- ThePlus Audio
Γράφει ο Ελευθέριος Σφακτός
Η ζωή στη μεταπολεμική Σχολή του Πόρου.
Η πειθαρχία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος για την εύρυθμη λειτουργία κάθε κοινωνικής ομάδας, πόσο μάλλον όταν αυτή αφορά στρατιωτική οργάνωση. Προκειμένου να επιτευχθεί αυτή, κάθε άτομο θυσιάζει την ατομικότητά του, «απορροφάται» ως άτομο πειθαρχώντας σε ένα σύνολο όπου η απόλυτη αφοσίωσή του προδικάζει την επιτυχία της ομάδας και μέσω αυτής του συνόλου. Επίσης το πρόβλημα της υπακοής είναι μια αναμέτρηση δύο δυνάμεων που έρχονται σε σύγκρουση. Η πρώτη «πιέζει», η δεύτερη «ενεργοποιεί» το αίσθημα αντίδρασης και αυτοάμυνας της απειλούμενης ελεύθερης προσωπικότητας. Η επιζητούμενη ισορροπία αυτών των δύο δυνάμεων επιτυγχάνεται όταν η υπηρεσία δεν είναι απόμακρη των προβλημάτων της ομάδας και ο «πιεζόμενος» απολαμβάνει δίκαιης μεταχείρισης.
Εκείνο όμως που προβλημάτιζε τους μαθητές αφορούσε την καριέρα τους, Από τους προηγούμενους απόφοιτους της σχολής μάθαιναν ότι πηγαίνοντας στο στόλο, για τρία χρόνια μέχρι να γίνουν Υπαξιωματικοί «χάνονταν» μέσα στο σύνολο του στρατεύσιμου πληρώματος και δεν υπήρχε καμία διάκριση μεταξύ των. Επίσης γνώριζαν, ότι στις Σχολές του ΚΠΠ (Κεντρικό Προγυμναστήριο Πόρου), αποφοιτούσαν, μετά από ταχύρυθμη εκπαίδευση ολίγων μηνών και άλλες κατηγορίες στελεχών του Π.Ν. με το βαθμό του Διόπου ή Υποκελευστή Β΄, ενώ αυτοί μετά από τρία χρόνια μαθητείας αποφοιτούσαν απλοί ναύτες Β΄. Επίσης οι Υπαξιωματικοί του επιτελείου της Σχολής, όλοι τους «ναυμάχοι» του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου, που μόλις είχε τελειώσει, παρέμεναν στον αυτό βαθμό μέχρι και δέκα χρόνια. Αυτό τους προβλημάτιζε πάρα πολύ.
Όλα αυτά δημιουργούσαν μια συνεχή μελαγχολική ψυχοσύνθεση και συναισθηματική φόρτιση στους μαθητές που ήταν στο κρίσιμο στάδιο της εφηβικής ηλικίας, αποκομμένοι και από το «χωνευτήρι» της οικογένειας. Και επρόκειτο για «σκληραγωγημένους» έφηβους που στη παιδική τους ηλικία βίωσαν τη σκληρή κατοχική περίοδο.
Αίτια Απειθαρχίας.
Οι μαθητές της Σ.Ν. γνώριζαν ότι οι αντίστοιχες Σχολές Υπαξιωματικών Στρατού και Αεροπορίας έφεραν τον τίτλο «Σχολή Μονίμων Υπαξιωματικών (ΣΜΥ) και ΄΄ Σχολή Τεχνιτών Υπαξιωματικών Αεροπορίας (ΣΤΥΑ)». Οι μαθητές των σχολών αυτών με την αποφοίτησή τους ονομάζονταν Δεκανέας και Υποσμηνίας, αντίστοιχοι του Διόπου για το Π.Ν., και φορούσαν στολή δοκίμου Υπαξιωματικού στις εξόδους τους.
