Γράφει ο Μανώλης Πέπονας
Kατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκανικού Πολέμου (1912-1913) το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό συνέβαλλε τα μέγιστα στην επιτυχή έκβαση του αγώνα.
Παρότι η αναμέτρηση στη ξηρά βρέθηκε στο επίκεντρο του λαϊκού ενδιαφέροντος, ναυμαχίες όπως αυτή της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913) είχαν σπουδαία πρακτική μα και συμβολική σημασία. Εορτάζοντας τις παραπάνω νίκες, ο Τύπος ονόμασε τους Έλληνες ναύτες και αξιωματικούς συνεχιστές της μακραίωνης εγχώριας παράδοσης, ενώ ο Αρχηγός του Στόλου, υποναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης, μετατράπηκε γρήγορα σε εθνικό ήρωα και μετά την αποστρατεία του σταδιοδρόμησε επιτυχημένα στην πολιτική καταλαμβάνοντας τις ανώτατες πολιτειακές θέσεις. Τόσο οι αναφορές του εν λόγω αξιωματικού του Πολεμικού Ναυτικού, όσο και τα δημοσιεύματα στον Τύπο καταδεικνύουν με σαφήνεια το ενθουσιώδες κλίμα της εποχής, τις απόψεις των στελεχών του στόλου και το μέγεθος της προσπάθειάς τους, παράλληλα δε παρουσιάζουν τί συνέβη κοντά στον Ελλήσποντο στις 3 Δεκεμβρίου 19121ΕΚΘΕΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΝΑΥΜΑΧΙΩΝ ΕΛΛΗΣ ΚΑΙ ΛΗΜΝΟΥ, παραγωγός: ΠΑΥΛΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ, Αθήνα, 4-12-1913, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού.
Οι κύριοι στόχοι του ελληνικού στόλου κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο ήταν η διασφάλιση των θαλάσσιων επικοινωνιών μεταξύ των διαφόρων μελών της βαλκανικής συμμαχίας (Σερβία, Βουλγαρία, Ελλάδα, Μαυροβούνιο), ο ανεφοδιασμός της ελληνικής ενδοχώρας, η μεταφορά του Ελληνικού Στρατού, η παράλληλη παρεμπόδιση του ανεφοδιασμού των οθωμανικών δυνάμεων και της μεταφοράς τους από την Ασία στην Ευρώπη, όπως επίσης η διενέργεια περιπολιών στο βόρειο Αιγαίο με στόχο την καταναυμάχηση των πλοίων του οθωμανικού στόλου.
Σε αυτές τις προσπάθειες, οι ελληνικές δυνάμεις είχαν τρία πλεονεκτήματα. Καταρχάς το καταδρομικό «Αβέρωφ» ήταν το πιο σύγχρονο πλοίο στην περιοχή, υπό την εξαιρετική διοίκηση του Κουντουριώτη μάλιστα γρήγορα εξελίχθηκε σε πραγματικό φόβητρο για τους αντιπάλους του. Επιπλέον, η παρουσία ενός υποβρυχίου, του «Δελφίν», έπληξε το ηθικό των οθωμανικών δυνάμεων που δεν είχαν αντιμετωπίσει στο παρελθόν κάτι παρόμοιο, μολονότι οι Έλληνες χειριστές αποδείχθηκαν εξαιρετικά άπειροι ώστε να το χρησιμοποιήσουν κατάλληλα2Ζ. Φωτάκης, «Το Πολεμικό Ναυτικό στους Βαλκανικούς Πολέμους», στο: Ναυτική Επιθεώρηση, τχ. 551, 2005, σ. 21.
Τέλος, η απόφαση να εφορμούν τα ελληνικά πλοία από το Μούδρο της Λήμνου, μόλις δηλαδή 50 μίλια από τα Δαρδανέλλια, οδήγησε την οθωμανική ηγεσία σε μια μόνιμα αμυντική στάση. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η μόνιμη επιδίωξη των τουρκικών πλοίων να παρασύρουν τα ελληνικά εντός του βεληνεκούς των επάκτιων πυροβολείων του Κουμ-Καλέ και της Έλλης για να εκμεταλλευτούν τον όγκο πυρός που προερχόταν από την ξηρά3Ι. Παλούμπης, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι: Ο ναυτικός αγώνας 1912-1913, Ναυτικό Μουσείο, Αθήνα 2007, σ. 50.
