- ThePlus Audio
Γράφει ο Γεράσιμος Λειβαδάς
Ο Άρης ήταν ένα τρικάταρτο ιστιοφόρο, ημιολικός ατμομυοδρόμων, μήκους 74,5 μέτρων και πλάτους 12 μέτρων, το οποίο κατασκευάστηκε στο Γαλλικό ναυπηγείο «Forges et Chantiers de la Méditerranée», στη μικρή πόλη La Seyne, στα περίχωρα της Τουλώνος το 1926-27. Είχε εκτόπισμα 2.380 τόνων, μηχανή 1080 ίππων 3 κυλίνδρων που του προσέδιδε ταχύτητα 10 κόμβων και έφερε οπλισμό 4 τηλεβόλων των 76 χιλιοστών. Διέθετε 110 κλίνες για τους δόκιμους και 3 δωμάτια για τους Αξιωματικούς. Ο σχεδιασμός του προέβλεπε ότι σε περίπτωση πολέμου θα μετατρέπετο σε πλωτό νοσοκομείο.
Καθελκύστηκε στις 28 Ιανουαρίου 1927 ως εκπαιδευτικό πλοίο για τους Ναυτικούς Δοκίμους με επισημότητα, παρουσία του θωρηκτού Αβέρωφ που βρισκόταν εκεί για επιδιορθώσεις. Παρόντες ήταν, ο πρώην ύπατος αρμοστής της Ελλάδας στη Σμύρνη, ναύαρχος ε.α. και πράκτορας της Υπερωκεανίου Ατμοπλοΐας στη
Μασσαλία, Ηλίας Μαυρουδής, ο Έλλην Πρέσβης στην Γαλλία Αλέξανδρος Καραπάνος, καθώς και οι Έλληνες της Μασσαλίας Κωνσταντίνος Ζαρίφης, Πολύβιος Ζαφειρόπουλος, Αιμίλιος Μεταξάς, ο επιχειρηματίας Δάρας και άλλοι πολλοί. Από Γαλλικής πλευράς, τίμησαν την τελετή ο Ναύαρχος Διοικητής της Τουλώνος Τομίν και ο Αντιναύαρχος του Ναυτικού Επιτελείου της Γαλλίας.
Στην τελετή πρωτοστάτησαν οι Αρχιμανδρίτες Πετσάλης και Καλλίνικος. Οι Έλληνες της Μασσαλίας με μεγάλη συγκίνηση, παρέδωσαν στον Υποναύαρχο Δημήτριο Οικονόμου, μια Ελληνική Σημαία, την οποία ναύτες ύψωσαν στο πρυμναίο ιστό του πλοίου και αναμνηστικό κύπελλο.
Ο “Άρης” ναυπηγήθηκε εν μέρει, από κληροδότημα £20.000 από τον Γεώργιο Μηνιάκη, έναν Καϊρινό Έλληνα επιχειρηματία με καταγωγή από τη Ρόδο, ο οποίος είχε αποβιώσει τον Δεκέμβριο του 1919. Το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό είχε τοποθετήσει μια χάλκινη προτομή του Μηνιάκη στο “καρρέ” του κυβερνήτη. Το συνολικό κόστος της ναυπήγησης ανήλθε στις £65,000.
Στο πλοίο είχε δοθεί το όνομα ΑΡΗΣ για να τιμήσει το περίφημο μπρίκι του Αναστασίου Τσαμαδού, με το ίδιο όνομα που πολέμησε εναντίον του αιγυπτιακού στόλου υπό τον Ιμπραήμ και τον Γάλλο Σολιμάν Πασά το 1825. Οι Υδραίοι Νικόλαος Βότσης και Δημήτριος Σαχτούρης το οδήγησαν έξω από τη Σφακτηρία, δεχόμενοι για αρκετές ώρες επίθεση από όλες τις πλευρές και αντιμετωπίζοντας συνολικά 32 πλοία το ένα μετά το άλλο, πριν φτάσει στην ανοιχτή θάλασσα και χαθεί στην ομίχλη του Ιονίου. Ο Άρης κατά διαστήματα είχε χρησιμοποιηθεί ως σχολή Ναυτοπαίδων.
ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ
Ο Αιγυπτιώτης Ελληνισμός, σε ένα μεγάλο βαθμό προερχόμενος από τη νησιωτική Ελλάδα, και συνυφασμένος με τις ιστορίες της θάλασσας, αναζήτησε μία νέα γόνιμη πατρίδα στη Νειλοχώρα. Από τα μέσα του 19ου αιώνα εγκαταστάθηκε και μεγαλούργησε χάρη στο εμπόριο, κυρίως αυτό του βαμβακιού. Όμως δεν αποξενώθηκε από την μητέρα πατρίδα ποτέ, βρισκόμενος πάντα σε μια συνεχή σύνδεση μ’ αυτήν. Η πόλη της Αλεξάνδρειας ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένη με την πατρίδα, αφού και αυτή την δρόσιζε το ίδιο κύμα της Μεσογείου. Στο δραστήριο λιμάνι της επικρατούσε ιδιαίτερη χαρά όταν Ελληνικό καράβι με την γαλανόλευκη σημαία να κυματίζει, έπιανε στον ντόκο. Ήταν ακόμη πιο μεγάλη η συγκίνηση όταν το καράβι αυτό ήταν του Πολεμικού Ναυτικού της Ελλάδος.
Το εκπαιδευτικό πλοίο επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Αλεξάνδρεια τον Απρίλιο του 1930 υπό τη διοίκηση του τότε αντιπλοιάρχου Αλέξανδρου Σακελλαρίου, πρώην Διοικητού της Ναυτικής Ακαδημίας Πολέμου.
Τον Άρη υποδέχθηκε ο Αλεξανδρινός Ελληνισμός με ιερή συναισθηματική φόρτιση
και ενθουσιασμό λόγω του ότι την ημέρα εκείνη η παροικία εόρταζε την επέτειο της
εξόδου της ηρωϊκής φρουράς του Μεσολογγίου, ίσως το εκπληκτικότερο
μεγαλούργημα του Ιερού Αγώνος της Ανεξαρτησίας. Ήταν η 11η Απριλίου. Ο Γενικός
πρόξενος της Ελλάδος Περικλής Σκέφερης, συνοδευόμενος από τον Υποπρόξενο
Χαρίλαο Ζαμαρία επισκέφτηκαν το πλοίο όπου ο Ύπαρχος Αναστάσιος
Στασινόπουλος τους υποδέχθηκε και τους οδήγησε στην πρυμναία αίθουσα του
Κυβερνήτη. Εκεί συνάντησαν τον Κυβερνήτη με την μεγάλη στολή, τα παράσημα και
τον Σταυρό του Παναγίου Τάφου. Ακολούθησε ξενάγηση στο πλοίο που είχε
αναλάβει ο Σημαιοφόρος Γεώργιος Καρβέλης. Ακολούθησαν επισκέψεις Αιγυπτίων
παραγόντων μεταξύ των οποίων του λιμενάρχη της Αλεξάνδρειας Aly Bey Damir, ο
οποίος εξέπληξε τους πάντες με την άπταιστη χρήση της ελληνικής γλώσσας.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας, η Ελληνική Λέσχη Αλεξανδρείας δεξιώθηκε τους αξιωματικούς και δοκίμους του Άρη παρουσία επίλεκτων μελών της παροικίας. Την επομένη, άγημα του Άρεως παρήλασε παρουσία δεκάδων επισήμων στην Δημοτικό στάδιο της Αλεξάνδρειας με την συνοδεία εμβατηρίων από την Ελληνική Φιλαρμονική, ενώ ακολούθησαν οι προγραμματισμένοι σχολικοί αγώνες των Ελληνικών Σχολείων. Τους αξιωματικούς του Άρεως δεξιώθηκαν στο μέγαρό τους το ζεύγος Αμβροσίου Μηταράκη, ενώ το βράδυ, ο κυβερνήτης του Άρεως παρέθεσε δείπνο το οποίο τίμησαν δεκάδες εξέχοντες προσωπικότητες της Αλεξανδρινής κοινωνίας.