Το Σεπτέμβριο του 1951, μόλις οι μαθητές της τάξης του 1949 έγιναν τριτοετείς-διοικούσα τάξη, τηρώντας στο ακέραιο την ιεραρχική οδό, έκαναν γνωστά τα αιτήματά τους στις Διοικήσεις της Σχολής και ΑΝΕ (Αρχηγείο Ναυτικής εκπαιδεύσεως τότε, ΔΝΕ- Διοίκησης Ναυτικής εκπαιδεύσεως σήμερα). Με τα αιτήματά τους ζητούσαν βελτίωση θεσμικών μέτρων και ισοτιμία με τις αντίστοιχες Σχολές Σ.Ξ. και Π.Α., όπως:
-Ο βαθμός αποφοίτησης να είναι Δίοπος και όχι Ναύτης Β΄.
-Μετά δύο χρόνια να προάγονται στο βαθμό του Υποκελευστή Β’.
-Να μετονομαστεί η Σχολή σε “Σχολή Δοκίμων Υπαξιωματικών Βασιλικού Ναυτικού’’.
Στα αιτήματά τους είχαν και τη συμπαράσταση του Διοικητή της Σχολής. Ο Α.Ν.Ε. τους διαβεβαίωνε πώς τα αιτήματά τους είναι γνωστά στην ηγεσία και ότι γίνονται ενέργειες για την επίλυσή τους. Με αναπτερωμένες τις ελπίδες οι μαθητές, πιστέψανε ότι κάτι καλό προετοιμαζότανε. Το Νοέμβριο του 1951 έγινε αλλαγή Διοικητών στη σχολή. Ο νέος Διοικητής που παρέλαβε τον περισσότερο καιρό ήταν εκτός Σχολής.
Τελικά δεν έγινε καμία ουσιαστική αλλαγή στην οργάνωση της Σχολής, και η μόνες διαφορές του προσωρινού νέου οργανισμού (ΟΣΝ) του 1952 (απόφαση ΓΕΝ10577/3/1952) ήταν να προστεθούν τρείς ακόμη ειδικότητες στους αποφοίτους. Τηλεγραφητής, Διαχειριστής Μηχανικός, και διαχωρισμός των μαθητών σε Μάχιμους και Τεχνίτες. Η απογοήτευση ήταν μεγάλη και μια υποβόσκουσα δυσαρέσκεια δημιουργήθηκε στους μαθητές. Το κλίμα αυτό διόγκωνε την ανασφάλεια των μαθητών και σε τέτοιες καταστάσεις το ένστικτο της αυτοσυντήρησης διεγείρει το συναίσθημα του φόβου οποίος με τη σειρά του «μπλοκάρει» τη καθαρή σκέψη τη δεδομένη στιγμή. Αυτό τους οδήγησε να εφαρμόσουν, εν αγνοία τους ασφαλώς, έναν κανόνα που λέει ότι, πολλές φορές προκειμένου να επιτευχθεί το «καλό», το τελευταίο επιζητεί, ανέχεται ή προκαλεί την συνεργασία του «κακού». Το επιζητούμενο «καλό» ήταν η νόμιμη και δίκαιη φιλοδοξία των τότε μαθητών για αναβάθμιση της Σχολής. Το «κακό» ήταν ο τρόπος διεκδίκησης που επέλεξαν οι μαθητές όταν πίστεψαν ότι η Διοίκηση τους ενέπαιζε ή αδιαφορούσε στα αιτήματά τους.
Η θρυαλλίδα δεν άργησε να πυροδοτήσει την εκρηκτική ατμόσφαιρα. Αφορμή το πέρας της παρέλασης της 25ης Μαρτίου 1952. Οι Ναυτόπαιδες, τρίτης και δεύτερης τάξης, άψογοι όπως πάντα, εντυπωσίασαν με την εικόνα ενός πειθαρχημένου συνόλου. «Περνούν τα ρομπότ οι Ναυτόπαιδες» τους περιέγραψε ο εκφωνητής. Και ενώ όλοι περίμεναν την αυθημερόν εξόδου όπως τους είχαν υποσχεθεί, αυτή ματαιώνεται και επιστροφή στη Σχολή ευθύς αμέσως με το πέρας της παρέλασης.
