Του Σήφη Μανουσογιαννάκη
Στις 13 Νοεμβρίου 1918 στόλος αποτελούμενος από Αγγλικά, Γαλλικά, Ιταλικά και τα Ελληνικά ΑΒΕΡΩΦ, ΑΕΤΟΣ, ΠΑΝΘΗΡ και ΙΕΡΑΞ κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη στα πλαίσια της ανακωχής του Μούδρου. Σχηματίστηκε μια διεθνής επιτροπή υπό τον Ναύαρχο Κάλθορπ ( Calthorpe).
Είχε προηγηθεί από τις 11 Δεκεμβρίου του 1918 ο κατάπλους στην Σμύρνη του Αντιτορπιλικού ΛΕΩΝ επί του οποίου επέβαινε ο Πλοίαρχος Ηλίας Μαυρουδής. Είχε ορισθεί πρόεδρος επιτροπής και σύνδεσμος με την κυβέρνηση και είχε αποστολή, την καταγραφή από κοντά της καταστάσεως στην Μ. Ασία αλλά και τον διαφωτισμό των λαών της περιοχής σχετικά με τις διαθέσεις της Ελλάδος απέναντι τους. Το Οθωμανικό Ναυτικό διαλύθηκε τα δε μεγάλα πλοία του όπως το Yavuz, to Torgutreis, το Hamidiye και το Mesidiye αδρανοποιήθηκαν και απομονώθηκαν στον Κεράτιο κόλπο υπό τον έλεγχο των Συμμαχικών πλοίων. Μόνο ένας μικρός αριθμός πλοίων παρέμεινε ενεργός όπως τα Τορπιλoβόλα Αkhisar, Drac και οι Κανονιοφόροι Preveze και Ayidinreis σε καθήκοντα Ακτοφυλακίδων στη Μαύρη Θάλασσα, η Κανονιοφόρος Hiziireis στην Σμύρνη και οι ναρκοθέτιδες Nusret και Tir–I Mujkan σε επιχειρήσεις ναρκαλιείας στον κόλπο του Ξηρού. Δεν παροπλιστήκαν επίσης μικρά βοηθητικά του Τουρκικού Στόλου όπως Ρυμουλκά, περιπολικά και άλλα βοηθητικά σκάφη συνολικά 36, εκ των οποίων τα 26 στην Μαύρη Θάλασσα. Υπήρχε ακόμα σημαντικός αριθμός εμπορικών πλοίων των Οθωμανικών Ναυτιλιακών Γραμμών τα οποία χρησιμοποιήθηκαν αργότερα για τις μεταφορές πολεμικού υλικού.
Η Μικρασιατική εκστρατεία μπορεί να εξετασθεί σε τρεις φάσεις:
1η Φάση
Από το Μάιο του 1919 έως τον Νοέμβριο του 1920. Την 19/2/1919 υπογράφηκε Νομοθετικό Διάταγμα « Περί συστάσεως Ναυτικής Βάσεως εν Κωνσταντινουπόλει». Στις 2 Μαΐου 1919 Ελληνικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στην Σμύρνη, με στόχο την αστυνόμευση της περιοχής της Ιωνίας γύρω από την Σμύρνη και την προστασία των ορθόδοξων πληθυσμών εν όψει της υπογραφής της Συνθήκης των Σεβρών αλλά και με μελλοντική προσδοκία την κατοχύρωση στην Ελλάδα των συγκεκριμένων εδαφών. Η απόβαση στην Σμύρνη των Ελληνικών Δυνάμεων, η οποία πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη των Θωρηκτών ΑΒΕΡΩΦ, ΚΙΛΚΙΣ, ΛΗΜΝΟΣ των Αντιτορπιλικών ΛΕΩΝ, ΛΟΓΧΗ, ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ, ΣΦΕΝΔΟΝΗ και των Τορπιλοβόλων ΘΕΤΙΣ και ΑΙΓΛΗ υπήρξε απόρροια της αντιθέσεως των συμφερόντων των Αμερικανών, Άγγλων και Γάλλων προς την Ιταλία. Ο σπουδαιότερος υποστηρικτής της Ελλάδας υπήρξε ο Lloyd George. Οι άλλοι δύο υποστηρικτές ο Wilson και ο Clemenceau σύντομα έπαψαν να ηγούνται των κρατών τους. Ο νέος Πρωθυπουργός της Γαλλίας Millerant εγκαινίασε από τον Ιανουάριο του 1920 από συμφώνου με την Ιταλία πολιτική ενεργού συνεννοήσεως με την Τουρκία εις βάρος των Ελληνικών συμφερόντων. Αυτή την πολιτική αναγκάστηκε εν τέλει να ακολουθήσει αργότερα και ο Lloyd George.
Η αποστολή του Πολεμικού Ναυτικού κατά την 1η Φάση ήταν η παροχή προστασίας στα ατμόπλοια που μετέφεραν τα στρατεύματα και η επίδειξη σημαίας και ναυτικής παρουσίας στην Σμύρνη και στην Κωνσταντινούπολη. Στην Κωνσταντινούπολη βρισκόταν το Θ/Κ ΑΒΕΡΩΦ και μερικά Τορπιλικά ενώ στην Σμύρνη το Θ/Κ ΛΗΜΝΟΣ και επίσης μερικά Τορπιλικά. Αρχηγός του Ναυτικού ήταν ο Υποναύαρχος Δ. Παπαχρήστος, και του Στόλου οι Υποναύαρχοι Κ. Λιόλιος και Κ. Βούλγαρης.
Τον Ιούνιο του 1919 ο Ελληνικός Στρατός αποβιβάστηκε στην Μικρασιατική ακτή και κατέλαβε τις πόλεις Αρτάκη και Πάνορμο. Υπήρξε εμπλοκή με Τουρκικές δυνάμεις ατάκτων. Τα Αντιτορπιλικά ΛΕΩΝ ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ και ΣΦΕΝΔΟΝΗ βομβάρδισαν το Τουρκικό στρατόπεδο. Πρέπει να σημειωθεί ότι η αποβίβαση του Ελληνικού Στρατού και η κατάληψη της Αρτάκης, του Πανόρμου και αργότερα της Προύσας επιτράπηκε από τους Άγγλους μετά από επιθέσεις που δέχθηκαν οι Αγγλικές δυνάμεις στην Ασιατική ακτή του Βοσπόρου από τους Τούρκους.