Στις 15 Απριλίου το πρωί, τελέστηκε μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του μακαρίτου Γεωργίου Μηνιάκη, στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Παλιό Κάϊρο καθώς και τρισάγιο επί του τάφου του, παρουσία του Κυβερνήτου του πλοίου και των αξιωματικών του επιτελείου του, των διπλωματικών αρχών. Η χήρα του Μηνιάκη παρέθεσε πρόγευμα στους αξιωματικούς στο ξενοδοχείο Mena House, κοντά στις Πυραμίδες.
Ακολούθησε δεξίωση στις εγκαταστάσεις του Ομίλου ο πρόεδρος του οποίου, Γεώργιος Οικονόμου προσφώνησε τον Κυβερνήτη Σακελλαρίου. Το απόγευμα το πλήρωμα παρακολούθησε την ακολουθία του Νυμφίου στον ναό του Ευαγγελισμού ενώ την επομένη το πρωί, ο κυβερνήτης Σακελλαρίου κατέθεσε στέφανο στην εντοιχισμένη αναμνηστική πλάκα των πεσόντων Αλεξανδρινών του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Άρης απέπλευσε για την πανάρχαια πόλη της Ιόππης, την σημερινή Jaffa, υπό την Βρετανική τότε Εντολή της Παλαιστίνης (1920-1948), προάστιο πλέον του Τελ-Αβίβ. Από κει θα κατευθύνετο στα Ιεροσόλυμα για την τελετή της Αναστάσεως
Στον Άρη επέβαιναν 16 αξιωματικοί, 5 από την Σχολή Δοκίμων Υπαξιωματικών και 2 από την Σχολή Αρμενιστών. Επιπλέον, υπηρετούσαν 120 υπαξιωματικοί και ναύτες, εκ των οποίων, 19 απόφοιτοι δόκιμοι αξιωματικοί, 32 απόφοιτοι δόκιμοι υπαξιωματικοί, 65 δόκιμοι υπαξιωματικοί και 100 μαθητές αρμενιστές κληρωτοί.
Οι αξιωματικοί ήταν οι ακόλουθοι:
Αλέξανδρος Σακελλαρίου, Αντιπλοίαρχος, Κυβερνήτης
Αναστάσιος Στασινόπουλος, Πλωτάρχης, Ύπαρχος
Σπύρος Λαζαρίμος, Υποπλοίαρχος, Αξιωματικός Πορείας
Σπύρος Παπασπύρου, Υποπλοίαρχος, Αξιωματικός Γενικής Επιστασίας
Νικόλαος Κοτσιλίρης, Υποπλοίαρχος, Διευθυντής Επιστασίας Πυροβολικού
Νικόλαος Περδίκας, Ανθυποπλοίαρχος, Διευθυντής Ηλεκτρισμού
Επαμεινώνδας Δελημάνης, Υποπλοίαρχος, Αξιωματικός Πληρωμάτων
Ιωάννης Κουλούρης, Ιατρός
Επί του Άρεως επέβαιναν επίσης και ο Πλωτάρχης Χρήστος Παπαδημητρίου, Διοικητής της Σχολής Δοκίμων Υπαξιωματικών και ο Υποδιοικητής Νικόλαος Δαμασκηνός.
Η 2η επίσκεψη του Άρη στην Αλεξάνδρεια πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1937, με κυβερνήτη τον πλοίαρχο Μιχαήλ Θεοφανίδη.
