Του Γεράσιμου Λειβαδά
Ο Πανταζής Βασσάνης, αλλού αναφερόμενος ως Παντελής ή Παντελεήμων, γιός του Κωνσταντίνου, γεννήθηκε στην Πορταριά του Πηλίου το 1830 και παρέμεινε εκεί μέχρι την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του. Κατά άλλες πληροφορίες, έφυγε από την Πορταριά σε ηλικία 15 ετών, όταν πέθανε η μητέρα του και εγκαταστάθηκε στην Σμύρνη όπου ήταν η έδρα των Αφών Κασσαβέτη, των εξ αγχιστείας αδελφών του από την μητέρα του. Εκεί παρέμεινε για τρία χρόνια, και μετά μετανάστευσε στην Αλεξάνδρεια όπου συνέχισε να εργάζεται στο εκεί παράρτημα των Κασσαβέτη1Ποικίλη Στοά, Εθνικό Εικονογραφημένο Ημερολόγιο Ι. Αρσένη, Αθήνα 1896, σελ 130. Μετά τον θάνατο των Κασσαβέτηδων, εγκαταστάθηκε το 1842 στην Τάντα όπου επιδόθηκε σε επιχειρήσεις με εμπορική και γεωργική δραστηριότητα έχοντας συνεργάτη τον αδελφό του Αθανάσιο.
Η Τάντα, αρχαία Τανασώ των Πτολεμαίων, κτισμένη στην καρδιά του Δέλτα του Νείλου είναι πλέον μια μεγαλούπολη, 800.000 κατοίκων, 5η σε πληθυσμό της Αιγύπτου. Κύριο προϊόν της ήταν το βαμβάκι και γι’ αυτό το λόγο είχε επιλεγεί από πολλούς ξένους ως τόπος κατοικίας. Είναι πρωτεύουσα της επαρχίας Garbieh όπου στις αρχές του 20ου αι., είχε πληθυσμό 1,5 εκατομμύρια κατοίκους εκ των οποίων 250.000 ζούσαν στην Τάντα. Εκεί λειτουργούσε κρατικό νοσοκομείο και Οφθαλμιατρείο και πολλά σχολεία μεταξύ των οποίων το Γαλλικό College St. Louis. Διέθετε Βρετανικό Προξενείο, Περσικό υπο-προξενείο, Γερμανικό, Ισπανικό, Γαλλικό, Ιταλικό, Ρωσικό και Αυστρο-Ουγγρικό προξενικό γραφείο, υποκαταστήματα της Εθνικής Τράπεζας Αιγύπτου, της Anglo-Egyptian bank, της Deutsche Orientbank AG, της Τραπέζης Αθηνών, της Ιωνικής Τράπεζας,
Από Ελληνικής πλευράς, η Τάντα διέθετε υπο-προξενείο, μεγάλο Ορθόδοξο ναό της Υπαπαντής που εγκαινιάστηκε το 1887, ενώ ήταν έδρα της Ιεράς μητροπόλεως Ερμουπόλεως και άλλον έναν, του Αγίου Δημητρίου όπου εκκλησιαζόταν ο Βασσάνης. Στην Τάντα λειτουργούσε Ελληνική Λέσχη, Σύνδεσμο Ελλήνων, Φιλόπτωχος Αδελφότητα Ελληνίδων, Ένωση Ελλήνων Διδασκάλων, Φιλαρμονική, Μικρασιατικό Σύνδεσμο, Ηπειρομακεδονική Αδελφότητα, Ένωση Κυπρίων, 2 καλλιτεχνικά σωματεία, και 5 τουλάχιστον Αθλητικά σωματεία. Από το 1875 λειτουργούσε Ελληνικό Σχολείο με ετήσια προσφορά του Βασσάνη. Γύρω στο 1900 λειτούργησαν ξεχωριστά Κοινοτικά δημοτικά αρρένων και θηλέων, καθώς και εξατάξιο γυμνάσιο με 300 περίπου μαθητές, ενώ λειτούργησε ιδιωτικό σχολείο με έτος έναρξης το 1888 και νυκτερινό σχολείο για λίγα χρόνια υπό την εποπτεία φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου2Ν. Νικηταρίδης, «Τα Ελληνικά Σχολεία στην Αίγυπτου», και «Τα Ελληνικά Σωματεία στην Αίγυπτο», εκδόσεις Αγγελάκη.
