Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το πρόσφατης κυκλοφορίας λεύκωμα «Το τελευταίο ίχνος», που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο "Εύνοστος" με την αποκλειστική οικονομική ενίσχυση της A & L Medical Supplies SA.
Η Συντακτική Ομάδα
“Το τελευταίο ίχνος”. Τοπόσημα Ιστορίας Ελλήνων και Φιλελλήνων.
Μαρία Στέφωση
Εισαγωγή: Κλέα Σουγιουλτζόγλου (Ιστορικός και κριτικός τέχνης).
Επιστημονικός συνεργάτης: Καθηγητής Ηλίας Νομπιλάκης (Συντηρητής Λίθου)
Εισαγωγικό Σημείωμα Γεράσιμου Λειβαδά
Το λεύκωμα «Το τελευταίο ίχνος», που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο “Εύνοστος” με την αποκλειστική οικονομική ενίσχυση της A & L Medical Supplies SA, απεικονίζει μια πολύ σημαντική πτυχή της ευρωπαϊκής κληρονομιάς: τα κοιμητήρια που στις μέρες μας θεωρούνται υπαίθρια μουσεία και πολιτιστικοί χώροι, αναπόσπαστο κομμάτι στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Ο βίος των προσωπικοτήτων που αναφέρονται στο λεύκωμα, μας αφήνουν ένα ισχυρό στίγμα στα πράγματα του καιρού τους, αλλά και στη μνήμη και τα συναισθήματα των μεταγενεστέρων. Άφησαν δε μια εμβληματική κληρονομιά στην πρωτεύουσα του νεοελληνικού κράτους, και τους τόπους διαμονής τους.
Η φωτογράφος Μαρία Στέφωση με την κάμερα της ταξίδευσε στις ακμάζουσες άλλοτε Ελληνικές παροικίες και αλλού, καταγράφοντας τα τοπόσημα και τα μεγάλα ευεργετήματα που εξακολουθούν να υπάρχουν εκεί, αναζητώντας τη συνέχεια του Ελληνισμού.
Κωνσταντίνος Κανάρης
1793, Ψαρά – 2 Σεπτεμβρίου 1877, Αθήνα
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης γεννήθηκε, κατά την επικρατέστερη άποψη, το 1793 στα Ψαρά. Το πραγματικό όνομα ήταν Κωνσταντής Νικολάου Σπηλιωτέας. Έμεινε πολύ μικρός ορφανός από πατέρα και έτσι άρχισε να δουλεύει σε πλοία συγγενών του, κυρίως στου θείου του Μπουρέκα. Αρχικά το όνομά του ήταν «Κανάριος» και εντέλει έγινε Κανάρης. Σε ηλικία 20 ετών ερωτεύθηκε και παντρεύτηκε τη Δέσποινα Μανιάτη. Μαζί της απέκτησε οκτώ παιδιά, αλλά τα έξι τα έχασε πριν ο ίδιος πεθάνει.
Ο Κωνσταντίνος Κανάρης ήταν σπουδαία μορφή του ναυτικού αγώνα κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Το πρώτο και πιο γνωστό του κατόρθωμα ήταν η πυρπόληση της οθωμανικής ναυαρχίδας στη Χίο τη νύχτα της 6ης – 7ης Ιουνίου 1822, που προκάλεσε ενθουσιασμό στους Έλληνες και στους Ευρωπαίους. Το δεύτερο κατόρθωμά του ήταν η πυρπόληση του Οθωμανικού Στόλου στην Τένεδο τον Οκτώβριο 1822. Επίσης, στις 4 και 5 Αυγούστου 1824 ο Κανάρης έλαβε μέρος στη ναυμαχια της Σάμου και έκαψε μια φρεγάτα 36 πυροβόλων κοντά στο Ακρωτήριο της Αγίας Μαρίνας. Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης από τον Ιωάννη Καποδίστρια, ο Κανάρης στήριξε τον Κυβερνήτη και προσπάθησε ώστε να αμβλυνθούν οι αντιθέσεις. Μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, κατέφυγε στη Σύρο, όπου είχαν εγκατασταθεί πολλοί Ψαριανοί μετά την καταστροφή του νησιού τους. Ο Κανάρης επανήλθε στον δημόσιο βίο κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας του Όθωνα, αλλά λόγω του φιλοκαποδιστριακού παρελθόντος του και της ένταξής του στο Ρωσικό Κόμμα, τον αντιμετώπιζαν με καχυποψία.
Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Χρήστος Αγγελομάτης (Νέα Εστία, 1936) σημειώνει για την «εκκλησούλα» που έκτισε το ηρωικό ζεύγος εν έτει 1873: «Λίγο παρακάτω από το σπίτι του είναι μια εκκλησούλα, όπου συνήθιζε να ακολουθή τη λειτουργία ο Κανάρης. Το στασίδι του το έχουν κλεισμένο με αλυσίδα. Από τον καιρό που έσβησε ο μπουρλοτιέρης, κανείς δεν κάθισε. Έτσι έπρεπε. Σε αυτό θα πλανιέται πάντα η σκιά του ανθρώπου που έβαλε κάτι παραπάνω από μια πέτρα στα θεμέλια της Ελληνικής Ελευθερίας».
Μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 έγινε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση του Ανδρέα Μεταξά. Μετά την παραίτηση του Μεταξά, ο Κανάρης ανέλαβε προσωρινά Πρόεδρος της κυβέρνησης, ενώ το 1848 έγινε Πρωθυπουργός για σύντομο διάστημα. Την περίοδο του Κριμαϊκού πολέμου ανέλαβε υπουργός Ναυτικών στην κυβέρνηση του Αλ. Μαυροκορδάτου και αργότερα εντάχθηκε στην παράταξη που αντιπολιτευόταν τον Όθωνα. Η δημοτικότητά του αυξήθηκε όταν παραιτήθηκε από τον μισθό και τα αξιώματά του και το 1861 αρνήθηκε τον βαθμό του αντιναυάρχου που του πρόσφερε ο Όθωνας. Μετά την έξωση του Όθωνα, πήγε στη Δανία να παραδώσει το στέμμα στον νέο βασιλιά Γεώργιο Α’, ψήφισε το σύνταγμα του 1864 και έγινε πρωθυπουργός στις 5 Μαρτίου 1864. Σε κρίσιμες πολιτικές στιγμές ανέλαβε την κυβέρνηση άλλες δύο φορές, στις 26 Ιουλίου 1864 και στην οικουμενική κυβέρνηση τον Μάιο του 1877, λόγω της βαλκανικής κρίσης που είχε προκαλέσει ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος.Το τελευταίο διάστημα της ζωής του έμενε στην Αθήνα, στην Κυψέλη, όπου και απεβίωσε στις 3 Σεπτεμβρίου 1877.
Η καρδιά του Κωνσταντίνου Κανάρη φυλάσσεται μέσα σε μια λήκυθο στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα. Σύμφωνα με την επιθυμία του, η καρδιά του αφαιρέθηκε από τη σορό του, και πέρασε στα χέρια του γλύπτη Θωμά Θωμόπουλου, ο οποίος ανέλαβε τη διατήρησή της. Φιλοτέχνησε μια ασημένια λήκυθο και μια μαρμάρινη λάρνακα, για να τοποθετηθεί.