Κείμενο: Άρης Καθρέπτας
Η εισαγωγή και ανάπτυξη του αεροπορικού όπλου στην Ελλάδα
Η εισαγωγή του αεροπορικού όπλου στην Ελλάδα συνδέεται με μια νέα ανανεωτική προσπάθεια εκσυγχρονισμού του κράτους μετά το 1900 που θα οδηγήσει και στους νικηφόρους αγώνες των Βαλκανικών Πολέμων. Οι αεροπορικές δυνάμεις της Ελλάδος (Στρατιωτική και Ναυτική Αεροπορία) θα συνεχίζουν να αναπτύσσονται κατά την διάρκεια των πολεμικών προσπαθειών μέχρι και την Μικρασιατική Εκστρατεία.
Ο εκσυγχρονισμός αυτός στις Ένοπλες Δυνάμεις μεταφέρεται από τις ξένες στρατιωτικές αποστολές που καλούνται στην Ελλάδα προκειμένου να εκσυγχρονίσουν τον Στρατό και το Ναυτικό. Για το Ναυτικό ιδιαίτερα πρέπει να αναφερθεί η γαλλική αποστολή υπό τον υποναύαρχο Lejeune (Λεζέν), η οποία εκσυγχρόνισε το Ναυτικό σε όλους τους τομείς.
Η δημιουργία της Αεροπορικής Υπηρεσίας Στρατού
Από την πρώτη εμφάνιση του αεροπλάνου, αμέσως όλα τα κράτη αποφάσισαν να το εντάξουν στις ένοπλες δυνάμεις τους. Η Γαλλία ήταν το πρώτο κράτος που ίδρυσε Αεροπορική Υπηρεσία ακολούθησαν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις.
Η Ελλάδα γρήγορα εντάχθηκε στο σύνολο των κρατών που ανέπτυξαν το αεροπορικό όπλο. Η Ελληνική Κυβέρνηση είχε μεριμνήσει για την δημιουργία έργων υποδομής και ανέθεσε σε Γάλλους ειδικούς να εξετάσουν την δυνατότητα δημιουργίας Αεροπορικής Υπηρεσίας μέσα στη γενικότερη διάθεση εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων.
Στα μέσα του 1911 μετά από σχετική πρόσκληση τρεις αξιωματικοί του Στρατού κρίθηκαν κατάλληλοι και αναχώρησαν για τη Γαλλία για εκπαίδευση ως πιλότοι. Αυτοί ήταν οι Καμπέρος Δημήτριος υπολοχαγός πυροβολικού, Μουτούσης Μιχαήλ υπολοχαγός μηχανικού και ο Αδαμίδης Χρήστος ανθυπίλαρχος.
Η πρώτη επίσημη εμφάνιση της Στρατιωτικής Αεροπορίας στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκε την άνοιξη του 1912 στα πλαίσια των μεγάλων γυμνασίων του Ελληνικού Στρατού που διεξάγονταν στην Αττική υπό την επίβλεψη του αρχηγού της γαλλικής στρατιωτικής αποστολής. Ξεχώρισε για τις εκπληκτικές του ικανότητες ο Δημήτριος Καμπέρος, ο οποίος από τον όρμο του Παλαιού Φαλήρου πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμαστική πτήση την 13η Μαΐου 1912 μπροστά σε πλήθος θεατών. Αυτή ήταν η πρώτη πτήση στρατιωτικού αεροπλάνου στην Ελλάδα.
Οι επιτυχίες για τα κατορθώματα του Καμπέρου απέσπασαν τα θερμά συγχαρητήρια του πρωθυπουργού Βενιζέλου, υπουργών καθώς και Γάλλων αξιωματικών, ενώ απασχόλησε ευρύτατα και τον τύπο. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Βενιζέλος ονόμασε τα πρώτα τρία στρατιωτικά αεροσκάφη «Δαίδαλος», «Γύψ» και «Ιέραξ».
Μετά την εμφάνιση του πρώτου πολεμικού αεροσκάφους κυριάρχησε η άποψη ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί ένας τύπος υδροπλάνου που θα στελέχωνε την Αεροπορία Ναυτικής Συνεργασίας. Μετά από επιμονή του υπολοχαγού Δ. Καμπέρου ανατέθηκε σε αυτόν η μετασκευή του αεροσκάφους σε υδροπλάνο. Έτσι ο «Δαίδαλος» με την προσθήκη δύο πλωτήρων μετετράπη σε υδροπλάνο και ρίχτηκε στον Φαληρικό όρμο για δοκιμές.
Την 22α Ιουνίου 1912 ο «Δαίδαλος» ως υδροπλάνο, πραγματοποίησε την πρώτη δοκιμαστική του πτήση υπό τα βλέμματα του πρωθυπουργού, του υπουργού Ναυτικών και του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Η πρώτη δοκιμαστική πτήση ήταν επιτυχημένη και ακολούθησαν πολλές ακόμη.
Σημαντική στιγμή ήταν όταν ο υπολοχαγός Δ. Καμπέρος πραγματοποίησε πτήση από το Φάληρο στην Ύδρα. Λίγο πριν αποθαλασσωθεί ο «Δαίδαλος» είχε αποπλεύσει από το Φάληρο το αντιτορπιλικό «Νίκη», προκειμένου να παρακολουθήσει την πτήση του υδροπλάνου και να προσφέρει βοήθεια στον χειριστή σε περίπτωση που παρουσιαζόταν ανάγκη.
Παράλληλα η ελληνική Κυβέρνηση άρχισε να προγραμματίζει την αγορά υδροπλάνων και να εξετάζει την αποστολή αξιωματικών του Πολεμικού Ναυτικού στο εξωτερικό για την απόκτηση πτυχίου αεροπόρου. ‘Έτσι το σχέδιο για την ίδρυση της Ναυτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας (Ν.Α.Υ.) τέθηκε σε εφαρμογή.
Την 11η Νοεμβρίου του 1912 στη θαλάσσια περιοχή του Φαλήρου παρουσιάστηκε το πρώτο υδροπλάνο που αγοράστηκε για το ναυτικό. Ονομάστηκε «Ναυτίλος» και ανάδοχος του ήταν ο υπουργός ναυτικών Νικόλαος Στράτος. Το Ναυτίλος είχε κατασκευαστεί από τη Γαλλική εταιρεία ASTRA ήταν διπλανό με πλωτήρες με κινητήρα Renault 100 ίππων. Όπως δημοσιεύτηκε στον τύπο της εποχής το «Ναυτίλος» ήταν εφοδιασμένο με συσκευή ρίψεις βομβών.1«Από τα πελάγη …στους αιθέρες» Αντιναύαρχος (ε.α) Ι. Παλούμπης Π.Ν
Η ανάπτυξη της στρατιωτικής και ναυτικής αεροπορίας δεν ολοκληρώθηκε γιατί ξέσπασαν οι Βαλκανικοί Πόλεμοι, εν τούτοις και οι δύο αεροπορίες θα ανδρωθούν μέσα από την συμμετοχή τους στις επερχόμενες πολεμικές αναμετρήσεις του Έθνους.
Η πρώτη αεροπορική αποστολή Ναυτικής Συνεργασίας21908-1944, Συνοπτική Ιστορία της Πολεμικής Αεροπορίας, Μουσείο Ιστορίας Πολεμικής Αεροπορίας (Μ.ΙΣ.ΠΑ.), Αθήνα 2000. Μπελδέκος Γ., Τάγματα αριστείας και Στρατιωτικά Μετάλλια της Ελλάδος, Πολεμικό Μουσείο, 1991, Αεροσκάφη της Ελληνικής Αεροπορίας, 1912-1980, Διεύθυνση Δημοσίων Σχέσεων και Ενημέρωσης Γ.Ε.Α., Μπαμπούρης Επ., Το Ναυτικόν μας κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους 1912-1913, Ιστορική μελέτη γραφείσα επί τη βάσει ημερολογίων και εκθέσεων των Ελληνικών και Τουρκικών Αρχείων, Αθήνα 1939.
Στις 21 Ιανουαρίου 1913 ένα άλλο υδροπλάνο τύπου Maurice Farman Hydroplane με χειριστή τον υπολοχαγό Μ. Μουτούση και παρατηρητή τον Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη πραγματοποίησε επιτυχή δοκιμαστική πτήση μέχρι την Τένεδο. Έπειτα από αυτό ο αρχηγός Παύλος Κουντουριώτης αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το υδροπλάνο για να κατοπτεύσει τις ναυτικές δυνάμεις των Οθωμανών στα Δαρδανέλια .
Η αποστολή αεροπορικής αναγνώρισης για λογαριασμό του Ναυτικού πραγματοποιήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 1913. Καταρτίστηκε σχεδιάγραμμα της διάταξης του εχθρικού στόλου, εναντίον του οποίου ρίχτηκαν τέσσερις χειροβόμβες που προξένησαν ελαφρές ζημιές. Η αποστολή αυτή χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη διεθνώς ναυτικής συνεργασίας, ενώ ο ελληνικός και διεθνής τύπος εξήραν το γεγονός. Το γεγονός σχολιάστηκε και από τον οθωμανικό τύπο, πράγμα που δείχνει την εντύπωση που προκάλεσε το επίτευγμα των Ελλήνων αεροπόρων.