Στις 4/1/1920 άρχισαν οι πρώτες οργανωμένες επιθέσεις του Κεμαλικού Στρατού κατά Συμμαχικών στόχων στην Ούρφα. Τις 25/1/1920 διορίστηκε ο Α. Στεργιάδης Ύπατος Αρμοστής στην Σμύρνη ως Υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου ενώ στις 3/3/1920 Συμμαχικά στρατεύματα κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη.
Στις 17/3/1920 η Ιταλία υπέγραψε Συμφωνία με την Κεμαλική Τουρκία για εκκένωση του Ικονίου και περιορισμό των Ιταλών στην Αττάλεια από την οποία τελικά αποχώρησαν την22/6 1921.
2η Φάση
Από το Νοέμβριο του 1920 (αμέσως μετά τις εκλογές) έως τον Σεπτέμβριο του 1922. Στόχος ήταν η επιβολή των προβλέψεων της συνθήκης των Σεβρών και η καταστροφή των Κεμαλικών δυνάμεων. Αποτελεί την κρισιμότερη φάση της εκστρατείας και τούτο διότι παρέλαβε την εξουσία μια κυβέρνηση φιλοβασιλική, που είχε διαρρήξει τις σχέσεις της με τους Συμμάχους με την επαναφορά του Κωνσταντίνου στον θρόνο και η οποία είχε εκλεγεί με βασικό σύνθημα το τέλος του πολέμου, δέσμευση, την οποία δεν τήρησε. Είναι χαρακτηριστική η κοινή δήλωση των τριών συμμάχων δυνάμεων ήτοι της Αγγλίας, Γαλλίας και Ιταλίας και έχει ως ακολούθως, «Η αποκατάστασις επί του Θρόνου ενός Βασιλέως, του οποίου η παράνομος στάσις και συμπεριφορά απέναντι των Συμμάχων, κατά την διάρκειαν του πολέμου, υπήρξε δι’ αυτούς πηγή δυσχερειών και σοβαρών απωλειών, δεν ήτο δυνατόν να θεωρηθή υπ’ αυτών παρά ως επιδοκιμασία υπό της Ελλάδος των εχθρικών πράξεων του Κωνσταντίνου» (Σ. Καργάκος Η Μικρασιατική Εκστρατεία).
Ενώ μέχρι τότε ο Βενιζέλος ενεργούσε ως εντολοδόχος των Μεγάλων Δυνάμεων επιτρέποντας στην Στρατιωτική Ηγεσία περιορισμένης εκτάσεως επιχειρήσεις η νέα κυβέρνηση δεν διεξάγει πλέον τις επιχειρήσεις ως εντολοδόχος των Συμμάχων. Ο πόλεμος από Συμμαχο-Τουρκικός μετατρέπεται σε Ελληνο-Τουρκικό. Τεράστια μεταβολή τόσο από πολιτική όσον και από οικονομική άποψη. Σε ότι αφορά τις Ένοπλες Δυνάμεις αυτές καθ’ αυτές. Η ποιοτική αξία κατέβηκε αισθητά. Αξιωματικοί οι οποίοι είχαν αποστρατευθεί από το 1916 επανήλθαν καταλαμβάνοντας θέσεις χωρίς να έχουν την απαραίτητη πείρα και γνώσεις. Από τους επανελθόντες αυτούς ένα ποσοστό ήσαν απρόθυμοι να μεταβούν στο Μικρασιατικό Μέτωπο (Αντιστράτηγος Στέργιος Γυαλίστρας ΕΘΝΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ 1909-1959).
Κατά την περίοδο αυτή αρχίζει να φαίνεται καθαρά και έμπρακτα η διαφοροποίηση της στάσεως των μεγάλων δυνάμεων έναντι της Ελλάδος προς όφελος των Τούρκων. Κατά το τελευταίο εννεάμηνο Σεπτέμβριος 1921 έως τον Μάιο 1922 αναγνώρισαν de facto την επαναστατική Τουρκική κυβέρνηση υπό τον Κεμάλ σε επίσημο συνομιλητή τους.Οι Άγγλοι στην αρχή επιθυμούσαν την συντριβή του Κεμάλ. Δεν ήταν όμως διατεθειμένοι να διαθέσουν στρατό ούτε χρήματα γι’ αυτό. Οι δυνάμεις του Σουλτάνου δεν ήταν σε θέση να αντεπεξέλθουν στον εμφύλιο πόλεμο με τις δυνάμεις του Κεμάλ. Ώς συμφερότερη λύση για τους Άγγλους ήταν να επιτρέψουν στον Ελληνικό στρατό να κινηθεί και πέραν της περιοχής της Ιωνίας που αρχικά του είχαν ορίσει.
Η Γαλλία μετά την συντριβή των δυνάμεων της από τον Κεμάλ στην Κιλικία (Φεβρουάριος 1920) και την εκλογική ήττα του Κλεμανσώ άρχισε να σκέπτεται την αποχώρηση της από την Μικρασία. Η επάνοδος του Κωνσταντίνου έδωσε το πρόσχημα στην Γαλλία και την Ιταλία να αλλάξουν στάση υπέρ του Κεμάλ. Η αλλαγή της στάσεως εκφράστηκε με την υπογραφή στις 20 Οκτωβρίου 1921 του Γαλλοτουρκικού συμφώνου φιλίας και η Γαλλία αποχώρησε από την Κιλικία, ενώ στις 20/12/21 εκκένωσαν τα Άδανα παραδίδοντας στους Τούρκους μεγάλο αριθμό πυρομαχικών όλων των τύπων καθώς και δέκα αεροσκάφη με όλο το υλικό υποστηρίξεως τους.
Μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων στην Ρωσία το 1919 η ηγεσία τους έλαβε την απόφαση και επεδίωξε ειρήνη με τους Τούρκους. Το εθνικιστικό Κεμαλικό κίνημα θεωρήθηκε από τους Ρώσους ως εθνικοαπελευθερωτικό και βοηθήθηκε και με αποστολές πολεμικού υλικού και με οικονομική ενίσχυση. Η προσέγγιση Ρώσων και Τούρκων ήταν καθαρά στρατηγική επιλογή και για τους δύο. Από τα τέλη Ιουλίου του 1920 είχε αρχίσει η αποστολή όπλων και χρυσού προς τον Κεμαλ σε μεγάλες ποσότητες. Στις 16 Μαρτίου 1921 υπογράφηκε στη Μόσχα το Ρωσοτουρκικό σύμφωνο φιλίας. Η Ρωσική βοήθεια που παρασχέθηκε προς τους Τούρκους σε διάστημα λιγότερο από δύο χρόνια αντιπροσωπεύει ποσό μεγαλύτερο από το σύνολο του ετήσιου προϋπολογισμού της (Κεμαλικής) Τουρκίας και το σύνολο των πολεμικών δαπανών δύο χρόνων.
Η οργάνωση του εθνικού απελευθερωτικού κινήματος των Τούρκων υπό τον Κεμάλ άρχισε να μορφοποιείται το 1920. Συστήθηκε στο Κεμαλικό Υπουργείο Εθνικής Άμυνας η Διεύθυνση Θαλασσίων Επιχειρήσεων στην οποία υπήχθησαν:
α. Η Ναυτική Διοίκηση Τραπεζούντος (Trabzon) η οποία ήταν υπεύθυνη για την οργάνωση και εκτέλεση όλων των μεταφορών παντός είδους φορτίων από την Ρωσία προς τα Τουρκικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας όπως επίσης για την μεταφορά δυνάμεων του Τουρκικού στρατού και πολεμικού υλικό από τα ανατολικά λιμάνια στα δυτικά της Μαύρης Θάλασσας ώστε να ενισχυθούν οι δυνάμεις του δυτικού μετώπου.
β. Η Ναυτική Διοίκηση Σαμψούντος (Samsun) η οποία ήταν υπεύθυνη για την παροχή προστασίας στην Τραπεζούντα, για την εκπαίδευση στελεχών του Ναυτικού και για την αντιμετώπιση των ένοπλων ομάδων των Ποντίων.
γ. Η Ναυτική Διοίκηση του Ερεγκλί (Eregli) η οποία ήταν υπεύθυνη για τις μεταφορές μεταξύ Κωνσταντινουπόλεως-Akcakoca και Τραπεζούντας-Akcakoca, καθώς και για την παροχή Διοικητικής Μέριμνας στα πλοία που έκαναν τις μεταφορές. Ήταν υπεύθυνη ακόμα για την συλλογή πληροφοριών και την εκτέλεση περιπολιών στα δυτικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας.
δ. Η Ναυτική Διοίκηση Νικομήδειας (Ismit) η οποία ήταν υπεύθυνη για τις μεταφορές στην Προποντίδα.
ε. Ο Ναυτικός Σταθμός του Φετιγιέ (Fethiye) που ήταν υπεύθυνος για την συλλογή πληροφοριών από το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο καθώς και την αστυνόμευση των ακτών.
στ. Η Ναυτική Διοίκηση της λίμνης του Εγκιρντίρ (Egirdir) που ήταν υπεύθυνη για την παράδοση μέσω της ομώνυμης λίμνης πολεμικού υλικού που έφθανε από την Αττάλεια στο Δυτικό Μέτωπο.
ζ. Όλα τα πλοία που βρισκόταν στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο έστελναν τις αναφορές πληροφοριών τους στην Στρατιωτική Διοίκηση του Δυτικού Μετώπου.
Υπολογίζεται, από Τουρκικές πηγές, ότι με τα πλοία που διέθεταν και είχαν συνολικό εκτόπισμα περί τους 7000 τόνους μεταφέρθηκαν περίπου 300000 τόνοι κρίσιμου πολεμικού υλικού όπως αεροσκάφη, πυροβόλα, τυφέκια, βαρέα πολυβόλα, νάρκες, τορπίλες και όλα τα είδη των πυρομαχικών. Από τις 300000 αυτούς τόνους οι 220000 μεταφέρθηκαν από Ρωσικά λιμάνια. Επαίρονται οι Τούρκοι ότι το μικρό φορτηγό πλοίο τους SAHIN μετέφερε μεταξύ άλλων σε τμήματα από το Νοβοροσίσκ στην Τραπεζούντα 29 αεροπλάνα που είχαν αγοραστεί από την Γερμανία. Μεγάλες δυνάμεις αποδεσμεύτηκαν κυρίως από το Ρωσοτουρκικό μέτωπο και μεταφέρθηκαν δυτικά για να αντιμετωπίσουν τους Έλληνες (https://www.researchgate.net).
Έχουν καταγραφεί δύο περιπτώσεις όπου μικρά Τουρκικά περιπολικά συνέλαβαν Ελληνικά φορτηγά πλοία και κατάσχεσαν τα φορτία τους. Η πρώτη περίπτωση αφορούσε το πλοίο ΕΝΩΣΙΣ 1000 τόνων. Δύο Τουρκικές ακτοφυλακίδες οι οποίες τους είχαν παραχωρηθεί από την Ρωσία το συνέλαβαν έξω από το Νοβοροσίσκ και το οδήγησαν την 29 Απριλίου 1921 στην Τραπεζούντα. Αιχμαλώτισαν τους επιβάτες και το πλήρωμα του και κατάσχεσαν το φορτίο του στο οποίο έχει γραφεί ότι συμπεριλαμβανόταν και ποσότητα χρυσού. Το πλοίο μετονομάστηκε σε TRABZON και εντάχθηκε στον Τουρκικό στόλο. Η δεύτερη περίπτωση αφορούσε στο πλοίο ΟΥΡΑΝΙΑ 2200 τόνων. Συνελήφθη 15 ναυτ. μίλια από τον Βόσπορο από ένα εξοπλισμένο Τουρκικό ρυμουλκό και οδηγήθηκε στο Ερεγκλί. Το πλήρωμα του αιχμαλωτίστηκε και το φορτίο του κατασχέθηκε.