Στις 29 Αυγούστου του 1937, ο Άρης κατέπλευσε από το ταξίδι του στη Μάλτα και Σούδα, στο λιμάνι της Αλεξάνδρειας όπου πλήθος λέμβων από τον Ελληνικό Ναυτικό Όμιλο τον υποδέχτηκαν με ρίγη ενθουσιασμό και ζητωκραυγές. Πρώτοι επισκέφθηκαν το πλοίο ο Αιγύπτιος Αντιπλοίαρχος Ahmed Riad Bey, λιμενάρχης της πόλεως, συνοδευόμενος από τον Έλληνα υποπρόξενο Ιωάννη Μοσχόπουλο. Το πλοίο χαιρετίστηκε από πολλά παραπλέοντα πλοία μεταξύ των οποίων τα Ιταλικά εκπαιδευτικά «Χριστόφορος Κολόμβος» και Αμέρικο Βεσπούτσι» που ένα μήνα πριν βρισκόντουσαν στα Φαληρικά ύδατα. Ακολούθησαν επισκέψεις ανωτέρων αξιωματικών της αστυνομίας λιμένων, του κυβερνήτη της Βασιλικής Θαλαμηγού Μαχρούσα και του βρετανικού καταδρομικού Devonshire.
Το πλήρωμα αποτελούνταν από 17 αξιωματικούς, 85 συνολικά δοκίμους, 40 ναυτόπαιδες εκ των οποίων 15 δόκιμοι σημαιοφόροι της οικονομικής και λιμενικής υπηρεσίας, 55 μάχιμοι ναυτικοί, και 24 μαθητές της Σχολής Αεροπορίας.
Φωτογραφίες από την καθημερινή ζωή των Ναυτικών Δοκίμων στο ιστιοφόρο “Άρης”. (αρχείο ΥΙΝ, ΝΜΕ και Γ. Χ. Τσουτσάνη)
Η 3η και τελευταία επίσκεψη πραγματοποιήθηκε στις 12 Ιουλίου 1939 με κυβερνήτη τον αντιπλοίαρχο Περικλή Αντωνόπουλο.
Κατά την άφιξή του, ο διοικητής έγινε δεκτός από τις Ελληνικές Προξενικές Αρχές και στη συνέχεια συναντήθηκε με τις τοπικές αρχές, με πρώτη επίσκεψη αυτήν του Διοικητή της πόλεως της Αλεξάνδρειας Muhammad Houssein Pasha. Τον Κυβερνήτη υποδέχτηκαν ο κυβερνήτης της Αιγυπτιακής Βασιλικής θαλαμηγού “Mahrusa” καθώς και αξιωματούχοι του Βρετανικού πλοίου εφοδιαστικής υποστήριξης υποβρυχίων HMS Maidstone, που στάθμευε τότε στην Αλεξάνδρεια. Την ίδια μέρα τελέστηκε λειτουργία στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία του Ευαγγελισμού. Τις επόμενες ημέρες πραγματοποιήθηκαν διάφορες δεξιώσεις, όπως αυτή του Γενικού Προξένου Κωνσταντίνου Βαλτή με την παρουσία πλήθους ξένων προξένων, του Ελληνικού Ναυτικού Ομίλου Αλεξανδρείας και των Ελλήνων Προσκόπων. Στις 14 Ιουλίου, ο Άρης καλωσόρισε πολυάριθμους επισκέπτες που ξεναγήθηκαν γύρω από το θρυλικό πλοίο. Αργότερα, ο διοικητής συναντήθηκε με τον Mohamed Mahmoud Khalil Pasha, πρωθυπουργό της Αιγύπτου.
Η αποχαιρετιστήριος δεξίωση προσφέρθηκε στις αίθουσες της Ελληνικής Λέσχης, όπου παραβρέθηκαν και επίλεκτα μέλη της Ελληνικής παροικίας. Πρόεδρος της Λέσχης ήταν ο σπουδαίος νομικός Γεώργιος Ρούσος, φίλος του Ε. Βενιζέλου, στο παρελθόν Πρέσβης της Ελλάδος στην Ουάσιγκτον, αργότερα υπουργός σε κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου.