Η ίδρυση του Ναυτικού Αεροπορικού Σώματος (Ν.Α.Σ.)και η δράση του στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.31908-1944, Συνοπτική Ιστορία της Πολεμικής Αεροπορίας, Μουσείο Ιστορίας Πολεμικής Αεροπορίας (Μ.ΙΣ.ΠΑ.), Αθήνα 2000. Ιστορία της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, Τόμος Α’, 1908-1918, έκδοση Διευθύνσεως Ιστορίας Αεροπορίας, Αθήνα 1980. Νόμος 257/ 1914 «Περί συστάσεως σώματος αεροπόρων του Β. Ναυτικού», Εφημερίς της Κυβερνήσεως, τεύχος Α’, Αριθμός Φύλλου 121, 2 Μαΐου 1914. Γ.Ε.Ν. Β’, «Ελληνικόν Ναυτικόν»,Ναυτική Επιθεώρησις, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 1919., 4Β. Δ. «Περί συστάσεως εις το Υπουργείον των Ναυτικών αεροπορικού τμήματος», Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Αριθμός Φύλλου 134, 11 Απριλίου 1915.
Με τον νόμο 257/1914 συστάθηκε το Σώμα Αεροπόρων Β. Ναυτικού. Στη συνέχεια εκδόθηκε κανονιστικό διάταγμα, το οποίο καθόριζε τα σχετικά με την κατάταξη, την εκπαίδευση, την ίδρυση σχολείων, τη διάρθρωση, την ονομασία και την διοίκηση των μονάδων καθώς και τις στολές του προσωπικού. Οι ιπτάμενοι προέρχονταν από τις τάξεις των μαχίμων αξιωματικών και από ιδιώτες αεροπόρους, οι οποίοι προσελήφθησαν με πενταετή υποχρέωση παραμονής.
Το 1914 άρχισε και η κατασκευή του πρώτου αεροδρομίου μεταξύ Σκαραμαγκά και Ελευσίνας, όπου θα έδρευε το Ναυτικό Αεροπορικό Σώμα (Ν.Α.Σ). Στο αεροδρόμιο αυτό, στη Σχολή Αεροπόρων του Β. Ναυτικού εκπαιδεύτηκαν από τους Βρετανούς οι πρώτοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού, συμπεριλαμβανομένου και του Σημαιοφόρου Α. Μωραϊτίνη. Στην εκπαίδευση χρησιμοποιούνταν το Sopwith Greek Seaplane καθώς και υδροπλάνα τύπου Henry Farman HF.22. Σύντομα η σχολή μεταφέρθηκε στο Παλαιό Φάληρο για διαφόρους λόγους, ένας από τους οποίους ήταν και η ακαταλληλότητα του εδάφους στην προηγούμενη τοποθεσία.
Τον Απρίλιο του 1915 εντάχθηκε για πρώτη φορά επίσημα στη σύνθεση του Στόλου ο αεροπορικός στολίσκος, ενώ συστάθηκε αεροπορικό τμήμα στο Υπουργείο Ναυτικών. Τον Σεπτέμβριο του 1916 ομάδα αεροπόρων με επικεφαλής τον ανθυποπλοίαρχο Αριστείδη Μωραϊτίνη εστάλη για εκπαίδευση στη Βρετανική Σχολή Αεροπορίας. Παράλληλα η προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης αποφάσισε με διάταγμα της 12ης Οκτωβρίου 1916 την ίδρυση Ναυτικού Αεροπορικού Σώματος.
Το Ν.Α.Σ. διοικητικά υπαγόταν στο Υπουργείο Ναυτικών αλλά επιχειρησιακά στην Αεροπορική Διοίκηση των βρετανικών ναυτικών δυνάμεων.
Με τον νόμο 1315/1918 «Περί συγκροτήσεως και αναδιοργανώσεως της Ναυτικής Αεροπορικής Υπηρεσίας»5Εφημερίς της Κυβερνήσεως, Αριθμός Φύλλου 86, 21 Απριλίου 1918 η Ν.Α.Υ. αποτελούνταν από μια πτέρυγα των τριών μοιρών (με τρία σμήνη η καθεμία), μια ανεξάρτητη αντιαεροπορική μοίρα και ένα ανεξάρτητο σμήνος εκπαίδευσης καθώς και βοηθητικές υπηρεσίες. Στη Ν.Α.Υ. υπάγονταν η Ναυτική Αεροπορική Βάση Παλαιού Φαλήρου , η Αεροπορική Βάση Καζαβιτίου Θάσου, η Αεροπορική Βάση στο Ρωμανό Μούδρου, η Η1 Μοίρα με έδρα τη Θάσο, η Η2 Μοίρα με έδρα το Μούδρο, η Η3 Μοίρα με έδρα το Σταυρό Χαλκιδικής και η Η4 Μοίρα με έδρα τα Λεγραινά. Οι Μοίρες Η1, Η2 και Η3 αποτελούσαν μία Πτέρυγα. Την διοίκηση της Ν.Α.Υ. διατήρησε ο Υποπλοίαρχος Αρ. Μωραϊτίνης.
Το Ν.Α.Σ. στο Μακεδονικό Μέτωπο
Η Ναυτική Αεροπορία πριν από την είσοδο της Ελλάδος στον πόλεμο ήταν εμπόλεμο σώμα με Έλληνα διοικητή και υπαγόταν κατά τα άλλα στην Βρετανική Αεροπορία Αιγαίου. Κατά το πρώτο στάδιο της δράσεως της η Ναυτική Αεροπορία είχε δύο κυρίως βάσεις, τη μία στο αεροδρόμιο Ρωμανό Μούδρου και την άλλη στο αεροδρόμιο Καζαβιτίου Θάσου.Ο μάχιμος στόλος της Ναυτικής Αεροπορίας με αεροπλάνα Henri Farman.
Στο Μακεδονικό Μέτωπο η Γερμανική Αεροπορία με κύριο ορμητήριο το αεροδρόμιο Ζέρεβιτς, διατηρούσε την υπεροχή απέναντι στις γαλλικές και βρετανικές αεροπορικές δυνάμεις.
Οι εκπαιδευόμενοι ‘Έλληνες αεροπόροι λόγω της γερμανικής πίεσης αναγκάστηκαν να περιορίσουν τον χρόνο εκπαιδεύσεώς τους και άρχισαν ταχύτατα τις πολεμικές επιχειρήσεις. Πέρα από όλες τις δυσκολίες που είχαν να αντιμετωπίσουν οι ‘Έλληνες αεροπόροι, είχαν και την δυσπιστία των Άγγλων, η οποία υπερνικήθηκε από τον Μωραϊτίνη, ο οποίος κατάρτισε ιδιότυπο εκπαιδευτικό σύστημα, κατά το οποίο η εκπαίδευση των μαθητών γινόταν στο πεδίο της μάχης σε πραγματικές συνθήκες. Κάθε εκπαιδευτική πτήση ήταν και μία αποστολή. Πρώτος πήγαινε ο Μωραϊτίνης ως αρχηγός σχηματισμού οδηγώντας τους μαθητές στο πεδίο της μάχης.
Ο μαθητής Δημ. Αργυρόπουλος μαζί με τον εκπαιδευτή Μελετόπουλο ως παρατηρητή βομβάρδισε επιτυχώς τη γέφυρα Γενήκιοϊ.. Στις 31 Μαρτίου του 1917 μετά από διαταγή του διοικητή του συμμαχικού αεροδρομίου Θάσου, ο Μωραϊτίνης με αεροπλάνο Henri Farman και παρατηρητή τον ανθυπολοχαγό Π. Ψύχα εκτέλεσε κατοπτεύσεις στην Ανατολική Μακεδονία και ακολούθως έκανε νυκτερινή επιδρομή κατά του γερμανοβουλγαρικού αεροδρομίου Ζέρεβιτς στη Δράμα, το οποίο βομβάρδισε από ύψος μόλις 500 πόδια, καίγοντας τα υπόστεγα, όπου στεγάζονταν τα αεροπλάνα. Στη συνέχεια βομβάρδισε και το σιδηροδρομικό σταθμό Δράμας, όπου κατέστρεψε ολοκληρωτικά τρεις αμαξοστοιχίες.. Η επιτυχία του Μωραϊτίνη προκάλεσε τον θαυμασμό των Άγγλων που τον ονόμασαν “The Fearless Aviator” («ο ατρόμητος αεροπόρος»)6Ιστορία της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, Τόμος Α’, 1908-1918, έκδοση Διευθύνσεως Ιστορίας Αεροπορίας, Αθήνα 1980, σελ 115..