Η αποστολή του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού σ’ αυτήν την φάση λογικά θα έπρεπε να είναι ο Ναυτικός αποκλεισμός των παραλίων της Τουρκίας, ιδιαίτερα στην Μαύρη Θάλασσα και την Προποντίδα, η εκτέλεση νηοψιών σε πλοία που μετέφεραν πολεμικό υλικό, η κατάσχεση των φορτίων τους καθώς και η υποστήριξη των επιχειρήσεων του στρατού ξηράς. Μετά τις εκλογές Αρχηγός Ναυτικού παρέλαβε ο Υποναύαρχος Ι. Ηπίτης και Αρχηγοί του Στόλου οι Υποναύαρχοι Σ. Δούσμανης και Ι.Ραζηκώτσικας.
Ο Ελληνικός Στόλος αποτελούνταν από τα εξής πλοία:
Θωρηκτά: ΑΒΕΡΩΦ, ΚΙΛΚΙΣ, ΛΗΜΝΟΣ.
Καταδρομικό: ΕΛΛΗ.
Ανιχνευτικά: ΑΕΤΟΣ, ΙΕΡΑΞ, ΠΑΝΘΗΡ, ΛΕΩΝ.
Αντιτορπιλικά: ΝΙΚΗ, ΑΣΠΙΣ, ΒΕΛΟΣ, ΛΟΓΧΗ, ΣΦΕΝΔΟΝΗ,ΘΥΕΛΛΑ, ΣΜΥΡΝΗ.
Τορπιλοβόλα: ΔΩΡΙΣ, ΑΙΓΑΙΟ, ΔΑΦΝΗ, ΘΕΤΙΣ, ΑΡΕΘΟΥΣΑ, ΑΛΚΥΟΝΗ.
Εύδρομα επίτακτα: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΙΣ, Β.ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ, Β.ΣΟΦΙΑ, ΑΙΓΑΙΟΝ, ΝΑΞΟΣ, ΑΔΡΙΑΤΙΚΟΣ, ΑΚΤΙΟΝ, ΜΥΚΟΝΟΣ.
Αλιευτικά: ΦΛΩΡΕΝΤΙΑ, Μ.ΣΟΦΙΟΥ Υ3, Υ4.
Από την μελέτη των ελάχιστων αρχείων που εντοπίστηκαν κυρίως στο ιστορικό αρχείο του ΕΛΙΑ-ΜΙΕΤ προκύπτει ότι η αποστολή των πλοίων του Στόλου που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη ή στην Σμύρνη ήταν η ακόλουθη όπως διατυπώθηκε από τον Υπουργό Ναυτικών προς τον Αρχηγό του Στόλου τον Απρίλιο 1921: « Η αποστολή ΑΒΕΡΩΦ εις Κωνσταντινούπολην αποβλέπει συν τοις άλλοις την κατά τας σημερινάς περιστάσεις όσον το δυνατόν επιβλητικήν παρά τοις Τούρκοις και τοις Ξένοις αντιπροσώπευσιν της Ελληνικής Σημαίας», και συνεχίζει… προς τούτοις θα εκτελούνται ως μέχρι τούδε υπό των εν Κωνσταντινουπόλη ελαφρών σκαφών οι εκάστοτε παρά του Αρχιστρατήγου Διοικητού της Στρατιάς Μικράς Ασίας εν συνεννοήσει προς υμάς υποδεικνυόμεναι περιπολίαι.
Από τις αρχές του 1921 άρχισε να ζητείται από τον Στρατό Ξηράς η συμβολή του Πολεμικού Ναυτικού με τα πλοία που ναυλοχούσαν στην Κωνσταντινούπολη (ΑΒΕΡΩΦ, ΙΕΡΑΞ, ΠΑΝΘΗΡ, ΔΩΡΙΔΑ, ΑΡΕΘΟΥΣΑ) τόσον σε επιχειρήσεις υποστηρίξεως του όσον και σε επιχειρήσεις αποκλεισμού ακτών στις οποίες γινόταν λαθρεμπόριο πολέμου. Ιδιαίτερα ζητήθηκαν επιχειρήσεις υποστήριξης της Μεραρχίας που είχε έδρα την Νικομήδεια καθώς και ναυτικός αποκλεισμός των νοτίων ακτών του ομώνυμου κόλπου. Από τον Αρχιστράτηγο Παπούλα ζητήθηκε μέσω της Ελληνικής Ύπατης Αρμοστείας Κωνσταντινουπόλεως η βοήθεια του Στόλου όπως εμποδίσει τις μεταφορές του εχθρού από την Σινώπη και δυτικά. Τέτοιες αιτήσεις αλλά και πληροφορίες για πλοία που μεταφέρουν εφόδια στις Κεμαλικές δυνάμεις έφθαναν στον νέο Αρχηγό του Στόλου Υποναύαρχο Σ. Δούσμανη ο οποίος ζητούσε οδηγίες από τον Υπουργό Ναυτικών.
