Κείμενο Σπύρου Θεοδωράκη
Το ατμόπλοιο “ΑΡΚΑΔΙΟΝ” ανήκε στη μεγάλη Υπερωκεάνιο ατμοπλοΐα Παπαγιάννης & Μακίβερ, ήταν ένα τροχήλατο, ελαφρύ ταχύπλοο καταδρομικό. Αγοράστηκε στην Αμερική, με χρήματα των Ελλήνων του Λονδίνου το έτος 1867, έναν χρόνο μετά το ολοκαύτωμα της Μονής Αρκαδίου και προς τιμήν της, πήρε το όνομά του. Το αρχικό του όνομα ήταν DREAM (Όνειρο) και είχε δράσει κατά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο. Ναυπηγημένο το 1863 στο Mercey της Αγγλίας, το πλοίο, μήκους 70 μέτρων, πλάτους 8 και βυθίσματος 2, έφερε ατμομηχανή 180 ίππων και μπορούσε να αναπτύξει ταχύτητα 15 κόμβων. Ήταν δε εξοπλισμένο με τέσσερα πυροβόλα τύπου Armstrong.
Αναχώρησε από την Αγγλία την 1η Φεβρουαρίου 1867 (π.η.) και δύο περίπου εβδομάδες αργότερα, έφθασε στο λιμάνι της Ερμούπολης. Στο φύλλο της 18ης Φεβρουαρίου, η εφημερίδα της Σύρου Πατρίς γράφει χαρακτηριστικά:
«Μετ’ ἄκρας ἀγαλλιάσεως, τό κοινόν τῆς Ἑρμουπόλεως εἶδε κατά τήν παρελθοῦσαν ἑβδομάδα εἰσερχόμενον εἰς τόν λιμένα μας τό πρό πολλοῦ ἀναμενόμενον ταχύπλουν, τό παρά τῶν ἐν Ἀγγλία ὁμογενῶν ἀποστελλόμενον. Πολῖται πάσης τάξεως καί ἡλικίας προσέτρεχον ἀθρόοι, ὅπως ἐπισκεφθῶσιν τό πλοῖον [……] δύο ἡμέρας μετά τήν ἄφιξίν του, ἐξετέλεσεν μικρόν πρός δοκιμήν ταξίδιον μέχρι Τήνου, ὅπου καθηγιάσθη διά θρησκευτικῆς τελετῆς. Ἐκ τοῦ γενομένου ὑπολογισμοῦ, τοῦτο δύναται νά ἔχη ταχύτητα συνήθως μέν 14-15 μιλίων, ἐν ἐκτάκτω δέ περιπτώσει, καί ἐν ἀνάγκη, 18 μιλίων». (σ.σ. ταχύτητα που κρίνεται υπερβολική).
Το ΑΡΚΑΔΙΟΝ έπρεπε να αναλάβει δράση αμέσως, προκειμένου να κρατήσει άσβεστη τη φωτιά της Κρητικής Επανάστασης του 1866 στην πιο κρίσιμη φάση της καθώς, ο αποκλεισμός της Κρήτης είχε καταστεί ασφυκτικός, με το μεγαλύτερο τμήμα του οθωμανικού στόλου να περιπολεί τις ακτές της. Να σημειωθεί ότι ο εχθρός διέθετε πλοία μεγαλύτερα, ταχύτερα και καλύτερα εξοπλισμένα, όπως τα καταδρομικά ΧΟΥΝΔΑΒΕΝΔΙΚΙΑΡ και ΙΤΖΕΔΔΙΝ, που μόλις είχαν αγοραστεί από την Αγγλία. Επιπρόσθετα δε, είχε ενισχυθεί από ξένους αξιωματικούς, όπως ο Άγγλος πλοίαρχος Hovart, στον οποίο η Υψηλή Πύλη είχε προσφέρει τη θέση του αντιναυάρχου.