Οι Σύμμαχοι μετά τις επιτυχείς ενέργειες της Ναυτικής Αεροπορίας ενέκριναν τη συγκρότηση πλήρους ελληνικής μονάδας, τη λεγόμενη «Μοίρα Ζ», η οποία απέκτησε αργότερα υπόστεγο και αεροπλάνα διώξεως και βομβαρδισμού, τύπου Farman 155 και Bristol.
Το πρωί της 4ης Ιουνίου 1917, ελληνικά βομβαρδιστικά απογειώθηκαν από τη Θάσο με αποστολή τον εμπρησμό των σιτηρών της πεδιάδας της Κεραμωτής. Σε αυτήν την αποστολή κατόπιν διώξεως από γερμανικό αεροσκάφος τύπου Fokker, βρήκε τον θάνατο ο χειριστής του ελληνικού βομβαρδιστικού Δημ. Αργυρόπουλος, ενώ ο παρατηρητής Π. Ψύχας τινάχτηκε στο νερό και εν μέσω πυκνών πυρών βουλγαρικού πυροβολικού, κολύμπησε προς τον νεκρό Αργυρόπουλο και θεωρώντας ότι έχει λιποθυμήσει, τον έδεσε σε ένα φτερό του αεροσκάφους ούτως ώστε να μπορεί ν’ αναπνέει. Ο νεκρός Αργυρόπουλος βρέθηκε τελικά από ένα βρετανικό αντιτορπιλικό ενώ ο Ψύχας συνέχισε να είναι άφαντος. Τελικά περισώθηκε από παραπλέον πλοιάριο. Ο Αργυρόπουλος ήταν ο πρώτος νεκρός αεροπόρος, ενώ ο Ψύχας τιμήθηκε για την αυτοθυσία του από την βρετανική διοίκηση με τον Αεροπορικό Σταυρό διακεκριμένων υπηρεσιών.
Επιχειρήσεις στα Δαρδανέλια
Από το καλοκαίρι του 1917 οι επιχειρήσεις επεκτάθηκαν προς τα Δαρδανέλια και τη Κωνσταντινούπολη. Τον Ιούνιο του 1917 οι Βρετανοί αποφάσισαν να βομβαρδίσουν τα Στενά του Ελλησπόντου και την Κωνσταντινούπολη. Γι’ αυτό χρησιμοποιήθηκε ένα από τα μεγάλα βομβαρδιστικά Handley Page O/100 με ορμητήριο το Μούδρο. Σύμφωνα με την αποστολή τα αεροσκάφη της μοίρας θα παρενοχλούσαν τα πυροβολεία των Στενών, τα οποία είχαν οργανωθεί από τους Γερμανούς. Η πρώτη έξοδος του βομβαρδιστικού έγινε στις 24 Ιουνίου αλλά δεν είχε αποτέλεσμα γιατί μηχανική βλάβη το ανάγκασε να επιστρέψει στο Μούδρο. Η αποστολή επαναλήφθηκε την επομένη, ενώ οι Μωραϊτίνης, Μελετόπουλος, Χαλκιάς και Κωνσταντίνου εκτελούσαν πτήσεις πάνω από τα Στενά. Σε αυτήν την αποστολή βρήκαν το θάνατο ο χειριστής Σημαιοφόρος Ιωάννης Χαλκιάς και ο παρατηρητής, επίσης σημαιοφόρος Βαρθολομαίος Λάζαρης.
Οι επιδρομές στα Δαρδανέλια κράτησαν πέντε μέρες και στο διάστημα αυτό εβλήθησαν σημαντικότατοι στόχοι. Ο Μωραϊτίνης, ο οποίος ήταν και ο αρχηγός, αιφνιδίασε τα πυροβολεία του Τσανάκ Καλέ και χτύπησε το φρούριο και τα γειτονικά εργοστάσια από ύψος 250 μέτρων εν μέσω αντιαεροπορικών πυρών. Για τη δράση της Ναυτικής Αεροπορίας κατά τη διάρκεια του πενθημέρου οι Έλληνες αξιωματικοί που πήραν μέρος στις επιχειρήσεις, απονεμήθηκαν τιμητικές διακρίσεις από τον βασιλέα της Μ. Βρετανίας7«ΛΟΝΔΙΝΟΝ, Επίσημον της 3 ης Νοεμβρίου: Κατά τας τελευταίας αεροπλοϊκάς επιχειρήσεις εις Καλλίπολιν και Κων/ πολιν, εκτελεθείσας συμπράξει Ελληνικών ναυτικών μονάδων, ενηργήθησαν επί πέντε νύκτας επιδρομαί, αίτινες απέδωκαν λίαν ικανοποιητικά αποτελέσματα […]. Ο Βασιλεύς Γεώργιος απένειμεν εις τους ‘Ελληνας αξιωματικούς, οίτινες μετέσχον της επιχειρήσεως, το δια διακεκριμένας υπηρεσίας μετάλλιον εις τον κ. Μωραϊτίνην και τον δια διακεκρίμενας υπηρεσίας σταυρόν εις τους κ.κ. Μελετόπουλον και Κωνσταντίνου. Ανταπόκριση των Times του Λονδίνου, την οποία δημοσίευσε μεταφρασμένη ο Ελεύθερος Τύπος της 7-11-1917.
Δύο γερμανικά θωρηκτά το “Goeben” («Γκαίμπεν») και “Breslau” («Μπρεσλάου») εντάχθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και μετονομάστηκαν σε “Yavuz Sultan Selim” και “Midili” αντίστοιχα. Αυτά τα δύο πλοία είχαν μείνει ακινητοποιημένα λόγω έλλειψης γαιανθράκων, διότι η Ρωσία είχε επιβάλει αποκλεισμό από το καλοκαίρι του 1916. Αυτός ο αποκλεισμός κράτησε μέχρι το τέλος του 1917, όταν η Σοβιετική Ένωση πλέον υπέγραψε ανακωχή με τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Οι Γερμανοί αποφάσισαν τότε να διενεργήσουν έξοδο των πλοίων από τα Στενά για να πλήξουν τις συνοδείες των Συμμάχων και των πλοίων που ορμούσαν στον Μούδρο, ενώ το σχέδιο δράσης επεκτεινόταν μέχρι και τη Θεσσαλονίκη.
Ο Βρετανός ναύαρχος διέταξε όλες τις ναυτικές και αεροπορικές δυνάμεις να επιτεθούν κατά των δύο θωρηκτών. Ο Συμμαχικός Στόλος δεν κατάφερε να αντιδράσει λόγω του αιφνιδιασμού αλλά οι αεροπορικές δυνάμεις ενήργησαν άμεσα. Πρώτα κινητοποιήθηκε η Αεροπορία ‘Ίμβρου με αεροσκάφη αναγνωρίσεως και διώξεως και στην συνέχεια η Αεροπορία Μούδρου με βομβαρδιστικά και ακολούθησε η Αεροπορία Θάσου.
Το «Γκαίμπεν» αποφάσισε να επιστρέψει στα Στενά από τον συντομότερο δρόμο ενώ το καταδίωκαν δεκάδες αεροπλάνα με επικεφαλής τον πλωτάρχη Μωραϊτίνη μέχρι την είσοδο των Στενών. Εκεί προς κάλυψή του «Γκαίμπεν» κατέφθασαν τουρκικά τορπιλοβόλα και σμήνος γερμανικών αεροσκαφών. Σε αυτό το σημείο διεξήχθη σφοδρή αερομαχία μεταξύ του Μωραϊτίνη και γερμανικών καταδιωκτικών, κατά την οποία κατέρριψε δύο. Στη συνέχεια επέστρεψε στην Ίμβρο για να εφοδιαστεί σε καύσιμα και επέτρεψε άμεσα στη μάχη.
Το «Γκαίμπεν» προσάραξε στα ρηχά του Ναγαρά όπου έμεινε καθηλωμένο για πέντε μέρες. Η Συμμαχική Αεροπορία όλο το πενθήμερο επιχειρούσε κατά του «Γκαίμπεν» νυχθημερόν θέτοντας τελικά το γερμανικό θωρηκτό εκτός μάχης.

Σε αυτές τις επιχειρήσεις συμμετείχε ολόκληρη η Ελληνική Ναυτική Αεροπορία η οποία όμως έχασε ένα αξιόμαχο πιλότο, τον τον ανθυποπλοίαρχο (Φαρμακοποιό) Σπυρ. Χάμπα, ο οποίος στις 8 Ιανουαρίου του 1918 με αεροπλάνο τύπου Sopwith Bomber διενήργησε βομβαρδισμό κατά του «Γκαίμπεν» αλλά καταρρίφθηκε από τα επάκτια πυροβολεία. Μετά τις επιχειρήσεις κατά των δύο γερμανικών θωρηκτών, οι Σύμμαχοι κυριολεκτικά λάτρεψαν τον Μωραϊτίνη και τους άθλους του. Η Βρετανική Κυβέρνηση σε ένδειξη ευγνωμοσύνης του δώρισε ένα αεροσκάφος De HaviUand-9, πάνω στο οποίο τοποθετήθηκε πλάκα που έγραφε “To the Commander A. Moraitinis D.S.O.”. Οι επιχειρήσεις κατά των Γκαίμπεν και Μπρεσλάου ήταν οι πρώτες αεροσκαφών εναντίων βαρέων πλοίων και κατέδειξε τον σημαντικό κίνδυνο που διατρέχουν τα πλοία από αεροπορικές επιδρομές.