Σημειωτέων, όπως συνέβαινε πάντα στις παρελάσεις, τα αγήματα όλων των σωμάτων ήταν «εν διαλύσει» στον προ του Ζαππείου χώρο μέχρι την έναρξη της, Έτσι τους δινόταν η ευκαιρία να ανταλλάξουν πληροφορίες με τους μαθητές της ΣΜΥ και ΣΤΥΑ σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης και καριέρα τους. Κάθε άλλο παρά ενθουσιασμένοι αποχωρούσαν, συγκρίνοντας τις θετικές προοπτικές των πιο πάνω Σχολών με τη δική τους.
Στο ταξίδι μέχρι τον Πόρο επικρατεί αναβρασμός για την ακύρωση της αυθημερόν εξόδου. Η γενίκευση των προβλημάτων δεν αργεί να γενικευθεί και ακούγονται οι πρώτες διαμαρτυρίες: Πάντα μας κοροϊδεύουν, αδιαφορούν για την καριέρα μας. Ο αναβρασμός και οι φωνές δεν άργησαν να γενικευθούν και να παρθεί η απόφαση. «Να μη πάμε για δείπνο, ούτε για ύπνο». «Είμαστε έφηβοι 16-18 ετών, το αίμα δεν αργεί να φουντώσει», μου δήλωσαν στη συνέντευξη που πήρα από πρωταγωνιστές για τις ανάγκες του βιβλίου «Ιστορικό Φωτογραφικό Λεύκωμα Σ.Ν.-ΣΔΥΝ-ΣΜΥΝ 1946-2000, Αυτά που ζήσαμε… Αυτά που αγαπήσαμε… Αυτά που πονέσαμε». (2007 έκδοση ΓΕΝ). Με τον κατάπλου στη Σχολή, ήταν ήδη σούρουπο, οι περισσότεροι μαθητές της Γ’ τάξης και ελάχιστοι της Β΄, αντί να ακολουθήσουν το πρόγραμμα διασκορπίζονται στους χώρους της Σχολής. Όσοι δεν συμμετείχαν παρακολουθούσαν τις εξελίξεις αμήχανοι, οι δε πρωτοετείς, ξαφνιασμένοι από την εικόνα αποσύρονται στους θαλάμους.
Ξαφνιασμένοι η Διοίκηση από τη κίνηση αυτή, αντιδρά με ένα τρόπο που μάλλον εξαγρίωσε τους συναισθηματικά φορτισμένους μαθητές παρά τους τρόμαξε. Ένοπλη φρουρά, με επικεφαλής τον Διοικητή και με όλο το επιτελείο οπλισμένο, τοποθετούν πολυβόλο στο “βουναλάκι” (μικρός βραχώδης λοφίσκος που δέσποζε του προαύλιου της Σχολής) και διατάζεται η βίαιη συγκέντρωση των μαθητών στο προαύλιο.
Όταν αυτό επιτυγχάνεται, τους διαβάζουν άρθρα και εδάφια από τον στρατιωτικό κανονισμό “Περί Στάσεως και Λιποταξίας”. Οι μαθητές αδυνατούν να πιστέψουν ότι τους σημαδεύουν όπλα . Φωνές διαμαρτυρίας ακούγονται: «Δεν είμαστε ορκισμένοι, δεν μας αφορά όλους ο στρατιωτικός κανονισμός, νοιώθουμε αδικημένοι, θέλουμε ισοτιμία, ξεχωριστή επετηρίδα κ.α.» Οι ψυχοσωματικές τους αντοχές είναι στα όρια εξάντλησης. Αντιλαμβανόμενοι το αδιέξοδο και πριν αυτό οδηγήσει σε δραματικές εξελίξεις, αγνοώντας τα όπλα αποχωρούν από το προαύλιο προς μια μικρή νησίδα. Εκεί συζητούν και αποφασίζουν, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος, να πάνε για ύπνο και έχει ο Θεός για αύριο. Όλοι συμφωνούν με κάποια ανακούφιση. Φεύγουν προς τους θαλάμου και κατακλίνονται. Το πολυβόλο και η φρουρά ήταν ακόμη στο βουναλάκι καθώς και οι ένοπλοι Αξιωματικοί στους γύρω χώρους. Προς στιγμή πίστεψαν ότι η κρίσιμη στιγμή είχε περάσει. Έκαναν λάθος εκτίμηση.