![](https://www.navalhistory.gr/wp-content/uploads/Pantazis_Vassanis.jpg)
Ο Βασσάνης πιθανότατα δεν παντρεύτηκε και δεν έκανε οικογένεια, εν τούτοις υπάρχουν πληροφορίες ότι περί τα τέλη της ζωής του μάλλον νυμφεύθηκε και πιθανότατα υπάρχει και τέκνο ή ακόμη και τέκνα. Στην Πορταριά όπου υπάρχει πινακίδα στο σημείο όπου βρισκόταν το σπίτι που γεννήθηκε ο Βασσάνης, αναφέρεται η συνεισφορά του υιού του “Κωνσταντίνου”. Επί πλέον, υπάρχει καταχώριση στην εφημερίδα Ομόνοια της Αλεξάνδρειας όπου την 20η Φεβρουαρίου του 1914 αναφέρει ότι πέθανε ο υιός της “τετιμημένης χήρας του μεγάλου ευεργέτου Πανταζή Βασσάνη, απολοφύρεται απαραμύθητος τον άωρον θάνατον του μονογενούς της υιού, αναρπαγέντος εν ηλικία δέκα τεσσάρων ετών…”3Εφημερίς Ομόνοια, 20 Φεβρουαρίου 1914.
Το πρώτο ερώτημα που μένει αναπάντητο είναι γιατί δεν αναφέρονται ούτε τα τέκνα του, ούτε η σύζυγός του στην ιδιόχειρη διαθήκη του και το περίεργο επίσης είναι ότι η καταχώρηση για το θάνατο του υιού του ο οποίος φαίνεται να πέθανε το 1914 σε ηλικία 14 ετών γεννήθηκε 8 χρόνια μετά τον θάνατο του Βασσάνη. Μήπως το τέκνο πέθανε σε ηλικία 24 ετών; Υπήρχε και ο αποθανών πλέον από το 1974 εργαζόμενος στον Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών, Κώστας Σταυρόπουλος, ο οποίος ήταν ο γνωστός εκφωνητής του περίφημου λακωνικού ανακοινωθέντος του Ελληνικού Στρατηγείου στις 27 Απριλίου του 1941, όταν έμπαιναν οι Γερμανοί στην Αθήνα, ο οποίος διετείνετο ότι ήταν εγγονός του Πανταζή Βασσάνη4
Wikipedia: Κώστας Σταυρόπουλος
Την διαθήκη του έγραψε στην Τάντα, στις 21 Απριλίου του 1890. Με αυτήν άφηνε κληρονόμο του τον αδελφό του Ιωάννη που ζούσε στην Πορταριά. Στην περίπτωση μη ευρισκόμενου εν ζωή του Ιωάννου κατά το άνοιγμα της διαθήκης του, άφηνε την περιουσία του στον αδελφό του Αθανάσιο και την αδελφή του Τριανταφυλλιά, σύζυγο του Οδυσσέα Κοκωσλή, με την προϋπόθεση να εκτελεστούν οι τελευταίες του επιθυμίες όσον αφορά στα κάτωθι κληροδοτήματα:
- Σε όσους βρίσκοντο στην υπηρεσία του τουλάχιστον 5 έτη την ημέρα του θανάτου του άφηνε τριών ετών μισθούς.
- Από το υπόλοιπο ποσό, τα 60 εκατοστά ζητούσε από την Ελληνική Κυβέρνηση να διατεθούν στην ανέγερση Ναυτικής Σχολής στον Πειραιά η οποία να κόστιζε 700.000 φράγκα σε χρυσό, τα δε υπόλοιπα να κατατεθούν στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, για να καλύπτει με τους τόκους, την υποτροφία των επιμελέστερων τελειόφοιτων της Σχολής στην Αμερική ή την Ευρώπη.
- 10 εκατοστά κληροδότημα στην κοινότητα Πορταριάς για την κατασκευή αμαξιτής οδού από Πορταριά στον Βόλο, 14 χιλιομέτρων, αν δε περισσέψουν χρήματα να επιδιορθωθούν οι πηγές της «Μαίας» για να διοχετεύεται το νερό στην Πορταριά.