Επιχειρήσεις στο Ανατολικό Αιγαίο, στα παράλια της Μικράς Ασίας και την Ανατολική Μακεδονία
Κατά το πρώτο δεκαήμερο του Μαρτίου του 1918 ο πλωτάρχης Μωραϊτίνης με υδροπλάνο Farman προσθαλασσώθηκε νύχτα στο λιμάνι της Σμύρνης απαρατήρητος, πλεύρισε το ελληνικό ατμόπλοιο «Κωνσταντίνος», το οποίο παρέμενε αποκλεισμένο στο λιμάνι της Σμύρνης περικυκλωμένο από γερμανικά πολεμικά πλοία, διανυκτέρευσε στο ελληνικό πλοίο και στη συνέχεια, με το πρώτο φως της ημέρας ανυψώθηκε και βομβάρδισε το γερμανικό καταδρομικό που ήταν αγκυροβολημένο δίπλα στο ελληνικό ατμόπλοιο. Αυτή η ενέργεια προκάλεσε σύγχυση και πανικό στους εχθρούς, οι οποίοι έβαλαν με τα αντιαεροπορικά τους όπλα χωρίς αποτέλεσμα. Ο Έλληνας αεροπόρος όμως δεν πτοήθηκε και βομβάρδισε ανελέητα τις στρατιωτικές θέσεις και τις αποθήκες του εχθρού.
Τον Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 1918 τα σμήνη των Μωραϊτίνη, Ν. Μελετόπουλου και τον Παναγιώτου εξετέλεσαν αποστολές βομβαρδισμού κατά των αεροδρομίων Ζέρεβιτς, Γαλατά, Καζαμίρ και Ναγαρά, αποστολές και φωτογραφήσεως στόχων στην περιοχή Ελευθερών, Καβάλας, Ζέρεβιτς, Σαρί Σαμπάν. κ.α
Τον Σεπτέμβριο του 1918 η Ναυτική Αεροπορία ανανέωσε τον στόλο της με νέα αεροσκάφη τύπου DeHaviLLand-4, DeHaviHand-9 και Sopwith Camel, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σε περιπολίες λίγο πριν τη λήξη του πολέμου.
Μετά την υπογραφή της ανακωχής με την Οθωμανική Αυτοκρατορία στις 2 Νοεμβρίου 1918 παράλληλα με την παρουσία του Ελληνικού Στόλου στα Στενά, το Η2 Σμήνος απογειώθηκε από το αεροδρόμιο Ρωμανού Μούδρου και προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Αγ. Στεφάνου και το απόγευμα της ίδιας μέρας πραγματοποίησε πτήση πάνω από την Κωνσταντινούπολη με τους Έλληνες αεροπόρους να κάνουν θεαματικούς ελιγμούς πάνω από την πόλη.
Στα τέλη Νοεμβρίου 1918 ο Πλωτάρχης Μωραϊτίνης παρευρέθηκε στην Θεσσαλονίκη στην παράδοση υλικού της Συμμαχικής Αεροπορίας στο ελληνικό Δημόσιο. Εκεί είχε φθάσει σιδηροδρομικώς. Όταν ήρθε η ώρα να επιστρέψει στην Αθήνα, ο Γάλλος ταγματάρχης Denain του έδωσε το προσωπικό του αεροσκάφος, ένα Breguet Bre 14. Αν και το αεροσκάφος αυτό τού ήταν τελείως άγνωστο, απογειώθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1918 υπό δυσμενείς καιρικές συνθήκες. Κανείς δεν έμαθε για την τύχη του και οι έρευνες δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα. Ο θάνατός του θεωρήθηκε εθνική απώλεια και τον θρήνησε όλη η Ελλάδα.
Μικρασιατική Εκστρατεία 1918-1921
Μετά τον θάνατο του Α. Μωραϊτίνη, η αρχηγία της Ναυτικής Αεροπορίας (Ν.Α.Υ.) ανετέθη στον πλοίαρχο Κ. Παναγιώτου. Την περίοδο λίγο πριν από τη Μικρασιατική Εκστρατεία (1918-1919), οργανώθηκε η εκπαίδευση του προσωπικού στα εκπαιδευτικά κέντρα που δημιουργήθηκαν στο Τατόι και στο Π. Φάληρο, ενώ ένας αριθμός από στελέχη της Ναυτικής Αεροπορίας εκπαιδευόταν την ίδια εποχή στην Βρετανική Αεροπορική Σχολή της Αιγύπτου.
Οι συνολικές αεροπορικές δυνάμεις της Ελλάδος (Στρατιωτική και Ναυτική Αεροπορία) ανέρχονται σε 120 αεροσκάφη της εποχής του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, από τα οποία τα 50 ήταν της Ναυτικής Αεροπορίας ήταν κυρίως DeHavilland-4 (DH-4), DeHavilland-9 (DH-9) και Sopwith Camel. Κατά την έναρξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας, οι αεροπορικές δυνάμεις της Ελλάδος είχαν ως εξής: η Στρατιωτική Αεροπορία αποτελούταν από τέσσερεις Μοίρες, Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄, από 8-12 αεροσκάφη η κάθε μία και η Ναυτική Αεροπορία μία Μοίρα8Πρόκειται για την Ναυτική Αεροπορική Μοίρα Σμύρνης (Ν.Α.Μ.Σ),η οποία διέθετε 10 βομβαρδιστικά DH-9 και 15 καταδιωκτικά Sopwith Camel. Η Ναυτική Μοίρα ακολουθούσε τις επιχειρήσεις του Στρατού Ξηράς με τα Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου, στα οποία κατατμήμηθηκε με την πρόοδο των επιχειρήσεων.
Στις 2 Μαΐου 1919, την ίδια ημέρα που αποβιβαζόταν στη Σμύρνη ο Ελληνικός Στρατός, προσγειωνόταν στο αεροδρόμιο Παραδείσου της Μ. Ασίας και το πρώτο ελληνικό αεροσκάφος της Ναυτικής Αεροπορίας με χειριστή τον σημαιοφόρο Παντέλογλου και παρατηρητή τον Πιερίδη, προερχόμενο από την Αεροπορική Βάση Μούδρου. Τρεις μέρες αργότερα, την 5η Μαΐου, προσγειώθηκαν στο ίδιο αεροδρόμιο άλλα πέντε αεροσκάφη της Ναυτικής Αεροπορίας προερχόμενα από την Αεροπορική Βάση στο Τατόι.
Στις 18 Ιουνίου 1919, τρία επιπλέον αεροσκάφη από τη Ναυτική Αεροπορική Βάση Μούδρου προσγειώθηκαν στο αεροδρόμιο Καζαμίρ της Σμύρνης, στο οποίο εν τω μεταξύ είχαν μεταφερθεί και τα υπόλοιπα αεροσκάφη της Ναυτικής Αεροπορίας επειδή ήταν πιο ευρύχωρο και κατάλληλο για πολεμικές επιχειρήσεις αεροδρόμιο από αυτό της Παραδείσου.
Η δράση της Ναυτικής Αεροπορίας στις πρώτες επιχειρήσεις ήταν περιορισμένη και οφείλετο στο πρόβλημα έλλειψης καυσίμων που παρουσιάστηκε ήδη από την εγκατάστασή της στο αεροδρόμιο του Καζαμίρ. Τον Ιούλιο του 1919 όμως, συνέβη ένα αναπάντεχο τυχαίο γεγονός. Ο ανθυποπλοίαρχος Τσιριγώτης τυχαία ανακάλυψε σε λόφο ευρισκόμενο κοντά στο αεροδρόμιο Καζαμίρ υπόγεια δεξαμενή γεμάτη βενζίνη κατάλληλη για αεροπλάνα, η οποία είχε εγκαταλειφθεί από τους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους από την Μ. Ασία. Στη συνέχεια, από το προσωπικό της Ναυτικής Αεροπορίας, ανακαλύφθηκε και υπόγεια αποθήκη γεμάτη με βόμβες και χειροβομβίδες γερμανικής προέλευσης. Έτσι, τελείως αναπάντεχα λύθηκε το πρόβλημα έλλειψης καυσίμων.9«Απ΄τα πελάγη …στους αιθέρες» Το χρονικό της Ναυτικής Αεροπορίας 1913-1941, Αντιναυάρχου (ε.α) Ι. Παλούμπη Π.Ν.
