Το κείμενο που ακολουθεί είναι απόσπασμα από το βιβλίο της Κρίστυ Εμίλιο Ιωαννίδου «Ιππότες του Tάγματος του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ στη θάλασσα» έκδ. ”Ελληνικού Ινστιτούτου Ναυτικής Ιστορίας”, 2022.
Το βιβλίο είναι διαθέσιμο για αγορά μέσω της εταιρείας ebooks.gr (κεντρικός διανομέας) η οποία αναλαμβάνει να το αποστείλει στο σπίτι σας χωρίς προκαταβολή, με έκπτωση και χωρίς επιβάρυνση για έξοδα μεταφοράς. Αρκεί ένα τηλεφώνημά σας στο 2118002111 (τελική τιμή 14€).
Ιωαννίτες Ιππότες: Κυρίαρχο Στρατιωτικό Τάγμα του Νοσοκομείου του Αγίου Ιωάννη της Ιερουσαλήμ, Τάγμα της Ρόδου, Τάγμα της Μάλτας ή Τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη. Οι Ιππότες του συχνά καλούνται Ιωαννίτες Ιππότες, Οσπιτάλιοι, Ιππότες της Ρόδου, Ιππότες της Μάλτας ή σε παλαιότερα έγγραφα Μελιταίοι.
Η Ναυτική Εκπαίδευση των Ιωαννιτών Ιπποτών
Κάθε μέλος του Τάγματος, συμπεριλαμβανομένων των Ιπποτών, των υπηρετούντων αδελφών και των ιερέων, έπρεπε να υπηρετήσουν σε κάποιον από τους τρείς τομείς: στρατιωτικό/ναυτικό, νοσοκομειακό και θρησκευτικό. Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα/θητεία εκαλείτο caravan και οι δόκιμοι caravanisti εκ των οποίων πολλοί παρέμεναν στο Ναυτικό του Τάγματος κι εξελίσσονταν σε Αξιωματικούς. Επιπροσθέτως κατατάσσονταν και υποψήφιοι από όλη την Ευρώπη1Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Η περίοδος caravan διαρκούσε τουλάχιστον έξι μήνες σε γαλέρες ή έναν χρόνο στα πλοία της γραμμής. Κάθε γαλέρα συνήθως μετέφερε τριάντα caravanisti, οι οποίοι σύμφωνα με την ιεραρχία τους εκτελούσαν τα ανάλογα καθήκοντα. Παρά το γεγονός ότι το Τάγμα είχε αντιπροσώπους από πολλές χώρες, οι Γάλλοι Ιππότες κυριαρχούσαν στο Ναυτικό του, ιδιαιτέρως μετά τον 17ο αιώνα. Πολλοί από αυτούς μετά την επιτυχή εκπαίδευσή τους στη Μάλτα υπηρέτησαν στο Γαλλικό Ναυτικό.
Η συνεχής αναμέτρηση με τους Μουσουλμάνους καθιστούσε τους Ιππότες πολύ πιο έμπειρους, πολεμικά, σε σχέση με άλλα ναυτικά της Ευρώπης, δεδομένου ότι είχαν να πολεμήσουν όχι με ευγενείς που όφειλαν να τηρούν, τρόπον τινά, ορισμένους κώδικες συμπεριφοράς, αλλά με βίαιους αντιπάλους που εκινούντο συχνά πέρα από κάθε λογικό ή ηθικό φραγμό. Η διαφορά αυτή νοοτροπίας και συμπεριφοράς γίνεται περισσότερο κατανοητή αν αναλογιστούμε ότι τα ανώτερα αξιώματα του Οθωμανικού Στόλου κατείχαν, ως επί το πλείστον, έμπειροι μουσουλμάνοι πειρατές2Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Έτσι το Τάγμα λειτούργησε, με το πέρασμα των αιώνων, ως Ναυτική Σχολή, ιδιαιτέρως κατά τον 17ο αιώνα, από την οποία αποφοιτούσαν ναυτικοί με μεγάλη εκπαίδευση και εμπειρία.3Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση.
Αρκετοί έγιναν ονομαστοί Κυβερνήτες σε γαλέρες του Τάγματος και αργότερα συνέχισαν τη ναυτική καριέρα στη χώρα τους. Επί παραδείγματι, ο Jean-Baptiste de Valbelle (1627-1681) άρχισε να σταδιοδρομεί ως Κυβερνήτης σε γαλέρα των Ιπποτών σε ηλικία 16 ετών: «…on vit le capitaine d’ une galère, qui se nammait la Valbelle, combattre come une lion malgré les soixante dix ans qui pesaient sur la tête»4Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση.
Ο Francois-Joseph de Grasse (1722-1788) από 11 ετών συνόδευε τον Μ. Μάγιστρο και διακρίθηκε ως Σημαιοφόρος σε γαλέρες στις αναμετρήσεις κατά των Τούρκων και των Μαυριτανών. Στα 17 του εντάχθηκε επισήμως στο Γαλλικό Ναυτικό5Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Παρομοίως ο Anne Hilarion de Tourville (1642-1701), ο Pierre Andrè de Suffren (1729-1788), ο Υποναύαρχος του Ρωσικού Στόλου Fra Giulio Litta, ο Commander του Αυστρο-Βενετικού Ναυτικού μέχρι το 1847 Fra Friedrich von Österreich6Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοσηκαι πολλοί άλλοι.