- 7 εκατοστά κληροδότημα στα τέκνα του εξ αγχιστείας αδελφού του Ιωάννη Κασσαβέτη, Δημήτριο και Μαριάνθη, αφού αφαιρεθούν όσα αυτοί του όφειλαν.
- 3 εκατοστά κληροδότημα στην αδελφή του Τριανταφυλλιά Κοκωσλή.
- 3 εκατοστά κληροδότημα στα τέκνα της αποβιώσασας αδελφής του Φροσύνης Χατζή Δήμου.
- 3 εκατοστά κληροδότημα στην κόρη της αποβιώσασας αδελφής του Ζαφειρίτσας, Μαριολής Παπαγεωργίου.
- 3 εκατοστά κληροδότημα στις ατυχείς οικογένειες των Αθανασίου Φράγκου, Μιχαήλ Γικουζιλέτου και Βασιλείου Σωτηρίου.
- 3 εκατοστά στον αδελφό του Όθωνα Βασσάνη.
- 1 εκατοστό στον υιό της αποβιώσασας αδελφής του Ειρήνης Κωνσταντινίδου.
- Το υπόλοιπο ποσό, δηλαδή 8 εκατοστά της περιουσία του μένει στους εν ζωή κληρονόμους του, δηλαδή τον αδελφό του Ιωάννη ή τα αδέλφια του Αθανάσιο και Τριανταφυλλιά5Διαθήκη Πανταζή Βασσάνη, Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής, 1892 σελ. 480-481
Το ενδιαφέρον του Βασσάνη για την ανέγερση της Σχολής Δοκίμων προφανώς οφείλετο στο γεγονός ότι από ετών είχε αποφασιστεί η σύσταση της σχολής που ψηφίστηκε στην Βουλή των Ελλήνων στις 22 Μαρτίου του 1884 και δημοσιεύθηκε στο φύλο 117 της εφημερίδος της Κυβερνήσεως του ιδίου έτους. Από το σχετικό ΦΕΚ φαίνεται ότι η απόφαση όριζε μεν την ίδρυση της Σχολής των Δοκίμων, εν τούτοις διευκρίνιζε ότι θα λειτουργεί είτε στην ξηρά, είτε επί πλοίου. Πρωθυπουργός την περίοδο εκείνη ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης, ενώ Υπουργός επί των Ναυτικών είχε αναλάβει ο Υδραίος υποναύαρχος Γεώργιος Τομπάζης.
Ο Πανταζής απεβίωσε τον Ιανουάριο του 1892 μετά από λιγοήμερη ασθένεια από γρίπη. Τον θάνατό του διαπίστωσε ο προσωπικός γιατρός του Δημήτριος Τσουρογιάννης6Εφημερίς Ταχυδρόμος, 2 Απριλίου 1899
Για τα διαδικαστικά της διαχείρισης της περιουσίας του Βασσάνη, με εντολή της Ελληνικής Κυβερνήσεως, παρέμεινε στην Τάντα για δεκαπέντε μέρες ο υποπρόξενος του Πορτ Σαϊτ Στ. Κιουζές Πεζάς ο οποίος λογοδότησε σχετικά την Κυβέρνηση και φρόντισε για την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων με δημοπρασίες, τόσο στην Τάντα όσο και την Αλεξάνδρεια, και την κατάθεση των χρημάτων στο Δημόσιο ταμείο σε έξι διαφορετικές ημερομηνίες από το 1892 έως το 18947Εφημερίς των Συζητήσεων της Βουλής, Συνεδρίαση της Βουλής 25 Μαρτίου 1895, σελ. 319 και Εφημερίς Ταχυδρόμος, 4 Μαρτίου 1895. Σχετικό Βασιλικό Διάταγμα “Περί των εκποιήσεων εθνικών εν Αιγύπτω ακινήτων κτημάτων και κινητών πραγμάτων της κληροδοσίας Π. Βασσάνη” δημοσιεύθηκε στα ΦΕΚ 21 και 124, στις 31 Ιανουαρίου και 3 Ιουλίου του 1893. Παρών στις διαδικασίες ήταν ο αδελφός του αποβιώσαντος Ιωάννης Βασσάνης. Με τον θάνατο του Πανταζή το 1892 ο αδελφός του Αθανάσιος διέλυσε την εταιρεία, σε σύντομο χρονικό διάστημα καταστράφηκε οικονομικώς και πέθανε στην Ρόδο το 1906 όπου είχε πάει για την αποκατάσταση της υγείας του8Εφημερίς Ταχυδρόμος, 10 Ιουλίου 1906.