Υπάρχει μια επιστολή του Ναυάρχου Σ. Δούσμανη προς τον Υπουργό Ναυτικών στις 10 Μαρτίου 1921 με την οποία ζητά να πληροφορηθεί επικειμένης της ενάρξεως των εχθροπραξιών, τα σχέδια του Στρατού ξηράς ώστε να μπορεί να υποστηρίξει τις επιχειρήσεις καθώς και να επιλέγει ο ίδιος τα πλοία των διαφόρων αποστολών ως καλύτερος γνώστης. Η απάντηση του Υπουργού ήλθε δέκα μέρες αργότερα και έλεγε ότι «δεν έχει ακόμα ζητήσει γνώμη επί της επιτελικής εργασίας του Στρατού για το πώς μπορεί ο Στόλος να τον βοηθήσει και θα τον πληροφορούσε μόλις τις πάρει». Έτσι μπορεί να συμπεράνει κάποιος ασφαλώς, πρώτον ότι ο επί τόπου ευρισκόμενος Αρχηγός του Στόλου δεν είχε επαφή με το Αρχηγείο της Στρατιάς και δεύτερον δεν ασκούσε τον επιχειρησιακό έλεγχο των πλοίων του ή και αν τον ασκούσε πάντα ζητούσε εντολές από τον Υπουργό στην Αθήνα. Στο διάστημα αυτό τέλος Μαρτίου-αρχές Απριλίου 1921 υπάρχει μια σειρά εντολών και εν συνεχεία ακυρώσεων τους από το Υπουργείο Ναυτικών προς τον Αρχηγό του Στόλου που επιβεβαιώνει την ελαφρότητα με την οποία αντιμετώπιζαν τον πόλεμο αυτόν, ενδεχομένως δε και την ανικανότητα τους. Ενδεικτικά κάποια παραδείγματα είναι τα ακόλουθα:
α. Την 2/4/21 το Υπουργείο Ναυτικών τηλεγραφεί στον Αρχηγό του Στόλου « Γνωρίζεται ότι κυβέρνηση αποφάσισε ενέργεια νηοψιών πλοίων πάσης σημαίας προς πρόληψη λαθρεμπορίας δια στρατόν Κεμάλ. Διατάξατε πλοία όπως προβώσι σε νηοψίες. Νηοψίες δέον μη ενεργηθώσι εντός χωρικών υδάτων ζωνών επιρροής Ιταλίας, Γαλλίας, Αγγλίας». Ο Αρχηγός του Στόλου που δεν είχε πληροφορηθεί ποιές ήταν οι ζώνες επιρροής του καθενός από τους συμμάχους δεν προχώρησε σε νηοψίες.
β. Την 6/4/21 ο Δούσμανης αναφέρει στον Υπουργό ότι ο Άγγλος Ναύαρχος «απαγόρευσε στα Ελληνικά πλοία να εκτελούν νηοψίες και να συλλαμβάνουν Τούρκους αιχμαλώτους τους οποίους να μεταφέρουν μέσω του Βοσπόρου». Το γεγονός εγείρει αμφιβολίες για το κατά πόσον η εντολή αυτή προερχόταν από την Κυβέρνηση του Άγγλου Ναυάρχου καθώς η Ελλάδα βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση με την Τουρκία και όπως ο Στρατός της πολεμούσε με τον Τουρκικό στην ενδοχώρα χωρίς περιορισμούς έτσι και το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό δικαιούταν να εκτελεί ναυτικές επιχειρήσεις αποκλεισμού των Τουρκικών παραλίων, νηοψίες (εξαιρουμένων ίσως των πλοίων με Συμμαχικές σημαίες) και βομβαρδισμούς ναυτικών εγκαταστάσεων μέσω των οποίων γινόταν το λαθρεμπόριο πολέμου. Στον Πόντο θα μπορούσαν ακόμη να υποστηρίξουν με ναυτικούς βομβαρδισμούς τις ομάδες των Ποντίων ανταρτών.
γ. Την 8/4/21 ζητά οδηγίες περί του πρακτέου κατόπιν των απαγορεύσεων του Άγγλου Ναυάρχου.
δ. Την 9/4.21 επαναλαμβάνει την αίτηση του «Παρακαλώ διατάξητε τι πράξω διότι κατόπιν ρητής απαγορεύσεως νηοψιών παρά Άγγλου Ναυάρχου και μη λήψη ουδεμιάς παρ’ υμών σχετικής διαταγής και οδηγίας διστάζω, (με σύμφωνον γνώμη Συμβουλίου Κυβερνητών ;;;) διαθέσω πλοία ένεκα μεγίστης σοβαρότητας συνεπειών».
ε. Την 11/4/21 ο Δούσμανης λαμβάνει εντολή να εκτελεί νηοψίες και να συλλάβει το Βουλγαρικό πλοίο FERDINAND, να συλλάβει τους Τούρκους που επιβαίνουν σ’ αυτό και να τους οδηγήσει στην Μυτιλήνη. Η σύλληψη δε του πλοίου να γίνει στον Εύξεινο Πόντο.
ζ. Την 11/4/21 επίσης λαμβάνει εντολή να συλλάβει το Ιταλικό πλοίο ROZALBA στον Εύξεινο.
η. Στις 12/4/21 το Υπουργείο απαγόρευσε την εκτέλεση νηοψιών.
θ. Ο Αρχηγός του Στόλου είχε ζητήσει βομβαρδισμό πόλεων και πλοιαρίων. Το Υπουργείο απάντησε: « Καταστροφή πλοιαρίων και βομβαρδισμός πόλεων ή χωρίων αντίκειται αρχάς διεθνούς ναυτικού δικαίου. Καταστροφή αποβαθρών δύναται να διενεργηθεί εάν προ οφθαλμών ευρίσκεται εντός ζώνης Ελληνικής κατοχής και η καταστροφή αυτών αποτελεί περισπασμόν στρατιωτικής ανάγκης επισήμως βεβαιουμένης παρά στρατιωτικής αρχής».
Με πρόφαση το αλλοπρόσαλλο την επιπολαιότητα, καθώς και την ασάφεια των εντολών που ελάμβανε ο Αρχηγός του Στόλου αποφάσισε να αποπλεύσει παρά την αντίθετη εντολή του Υπουργού με τον ΑΒΕΡΩΦ από την Κωνσταντινούπολη και να καταπλεύσει στον Πειραιά προκειμένου να αναλύσει στον Υπουργό την κατάσταση και να λάβει οδηγίες. Μετά τον κατάπλου του πλοίου όμως δεν παρουσιάστηκε στον Υπουργό αλλά μετέβη στο σπίτι του δηλώσας ασθένεια.
Στο σπίτι του κάλεσε τον Υποναύαρχο Δουρούτη, Προσωπάρχη του Υπουργείου, από τον οποίο ζήτησε να τον ειδοποιήσει πότε θα τον δεχθεί ο Υπουργός. Μετά την άνευ αδείας άφιξη του Αρχηγού του Στόλου στην Αθήνα όπως προαναφέρθηκε ο Υπουργός τον αποστράτευσε. Μετά από λίγες ημέρες όμως ο Υποναύαρχος Σ. Δούσμανης αφού υπέβαλλε δύο αναφορές στον Υπουργό και μία προς τον Βασιλιά επανήλθε εις την ενέργεια και τοποθετήθηκε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού την 15/12/1921.