Αμέσως μετά την άφιξη του πλοίου στην Σύρο άρχισε η προετοιμασία του πληρώματος. Ως μηχανικούς κράτησαν τους εγγλέζους που έφεραν το πλοίο. Για πλοίαρχο, η Κεντρική Επιτροπή της Επανάστασης, ήθελε μόνιμο τον Ανδρέα Κοτζιά αλλά η εισήγησή της δεν έγινε δεκτή κι έτσι συμφώνησαν να ακολουθηθεί η μέχρι τότε τακτική, δηλαδή, να εναλλάσσονται σε κάθε ταξίδι «ὥστε τοιουτοτρόπως νὰ μὴν προσβάλληται ἡ φιλοτιμία» των άλλων πλοιάρχων
Στο πλοίο ΑΡΚΑΔΙΟΝ και στα πλοία ΚΡΗΤΗ 1, ΕΝΩΣΙΣ και ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ ιδιοκτησίας της Εταιρείας Ελληνικής Ατμοπλοΐας (η οποία είχε ιδρυθεί το 1855 με έδρα τη Σύρο) τα πληρώματά τους, αποτελούνταν από υπαξιωματικούς και ναύτες του τότε Βασιλικού Ναυτικού.
Η Εταιρεία Ελληνικής Ατμοπλοΐας, κύριος μέτοχος της οποίας ήταν η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, διέθεσε τα πλοία της για την εκτέλεση ταξιδιών προς την επαναστατημένη Κρήτη, χωρίς να ζητήσει “ουδέ μίαν δραχμήν” από την Κυβέρνηση ενώ, τα έξοδα και οι δαπάνες επισκευών επιβάρυναν την Επιτροπή, η οποία μάλιστα είχε εγγυηθεί για την ασφάλεια των πλοίων “κατά παντός κινδύνου”.
Η μεγάλη αξία της προσφοράς αυτών των πλοίων, διαφαίνεται στα λόγια του Κ. Ν. Ράδου, καθηγητή Ναυτικής Ιστορίας στη Σχολή Δοκίμων, ο οποίος εκτίμα ότι, χωρίς αυτά τα καράβια: «θά ἦταν ἀδύνατος ἡ παράτασις, ἐπί τριετίαν, μιᾶς ἐξαιρετικῶς ἀνίσου πάλης».
Το μοιραίο ταξίδι.
Την Κυριακή 6 Αυγούστου 1867 (π.η.), το ΑΡΚΑΔΙΟΝ απέπλευσε από τη Σύρο με πλοίαρχο τον Αναστάσιο Κουρέντη, υποπλοιάρχους τους Παυλίδη και Καλλιγά, και πρωτέα τον περίφημο Εμμ. Τζαρδή από τα Σφακιά. Είχε πλήρωμα 120 άνδρες και υπαξιωματικούς που γνώριζαν τον χειρισμό των πυροβόλων του.
Έφτασε στις νότιες ακτές του Ν. Χανίων κι ενώ ξεφόρτωνε στη περιοχή της Αγίας Ρουμέλης, εντοπίστηκε από τα οθωμανικά πολεμικά πλοία και παρά τις προσπάθειές του, αλλά και επιμένοντας να ξεφορτώσει τα μεταφερόμενα εφόδια, αναγκάστηκε να μεθορμίσει στην παραλία Πρέβελη.
Συνεχώς δε παρακολουθούμενο από τους τούρκους, αναγκάστηκε στη συνέχεια, ν’ ανοιχτεί βαθιά στο πέλαγος. Κατέφυγε στη Γαύδο, όπου και παρέμεινε όλη την ημέρα, επιστρέφοντας το βράδυ στην Αγία Ρουμέλη, προκειμένου να ολοκληρώσει την εκφόρτωση των πυρομαχικών και των εφοδίων. Ενεπλάκη όμως και πάλι, με τα τουρκικά πλοία και καθώς προσπαθούσε να περάσει το ακρωτήριο Κριός (35ο 13΄46΄΄ Ν | 20ο 37΄00΄΄ Ε), ο πλοίαρχος Κουρεντής αποφάσισε να δώσει μάχη, κατά τη διάρκεια της οποίας ένα εχθρικό βλήμα έπληξε τον δεξιό τροχό του ΑΡΚΑΔΙΟΝ, μειώνοντας έτσι την ταχύτητά του και με κίνδυνο να αιχμαλωτισθεί. Τότε, ο Κουρέντης, έστρεψε την πλώρη προς το τουρκικό πολεμικό ΙΤΖΕΔΔΙΝ για εμβολισμό, διατάζοντας το πλήρωμα σε ετοιμότητα εισπήδησης (ρεσάλτο) ενώ, κατεβάζοντας την ελληνική σημαία, κινούνταν πλέον ως ανένταχτο. Τα δύο πλοία βρέθηκαν έτσι, πάρα πολύ κοντά και, μετά από μανούβρα του τουρκικού, εξακολούθησαν εγγύτατη παράλληλη πορεία. Τότε, τρεις Έλληνες ναύτες πήδησαν από την εξαρτία στο κατάστρωμα του ΙΤΖΕΔΔΙΝ, όρμησαν με τσεκούρια κατά των Τούρκων που βρέθηκαν στο σημείο εισπήδησης και τους σκότωσαν. Μετά τη νέα μανούβρα όμως, και την αλλαγή πορείας του εχθρικού πλοίου, δεν πέτυχαν ρεσάλτο άλλοι ναύτες, με συνέπεια οι τρεις πρώτοι να σκοτωθούν.