Σε αυτό το πλαίσιο έλαβε χώρα η ναυμαχία της Έλλης. Στις 8:00 της 1ης Δεκεμβρίου 1912, τα ελληνικά πλοία «Σφενδόνη» και «Λόγχη» ενεπλάκησαν σε μικρή ανταλλαγή πυρών με ένα τουρκικό αντιτορπιλικό, δέχθηκαν δε οβίδες από τα φρούρια των Δαρδανελλίων. Στη συνέχεια ενημέρωσαν των Κουντουριώτη για την ύπαρξη του εχθρικού πλοίου, ο οποίος έδωσε εντολή για εξόρμηση από το Μούδρο. Οι περιπολίες απέδωσαν μόλις στις 3 Δεκεμβρίου, όταν ο τουρκικός στόλος έκανε την εμφάνισή του, εξερχόμενος στις 8:00 από τα Στενά. Προηγούνταν το καταδρομικό «Μετζιτιέ» με συνοδεία τριών αντιτορπιλικών, ενώ ακολουθούσαν τα θωρηκτά «Μπαρμπαρόσα», «Τουργούτ Ρεΐς», «Μεσουτιέ» και «Ασάρι ι Τεφίκ». Ενάντια τους έσπευσε το «Αβέρωφ», με τα θωρηκτά «Ύδρα», «Σπέτσαι» και «Ψαρά» να ακολουθούν. Χίλια περίπου μέτρα αριστερά επίσης έπλεαν τα αντιτορπιλικά «Αετός», «Ιέραξ», «Λέων» και «Πάνθηρ».
Με τους κατάλληλους χειρισμούς οι δύο αντίπαλοι στόλοι ήρθαν αντιμέτωποι στις 9:00, απέχοντας περίπου 17 χιλιόμετρα. Από εκεί το «Αβέρωφ» όρμησε πρώτο διατάσσοντας τα άλλα πλοία να το ακολουθήσουν. Τα τουρκικά πλοία έβαλλαν πρώτα στις 9:22 από τα 12.500 μέτρα, ενώ τα ελληνικά απάντησαν τρία λεπτά αργότερα από τα 12.000. Στις 9:35 το «Αβέρωφ», από τα 9.500 μέτρα απόστασης από τον εχθρό, άρχισε να ελίσσεται κινούμενο ανεξάρτητα, υπερφαλαγγίζοντας τα τουρκικά θωρηκτά και φθάνοντας στα 2.850 μέτρα. Λόγω αυτής της παράτολμης ενέργειας, ο οθωμανικός στόλος υποχώρησε ασύντακτα στα Στενά. Οι συνεχείς ελληνικές βολές έπληξαν τη ναυαρχίδα «Μπαρμπαρόσα» στο κατάστρωμα και τον πυργίσκο της πρύμνης, ενώ μικρότερες ζημιές υφίστατο το «Τουργκούτ Ρεΐς» και το «Μετζιτιέ». Η ναυμαχία έληξε στις 10:17 με τον οθωμανικό στόλο να παραμένει αποκλεισμένος στα Στενά.
Όσον αφορά τις απώλειες, 2 νεκρούς και 5 τραυματίες είχε το «Αβέρωφ», το οποίο δεν επλήγη σοβαρά. Παρά ταύτα, οι ριψοκίνδυνες -πλην επιτυχημένες- ενέργειες του Κουντουριώτη είχαν ως αποτέλεσμα να δεχθεί συστάσεις για πιο μετριοπαθή χρήση του καλύτερου ελληνικού πλοίου από το βασιλιά Γεώργιο Α’. Από την άλλη πλευρά, οι τουρκικές δυνάμεις σημείωσαν περίπου 50 νεκρούς και 57 τραυματίες, το σημαντικότερο όμως ήταν πως παρέμειναν αποκλεισμένες στα Στενά, πράγμα διόλου θετικό για τη συνέχεια του αγώνα τους. Ως συνέπεια λοιπόν της δράσης του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού κατά τη ναυμαχία της Έλλης, από τους 600.000 περίπου άνδρες που μπορούσε να παρατάξει η Οθωμανική Αυτοκρατορία, οι 250.000 παρέμειναν ακινητοποιημένοι στην Ασία δίχως να καταστεί δυνατόν να συμμετάσχουν στη σύρραξη που λάμβανε χώρα στα Βαλκάνια4Ζ. Φωτάκης, στο ίδιο.