Λίγο μετά τη κατάκλιση, το ημερολόγιο λέει 02.00 της 26ης Μαρτίου 1952, τους σηκώνουν κατά μικρές ομάδες, παραλαμβάνουν οπλισμό και ακολουθούν κάθε είδους σκληρά καψόνια όλη τη νύκτα. Όταν ξημερώνει τους βγάζουν στο γήπεδο του προγυμναστηρίου συνεχίζοντας τα καψόνια.
Το Προγυμναστήριο έχει αναστατωθεί από τα συμβάντα. Μια περίφραξη το χώριζε από τη Σχολή. Το γεγονός γρήγορα μαθαίνεται σε όλο το νησί. Κόσμος συγκεντρώνεται κατά μήκος του γηπέδου και παρακολουθούν τη σκληρότητα των ποινών. Μερικοί επιδοκιμάζουν, άλλοι αποδοκιμάζουν. Με το πέρασμα του χρόνου, όταν οι απειλητικές φωνές για να εκτελεστεί το καψόνι ανακατεύονται με τα βογγητά, επικρατούν οι αποδοκιμασίες. Οι μαθητές οδηγούνται στο προ του κεντρικού κτιρίου χώρο, γνωστό ως «Παλάτι».
Ο Διοικητής ζητά να παρουσιαστούν οι πρωτεργάτες και ποιοί μετάνιωσαν για τη κίνηση αυτή. Κανείς δεν ανταποκρίνεται, ενώ ακούγονται διάσπαρτες πάλι φωνές με τα ίδια αιτήματα όπως και στο προαύλιο της Σχολής. Ο Διοικητής επιμένει: Ένα βήμα εμπρός οι υπαίτιοι. Μέσα σε νεκρική σιγή ο αρχηγός της σχολής Γ. Λυγιδάκης αποφασίζει το βήμα. Μετά από στιγμιαία αμηχανία, ακολουθούν και οι άλλοι. Όλοι ένα βήμα εμπρός. Το ημερολόγιο έλεγε: Απογευματινές ώρες της 26ης Μαρτίου.
Εν τω μεταξύ από την Αθήνα καταφθάνουν ανακριτικές επιτροπές και δικαστές του Στρατού Ξηράς ερευνώντας εάν υπάρχει κομμουνιστικός δάκτυλος πίσω από τη κίνηση αυτή. Το έκρυθμο μετεμφυλιακό κλίμα της εποχής, η εκατέρωθεν καχυποψία και η σκληρή αντιπαράθεση των πολιτικών παρατάξεων δεν άφηναν τέτοια γεγονότα χωρίς να τα εκμεταλλευτούν παραταξιακά.
Συνέπειες της απείθειας
Τον Απρίλιο απαγγέλλεται κατηγορία για «Ομαδική Απείθεια» σε 15 τριτοετείς Ναυτόπαιδες. Μεταφέρονται στο ΚΕ/ΠΑΛ ως κρατούμενοι και παραμένουν εκεί επί ένα μήνα φρουρούμενοι. Από τους 15 οι 8 με απόφαση του Δικαστικού συμβουλίου (156/1952) παραπέμπονται να δικαστούν για ομαδική απείθεια στις 2 Μαΐου 1952 στο διαρκές Ναυτοδικείο βάση των άρθρων 313 και 314 παρ. 1 του Σ.Π.Κ. (Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα). Για τους υπόλοιπους 7 προτάθηκε η απομάκρυνση τους από τη σχολή. Ένας από τους πρωταίτιους δεν παραπέμφθηκε διότι ο πατέρας του υπηρετώντας την Πατρίδα, είχε «πέσει» κατά τον εμφύλιο σπαραγμό.