Ο θάνατος του Πανταζή Βασσάνη και το ύψος του κληροδοτήματός του στην Πατρίδα του είχε μεγάλο αντίκτυπο ώστε δημοσιεύθηκε σε εφημερίδες στη Γαλλία όπως, Le Petit Journal και την Le Monde στις 31 Ιανουαρίου, στην Le Pays την 1η Φεβρουαρίου, την Jοurnal d’Indre-et-Loire την 2α Φεβρουαρίου, την La Gazette du Centre στην Limoges και την Γαλλόφωνη Stanbul της Κωνσταντινούπολης, την γερμανική Passauer Zeitung του Μονάχου και το ισπανικό περιοδικό La Ilustración española y americana στις 8 Φεβρουαρίου.
Το σπίτι του στην Τάντα αγοράστηκε υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου από το κληροδότημά του το 1915 αφού η πρόταση ψηφίστηκε παμψηφεί από την Βουλή και εκδόθηκε ο νόμος 689 με υπογραφή του υπουργού των Οικονομικών Στέφανο Δραγούμη. Το σπίτι, κατά 40% ανήκε στον εβραίο έμπορο Solomon Hadida και το ποσό που δαπανήθηκε ήταν Δρχ.50.0009ΦΕΚ 400, 28 Οκτωβρίου 1915, νόμος 689.
Μετά από σχετική πρόταση του Έλληνα προξένου στην Τάντα, ο υπουργός επί των ναυτικών Βασίλειος Βουδούρης έφερε στην ολομέλεια της Βουλής το θέμα της ανακομιδής των οστών του Βασσάνη στην Ελλάδα και της τοποθέτησής των στην Βασσάνειο Σχολή, ήδη από το 1902. Έκτοτε δεν υπήρξε καμμιά ενέργεια οπότε, το 197110https://gegonota.news/2024/04/10/poios-itan-o-p-vassanis-apo-tin-portaria-pou-chrimatodotise-tin-scholi-naftikon-dokimon/#google_vignette, τα οστά του Πανταζή Βασσάνη εντοπίσθηκαν στο νεκροταφείο της Τάντα μετά από προσπάθειες του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, και μεταφέρθηκαν στην Ελλάδα. Τοποθετήθηκαν σε οστεοφυλάκιο στο κεντρικό κτήριο της Σχολής, κάτω από το άγαλμά του11Εφημερίς Εμπρός 18 Φεβρουαρίου 1903.
Ο Πανταζής Βασσάνης προέβη σε πολλές δωρεές εν ζωή σε διάφορα Ελληνικά και Αιγυπτιακά ιδρύματα. Το 1880 πρόσφερε στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το ποσό των 6.000 φράγκων12Δελτίο της Εστίας, 20 Ιανουαρίου 1880. Το 1881 πρόσφερε 1000 λίρες στον Ερυθρό Σταυρό, ενώ δώρισε οίκημα για την στέγαση του Ελληνικού Υποπροξενείου στην Τάντα.