Την 24/4/1921 αποφασίσθηκε ο Στόλος να χωρισθεί περίπου ισοδύναμα σε δύο Μοίρες, εις τον Στόλο Α υπό τον Υποναύαρχο Ι. Ηπίτη επί του Θ/Κ ΑΒΕΡΩΦ, και τον Στόλο Β υπό τον Υποναύαρχο Γ. Καλαμίδα επί του Θ/Κ ΛΗΜΝΟΣ. Ο Στόλος Α είχε ως βάση την Κωνσταντινούπολη ενώ ο Στόλος Β την Σμύρνη. Αργότερα κάθε Μοίρα ενισχύθηκε από τέσσερα εξοπλισμένα εμπορικά πλοία. Η διαίρεση αυτή του Στόλου, όπως ειπώθηκε, κρίθηκε σκόπιμη αφ’ ενός μεν λόγω ελλείψεως αντιπάλου Στόλου, αφ’ ετέρου δε λόγω του ότι η παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού του εχθρού θεωρήθηκε ότι θα βάρυνε εξ’ ίσου τον Στόλο Α και Β.
Η απαγόρευση που υπήρχε για την εκτέλεση νηοψιών επί των πλοίων που έφεραν συμμαχική σημαία και κατευθυνόταν προς Τουρκικά λιμάνια κυρίως της νότιας και νοτιοδυτικής Τουρκίας, κατέδειξε σύντομα ότι η εκτίμηση της ανάγκης οργανώσεως του Β Στόλου ήταν εσφαλμένη. Για τον λόγο αυτό ενισχύθηκε ο Στόλος Α αφού το λαθρεμπόριο πολέμου και η ενίσχυση των Τουρκικών δυνάμεων γινόταν κυρίως στην Προποντίδα και την Μαύρη Θάλασσα με Τουρκικά πλοία. Συνεπώς πολλά πλοία του Στόλου Β έπλευσαν στην Κωνσταντινούπολη και ετέθησαν υπό τις διαταγές του αρχηγού του Στόλου Α ενώ εις την Σμύρνη παρέμειναν το ΛΗΜΝΟΣ και το ΕΛΛΗ.
Την 9/2/22 ο Α/ΓΕΝ πλέον Δούσμανης με έγγραφο του προς τον Υπουργό αφού τον πληροφόρησε ότι συνεχίζεται το λαθρεμπόριο πολέμου κυρίως από την Μερσίνα, Αλεξανδρέττα, Αττάλεια, κόλπο Μάκρης, ακτή Νέας Εφέσου, Σινώπη, Τραπεζούντα, Ινέμπολη κ.τ.λ. του πρότεινε αποκλεισμό των παραλίων καθώς και πολεμική ενέργεια εναντίον εγκαταστάσεων επί των ακτών.
Παρόλα αυτά στο χρονικό διάστημα αυτό των περίπου δύο ετών, που ο Κεμαλικός στρατός εφοδιάστηκε με 220000 τόνους πολεμικού υλικού από θαλάσσιες μεταφορές στην Μαύρη Θάλασσα δεν καταγράφηκε άλλη πολεμική επιχείρηση των Ελληνικών Ναυτικών Δυνάμεων πέραν από την σύλληψη των ατμόπλοιων ΙΝΕΜΒΟΛΙΣ και KRIM, την βύθιση την 14 Οκτωβρίου 1921 του Τουρκικού βοηθητικού πλοίου RESUMAT και τον βομβαρδισμό την 25 Μαίου 1922 της Σαμσούντας από τον ΑΒΕΡΩΦ, ΠΑΝΘΗΡΑ,ΙΕΡΑΚΑ,ΑΔΡΙΑΤΙΚΟΣ και ΝΑΞΟΣ υπό την διοίκηση του Υποναυάρχου Ι. Ηπίτη. Μία επιχείρηση Ελληνικών πολεμικών πλοίων καταγράφηκε στις Τουρκικές ακτές από την Σμύρνη έως την Μερσίνα τον Ιούνιο 1921 όταν από πληροφορία γνωστοποιήθηκε στο Υπουργείο Ναυτικών ότι το Ιταλικό φορτηγό πλοίο ΝΑΥΚΡΑΤΟΥΣΑ μετέφερε πολεμικό υλικό στην Τουρκία. Το Εύδρομο ΕΛΛΗ διενήργησε νηοψία και κατέσχεσε οκτώ καινούρια αεροσκάφη Ιταλικής κατασκευής τα οποία κατέσχεσε και παρέδωσε στο Τατόι. (Π. Γέροντας ΜΕΘ ΟΡΜΗΣ ΑΚΑΘΕΚΤΟΥ).
Τον Αύγουστο του 1922 όταν πλέον η κατάρρευση του μετώπου έχει αρχίσει και όλα έβαιναν προς το τέλος, ο Υπουργός ζήτησε προφορικά από τον Δούσμανη να του υποβάλει πρόταση καθορισμού τομέων περιπολιών από τα πλοία του ελαφρού Στόλου και τα επιταγμένα εύδρομα στα παράλια της Τουρκίας «προκειμένου να εμποδιστεί ο ανεφοδιασμός του εχθρού κατόπιν της ληφθείσης κυβερνητικής αποφάσεως για εκτέλεση νηοψιών και επί των συμμαχικών πλοίων εξαιρέσει των Γαλλικών». Κανένας δεν μπορεί να αντιληφθεί το νόημα αυτής της πρότασης εκείνη την χρονική στιγμή. Εν πάση περιπτώσει ο Δούσμανης (στην εκτός χρόνου πλέον απαίτηση του Υπουργού) απάντησε με καθορισμό πέντε τομέων περιπολιών ως κατωτέρω καθώς και πόσα πλοία απαιτούνται για κάθε τομέα:
Τομέας νοτίων ακτών Μ. Ασίας πλοία 4
Τομέας νοτιοδυτικής Μ.Ασίας πλοία 4
Τομέας Ευξείνου Πόντου πέραν Αμάσειας πλοία 6
Τομέας Ευξείνου Πόντου από Βόσπορο μέχρι Αμάσεια πλοία 6
Τομέας Προποντίδας πλοία 6
Σημαντική δράση κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων ανέπτυξε η Ναυτική Αεροπορία. Τα αεροσκάφη των δύο Μοιρών της ανέλαβαν και εκτέλεσαν πληθώρα αποστολών αναγνωρίσεως, πολυβολισμού και βομβαρδισμού του εχθρού. Η Ναυτική αεροπορία δεν ανέλαβε επιχειρήσεις συνεργασίας με το Πολεμικό Ναυτικό. Είχε υπαχθεί στο Γενικό Στρατηγείο και τον τακτικό έλεγχο των αεροσκαφών είχαν τα Σώματα του Στρατού ξηράς. (Π. Γέροντας ΜΕΘ ΟΡΜΗΣ ΑΚΑΘΕΚΤΟΥ).