Η δίκη με συνοπτικές διαδικασίες τελείωσε γρήγορα, χωρίς μάρτυρες υπεράσπισης και με δικηγόρο διορισμένο από τον Πρόεδρο του Ναυτοδικείου. Σε 7 κατηγορούμενους επιβλήθηκαν ποινές από 5 χρόνια μέχρι 8 μήνες και απόταξη από τη σχολή. Υπήρχε και μία αθώωση διότι ο κατηγορούμενος επικαλέσθηκε το γεγονός, προσκομίζοντας και αποδεικτικά στοιχεία, ότι ο αδελφός του είχε τιμηθεί για τις ηρωικές του πράξεις κατά τον εμφύλιο. Οι καταδικασθέντες μεταφέρονται στις ναυτικές φυλακές της Ψυτάλλειας και όταν στις 6 Αυγούστου 1952 τους κοινοποιείται η απόταξή τους από το Ναυτικό, αποστέλλονται στις Αγροτικές Φυλακές της Κασσαβέτειας στο Βόλο. Τον Μάρτιο του 1953, έγινε η αναθεώρηση της Δίκης στο Αναθεωρητικό Στρατοδικείο με δικούς τους τώρα Δικηγόρους και τους γονείς τους παρόντες. Εκεί ειπώθηκαν και τα αιτήματα που ώθησαν τους μαθητές στην απείθεια. Οι αρχικές ποινές ανατρέπονται άρδην. Υπήρξαν αθωώσεις, μειώσεις όλων των ποινών και έκτιση αυτών με αναστολή ώστε να βγουν από τις φυλακές. Ένας Γολγοθάς μιας μερίδας μαθητών τελείωσε. Ακόμα ηχούν στα αυτιά μου ο μονόλογος ενός από τους εξιστορώντας όλα τα πιο πάνω: «..Αν μας είχαν δώσει εκείνη την εξόδου μετά την παρέλαση…».
Μετά τη Δίκη.
Η Σχολή, υπέστη με πολύ αρνητικό τρόπο τον απόηχο της μελανής αυτής σελίδας της ιστορίας της, με μία θεσμική υποβάθμιση σε όλους τους τομείς.
Η πειθαρχία επιβάλλεται με πιο σκληρά μέτρα, Η χειροδικία καθιερώνεται ως μέσον σωφρονισμού από τη διοικούσα τάξη. Η απογοήτευση και ο θυμός δεν προερχόταν τόσο από τον ανώριμο ακόμα έφηβο τριτοετή που «ασκούσε εξουσία», όσο από μερικούς βαθμοφόρους που τους είχες πρότυπο, και όμως χρησιμοποιούσαν την ίδια μέθοδο σωφρονισμού.
Τα εκπαιδευτικά ταξίδια υποβαθμίζονται και τη θέση της Κ/Β ΑΡΜΑΤOΛΟΣ, την παίρνουν μικρά πλοία όπως, κανονιοφόροι-περιπολικά τύπου PGM (Patrol Gunner) και τα ξύλινης ναυπήγησης παράκτια περιπολικά τύπου F.T. (Fleet tender). Πλοία πολύ μικρού εκτοπίσματος ακατάλληλα για εκπαιδευτικούς σκοπούς. Στις συνθήκες διαβίωσης και διατροφής αντί βελτίωσης μάλλον χειροτέρευση, ιδίως της δεύτερης. Όταν το 1953-54 υπήρξαν τρείς ξαφνικοί θάνατοι Ναυτοπαίδων, ακούστηκε επιδημία μηνιγγίτιδας, μια θεαματική ποιοτική βελτίωση στη τροφοδοσία επιβεβαίωσε ότι, η προηγούμενη κατάσταση ήταν μάλλον από αμέλεια σωστού προγραμματισμού.
Τέλος και η μάθηση δεν έμεινε έξω από τη γενική εικόνα υποβάθμιση της σχολής. Η αναγκαστική προσφορά βαριάς εργασίας για τις ανάγκες της Σχολής, με επικεφαλής ιδιώτες εργολάβους, ήταν εις βάρος των μαθημάτων.
Επίλογος
Σε μια μικρή κλειστή κοινωνία, ιδίως στρατιωτική, με μαθητές στη κρίσιμη ηλικία της εφηβείας, ένα στάδιο του ατόμου προς τον χώρο της ωριμότητας και υπευθυνότητας, και με «ειδικές» συνθήκες διαπαιδαγώγησης, η ηγεσία της μικρής αυτής κοινωνίας δεν πρέπει να αρκείται μόνο στα της καθημερινής βάσεως τρέχοντα θέματα. Και το κυριότερο να μην είναι απόμακρη από την καθημερινότητα ώστε να προλαβαίνει τυχόν δυσάρεστες εξελίξεις. Το λεγόμενο “Follow up” έλειπε επί μακρόν από τη σχολή.