![](https://www.navalhistory.gr/wp-content/uploads/HellenicNavalAcademy-1024x578.jpg)
Σχολή Ναυτικών Δοκίμων
Όσον αφορά στο κληροδότημα υπέρ της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων, το ποσό που κληροδότησε ο Βασσάνης και αντιστοιχούσε σε 500,000 φράγκα, δεν είχε μέχρι το 1896 κατατεθεί στην Εθνική Τράπεζα, οπότε ο Βουλευτής Βόλου και αργότερα Υπουργός Εξωτερικών και Δικαιοσύνης, νομικός στο επάγγελμα Γεώργιος Φιλάρετος ανακίνησε το όλο θέμα ζητώντας από την κυβέρνηση να καταθέσει τα χρήματα με τον νόμιμο τόκο των 5% και να δοθεί εντολή για την κατασκευή της Σχολής και να δοθούν οι απαιτούμενες από την διαθήκη Βασσάνη υποτροφίες. Κατηγόρησε δε την Κυβέρνηση ότι τα χρήματα είχαν διατεθεί σε άλλες ανάγκες. Ο βουλευτής Λοκρίδος Αθανάσιος Ευταξίας αναφέρθηκε στην δωρεά και διαβεβαίωσε ότι τα χρήματα υπήρχαν. Τέλος ο βουλευτής Αρκαδίας και Κυνουρίας Θεόδωρος Πέρρος αναφέρθηκε σε αντίστοιχη δωρεά από το κληροδότημα Ιωάννου Βαρβάκη για την ανέγερση Ναυτικής Σχολής η οποία όμως ποτέ δε εκτελέστηκε13Εφημερίς Εμπρός 4 Δεκεμβρίου 1896. Αντίστοιχη συζήτηση στην Βουλή επαναλήφθηκε και τον Μάρτιο του 1898 όπου το θέμα επανέφερε ο βουλευτής Σπετσών Γεώργιος Μπούμπουλης ζητώντας εξηγήσεις και ο βουλευτής Κυθήρων του κυβερνώντος κόμματος του Δηλιγιάννη Σπυρίδων Στάης διαβεβαίωνε το σώμα περί ύπαρξης των χρημάτων στο κεντρικό ταμείο14Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Βουλής, τόμος 14, σελ 83-89, Εθνικό Τυπογραφείο 1896, Εφημερίς Εμπρός 3 Δεκεμβρίου 1896 και Σκρίπ 5 Μαρτίου 1898
Τον Σεπτέμβριο του 1898, ο υπουργός Ναυτικών Μιαούλης συνέστησε επιτροπή για την εκλογή της τοποθεσίας όπου θα κτίζετο η Σχολή, ενώ τον Μάϊο του 1900 το τμήμα των Φάρων και Φανών κατάρτησε τα σχέδια της Σχολής βάση του αντίστοιχου σχεδίου της Δανικής Ναυτικής Σχολής όπως είχε προτείνει ο βασιλεύς Γεώργιος. Αρχικά υπήρξε η σκέψη να κατασκευαστεί η σχολή στο Νέο Φάληρο, όπου όμως το επιλεγέν οικόπεδο δεν ήταν δυνατόν να απαλλοτριωθεί, και αργότερα στην ακτή Κράκαρη, την απέναντι ακτή, στην βορεινή πλευρά του λιμανιού του Πειραιά15Εφημερίς Εμπρός, 28 Φεβρουαρίου 1901
Τότε, για πρώτη φορά μετά από 8 χρόνια αφ’ ότου απεβίωσε ο μεγάλος ευεργέτης, την Κυριακή 3/18η Νοεμβρίου του 1900, με προτροπή του προξένου της Ελλάδος Αντωνίου Σαχτούρη, η Κυβέρνηση της Ελλάδος τέλεσε επιβλητική μνημόσυνη δέηση, αντάξια του εθνικού φιλοπάτριδος ανδρός. Η τελετή πραγματοποιήθηκε επί του λιτού και εγκαταλελειμμένου ταφικού μνημείου του εκλιπόντος στο νεκροταφείο της Τάντας, από την Αυτού Θειοτάτη Μακαριότητα τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο, νεοεκλεγέντα στην θέση αυτή μετά τον θάνατο του Σοφρώνιου Δ’. Παρόντες ήταν το σύνολο των ανωτέρων κληρικών του θρόνου, ο ανώτατος πολιτικός εκπρόσωπος της Ελλάδος στην Αίγυπτο, Διευθυντής του Πολιτικού Πρακτορείου Νικόλαος Γεννάδης, ο Πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητος Αλεξανδρείας Κωνσταντίνος Σαλβάγος, και αρκετοί από τους πρόκριτους παράγοντες του Ελληνισμού στην Νειλοχώρα.