Η πρακτική εκπαίδευση που ακολουθούσαν οι caravanisti και το υπόλοιπο πλήρωμα ήταν εντυπωσιακή. Με την καθιέρωση των ιστιοφόρων στα οποία, μεταξύ άλλων, οι ναύτες έπρεπε να ενεργοποιήσουν επιπλέον τις ακροβατικές τους ικανότητες ώστε να ανεβοκατεβαίνουν με ευκολία στα ιστία για να τα ρυθμίσουν σύμφωνα με τις απαιτήσεις τις ιστιοφορίας, δημιουργήθηκε η ανάγκη για εντατικότερη εκπαίδευση σε πρακτικά αλλά και σε θεωρητικά μαθήματα.
Η θεωρητική εκπαίδευση περιελάμβανε γραπτό υλικό του οποίου δείγματα έχουμε αρκετά τον 18ο αιώνα. Το 1761 ο Ιππότης Fra Constantino Chigi έγραψε το ναυτικό βιβλίο «Libro di Marina» με το οποίο ο αναγνώστης μάθαινε πώς να κατασκευάζει, να εφοδιάζει και να εξοπλίζει ένα πολεμικό πλοίο οποιασδήποτε κατηγορίας καθώς και μεθόδους χειρισμού/ναυσιπλοΐας7Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Ένα αξιόλογο εγχειρίδιο ειδικά για τα πληρώματα των πλοίων του Τάγματος υπήρξε το «Nuovo Dizionario della Marina», το οποίο περιείχε ναυτιλιακή και ναυπηγική ορολογία. Ήταν γραμμένο στην ιταλική και γαλλική γλώσσα από έναν Ιωαννίτη Ιππότη περί το 17508Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση.
Ο Μαλτέζος Michael Angelo, ο οποίος υπήρξε Primo Piloto στο Ναυτικό της Μάλτας, έγραψε ένα εγχειρίδιο περισσότερο τεχνικό, με τίτλο: «Vari Osservazioni Di Porti, Spiaggie, Fondi, Scogli, Capi, Basso e Pieno Mare di diversi Porti», που αφορούσε θέματα ναυτιλίας και παρατηρήσεις λιμένων9Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Μια σειρά από εκπαιδευτικά ναυτικά βιβλία έγραψε ο Giovanni Pagnini, ο οποίος υπήρξε καθηγητής μαθηματικών και ναυτικής επιστήμης στο Ναυτικό Σχολείο της Βαλέττα, καθώς και υδρογράφος του Τάγματος. To 1728 έγραψε το «Il Trionfo in Mare». Άλλα εγχειρίδια ήταν το «Construzione delle Radici Quadrati e Cube» και το «Trattato della Geometrica Pratica»10Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση.
Το 1742, έναν χρόνο μετά την εκλογή του Μ. Μαγίστρου Emanuel Pinto de Fonseca, δημιουργήθηκε από τον ίδιο μία ναυτική σχολή για αρχάριους που είχε ως σκοπό να βοηθήσει τους νέους, τους «Proeri», να μάθουν ανάγνωση, γραφή και αριθμητική11Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Οι «Proeri» ήταν ηλικίας μεταξύ 8 και 12 ετών και συνήθως εκπαιδεύονταν να γίνουν καλοί ναύτες και να βοηθούν κι άλλους σε άλλες θέσεις, π.χ. τους ξυλουργούς και τους καλαφάτες12Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση. Αφού αποφοιτούσαν από τη σχολή αρχαρίων ακολουθούσε η ανώτερη σχολή, στην οποία μπορούσαν να παρακολουθήσουν πιο δύσκολα μαθήματα σχετικά με τη ναυτική επιστήμη.
Τα μαθήματα, τουλάχιστον μέχρι τον 17ο αιώνα, θα πρέπει να γίνονταν κυρίως στα πλοία και αργότερα ενδεχομένως σε κάποια ενοικιαζόμενα κατά καιρούς δωμάτια, μέχρι να δημιουργηθούν ναυτικές σχολές με δική τους κτιριακή εγκατάσταση, όπως η Ναυτική Σχολή της Βαλέττας ή αργότερα το περίφημο Πανεπιστήμιο Pubblica Universita di Studi Generali που ίδρυσε ο Μ. Μάγιστρος Pinto στην πρώην Σχολή Ιησουιτών της Μάλτας Collegium Melitense το 1769.
Αυτή η Σχολή είχε ως σκοπό να αναβαθμίσει τη ναυτική επιστήμη, κάτι το οποίο επετεύχθη όταν το 1779 ο Μ. Μάγιστρος De Rohan έκρινε ότι μια Σχολή που θα δίδασκε προχωρημένα μαθηματικά και ναυτική τέχνη θα έπρεπε να ενσωματωθεί στο Πανεπιστήμιο. Η Σχολή αυτή έγινε πλέον υποχρεωτική για τον Ιππότη που επιθυμούσε να ανέλθει στην ιεραρχία των Αξιωματικών του Ναυτικού, όπως και οι εξετάσεις που έπρεπε να περάσει επιτυχώς13Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση.Οι καθηγητές χρησιμοποιούσαν κάθε μέσο για να διδάξουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Εκτός από την εκτύπωση βιβλίων, έργο δύσκολο αν αναλογιστούμε τα διαθέσιμα μέσα της εποχής, οι καθηγητές χρησιμοποιούσαν και ομοιώματα (μοντέλα) πλοίων. Αρκετά μοντέλα πλοίων έχουν βρεθεί σε διάφορα μέρη, συμπεριλαμβανομένων κι εκείνων στο Ναυτικό Μουσείο της Μάλτας τα οποία υποδηλώνουν ότι ενδεχομένως αποτελούσαν μέρος της συλλογής εκείνων που χρησιμοποιούσαν οι καθηγητές στις ναυτικές σχολές14Οι παραπομπές αναγράφονται στην έντυπη έκδοση.