Τότε, προκειμένου να ολοκληρώσει την εκφόρτωση, ο Κουρεντής, πραγματοποίησε προσγειάλωση (προσάραξη στα αβαθή) στην παρακείμενη αμμώδη ακτή της Παλαιόχωρας. Ανάγκασε έτσι, τα τουρκικά πλοία να μείνουν μακριά του, αφού δεν μπορούσαν να το ακολουθήσουν στα αβαθή. Το πλήρωμα πήδηξε στην ξηρά, με τελευταίο τον υποπλοίαρχο Παυλίδη, ο οποίος βοηθούσε τα γυναικόπαιδα, που είχαν επιβιβασθεί από την Αγία Ρουμέλη, να εγκαταλείψουν το πλοίο. Αφού εκφορτώθηκε το πολύτιμο για τους επαναστατημένους Κρήτες φορτίο, ο πλοίαρχος διέταξε την πυρπόληση του ΑΡΚΑΔΙΟΝ.
Εχθρικά αποβατικά αγήματα, πλησιάζοντας με βάρκες, κατάφεραν μετά από ώρα να σβήσουν τη φωτιά και να ρυμουλκήσουν το πλοίο ως τον Κεράτιο κόλπο, όπου το επιδείκνυαν ως λάφυρο μεγάλου κατορθώματος. Σύμφωνα με άλλην εκδοχή, οι Τούρκοι απέσπασαν έναν ξύλινο κορμό από τα αποκαΐδια του πλοίου και τον μετέφεραν στην Πόλη. Ο καπετάν Κουρεντής με το πλήρωμά του, αφού γλίτωσαν την αιχμαλωσία, κατέφυγαν στα Σφακιά.
Οι άστοχοι πανηγυρισμοί
Ο Τούρκος στρατηγός Ομέρ πασάς – ο Κροατικής καταγωγής εξωμότης Μιχαήλ Λάττας – που είχε σταλεί εκείνη τη χρονιά στην Κρήτη για να καταπνίξει την επανάσταση, βρισκόταν στα Χανιά. Χωρίς να έχει ακριβείς πληροφορίες, ενημέρωσε αμέσως την Υψηλή Πύλη για το κατόρθωμα του τουρκικού στόλου συντάσσοντας την παρακάτω αναφορά: [Παρατίθεται εδώ όπως βρίσκεται δημοσιευμένη στην: Ιστορία της Κρήτης (Νέα), τ. Γ΄, σελ. 466-470 του Παν. Κ. Κριάρη].