Η Ναυτική Μοίρα με τα 25 συνολικά αεροσκάφη της (10 βομβαρδιστικά DH-9 και 15 καταδιωκτικά Sopwith Camel-αναφέρθηκαν πιο πάνω) προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στο Στρατό Ξηράς με αναγνωρίσεις, βομβαρδισμούς και πολυβολισμούς του εχθρού ακολουθώντας τον στις επιχειρήσεις με τα Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου.
Η Ναυτική Μοίρα στις αρχές του 1920 απαρτιζόταν από δύο στολίσκους αεροσκαφών που έδρευαν στα αεροδρόμια Καζαμίρ και Χαλκά Μπουνάρ, όπου ήταν και τα συνεργεία του Ναυτικού Όρχου. Τους πρώτους μήνες του 1920, η Στρατιωτική και Ναυτική Αεροπορία υπήχθησαν υπό ενιαία διοίκηση, τη διοίκηση της Στρατιάς Μικράς Ασίας, ενώ η τακτική εξάρτηση των Μοιρών ανατέθηκαν στα Σώματα Στρατού, στα οποία ήταν κατανεμημένες.
Το Α’ εξάμηνο του 1920 η Ναυτική Μοίρα για λογαριασμό των Μεραρχιών του Α΄ Σώματος Στρατού διενήργησε αποστολές αναγνωρίσεως και βομβαρδισμού εγκαταστάσεων, σιδηροδρομικών σταθμών, εχθρικών καταυλισμών κ.α.
Τον Ιούλιο του 1920, συγκροτήθηκε το «Μικτό Αεροπορικό Απόσπασμα Φιλαδέλφειας» από προσωπικό και αεροσκάφη της Στρατιωτικής και Ναυτικής Αεροπορίας και συμμετείχε σε όλες τις επιχειρήσεις κατάληψης του α/δ Ουσάκ και ιδιαίτερα σε πληροφορίες από πτήσεις αναγνώρισης πολύ σημαντικές για τα πεζά τμήματα, καθώς υπέδειξε τις περιοχές της αμυντικής γραμμής των Τούρκων, όπου υπήρχε ασθενής αντίσταση.
Τον Φεβρουάριο του 1921, οι επιχειρήσεις μπήκαν σε στάδιο ύφεσης εξαιτίας των πολιτικών διαπραγματεύσεων για εξεύρεση λύσης στο λεγόμενο Ανατολικό Ζήτημα, οι οποίες απέβησαν τελικά άκαρπες. Η Ελληνική Κυβέρνηση αποφάσισε τότε με τη συναίνεση της Μ. Βρετανίας, η οποία μόνη στήριξε τις ελληνικές θέσεις, την ανάληψη επιθετικής δραστηριότητας για την κατάληψη του Εσκι-Σεχήρ και Αφιόν Καραχισάρ, με σκοπό την εκμηδένιση των κεμαλικών δυνάμεων.
Όσον αφορά στη Ναυτική Αεροπορία, προσωπικό της Ν.Α.Μ.Σ. είχε αποσταλεί προς ενίσχυση της Γ΄ Μοίρας της Στρατιωτικής Αεροπορίας, που υπεστήριζε τις κινήσεις του Γ΄ Σώματος Στρατού θα εξορμούσε προς Εσκί-Σεχήρ, ενώ το Α΄ Σώμα θα κινούταν προς Αφιόν Καραχισάρ.
Η Ναυτική Αεροπορία, κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων στο εσωτερικό μέτωπο μέχρι και το τέλος του Οκτωβρίου του 1921, ανέλαβε πλήθος αποστολών αναγνώρισης και βομβαρδισμού επιχειρώντας από τη Σμύρνη Ναυτική Αεροπορική Μοίρα Σμύρνης (ΝΑΜΣ) ή από τα Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου , ένα στο Ουσάκ και ένα στο Αφιον Καραχισάρ υπό τη διοίκηση του υποπλοιάρχου Γ. Ψύχα, και μέχρι το πρώτο εξάμηνο του 1922 εκτελεί αποστολές αναγνωρίσεως, βομβαρδισμού καθώς και αερομαχίες.
Τη νύχτα της 25 – 26 Αυγούστου, δόθηκε η διαταγή αποχώρησης των ελληνικών αεροσκαφών για την Ελλάδα. Το πρωί της 26ης Αυγούστου, τα ελληνικά αεροσκάφη ήταν έτοιμα για απογείωση. Η Ναυτική Αεροπορία με κλήρο καθόρισε τα πληρώματα και τα αεροσκάφη στα οποία θα επιβιβάζονταν. Τα εννέα αεροσκάφη χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες, που απογειώθηκαν με διαφορά μισής ώρας η μία από την άλλη. Σε λίγες ώρες, τα οκτώ αεροσκάφη προσγειώνονταν, πέντε στο Τατόϊ, τρία στην Καλλονή της Μυτιλήνης ενώ το ένατο με πλήρωμα τους Γρηγοριανόπουλο – Κατσούφρη κατέπεσε στη Νάξο και καταστράφηκε. Την ίδια μέρα, εγκατέλειπαν την Σμύρνη και τα αεροσκάφη της Στρατιωτικής Αεροπορίας.
Μεσοπόλεμος, δημιουργία ενιαίας αεροπορίας, Β΄ Π.Π
Το 1923, την παραμονή της υπογραφής της Συνθήκης της Λοζάνης, η Ναυτική Αεροπορία είχε μετασταθμεύσει στη Θεσσαλονίκη και αργότερα, στην Αλεξανδρούπολη προκειμένου να συμμετάσχει στην σχεδιαζόμενη επιχείρηση για την κατάληψη της Ανατολικής Θράκης.
Ο Μεσοπόλεμος βρίσκει την Ναυτική Αεροπορία αποδυναμωμένη από άποψη υλικού και προσωπικού, διότι είχε μόνο τα αεροδρόμια στο Τατόι και το Παλαιό Φάληρο. Οι εγκαταστάσεις ήταν χαμηλού επιπέδου, τα αεροσκάφη ήταν παλαιά και ακατάλληλα λόγω της εντατικής χρήσης τους που είχε προηγηθεί τα τελευταία χρόνια. Από την άλλη, οι αξιωματικοί της Ναυτικής Αεροπορίας ήταν ή αποσπασμένοι από το υπόλοιπο Ναυτικό ή ιδιώτες που είχαν εκπαιδευτεί στον Μούδρο ή στην Αίγυπτο. Μπροστά σε αυτήν την κατάσταση, τα στελέχη της Ναυτικής Αεροπορίας κινήθηκαν αμέσως για την ανανέωση του προσωπικού, καθώς και την προμήθεια νέου υλικού. Το πρώτο, επετεύχθη με την απόσπαση από το υπόλοιπο Ναυτικό ικανού αριθμού αξιωματικών, οι οποίοι εστάλησαν για εκπαίδευση σε αεροπορικές σχολές στην Μ. Βρετανία και Γαλλία. Επιπροσθέτως, οργανώθηκαν εκπαιδευτικές αποστολές για τις βρετανικές σχολές της Αιγύπτου, από όπου αποφοίτησαν αρκετοί ιδιώτες, οι οποίοι κατετάγησαν στην Ναυτική Αεροπορία ως αξιωματικοί. Τέλος, από το 1924 λειτούργησαν διάφορες σχολές, όπως η Σχολή Αεροπορίας στο Παλαιό Φάληρο, για την παραγωγή υπαξιωματικών οδηγών- αεροπόρων, και η Σχολή Ναυτικής Αεροπορίας στο Τατόι.
Όσον αφορά στο υλικό, έγιναν παραγγελίες αεροσκαφών από τη Μ. Βρετανία, ενώ Βρετανοί εκπαιδευτές χρησιμοποιήθηκαν ως σύμβουλοι κι έτσι, η Ναυτική Αεροπορία από τότε θα ακολουθήσει τα βρετανικά πρότυπα οργάνωσης και εκπαίδευσης.
Ακόμη, το Υπουργείο Ναυτικών είχε το όραμα ίδρυσης Κρατικού Εργοστασίου Αεροπλάνων. Με αυτό το σχέδιο, το Υπουργείο σχεδίαζε να καλύψει τη μεγάλη ανάγκη για αεροσκάφη που είχε προκύψει με τη Μικρασιατική Εκστρατεία. Η πρώτη μάλιστα πρόταση για ίδρυση κρατικού εργοστασίου αεροπλάνων ανάγεται στο 1917 όταν το Υπουργείο είχε κάνει εισήγηση στην Κυβέρνηση, την οποία η τελευταία είχε αποδεχθεί. Η σχετική μελέτη είχε ανατεθεί στον Βρετανό μηχανικό της Βρετανικής Αεροπορικής Αποστολής στην Ελλάδα, αντιπλοίαρχο John Weston10Παλούμπης, Ι., Τεχνικές και τακτικές καινοτομίες που υιοθετήθηκαν για πρώτη φορά από το Πολεμικό Ναυτικό, ομιλία που διεξήχθη στο Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος στις 21/1/2012 κατά τη διάρκεια της ημερίδας Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό μεταξύ της Εθνικής Ολοκλήρωσης και Τεχνολογικής Εξέλιξης, 1821-1941. Η εν λόγω ομιλία δημοσιεύτηκε στο Περίπλους Ναυτικής Ιστορίας, τχ. 77. και είχε επιλεγεί ως τοποθεσία τμήμα του άλλοτε Ζωολογικού Κήπου του Παλαιού Φαλήρου. Οι διαδικασίες ακολούθησαν με ταχύ ρυθμό, με αποτέλεσμα το 1920 να έχουν καταφθάσει τα πρώτα μηχανήματα, καθώς επίσης είχαν αρχίσει οι εργασίες για την κατασκευή κτηρίων. Η αρνητική έκβαση ης Μικρασιατικής Εκστρατείας όμως ,ανέκοψε τον ρυθμό της κατασκευής του εργοστασίου.
