των ναρκοπεδίων των Ελληνικών θαλασσών, αλλά και στις επιχειρήσεις του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου. Στις 28 Απριλίου 1947 μαζί με το Ναρκαλιευτικό “ΚΑΡΤΕΡΙΑ” και την Ακτοφυλακίδα “ΠΟΡΤΑΡΙΑ” υποστήριξε απόβαση της 3ης Ορεινής Ταξιαρχίας στις εκβολές του Πηνειού και στις 6 Οκτωβρίου 1948 υποστήριξε παρόμοια επιχείρηση στην Ασπροβάλτα και το Σταυρό. Το πλοίο παρέμεινε εν ενεργεία για τρεις περίπου δεκαετίες, προσφέροντας όλο αυτό το διάστημα πολύτιμες υπηρεσίες, στην εκπαίδευση και στην ναρκαλιεία.
Για τα περισσότερα όμως πλοία – και ειδικά τα πολεμικά – ο χρόνος είναι αμείλικτος και κάποτε έρχεται η ώρα της απόσυρσης. Όσα δεν χάνονται στην μάχη ή σε κάποιο ναυάγιο, συνήθως καταλήγουν στο διαλυτήριο όταν ξεπερνιούνται τεχνολογικά. Στη καλύτερη περίπτωση γίνονται πλωτά μουσεία όταν συντρέχουν ιστορικοί λόγοι. Το «Αφρόεσσα» παροπλίστηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1973 και πέρασε στην λήθη της ιστορίας, μένοντας μόνο ως ανάμνηση, στο μυαλό και την καρδιά των ανδρών που το επάνδρωσαν. Στα 30 χρόνια της χρήσης του από το Πολεμικό Ναυτικό, όσοι υπηρέτησαν σε αυτό, μάλλον δεν έμαθαν ποτέ πως μια νεαρή Ελληνίδα στις ΗΠΑ, ήταν η «νονά» που βάφτισε το πλοίο τους, εκείνο το Αυγουστιάτικο πρωινό του 1942. Όσο για την Elsie Papajohn, ίσως και αυτή να μην έμαθε ποτέ λεπτομέρειες για την δράση τού μικρού πλοίου που καθέλκυσε, και τις πολύτιμες υπηρεσίες που προσέφερε, υπό Ελληνική σημαία…