«Το ΑΡΚΑΔΙΟΝ, το οποίο πριν από πολλούς μήνες μετέφερε στην Κρήτη εθελοντές, τρόφιμα και πολεμοφόδια παντός τύπου, παρατηρήθηκε απέναντι από την Αγία Ρουμέλη τη νύκτα της 8ης Αυγούστου από το ΙΤΖΕΔΔΙΝ, πλοίο του Αυτοκρατορικού στόλου, διοικούμενο από τον Χασάν Μπέη, που παρέπλεε τα παράλια αυτά. Το οθωμανικό θωρηκτό επιτέθηκε εναντίον του ελληνικού καταδρομικού και αγώνας μεγάλος, με το πυροβολικό τους, έγινε μεταξύ των δυο πλοίων. Το ΑΡΚΑΔΙΟΝ, αφού έπαθε ζημιές πολλές και ήταν έτοιμο να υποκύψει, δοκίμασε να ανοιχτεί στο πέλαγος. Το ΙΤΖΕΔΔΙΝ, ταχύτερο, κατεδίωξε το πειρατικό και σε λίγο το πλησίασε. Τότε, έγινε μάχη από κοντά, η οποία τελείωσε με τον θάνατο του πλοιάρχου του [σ.σ. το γεγονός αυτό δεν είχε συμβεί], του πηδαλιούχου και των περισσοτέρων από το πλήρωμά του. Κατά τη μάχη αυτή, μια οβίδα από το εχθρικό πλοίο έσκασε στη γέφυρα του ΙΤΖΕΔΔΙΝ και σκότωσε ή τραυμάτισε πέντε ή έξι ναύτες. Ο Οθωμανός πλοίαρχος και όλο το πλήρωμα έδωσαν γενναία μάχη, η οποία διήρκεσε από τις δέκα τη νύχτα μέχρι τις τέσσερις το πρωί. Τέλος, ο Χασάν Μπέης έδωσε στο πλοίο του ελαφρά κίνηση προς τα πίσω κι άρχισε να το εμβολίζει, συντρίβοντας τον δεξί του τροχό. Τότε, το πειρατικό πλοίο εξώκειλε στους υφάλους της ακτής. Ο σκελετός του έπλεε ακόμη, όταν το υπόλοιπο πλήρωμα τού έβαλε φωτιά να το κάψει. Τα πυροβόλα του μεταφέρθηκαν στη θωρηκτή φρεγάτα ΜΑΧΜΟΥΤΙΕ και άρχισε η ανέλκυση της μηχανής. Έτσι καταστράφηκε το πειρατικό τούτο πλοίο, το οποίο χρησίμευε στο να μεταφέρονται, στη δυστυχή νήσο της Κρήτης, τόσοι εγκληματίες και πλάνητες, και το οποίο έγινε η σπουδαιότερη αιτία για τα δεινά, τα οποία υπέστη η νήσος αυτή».
Το θρυλικό ατμόπλοιο ΑΡΚΑΔΙΟΝ προσέφερε τις πολύτιμες υπηρεσίες του μόνον για επτά μήνες. Πραγματοποίησε συνολικά 23 αποστολές, πλοιαρχούμενο, εκτός του Γαλαξιδιώτη Αναστάσιου Κουρεντή, και από τους Ψαριανούς Νικόλαο Αγγελικάρα και Ανδρέα Κοτζιά, τον Θεόδωρο Κιοσέ από την Ύδρα και τον Βασίλειο Ορλώφ από τις Σπέτσες. Μετέφερε στη Μεγαλόνησο εθελοντές, Έλληνες και Φιλέλληνες, αλλά και εφόδια, τρόφιμα, ρούχα, φάρμακα, όπλα και πυρομαχικά. Μετέφερε ακόμα τραυματίες, αλλά και εκατοντάδες πρόσφυγες, από την Κρήτη στη Σύρο.
Η είδηση της καταστροφής του ΑΡΚΑΔΙΟΝ διαδόθηκε γρήγορα, προκαλώντας αγωνία, θλίψη και φόβο. Από την Αθήνα όμως, προσπάθησαν να μετριάσουν τις εντυπώσεις της απώλειας, για λόγους σκοπιμότητας, αλλά και ανάτασης του ηθικού. Έτσι, ο νομομαθής και συγγραφέας Μάρκος Ρενιέρης, διοικητής τότε της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος, και διαχειριστής της Κεντρικής υπέρ των Κρητών Επιτροπής, απευθύνει στον Μίνωα Μπογιατζόγλου, ο οποίος ηγείτο της Ειδικής επί των αποστολών Επιτροπής στη Σύρο, την ακόλουθη επιστολή, με ημερομηνία 12 Αυγούστου 1867: [ΓΑΚ, Κ 14α, ΑΡ. 1223]
Φίλε Κύριε Μπογιατζόγλου
Τό συμβάν τοῦ Ἀρκαδίου δέν πρέπει διόλου νά Σᾶς ταράξῃ, οὔτε νά Σᾶς δειλιάσῃ. Τό Ἀρκάδι ἐχάθη ἐντίμως καί ἀξίως τοῦ ὀνόματος, ὅπερ ἔφερε. Ἵνα μή δειλιάσωσι δέ οἱ ἐν Κρήτῃ, ἀνάγκη νά φανῇ ἀμέσως ἡ Ἕνωσις (σ.σ. εννοεί το πλοίο) εἰς τά ὕδατα τῆς Κρήτης καί νά ἐξακολουθήσῃ τά ταξίδιά της μετά τοῦ συναδέλφου τρίτου ἀτμοπλοίου, ἵνα ἵδωσιν οἱ Τοῦρκοι ὅτι δέν ἐπτοήθημεν. Ταῦτα μοί εἶπεν χθές τό ἑσπέρας ὁ κ. Πρωθυπουργός, ὅστις μοί ὑπεσχέθη νά γράψῃ τά ἴδια είς τό Διοικητικόν Συμβούλιον τῆς Ἑταιρείας. Θάρρος λοιπόν, θάρρος ἀκαταδάμαστον καί ἡ ἐπιτυχία θά ἔλθῃ.