Την Κυριακή 16 Ιουλίου τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση πρωτοστατούντος του Μακαριότατου Πατριάρχη Αλεξανδρείας κ.κ. Χριστόφορου Β’, παρουσία του γιού του Γεωργίου Μηνιάκη Κωνσταντίνου, αποτίοντας φόρο τιμής στον μεγάλο ευεργέτη. Την ακολουθία παρακολούθησαν όλοι οι αξιωματούχοι της Ελληνικής Κοινότητας, αξιωματικοί του Άρη και εκατοντάδες άτομα. Το πλοίο απέπλευσε από την Αλεξάνδρεια στις 17 Ιουλίου. Επόμενοι προορισμοί της ήταν, Port Sait, Βηρυτός, Πειραιάς, Κότορ, Σπλιτ, Ίμπενικ, Πούλα, Τεργέστη, Βενετία και Μπάρι.
Με την έναρξη του Β ́ Παγκοσμίου Πολέμου και την εισβολή των Γερμανών, λόγω της χαμηλής ταχύτητάς του, δεν ακολούθησε τον Ελληνικό Στόλο στην Αίγυπτο, οπότε τον Μάιο του 1941 αιχμαλωτίστηκε από τους Γερμανούς στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Μετασκευάστηκε στην Σαλαμίνα σε πλωτό νοσοκομείο δυναμικότητος 299 κλινών για να καλύψει υγειονομικές ανάγκες των ναζιστικών δυνάμεων και στις 28 Νοεμβρίου 1941 μετονομάστηκε σε “Γκρατς”. Το ελληνικό πλήρωμα υπό τον Λοχαγό ιατρό Φραγκαντώνη και άλλους 60 περίπου ναύτες συνέχισε να υπηρετεί στο πλοίο. Αρχηγός της γερμανικής ομάδος ήταν ο Hellmuth Schulze, με βοηθό τον Klaus Harms. Μετέφερε τραυματίες από την Πάτρα, την Κρήτη, την Μύλο, τον Βόλο στην Θεσσαλονίκη. Επισκέφθηκε για τέταρτη και τελευταία φορά την Αίγυπτο τον Νοέμβριο του 1942, κατά την διάρκεια της δεύτερης μάχης του Αλαμέιν οπότε και παρέλαβε 170 τραυματίες από το λιμάνι της Μάρσα Ματρούχ και τους μετέφερε στον Πειραιά. Στο επόμενο ταξίδι προσέγγισε το λιμάνι Στις 5 Δεκεμβρίου 1942 στις 6:15 π.μ., χτύπησε σε νάρκη στα ανοικτά του συμπλέγματος των νήσων Cani, 10 ναυτικά μίλια βορειοανατολικά του λιμανιού της Μπιζέρτας της Τυνησίας και βυθίστηκε με ελάχιστους επιζώντες, ενώ υπάρχει και ανεπιβεβαίωτη πληροφορία ότι τορπιλίστηκε. Μεταξύ των απωλειών ήταν και 30 Έλληνες από το πλήρωμα.
Σημειώνεται ότι η προσφορά του Μηνιάκη είναι η 3η γνωστή μεγάλη δωρεά Αιγυπτιώτου προς το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό μετά από αυτές του Πανταζή Βασσάνη από την Τάντα ο οποίος πρόσφερε σεβαστό κονδύλι για να κτιστεί το Βασσάνειον κτήριο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, και του Γεωργίου Αβέρωφ από την Αλεξάνδρεια που κατέβαλλε τεράστιο ποσό που χρησιμοποιήθηκε για την ναυπήγηση του θρυλικού θωρηκτού Αβέρωφ.