Το αναπόφευκτο επικοινωνιακό χάσμα μεταξύ μαθητών και ηγεσίας, στους μεν πρώτους δημιούργησε την απείθεια στη δε την ηγεσία τον πανικό, διότι ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε η κίνηση (στήσιμο πολυβόλου σαν σε εκτελεστικό απόσπασμα), μόνο πανικό φανερώνουν και έλλειψη βούλησης ή ικανότητας προσέγγισης εφήβων σε διανοητική και συναισθηματική σύγχιση.
O Αντιναύαρχος ε.α. Γ. Ντούνης σε μελέτη του το 2003 (τότε Αρχιπλοίαρχος) με θέμα “Η απομυθοποίηση του ηγέτη” γράφει: “Είναι προφανές ότι ο αυταρχικός ηγέτης (coercive style) είναι το είδος του λιγότερου αποτελεσματικού και η συνεχής αυτή συμπεριφορά έχει δυσάρεστα αποτελέσματα στο ηθικό και στα συναισθήματα των υφισταμένων”. Μεταξύ δε των 10 σταθερών αξιών που πρέπει να χαρακτηρίζουν έναν ηγέτη, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι και η Αυτοσυγκράτηση ώστε ο ηγέτης να μη παρασυρθεί από συναισθηματικές αντιδράσεις που διαταράσσουν την εσωτερική ισορροπία και τον οδηγεί σε λάθος εκτιμήσεις. Επίσης ο Αντιναύαρχος ε.α. Ι. Παλούμπης σε εργασία του, (ως Ανθυποπλοίαρχος το 1964) με θέμα « Το Ηθικόν του Προσωπικού» για τον ηγέτη λέει: Η αταραξία κατά τας κρισίμους στιγμάς εμποδίζει τον πανικόν των ανδρών και η αποφασιστικότης επιβάλλει την δράσιν. […] «Ο ηγήτωρ εις την επιβολήν της πειθαρχίας πρέπει να διαστέλλη εις την σκέψιν του την αυστηράν πειθαρχίαν από την τρομοκρατίαν. Είναι προφανές ότι η τρομοκρατία επιφέρει το αντίθετον αποτέλεσμα από το επιδιωκόμενον….» Το πώς θα αποφευχθεί, παραπέμπει στα λόγια του σοφού Pascal. “ H δικαιοσύνη χωρίς την δύναμιν είναι ανίσχυρος, δύναμις χωρίς την δικαιοσύνην αποβαίνει τυραννική” Το τίμημα της απείθειας ήταν βαρύ για όλους. Μπορεί η Διοίκηση να μην υπέστη τις συνέπειες των άστοχων χειρισμών της , αλλά εξετέθη στη συνείδηση όλων. Μαθητές εκδιώχθηκαν, φυλακίστηκαν, απογοητεύθηκαν. Η Σχολή για τα επόμενα χρόνια υπέστη τον αρνητικό απόηχο αυτής της κίνησης. Χρειάστηκαν υπεράνθρωπες προσπάθειες, από την επόμενη αμέσως ημέρα, από μετέπειτα ικανούς- οραματιστές Διοικητές που πάλεψαν να ξεπεράσουν «αγκυλώσεις» όπως, η σχολή δεν είναι «Φιλανθρωπικό Ίδρυμα» αλλά πραγματικό φυτώριο στελεχών του Π.Ν. Το «Ουδέν κακόν αμιγές καλού», βρήκε για μία ακόμη φορά την εφαρμογή του, έστω και με καθυστέρηση δέκα επτά ετών, με την αναβάθμιση της σχολής σε ΣΔΥΝ, ακριβώς όπως το είχαν ονειρευτεί οι μακρινοί σκαπανείς, τα ανήσυχα νιάτα του 1952.
Τέλεια περιγραφή ΦΙΛΤΑΤΕ. Λευτέρη. Ακόμα και ο ιερέας της σχολής έφερε όπλο ο…αθεοφοβος. Το ποίημα. Αυτή η ναυτικιαδα γιατί δεν περιλαμβάνεται ;