Στις 4 Δεκεμβρίου, από το θωρηκτό «Αβέρωφ» που στάθμευε στο λιμάνι του Μούδρου, ο Κουντουριώτης εκδήλωνε μέσα από ημερήσια διαταγή τη χαρά του για τα αποτελέσματα της προηγούμενης ημέρας: «Εκφράζω την άκραν μου ευαρέσκειαν προς τον μοίραρχον, τους Κυβερνήτας, τους Αξιωματικούς, τους Υπαξιωματικούς και τους Ναύτας του υπ’ εμέ Στόλου δια την ανδρείαν ην επεδείξαντο κατά την παρά το ακρωτήριον “Έλλη” ναυμαχίαν της 3ης Δεκεμβρίου. Είμαι υπερήφανος διότι ευρίσκομαι επί κεφαλής τοιούτων ανδρών αγωνιζομένων μετά τοσαύτης απαρνήσεως υπέρ της Δόξης και του Μεγαλείου της φιλτάτης ημών πατρίδος.»5ΕΥΑΡΕΣΚΕΙΑ ΑΡΧΗΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΣ, παραγωγός: ΑΡΧΗΓΟΣ ΣΤΟΛΟΥ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ (προς διευκρίνηση), Λιμένας Μούδρου, 4-12-1912, Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού
Την ίδια ημέρα οι πλέον έγκριτες εφημερίδες πανελλαδικής εμβέλειας φιλοξενούσαν άρθρα για τη διεξαγωγή και τη σημασία της ναυμαχίας. Η «Ακρόπολις» για παράδειγμα, στην πρώτη της σελίδα κατέγραφε: «Η ΧΘΕΣΙΝΗ ΝΑΥΜΑΧΙΑ-ΔΥΟ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΘΩΡΗΚΤΑ ΕΤΕΘΗΣΑΝ ΕΚΤΟΣ ΜΑΧΗΣ», με την είδηση για επίσημη έναρξη των διαπραγματεύσεων για ειρήνη να είναι το δεύτερο θέμα του φύλλου. Στο κέντρο, μια παράγραφος έδινε το σύνθημα για το ξεκίνημα των διθυραμβικών σχολίων που θα ακολουθούσαν. Ο τίτλος της ήταν «ΟΙ ΣΥΝΕΧΙΣΤΑΙ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΙ ΕΝΑ» και μέσα σε λίγες γραμμές δίνονταν οι πρώτες -μη επιβεβαιωμένες, όπως παραδεχόταν ο ίδιος ο συντάκτης- πληροφορίες για σοβαρά πλήγματα που δέχθηκαν δύο τουρκικά πλοία και την υποχώρηση της τουρκικής «Αρμάδας» υπό τα ελληνικά πυρά. Ο ελληνικός στόλος παρουσιάζεται εδώ ως προστάτης των ιδανικών της επανάστασης του 1821, αγωνιστής της ελευθερίας και του δικαίου.6 «Ακρόπολις», φ. 10.192, Αθήναι, Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 1912, σ. 1 Ανάλογα υπήρξαν τα πρωτοσέλιδα των άλλων εφημερίδων7Ενδεικτικά, «Πατρίς», φ. 6.809, Αθήναι, Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 1912, σ. 1
Συμπερασματικά, η ναυμαχία της Έλλης συντέλεσε καθοριστικά στην επιτυχή έκβαση του Α’ Βαλκανικού Πολέμου. Τα δημοσιεύματα του Τύπου βρίθουν αναφορών για την εν λόγω σύγκρουση, δίνοντάς της επικές διαστάσεις. Έτσι, όχι άδικα, οι ενέργειες του Κουντουριώτη και των ανδρών του μνημονεύονται στην ελληνική ναυτική ιστοριογραφία ως παραδείγματα επιτυχούς δράσης.
ΠΗΓΕΣ
Ζ. Φωτάκης, «Το Πολεμικό Ναυτικό στους Βαλκανικούς Πολέμους», στο: Ναυτική Επιθεώρηση, τ. 551, 2005
Ι. Παλούμπης, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι: Ο ναυτικός αγώνας 1912-1913, Ναυτικό Μουσείο, Αθήνα 2007
Σόλων Ν. Γρηγοριάδης, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Alter-Ego, Αθήνα 2011
Συλλογικό, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Alter-Ego, Αθήνα 2012
ΕΥΑΡΕΣΚΕΙΑ ΑΡΧΗΓΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΣ, παραγωγός: ΑΡΧΗΓΟΣ ΣΤΟΛΟΥ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ (προς διευκρίνηση), Λιμένας Μούδρου, 4-12-1912, ΥΙΝ
ΕΚΘΕΣΗ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΝΑΥΜΑΧΙΩΝ ΕΛΛΗΣ ΚΑΙ ΛΗΜΝΟΥ, παραγωγός: ΠΑΥΛΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗΣ, Αθήνα, 4-12-1913, ΥΙΝ
«Ακρόπολις», φ. 10.192, Αθήναι, Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 1912
«Πατρίς», φ. 6.809, Αθήναι, Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 1912