Ενδεχομένως η καταγραφή των Ελληνικών ναυτικών επιχειρήσεων που προαναφέρθηκαν να θεωρηθούν από κάποιους ως επαρκείς και ικανοποιητικές, θα πρέπει όμως να εκτιμηθεί η δραστηριότητα αυτή αναλογικά με το μεγάλο χρονικό διάστημα (1920-1922) εμπόλεμης κατάστασης και να συγκριθεί με το μέγεθος και τον όγκο των Κεμαλικών επιχειρήσεων κατά το διάστημα αυτό. Εφ’ όσον ο πόλεμος είχε εξελιχθεί σε Ελληνοτουρκικό ωχριούν οι Ελληνικές ναυτικές επιχειρήσεις έναντι των Τουρκικών που εξασφάλισαν στους Τούρκους απρόσκοπτα τον ανεφοδιασμό των δυνάμεων τους αλλά και τις στρατηγικές μεταφορές των στρατευμάτων τους.
3η Φάση
Σεπτέμβριος 1922, Επαναπατρισμός του στρατού και απομάκρυνση των προσφύγων.
Μετά την κατάρρευση του μετώπου η απομάκρυνση του ηττηθέντος Ελληνικού στρατού έγινε από την Πάνορμο, την Αρτάκη και τον Τσεσμέ. Στις 27/8/22 τα τελευταία τμήματα του Ελληνικού Στρατού εγκατέλειψαν την Σμύρνη. Τα αεροσκάφη της Ναυτικής Αεροπορίας είχαν εγκαταλείψει την Μ. Ασία δύο ημέρες ενωρίτερα. Τα πλοία του Πολεμικού Ναυτικού ΚΙΛΚΙΣ , ΕΛΛΗ και ΝΙΚΗ παρείχαν προστασία στα στρατεύματα. Το Αντιτορπιλικό ΝΙΚΗ σε μια περίπτωση αναγνωρίσεως των θέσεων του εχθρού πλησίασε πολύ κοντά στις ακτές στον όρμο Σαχίμπ στην περιοχή Καρά Μπουρούν των βορείων ακτών της Ερυθραίας με αποτέλεσμα να βρει τον θάνατο ο Κυβερνήτης του Πλωτάρχης Δ. Χατζίσκος από σφαίρα στο κεφάλι βληθείς από την ξηρά. (Π. Γέροντας ΜΕΘ ΟΡΜΗΣ ΑΚΑΘΕΚΤΟΥ).
Αποδείχτηκε ότι δεν υπήρχαν σχέδια για οργανωμένη αποχώρηση του Στρατού ενώ έπρεπε να υπάρχουν. Αλλά και μέτρα για την εξασφάλιση της προστασίας των αμάχων που αφέθηκαν στην τύχη τους θύματα των κυβερνώντων που ήσαν ανίκανοι να διαχειριστούν μια τόσο σοβαρή πολιτικοστρατιωτική τροπή των πραγμάτων φοβούμενοι να φανούν ότι δεν ενστερνίζονταν το όραμα της Μεγάλης Ιδέας και υστερούσαν του Βενιζέλου χωρίς όμως να διαθέτουν κατ’ ελάχιστον ούτε τις πολιτικές του ικανότητες ούτε την οξυδέρκεια του.
Τα αισθήματα της κυβερνώσας πολιτικής παράταξης απέναντι στους Έλληνες πρόσφυγες της Μικρασίας οι οποίοι διωκόμενοι κατέφθαναν στα παράλια αποτυπώνονται ευκρινέστατα από τα κάτωθι:
α. Είναι γνωστός ο νόμος 2870/1922 που είχε ψηφίσει ομόφωνα η Ελληνική Βουλή τον Ιούλιο λίγο πριν την κατάρρευση του μετώπου και καθόριζε ότι « Απαγορεύεται η εν Ελλάδι αποβίβασις προσώπων ομαδόν αφικνουμένων εξ αλλοδαπής, εφ’ όσον ούτοι δεν είναι εφοδιασμένοι δια τακτικών διαβατηρίων νομίμως τεθεωρημένων…). (Kars1918.wordpres.com).
β. Πέντε ημέρες πριν τα Κεμαλικά στρατεύματα μπουν στην Σμύρνη ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας Πρωτοπαπαδάκης ενέκρινε την πρόταση του ύπατου αρμοστή Α Στεργιάδη που είχε ζητήσει από την Ελληνική κυβέρνηση όπως «…. εμποδισθώσι αναχωρήσωσι Έλληνες Μικρασιάται δι’ Ελλάδα ακόμη και όταν είναι εύποροι δυνάμενοι αναχωρήσωσι με συνήθη ταχυδρομικά ατμόπλοια». (kars1918.wordpres.com).
γ. Ο Ύπατος Αρμοστής Α. Στεργιάδης είχε δηλώσει για τους πρόσφυγες στον Νομάρχη Λέσβου Γ. Παπανδρέου που τον είχε επισκεφθεί στην Σμύρνη και τον είχε ρωτήσει γιατί δεν επιτρέπει την μεταφορά τους στην Ελλάδα, «… καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα». ( Γ. Δαφνής Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων).
δ. Σε επιστολή του προς τον Ι. Μεταξά ο Πρίγκηψ Ανδρέας γράφει « Απαίσιοι πραγματικώς είναι οι εδώ Έλληνες εκτός ελαχίστων. Επικρατεί Βενιζελισμός ογκώδης. Θα ήξιζε πράγματι να παραδώσωμεν την Σμύρνην εις τον Κεμάλ δια να τους πετσοκόψει όλους αυτούς τους αχρείους…….». (Γ. Δαφνής Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων).