Εντούτοις, το 1923 ξανάρχισαν οι εργασίες υπό την επίβλεψη και πάλι του Weston, ενώ το 1924 αναχώρησε για τη Μ. Βρετανία αποστολή αποτελούμενη από τον ανθυποπλοίαρχο Παπαγεωργίου και τους σημαιοφόρους Φίλιππα, Λίνο και Φαλκονάκη. Σκοπός της ήταν να επιλεγεί το πιο κατάλληλο αεροσκάφος για την κατασκευή του στην Ελλάδα.
Το 1926, κατασκευάστηκαν τα πρώτα υδροπλάνα – τορπιλοπλάνα τύπου Vellos κι άρχισε αμέσως, ο εφοδιασμός της Ναυτικής Αεροπορίας. Μετά το 1929, ακολούθησε σύμβαση με την εταιρεία για ενάμιση ακόμη χρόνο. Παράλληλα, παρελήφθησαν εκπαιδευτικά αεροσκάφη Avro και Bristol, καθώς και τα μαχητικά τύπου Atlas, με τα οποία συμπληρώθηκε ο εξοπλισμός της Ναυτικής Αεροπορίας.
Το 1926, ιδρύθηκε η Α.Δ.Ν.Α. (Ανωτέρα Διοίκησης Ναυτικής Αεροπορίας), υπαγόμενη στο Υπουργείο Ναυτικών, η οποία είχε υπό τον έλεγχό της όλες τις ναυτικές αεροπορικές δυνάμεις, δηλαδή: όλες τις υπηρεσίες αεροσκαφών, όλους τους αεροσταθμούς και τα αεροδρόμια, τη Σχολή Ναυτικής Αεροπορίας και την Επιτροπή Επιθεώρησης του Εργοστασίου Αεροπλάνων.
Το 1928, ο πρωθυπουργός Ε. Βενιζέλος αποφάσισε την ενοποίηση των δύο Αεροποριών, της Ναυτικής και της Στρατιωτικής υπό ενιαία και ξέχωρη διοίκηση. Στις 19 Δεκεμβρίου 1929, ψηφίστηκε ο Νόμος 4451 «Περί συστάσεως Υπουργείου Αεροπορίας» και η Ναυτική και η Στρατιωτική Αεροπορία συγχωνεύτηκαν σε μία διοίκηση, σε ένα Υπουργείο και ταυτόχρονα εξαλείφθηκε κάθε διάκριση των στελεχών προερχόμενων από τη Στρατιωτική και Ναυτική Αεροπορία. Τα στελέχη πλέον θα ανήκαν σε ένα ενιαίο σώμα με κοινή ιεραρχία, επετηρίδα και στολή.
Το 1934 με τον νόμο 4451 «περί συστάσεως Υπουργείου Αεροπορίας» παρά τις εντονότατες αντιρρήσεις του Ναυάρχου Κουντουριώτη, το Πολεμικό Ναυτικό παραδίδει τα 57 αεροπλάνα του στην Πολεμική Αεροπορία όπου και αποτέλεσαν το κύριο κορμό της.
Από το 1935 η αεροπορία ξεκίνησε μία σοβαρή προσπάθεια αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού με τη δημιουργία νέων μονάδων και υπηρεσιών και την παραγγελία νέου σύγχρονου υλικού11«Από τα πελάγη …στους αιθέρες» Αντιναύαρχος (ε.α) Ι. Παλούμπης Π.Ν. Καρπός αυτής της προσπάθειας στη ναυτική αεροπορία ήταν η παραγγελία αεροσκαφών ναυτικής συνεργασίας Avro Anson Dornier 22 και των εκπαιδευτικών Avro 621 και 626. Το πρόγραμμα δεν ολοκληρώθηκε, επειδή τα κράτη στα οποία δόθηκαν οι παραγγελίες ακύρωσαν τις σχετικές συμφωνίες Εν Όψει του επερχόμενου πολέμου, προκειμένου να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες.
Εκτός όμως των δυσχερειών προσωπικού και υλικού, που αντιμετώπιζε η Αεροπορία, ένας ακόμη ανασταλτικός παράγοντας ανάπτυξης της υπήρξε η λανθασμένη αντίληψη και υποτίμηση της ως όπλου με κύριο σκοπό την υποστήριξη αναγκών του στρατού και του Ναυτικού.
Με διαταγές των Υπουργείων Αεροπορίας και Γενικού Επιτελείου Ναυτικού συστήθηκε η Ανώτερα Διοίκηση Αεροπορίας Ναυτικού (Α.Δ.Α.Ν). Η Αεροπορία Ναυτικής Συνεργασίας κατά το χρόνο της σύστασης της Α.Δ.Α.Ν αποτελείτο από τρεις Μοίρες Ναυτικής Συνεργασίας.
Με την έναρξη του Ελληνοιταλικού Πολέμου και την είσοδο της Ελλάδας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η διάταξη μάχης της Αεροπορίας περιλάμβανε κατανομή του αεροπορικού δυναμικού, μεταξύ των τριών Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων, με αποτέλεσμα ο Στρατός, το Ναυτικό και η Αεροπορία να κρατήσουν στον επιχειρησιακό τους έλεγχο τα αεροσκάφη που εξυπηρετούσαν το δόγμα επιχειρήσεών τους. Η διάταξη της Α.Δ.Ν.Α ήταν η ακόλουθη:

Η 11η μοίρα Ναυτικής Συνεργασίας με έδρα στη Ναυτική Βάση Βαλτουδίου κοντά στο Τρίκερι με κύρια αποστολή τη συνοδεία και προστασία φιλιών νηοπομπών και ανθυποβρυχιακών περιπολιών με αεροσκάφη Fairey IIIF
Η 13η μοίρα Ναυτικής Συνεργασίας ,η μοίρα θα δρούσε διαιρεμένη σε δύο ανεξάρτητα σμήνη, ένα με βάση τον Άραξο για την κάλυψη Ιονίου Πελάγους και ένα με βάση τον Αλμυρό Βόλου για την κάλυψη του Βορείου Αιγαίου. (Avro Anson Mk I) Η Ελλάδα παράγγειλε το 1938 δώδεκα Avro Anson Mk I τα οποία χρησιμοποιήθηκαν από τη 13η Μοίρα Ναυτικής Συνεργασίας σε αποστολές περιπολίας και συνοδείας το 1940-1941.
Τουλάχιστον πέντε διέφυγαν στην Αίγυπτο, όπου και σχημάτισαν τον αρχικό κορμό της Πολεμικής Αεροπορίας στη Μέση Ανατολή, υπηρετώντας πάντα με τη 13η Μοίρα, έως την αντικατάστασή τους από τα Blenheim Mk IV.
Η Α.Δ.Α.Ν συμμετείχε ενεργά στο πλευρό του Ναυτικού στην εκτέλεση του έργου των στρατηγικών μεταφορών εφέδρων από τα νησιά στην Ηπειρωτική Ελλάδα. Προσέφερε αεροπορική κάλυψη με τα διαθέσιμα υδροπλάνα και αεροπλάνα της στις μεταφορές μονάδων του στρατού ξηράς από τα μετόπισθεν στο μέτωπο, με μεταγωγικά και άλλα πολεμικά και εμπορικά πλοία.
Η Αεροπορία Ναυτικής Συνεργασίας δεν έχει να παρουσιάσει εντυπωσιακές επιχειρήσεις όπως καταρρίψεις εχθρικών αεροσκαφών κλπ. Η κατάσταση άλλωστε του υλικού της ήταν τέτοια, υδροπλάνα και αεροπλάνα, με μικρές ταχύτητες και καθόλου ευέλικτα.