Ανάλογου περιεχομένου επιστολή, με ίδια ημερομηνία, θα αποστείλει στον Μπογιατζόγλου και ο Γεώργιος Σκουζές, έμπορος και τραπεζίτης που ενίσχυε οικονομικά τις κρητικές επαναστάσεις. [ΓΑΚ, Κ 14α, ΑΡ. 1224]
Ἀδελφέ Μίνωα Μπογιατζόγλου
Μή λυπηθῆτε διά τό Ἀρκάδι, διότι ὁ ναύαρχος ὁ Γάλλος εἶπεν ἐνώπιον πολλῶν, ὅτι ὁ πλοίαρχος θαυμασίως ἐπολέμησεν καί ἐφάνη brave, ἀνδρεῖος. Δέν ἀμφιβάλλω ὅτι εἰς τήν Εὐρώπην θά κάμῃ ἐντύπωσιν. Αὐτάς τάς ἡμέρας περιμένει ἡ κυβέρνησις τήν μίαν κανονιοφόρον, ἡ ὁποία τρέχει ὡς τό Ἀρκάδι, καί μέ εἶπεν ὁ κ. Κουμουνδούρος ὅτι θά μᾶς τήν δώσῃ διά νά ἀντικαταστήσῃ τό Ἀρκάδι.
Ποίηση και Επανάσταση
Η ποίηση αγκάλιασε το ηρωικό καταδρομικό ΑΡΚΑΔΙΟΝ και εμπνεύστηκε από αυτό. Τα κατορθώματά του συμπεριέλαβε, σε ένα μεγάλο επικό ποίημα, ένας σπουδαίος ποιητής της εποχής, ο Αχιλλέας Παράσχος (1838-1895). Στο ποίημα αυτό, γραμμένο το 1867 με τον τίτλο «Ὁ 13ος πλοῦς» περιγράφεται ένα επεισοδιακό ταξίδι του ΑΡΚΑΔΙΟΝ, το οποίο, ενώ είχε ξεφορτώσει εφόδια στην Κρήτη και επέστρεφε στη Σύρο, καταδιώχθηκε από οθωμανικά καταδρομικά και αναγκάστηκε να καταφύγει στο λιμάνι των Αντικυθήρων.
Ο 13ος πλους
Ποῦ εἶσαι καὶ δὲν φαίνεσαι, ἀγαπημένο «Ἀρκάδι»
τὸ μεσημέρι πέρασε, ἐδιάβηκε τὸ βράδυ,
κι ἀκόμη δὲν ἐφάνηκαν τὰ κάτασπρα πανιά σου,
στὴν Κρήτη μὴν ἀπόμεινες μαζὶ μὲ τὰ παιδιά σου;
[…]
Ἄχ! Ἕνα μόνο τό ΄χουμε, εἶν΄ ἕνα τὸ καημένο,
μᾶς τό ΄χουνε τ΄ ἀδέλφια μᾶς ἀπ΄ τὴ Φραγκιὰ σταλμένο.
Καὶ μὲ αὐτὸ ἐστέλναμε τὸ ὑστερο ψωμί μας,
τὸ ὑστερο τὸ φόρεμα καὶ κάπου τὸ σπαθί μας...