ε. Τα άρθρα « Οίκαδε» και «Πομερανοί» του Γ. Βλάχου εκδότου της εφημερίδας Καθημερινή που απηχούσε τις κυβερνητικές απόψεις. Το πρώτο άρθρο ζητούσε να «διαχειμάσει η Ελλάς οίκαδε» δηλαδή να επανέλθει ο Ελληνικός στρατός στις εστίες του στον «οίκο» του για να ξεχειμωνιάσει. « Ούτε έναν εύζωνον διά νέας περιπετείας» διαλαλούσε το δεύτερο άρθρο, παραφράζοντας το απόφθεγμα του Μπίσμαρκ ότι τα Βαλκάνια δεν αξίζουν ούτε ένα Πομερανό γρεναδιέρο. Και τα δύο άρθρα εντυπώθηκαν στην συλλογική μνήμη με τον τίτλο του πρώτου, που ήταν βέβαια πιο κατανοητός. Σε άρθρα του ο Γ. Βλάχος το 1932, το 1934 και διεξοδικότερα το 1949 ισχυρίστηκε ότι τα δημοσίευσε με υπόδειξη του Δ. Γούναρη. (άρθρο του Γεωργίου Θ. Μαυρογορδάτου).
Είναι προφανές λοιπόν ότι για τα κύματα των προσφύγων που κατά χιλιάδες κατέφθαναν στα Μικρασιατικά παράλια για να σωθούν δεν λήφθηκε μέριμνα για την όποια προστασία τους. Υπό διαφορετικές συνθήκες θα ήταν δυνατή η απομόνωση από τον Ελληνικό Στρατό της χερσονήσου της Ερυθραίας, στον λαιμό της, με υποστήριξη των πλοίων του Στόλου και η ασφαλής μεταφορά Στρατού και προσφύγων προς τον Τσεσμέ και άλλους χώρους επιβιβάσεως της χερσονήσου αντί να εγκαταλειφτούν στη Σμύρνη.
Σε ότι αφορά το Πολεμικό Ναυτικό το οποίο αποχώρησε από την Σμύρνη την 26 Αυγούστου 1922 αποτελεί ντροπή η κατωτέρω αναγραφόμενη διαταγή που εξέδωσε ο Αρχηγός του Ελαφρού Στόλου Υποναύαρχος Γ. Ε. Καλαμίδας.
ΑΡΧΗΓΟΣ ΕΛΑΦΡΟΥ ΣΤΟΛΟΥ
ΥΠΟΝΑΥΑΡΧΟΣ
Εν όρμω Χίου τη 27 Αυγούστου 1922
Διαταγή 36
Κυβερνήτας εμπορικών πλοίων
Αξιούμεν την αυστηρά τήρησιν των οριζομένων δρομολογίων. Πάντα τα πολεμικά πλοία διετάχθησαν να μεταχειρισθώσι βίαν και εν ανάγκη να βυθίσωσι παν εμπορικόν πλοίον αρνούμενον να συμορφωθή.
(Τ.Σ) Ο υποναύαρχος αρχηγός
Ελαφρού στόλου
Γ. Ε. ΚΑΛΑΜΙΔΑΣ
Η ανωτέρω διαταγή ήταν μεν συνέπεια κυβερνητικής εντολής αλλά η απειλή ότι θα βυθίσει τα πλοία που έπλεαν χωρίς άδεια στην περιοχή τα οποία δεν ήταν δυνατόν να ήταν άλλα από εκείνα που μετέφεραν πρόσφυγες κατατρεγμένους από την Ιωνική γη, υπερέβαινε τα όρια του καλώς εννοουμένου καθήκοντος.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η μοναδική περίπτωση που το Πολεμικό Ναυτικό συμμετείχε σε αυτό το δράμα των προσφύγων ήταν η συνεργασία του Κυβερνήτη του Θ/Κ ΚΙΛΚΙΣ Πλοιάρχου Ι. Θεοφανίδη και η υποστήριξη που παρείχε στον Αμερικανό πάστορα Asa Jennings ο οποίος με την βοήθεια και του Κυβερνήτη του Αμερικανικού Αντιτορπιλικού USS ENDSAL Aντιπλοιάρχου Halsey-Powell κατόρθωσε να διασώσει 300000 πρόσφυγες και να τους μεταφέρει στην Ελλάδα. Ο Πλοίαρχος Ι. Θεοφανίδης όμως δεν ενήργησε με βάση τις διαταγές των προϊσταμένων του αλλά αυτενέργησε σύμφωνα με το καλώς εννοούμενο καθήκον του όπως το αισθανόταν. (Lou Ureneck Η Μεγάλη Φωτιά, εκδόσεις Ψυχογιός).
Την 11 Σεπτεμβρίου ο Αρχηγός του Ελληνικού Στόλου που ναυλοχούσε στην Κωνσταντινούπολη πληροφορήθηκε από τον Έλληνα Ύπατο Αρμοστή Κωνσταντινουπόλεως ότι οι Σύμμαχοι αξίωσαν την αποχώρηση των Ελληνικών πλοίων. Ο Ηπίτης τις επόμενες μέρες έκανε κάποιες παραστάσεις διαμαρτυρίας αλλά αιφνιδίως και ενώ βρισκόταν στην ξηρά είδε την ναυαρχίδα του τον ΑΒΕΡΩΦ να αποπλέει και να επιστρέφει στην Ελλάδα. Με Αγγλικό ταχύπλοο προσπάθησε να προλάβει τον ΑΒΕΡΩΦ. Από το πλήρωμα του θωρηκτού ρίφθηκε στην θάλασσα μια φιάλη μέσα στην οποία υπήρχε επιστολή του πληρώματος προς τον Ηπίτη που του εξέφραζε την αγάπη και την εκτίμηση του πλην όμως δεν ανέκοψε τον πλού του. Ο Ναύαρχος επέστρεψε στην Ελλάδα με εμπορικό πλοίο.