Αναδιοργάνωση Ναυτικής Αεροπορίας
Πρώτη απόκτηση αεροπορικών μέσων από το Π.Ν -Αεροσκάφη Ναυτικής Συνεργασίας (ΑΦ.Ν.Σ)
Τον Αύγουστο του 1969 ιδρύθηκε η 353 Μοίρα Ναυτικής Συνεργασίας (ΜΝΑΣ) στην Αεροπορική Βάση (ΑΒ) Ελευσίνας, η οποία υπήχθη στην Πολεμική Αεροπορία (ΠΑ) διοικητικά, αλλά υπό τον επιχειρησιακό έλεγχο του Πολεμικού Ναυτικού (ΠΝ), εντάσσοντας στη δύναμή της 12 αεροσκάφη HU16B Albatross, ρόλου Επιφανείας και εναντίον Υποβρυχίων, τα οποία παρελήφθησαν μεταχειρισμένα από τη Νορβηγία.
Το 1992 τα αεροσκάφη HU16B Albatross αποσύρθηκαν και το 1996 το ΠΝ ενέταξε στην 353 ΜΝΑΣ 6 αεροσκάφη P3B ιδίου ρόλου της Lockheed Martin, των οποίων η επιχειρησιακή εκμετάλλευση ανεστάλη το 2009.
Η ΜΑΝ ιδρύθηκε την 23 Ιανουαρίου 2018 ως συνέχεια της 353 ΜΝΑΣ και επιχειρεί με ένα Αεροσκάφος Ναυτικών Επιχειρήσεων (ΑΦΝΕ) P3B ORION.
Το Ρ-3Β Orion είναι τετρακινητήριο αεροσκάφος ναυτικής συνεργασίας μεγάλης εμβέλειας. Αποστολή του είναι ο εντοπισμός πλοίων, υποβρυχίων και ναρκών.
Η εμφάνιση και η εξέλιξη των Ε/Π
Παράλληλα με την πρόσκτηση των ΑΦΝΣ το 1969, το Ναυτικό άρχισε να μελετά και την πρόσκτηση Ελικοπτέρων (Ε/Π). Η ύπαρξη τους φαινόταν επιτακτική. Έτσι τον Δεκέμβριο του 1973 και πριν την πρόσκτηση Ε/Π, άρχισε η εκπαίδευση τριών Μαχίμων Αξιωματικών Π.Ν στη Σχολή Αεροπορίας Στρατού (ΣΑΣ). Η επιτυχής εκπαίδευση τους ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 1974. Ακολούθησε σταδιακή εκπαίδευση πολλών Αξιωματικών του Π.Ν στην ΣΑΣ, σαν χειριστές Ε/Π, ενώ από το 1977 άρχισε και η εκπαίδευση Σημαιοφόρων ΣΕΑ, με την ονομασία Αξιωματικών Ειδικής Μονιμότητας (Ε/Μ).
Τον Αύγουστο του 1974 αποφασίστηκε η αγορά 4 Ε/Π «ALOUETTE III» από τη Γαλλία ,μονοκινητήρια, με συσκευή MAD για ανθυποβρυχιακό πόλεμο και με RADAR τομέα για έρευνα επιφανείας. Παράλληλα άρχισε η εκπαίδευση του πρώτου απαραίτητου τεχνικού προσωπικού, των πρώτων χειριστών συσκευών καθώς και των πρώτων Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας . Έτσι την 18 Αυγούστου 1975 που αφίχθηκαν τα Ε/Π στην Ελλάδα, το προσωπικό ήταν σχεδόν έτοιμο για την επιχειρησιακή εκμετάλλευση των μέσων. Τα 4 Ε/Π αποτέλεσαν το «Σμήνος Ελικοπτέρων Ναυτικού» (ΣΜΕΝ) και εγκαταστάθηκε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, στο υπόστεγο της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας. Το Μάιο 1977 το ΣΜΕΝ μεταστάθμευσε στο Ελικοδρόμιο (Ε/Δ) Αμφιάλης.
Όμως τα Ε/Π AL-III, δεν κάλυπταν τις αυξημένες επιχειρησιακές απαιτήσεις στον Α/Υ πόλεμο . Το Ναυτικό αποφάσισε να προχωρήσει στην αγορά σύγχρονων Ε/Π. Επιλέχτηκε το Ιταλικό ΑΒ-212. με δυνατότητα ρόλων ανθυποβρυχιακού και ηλεκτρονικού πολέμου.
Το 1978 άρχισε η εκπαίδευση του προσωπικού στην Ιταλία. Το 1979 αρχίζει η παραλαβή των νέων Ε/Π, η οποία ολοκληρώθηκε το 1984 με την αγορά 10 Ε/Π μορφής ανθυποβρυχιακού πολέμου (Α/Υ) και 2 Ε/Π Η/Ν πολέμου.
Το 1980 το Σ.Μ.Ε.Ν μετονομάζεται σε Διοίκηση Ε/Π Ναυτικού (Δ.Ε.Ν). H ΔΕΝ υπάγεται διοικητικά στο Αρχηγείο Στόλου (ΑΣ) και επιχειρησιακά στο ΓΕΝ.
Το 1986 η Δ.Ε.Ν μετασταθμεύει στο Α/Δ-Ε/Δ Κοτρώνι, το δε Ε/Δ Αμφιάλης γίνεται Ελικοσταθμός (Ε/Σ).
Ένα ακόμα μεγάλο βήμα ήταν η ίδρυση της Σχολής Ε/Π Ναυτικού (Σ.Ε.Ν) τον Ιανουάριο του 1992 υπό την υπαγωγή της Δ.Ε.Ν. Το Π.Ν πλέον αυτόνομα να εκπαιδεύει χειριστές Ε/Π, χειριστές συσκευών και προσωπικό συντήρησης.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 διαφαινόταν η ανάγκη προμήθειας νέων Ε/Π με αυξημένα επιχειρησιακά χαρακτηριστικά. Έτσι το Δεκέμβριο του 1991 υπογράφτηκε σύμβαση με τις Η.Π.Α για την αγορά 6 Ε/Π S-70 B-6 Aegean Hawk της Αμερικάνικης εταιρείας SIKORSKY. Από το Φεβρουάριο του 1995 μέχρι τα τέλη του 1996 παρελήφθησαν τα Ε/Π ενώ παράλληλα άρχισε στην Ελλάδα από προσωπικό της εταιρείας η εκπαίδευση των πέντε (5) πρώτων χειριστών και προσωπικού συντήρησης’ Το Σεπτέμβριο του 1998 παρελήφθησαν άλλα δυο Ε/Π SH-70B.
Από την άφιξη των νέων Ε/Π η ΔΕΝ διέθετε πλέον τρείς τύπους Ε/Π γεγονός που δημιούργησε την ανάγκη ιδρύσεως των Μοιρών Ε/Π Ναυτικού (ΜΕΝ).
Έτσι το 1997 ιδρύθηκαν οι Μοίρες Ε/Π Ναυτικού Η Μ.E.N 1 περιλαμβάνει τα Ε/Π AB-212 και και στη Μ.E.N 2 τα Ε/Π SH-70B. Tα Ε/Π Αl-III διατέθηκαν στη Σχολή Ε/Π Ναυτικού (Σ.Ε.Ν ) καλύπτοντας τις εκπαιδευτικές ανάγκες της σχολής.
Τον Ιαν. 2018 ιδρύθηκε νέα Διοίκηση με την επωνυμία «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ» (Δ.Α.Ν), είναι μια από τις Διοικήσεις του Αρχηγείου Στόλου του Πολεμικού Ναυτικού, στην οποία εντάσσονται όλα τα Ιπτάμενα Μέσα (ΙΜ) , ΑΦΝΣ και Ε/Π του ΠΝ, υπό πλήρη διοίκηση.
Η αποστολή της Δ.Α.Ν είναι, να ενεργεί μέσα στα όρια των εντολών και κατευθύνσεων του Γ.Ε.Ν και του Α.Σ, για την οργάνωση, διοίκηση, εκπαίδευση, συντήρηση και επισκευή υλικού και γενικά για την ετοιμότητα και προετοιμασία προς πόλεμο των Υπηρεσιών της και των Ιπταμένων Μέσων (Α/Φ-Ε/Π) του Π.Ν.
Στη Δ.Α.Ν υπάγονται τρείς Μοίρες ΙΜ, ήτοι Μοίρα Αεροσκαφών Ναυτικού (Μ.Α.Ν), Μοίρα Ελικοπτέρων Ναυτικού 1 (Μ.Ε.Ν 1) και Μοίρα Ελικοπτέρων Ναυτικού 2 (Μ.Ε.Ν 2 καθώς και η Βάση Ελικοπτέρων Ναυτικού (Β.Ε.Ν) , η Σχολή Ελικοπτέρων Ναυτικού (Σ.Ε.Ν) και ο Ελικοσταθμός Αμφιάλης (Ε/Σ Αμφιάλης). Οι εγκαταστάσεις της Μ.Α.Ν βρίσκονται στην Αεροπορική Βάση Ελευσίνας, ενώ όλες οι υπόλοιπες υπαγόμενες Υπηρεσίες, πλην του Ε/Σ ΑΜΦΙΑΛΗΣ, έχουν έδρα το Α/Δ-Ε/Δ ΚΟΤΡΩΝΙ στην περιοχή του Μαραθώνα.