Στις προσφωνήσεις τους που ακολούθησαν, τόσο ο Γεννάδης όσο και ο Φώτιος εξύμνησαν την θερμή φιλοπατρία του Βασσάνη. Ο πρώτος διερμήνευσε την ευγνωμοσύνη του Έθνους προς τον αοίδιμο ευεργέτη ο δε δεύτερος, προέτρεψε την μίμηση του ευγενικού παραδείγματος του μεγάλου πατριώτη, επικαλούμενος τις προσφορές φάλαγγας γενναιοφρόνων πατριωτών που είχε γεννήσει ο Αιγυπτιώτης Ελληνισμός16Εφημερίς Ταχυδρόμος, 16 Νοεμβρίου 1900. Τους υψηλούς παράγοντες είχε φιλοξενήσει στο αρχοντικό του ο πρόεδρος της Ελληνικής Κοινότητος Τάντας Νικολαϊδης, ο οποίος μετά την τελετή παρέθεσε γεύμα στους υψηλούς προσκεκλημένους.
Τον Δεκέμβριο του 1904, ο Γεώργιος Κουντουριώτης, με εντολή του υπουργού των ναυτικών Σπυρίδωνος Κουμουνδούρου, κατέφθασε στην Αλεξάνδρεια με την θωρηκτή μοίρα πολεμικών μεταφέροντας δύο στεφάνους. Έναν για τον τάφο του Γεωργίου Αβέρωφ και έναν για τον τάφο του Βασσάνη που εστάλη στον πρόξενο της Τάντας17Εφημερίς Σκρίπ, 18 Δεκεμβρίου 1904.
Τον Οκτώβριο του 1911, ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος τελών και χρέη υπουργού των ναυτικών, χρησιμοποίησε κονδύλια από το Βασσάνειο κληροδότημα για την αποστολή στην Αγγλία 10 αξιωματικών για εκπαίδευση σε Βρετανική Σχολή. Με πρότασή του υπεγράφη σχετικό Βασιλικό Διάταγμα ώστε από τότε, με χρήματα από τους τόκους του κληροδοτήματος και μετά από διαγωνισμό, θα αποστέλλονται αξιωματικοί του Πολεμικού ναυτικού στην αλλοδαπή για την τελειοποίηση της εκπαίδευσής τους.18Εφημερίς Σκρίπ, 16 Οκτωβρίου 1911, ΦΕΚ 296, 1911 Τεύχος Α
![](https://www.navalhistory.gr/wp-content/uploads/1905-05-15-ΦΩΤΟ-ΒΑΣΣΑΝΕΙΟΣ.jpg)
Το κτήριο
Οι εργασίες κατασκευής της Βασσανείου Σχολής ξεκίνησαν τον Νοέμβριο του 1900 από τον εργολάβο Ιωάννη Απέργη που ανέλαβε την εργολαβία. Ο θεμέλιος λίθος της Σχολής τέθηκε στις 10 Μαρτίου του 1901 παρουσία του Βασιλέως Γεωργίου Α’, της Βασίλισσας Όλγας, του Διαδόχου Κωνσταντίνου και της Πριγκίπισσας Σοφίας, των νεαρών πριγκήπων και πολλών επισήμων. Η Βασιλική οικογένεια μεταφέρθηκε με την ατμάκατο του Διευθυντού του ναυστάθμου από την προκυμαία του λιμένος των Αλών στο μνημείο του Θεμιστοκλή όπου κατέφθασε με άμαξες το Υπουργικό Συμβούλιο. Άγημα ναυτών από το “Ψαρά” είχε παραταχθεί στην πειραϊκή χερσόνησο όπου ήταν και η μουσική του ναυτικού.Ο θεμέλιος λίθος που κατετέθη από τον ίδιο τον Γεώργιο έφερε την επιγραφή:
“Βασιλεύοντος των Ελλήνων Γεωργίου του Α’, υπουργού δε των ναυτικών Β. Βουδούρη, κατατέθη ο θεμέλιος λίθος της Ναυτικής Σχολής των δοκίμων, χορηγούντος Πανταζή Βασσάνη. Πειραιεί 10 Μαρτίου 1901”
Οι προσφωνήσαντες εξήραν την προσωπικότητα και την προσφορά του ευγενούς Αιγυπτιώτου Ευεργέτου19Εφημερίς Σκριπ, 11/3/1901. Η Σχολή τότε λειτουργούσε επί του ατμοδρόμωνα “Ελλάς”. Η μετεγκατάσταση αναβλήθηκε πολλές φορές και ενώ αρχικά η μεταφορά είχε σχεδιαστεί για τις 25 Ιανουαρίου του 190520Εφημερίς Σκριπ, 16/1/1905. Το κτήριο ηλεκτροφωτίστηκε τον Φεβρουάριο του 1905. Στις 9 Απριλίου του 1905, με πρόταση του υπουργού των Ναυτικών Κ. Μαυρομιχάλη αποφασίστηκε η μεταφορά της Σχολής Δοκίμων, από τον ατμοδρόμωνα “Ελλάς” στις νέες εγκαταστάσεις της Βασσανείου Σχολής στον Πειραιά21ΦΕΚ 73/1905, Τεύχος Α.