[…]
Τ΄ «Ἀρκάδι»!... ξέρετε παιδιά, τί εἶναι τὸ «Ἀρκάδι»;
Εἶναι τὸ γλυκοχαραμα στῆς Κρήτης τὸ σκοτάδι.
Εἶναι τὸ μάνα τ΄ οὐρανοῦ ποὺ τρέφει τὰ παιδιά μας,
εἶναι οἱ Σπέτσες, τὰ Ψαρά, ἡ Ὑδρα, ἡ καρδιά μας.
Εἶναι τῆς Κρήτης ἡ ζωή, τὸ ἁγιο φυλαχτό της,
εἰναι ἡ Ἐλλας ὁλόκληρη μαζί μὲ τ΄ ὀνειρό της!...
Τα πιο πάνω αποσπάσματα, απηχούν την αγωνία για την τύχη του καραβιού. Απηχούν, όμως, και τα εξιδανικευμένα συναισθήματα, τα πρόσημα ομοψυχίας που βιώνει ο άνθρωπος όταν ζει στιγμές υπερβατικές, επαναστατικές στιγμές…
Αντί επίλογου
Αγαπητέ αναγνώστη, ταξιδιώτη ή οδοιπόρε, εάν, κάποια στιγμή βρεθείς στα νότια παράλια της δυτικής Κρήτης, στη Χώρα Σφακίων, στις παραλίες της Τρυπητής, του Κόρακα, του Φοίνικα, της Αράδαινας, του Πρέβελη ή στο Λουτρό, δεν θα βρεις κανένα σημείο αναφοράς στα κατορθώματα του «Αρκάδιον». Ούτε θα συναντήσεις κάποιο μνημείο στην Αγιά Ρουμέλη, τον τόπο πυρπόλησής του, στον τόπο που θυσιάστηκε το πλήρωμά του.
Οι προσπάθειες και οι ισχνές φωνές τοπικών παραγόντων και φορέων, για να μην περάσει στην λήθη των ανθρώπων ένα σπουδαίο ιστορικό γεγονός, δεν έχουν βρει μέχρι τώρα ευήκοα ώτα κι ας έχει περάσει ενάμιση αιώνας. Για μία ακόμη φορά η Πολιτεία λάμπει δια της απουσίας της ενώ, δραστικές ενέργειες και πρωτοβουλίες των Αρχών απουσιάζουν εκκωφαντικά.
Ωστόσο η πένα της Ιστορίας έχει γράψει –για πάντα- ότι στον ίδιο πόλεμο, την Κρητική Επανάσταση του 1866-69, σε ένα ανώτατο σκαλοπάτι αυτοθυσίας και ηρωισμού και σε διάστημα δύο ετών, συνέβησαν δυο γεγονότα, που έφεραν το ίδιο όνομα: Αρκάδι, και ορίστηκαν από κοινή μοίρα: Oλοκαύτωμα.
O Eμμανουήλ Τζαρδής είναι πρόγονός μου κ παρακαλώ προσέξτε γράφεται με ζ κ όχι με σ
Ο αδελφός του Παύλος έδρασε με το ΕΝΩΣΙΣ
Ευχαριστούμε πολύ. Διορθώθηκε.
Κατι για το τελος του “Αρκαδιου”:την επομενη το πρωι 21 Αυγουστου του 1867 οι Τουρκοι προσεγγισαν το πλοιο κι αφου ασβησαν την φωτια το κατελαβαν ως λαφυρο.Ανελκυστηκε με την βοηθεια του θωρηκτου Μαχμουντιγιε,η φρεγατα Ερνβτογκαλ το ρυμουλκησε στη σουδα οπου εγιναν οι προχειρες επισκευές για να παει μεχρι την Πολη να επιδειχτεί ως μεγα λαφυρο…Εφτασε στις 25 Σεπτεμβρη 1867.Χρησιμοποιησαν το σκαρι του Αρκαδιου για να χτισουν πανω του μια λιβηριδα την οποια ονομασαν επισης Αρκαδι…Ενταχτηκε στη δυναμη του Οθωμανικου Ναυρικου με πληρωμα 137 ανδρων και κανονια των 30 λιβρων…ΑυταΠηγη: αρθρο του αντιναυάρχου εν αποστρ,Ζωιδακη Αντωνη,20 σελιδες αρθρο παρακαλω,στο ετησιο περιοδικο του Δημου χανιων το 2016…