Τον Μάρτιο του 2021 με το Π.Δ 27 (ΦΕΚ Τεύχος A’ 72/07.05.2021) ιδρύεται η Σχολής Αεροπορίας Ναυτικού (ΣΧΑΝ)
Τον Μάρτιο του 2024, παρελήφθησαν τρία νέα Ε/Π τύπου Romeo MH-60R Seahawk.
Το Ελληνικό Ινστιτούτο Ναυτικής Ιστορίας οργάνωσε εκδήλωση για τα 50 χρόνια απο την ανασύσταση της Σύγχρονης Ναυτικής Αεροπορίας. Trailer εκδήλωσης ΕΔΩ
ΝΑΥΤΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ (1912-1929-1930)
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ. 12Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ», Έκδοση Μουσείο Π.Α. 2010
Δημιουργία – Εξέλιξη – Ιδιαίτερα γεγονότα
-Νοέμβριος 1912: Το πρώτο υδροπλάνο Astra στη δύναμη Αεροπορίας Ναυτικού, το οποίο ονομάστηκε Ναυτίλος.
– 24/1/1913: Πρώτη, σε παγκόσμια κλίμακα, αποστολή ναυτικής συνεργασίας στον Ελλήσποντο με υδροπλάνο Maurice Farman από τους Υπολοχαγό Μιχαήλ Μουτούση ως χειριστή και Σημαιοφόρο Αριστείδη Μωραϊτίνη ως παρατηρητή
– 8/7/1913: Λήξη Βαλκανικών Πολέμων
-1914: Σώμα Αεροπόρων Βασιλικού Ναυτικού ή Ναυτικό Αεροπορικό Σώμα (ΝΑΣ). Ν 257/20.4.14
– Καθιέρωση για πρώτη φορά στην Ελλάδα των ονομασιών:
Μοίρα αεροπλάνων (με 8 αεροπλάνα) και
Σμήνος αεροπλάνων (με 4 αεροπλάνα). ΒΔ 25.5.14
Καθιέρωση του διακριτικού σήματος αεροπόρου (πυρσός του Ερμή). ΒΔ 25.5.14
– Αρχές του 1914: Απόκτηση υδροπλάνων Sopwith Greek Seaplane 80 ίππων
– 1914 ώς 1915: Ναυτική Αεροπορική Σχολή στην Ελευσίνα και στο Φάληρο
– Σεπτέμβριος 1916: Κίνημα Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη
– Οκτώβριος 1916: Αγγλική Σχολή Αεροπορίας στον Μούδρο Λήμνου (έως Σεπτέμβριο 1919) και στο Καζαβίτιο Θάσου
– Μάρτιος 1917: Συμμετοχή στις επιχειρήσεις του Μακεδονικού Μετώπου
– Μάιος 1917: Συγκρότηση της Μοίρας Ζ´ στη Λήμνο
– 17/6/17: Επίσημη είσοδος της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
– Θέρος 1917: Επαναλειτουργία της Σχολής Φαλήρου για προπαίδευση
– Ιούνιο 1917 ώς Σεπτέμβριο 1918: Συμμετοχή στις επιχειρήσεις εναντίον πλοίων και στόχων στα Στενά, καθώς και στα βόρεια και στα ανατολικά παράλια του Αιγαίου
– Δεκέμβριο 1917 ώς Σεπτέμβριο 1919: Εκπαίδευση στη Σχολή Ηλιούπολης της Αιγύπτου
1918: Ναυτική Αεροπορική Υπηρεσία (ΝΑΥ). Ν 1315/16.4.18 – Καθιέρωση του όρου Πτέρυγα (3 Μοίρες), πλέον της Μοίρας και του Σμήνους- Δημιουργία τεσσάρων Μοιρών με το χαρακτηριστικό Η = Hellenique (Η1 στη Θάσο, Η2 στον Μούδρο, Η3 στον Σταυρό Χαλκιδικής και Η4 στα Λεγραινά)
Οκτώβριος 1918: Λειτουργία Σχολής Ναυτικής Αεροπορίας στο Τατόι και το Παλαιό Φάληρο
2/11/18: Πτήση ελληνικών αεροπλάνων πάνω από την Κωνσταντινούπολη
11/11/18: Υπογραφή ανακωχής
22/12/18: Απώλεια Αριστείδη Μωραϊτίνη
1919: Συμμετοχή στη Μικρασιατική εκστρατεία
2/5/19: Προσγείωση του πρώτου αεροπλάνου στη Σμύρνη
Ιούλιος – Αύγουστος 1919: Ναυτική Αεροπορική Μοίρα Σμύρνης (ΝΑΜΣ)
1919 ώς 1922: Δράση ΝΑΜΣ με την κατάτμησή της στα Προκεχωρημένα Σμήνη Μετώπου
26/8/22: Αποχώρηση και του τελευταίου αεροπλάνου από τη Σμύρνη
1919 ώς 1923: Υποτονική η αεροπορική εκπαίδευση στο Τατόι και το Παλαιό Φάληρο
Φεβρουάριος 1924: Σύσταση Σχολής Δοκίμων Αεροπόρων.
Ιούλιος 1924: Εκπαίδευση σημαιοφόρων στο Τατόϊ
Σεπτέμβριος 1925: Εκπαίδευση υπαξιωματικών του Ναυτικού στο Σέδες
Οκτώβριος 1925– Μάρτιος 1926: Εκπαίδευση υπαξιωματικών στο Τατόϊ – εκπαίδευση αξιωματικών στη γαλλική σχολή Caudron στο Κροτουά-Εκπαίδευση αξιωματικών στην αγγλική σχολή Blackburn – Εκπαίδευση αξιωματικών στο Ροσφόρ Γαλλίας
1929: Ναυτική Αεροπορία (ΝΑ) – Ανωτέρα Διοίκηση ΝΑ (ΑΔΝΑ). Ν 4226/19.7.29
– Πρόβλεψη ριζικής αναδιοργάνωσης της ΝΑ
– Στολίσκοι, Μοίρες, Σμήνη αεροσκαφών
1930- 1931: Εκπαίδευση αξιωματικών στη Σχολή Ναυτικής Αεροπορίας (ΣΝΑ) Παλαιού Φαλήρου
1929 – 1932: Μετάπτωση στην ενιαία Πολεμική Αεροπορία
1969 το Πολεμικό Ναυτικό επανέρχεται στα σύννεφα με την απόκτηση 12 Α/Φ “ALBATROS” τα οποία εντάσσονται στην 353 ΜΝΑΣ
1973 εκπαιδεύονται στην Σχολή Αεροπορίας Στρατού οι 3 πρώτοι Αξιωματικοί του Π.Ν. ως χειριστές Ε/Π
1975 το Π.Ν. αποκτά τα 4 πρώτα Γαλλικά Ε/Π “ALLOUETTE” και εγκαθίσταται στο Α/Δ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ με την ονομασία Σμήνος Ελικοπτέρων Ναυτικού (ΣΜΕΝ) χρησιμοποιώντας τις εγκαταστάσεις της Ο.Α.
1977 το ΣΜΕΝ μετασταθμεύει στον Ε/Σ Αμφιάλης που αποτέλεσε το πρώτο Ελικοδρόμιο του ΠΝ.
1979 η AGUSTA παρέδωσε το πρώτο ΑΒ-212 από την σειρά των Α/Υ και Η/Ν Ε/Π. Η παράδοση συμπληρώθηκε το 1984.
1980 το ΣΜΕΝ μετονομάζεται σε Διοίκηση Ε/Π Ναυτικού (ΔΕΝ)
1986 Η ΔΕΝ μετασταθμεύει στο Α/Δ-Ε/Δ ΚΟΤΡΟΝΙ κοντά στο ΜΑΡΑΘΩΝΑ
1995 Παραλαμβάνονται από την SlKORSKY τα νέα Ε/Π τύπου S-70Β-6. και δημιουργούνται οι Μοίρες Ε/Π Ναυτικού (ΜΕΝ 1 και ΜΕΝ 2)
2018 Ιδρύθηκε νέα Διοίκηση με την επωνυμία «ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥ» (Δ.Α.Ν), μια από τις Διοικήσεις του Αρχηγείου Στόλου
2021 Δημιουργία Σχολής Ε/Π
2024 Παραλαβή 3 Ε/Π MH-60R Seahawk
Βιβλιογραφία-Πηγές
«Απ΄τα πελάγη …στους αιθέρες» Το χρονικό της Ναυτικής Αεροπορίας 1913-1941, Αντιναυάρχου (ε.α) Ι. Παλούμπη Π.Ν
«Η εισαγωγή του αεροπορικού όπλου στην Ελλάδα και η Ναυτική Αεροπορία μέχρι το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου» , Ναυτική Επιθεώρηση | Τεύχος 592-Τόμος 175
«Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΝΙΑΙΑ ΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ», Έκδοση Μουσείο Π.Α. 2010