Ο ανδριάντας του Βασσάνη
Ο αδριάντας του Βασσάνη, έργο του γνωστού γλύπτη Γεωργίου Μπονάνου κοσμεί την μεγαλοπρεπή κλίμακα του κεντρικού κτηρίου της Σχολής. Είχε προηγηθεί διαγωνισμός με επταμελή επιτροπή που θεσπίστηκε από το Υπουργείο των Ναυτικών τον Απρίλιο του 1901 από τους καλλιτέχνες Κωνσταντίνο Βολανάκη, Γεώργιο Ροϊλό, ζωγράφους, τον γηραιό γλύπτη Γεώργιο Βρούτο, τον νομικό Κωνσταντίνο Ράδο, διευθυντή του ναυστάθμου και καθηγητή της ναυτικής ιστορίας, και τους Π. Ζαφειρίου, Τμηματάρχη των Φάρων και Μιχαήλ Κουτσούκο του Πολεμικού Ναυτικού με προϋπολογισμό τις 25.000 δραχμές. Η επιτροπή, στις 19 Μαΐου 1901 έκρινε τις 10 προσφορές που είχαν υποβληθεί και κατέληξε σε δύο προτάσεις τις οποίες θα επανεξέταζε αργότερα22Εφημερίς Εμπρός, 20 Μαϊου 1901. Τελικά απέρριψε και τις δύο αυτές προσφορές, ενώ θεώρησε αξιόλογα αυτά που είχαν υποβάλλει ο καθηγητής Θωμάς Θωμόπουλος, ο Γεώργιος Βιτάλης και κάποιος Κωνσταντινίδης ζητώντας να δοθεί έπαινος σε αυτούς αλλά να επαναπροκηρυχθεί νέος διαγωνισμός23Εφημερίς Ακρόπολις 27 Μαϊου 1901. Ένα χρόνο αργότερα επαναπροκηρύχθηκε ο διαγωνισμός ενώ εκκρεμούσε το ζήτημα αν ο Βασσάνης θα παρίσταται όρθιος ή καθήμενος24Εφημερίς Σπρίπ,5 Απριλίου 1902.
Μετά από την αρχική απόρριψη των δέκα υποβληθέντων προπλασμάτων, ο απορριφθείς ιταλοσπουδασμένος κεφαλλονίτης Γεώργιος Μπονάνος, έκανε πρόταση στον υπουργό των ναυτικών Βουδούρη αναφέροντας ότι ήταν διατεθειμένος να λάβει ως αμοιβή 16.000 και θα κατέθετε 9.000 υπέρ του Ταμείου του Εθνικού Στόλου25Εφημερίς Σκριπ, 15 Απριλίου 1901, Ακρόπολις 27 Μαϊου 1901. Ακολούθησε και άλλη αντιπροσφορά από τον γλύπτη Ιωάννη Καρακατσάνη ο οποίος δεχόταν να κατασκευάσει τον αδριάντα με 20.000 δραχμές αλλά επι πλέον να προσφέρει μαρμάρινη παράσταση εικονίζουσα την ναυτιλία να στεφανώνει τον Βασσάνη26Εφημερίς Εμπρός, 25 Ιουνίου 1901.
Τελικά, ενώ οι εφημερίδες της εποχής ανέφεραν ότι “οι δουλειές στην Ελλάδα γίνονται με το ρουσφέτι”, με άγνωστες διαδικασίες προκρίθηκε η πρόταση του Μπονάνου.
Μπροστά από τον αδριάντα τοποθετήθηκαν τα οστά του Βασσάνη με μαρμάρινη πλάκα που αναγράφει “Παντελεήμων Βασσάνης 1830-1892, ανήρ φιλόπατρις τε και ευεργέτης της των ναυτικών δοκίμων σχολής. Αποθανών εν Αιγύπτω, τήδε κείται”