Γράφει ο Κλεάνθης Κυριακίδης
Η ναυμαχία της Ναυπάκτου είναι η μεγαλύτερη ναυτική σύγκρουση μετά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.χ.), η κυρίως ανάσχεση των Οθωμανών στη νοτιοδυτική Ευρώπη και η τελευταία κωπήλατη ναυμαχία της παγκόσμιας ιστορίας.
Δον Χουάν ο Αυστριακός (1547 – 1578)
Ο Δον Χουάν ο Αυστριακός, ο νικητής της περίφημης ναυμαχίας της Ναυπάκτου μεταξύ του ενωμένου χριστιανικού και του οθωμανικού στόλου, αποτελεί σύμφωνα με το ποίημα «Λεπάντο» του Τσέστερτον, τον «τελευταίο αληθινό ιππότη της Ευρώπης».
Γεννήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 1547 στο Ρέζενμπουργκ της Βαυαρίας και ήταν νόθος γιος του Καρόλου Ε΄ και της τραγουδίστριας Μπάρμπαρα Μπλόμπεργκ. Σαν παιδί ονομαζόταν Τζερόνιμο και σε ηλικία 3 ετών απομακρύνθηκε από την ασύδοτη μητέρα του και μεταφέρθηκε στην Ισπανία, με διαταγή και χρήματα του αυτοκράτορα. Εκεί έμαθε λατινικά και γαλλικά και μεγάλωσε ως ευγενής. Παρότι δεν είχε αναγνωριστεί από τον πατέρα του, πριν το θάνατο του, ο αυτοκράτορας άφησε στη διαθήκη του χρήματα και κτήματα για τον δωδεκάχρονο γιο του.
Όταν ο πρωτότοκος γιος και διάδοχος του Καρόλου Ε΄, βασιλιάς Φίλιππος Β΄ της Ισπανίας, έμαθε την ύπαρξη του αδερφού του, ζήτησε να τον συναντήσει και του ανακοίνωσε ότι είναι ετεροθαλή αδέρφια. Από εκείνη τη στιγμή τον ονόμασε Δον Χουάν της Αυστρίας και του απέδωσε status ανώτερο των λοιπών ευγενών, αλλά όχι εφάμιλλο της βασιλικής οικογένειας. Ο βασιλιάς που αγαπούσε ιδιαίτερα τον ετεροθαλή αδερφό του, ήθελε να τον οδηγήσει σε εκκλησιαστική καριέρα, όμως ο Δον Χουάν τον «απογοήτευσε», όταν σάλπαρε με την Αρμάδα για να βοηθήσει στη λύση της πολιορκίας της Μάλτας από τους Οθωμανούς το 1565. Τρία χρόνια αργότερα ανέλαβε την αρχηγία του ισπανικού στόλου της Μεσογείου. Με αυτή την ιδιότητα συμμετείχε σε κάποιες μικρές ναυμαχίες εναντίον μουσουλμάνων πειρατών. Το 1569 ανέλαβε την αρχηγία στην επιτυχή κατάπνιξη της εξέγερσης των Μορίσκων (απόγονοι των Αράβων) της Γρανάδας.
Η επόμενη στρατιωτική επιτυχία θα άφηνε τον Δον Χουάν στην ιστορία ως το νικητή σε μια από τις σημαντικότερες ναυμαχίες της ιστορίας. Ως επικεφαλής της «Ιερής Συμμαχίας» με πλοία από τα παπικά κράτη, τη Βενετία και φυσικά την Ισπανία, κατέστρεψε τον οθωμανικό στόλο στη ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571. Χαρακτηριστικό της ιδιοσυγκρασίας του, είναι ότι συμπεριφέρθηκε ιπποτικά στους δυο γιους του νεκρού αντιπάλου ναυάρχου, τους οποίους αιχμαλώτισε. Μάλιστα, όταν ο ένας εκ των δύο πέθανε από ασθένεια, έστειλε τον άλλο πίσω στην Κωνσταντινούπολη στη μητέρα του, χωρίς να ζητήσει λύτρα! Οι χριστιανικές διαμάχες δεν εκμεταλλεύτηκαν την τεράστια νίκη τους και η «Συμμαχία» διαλύθηκε. Ο Δον Χουάν κατάφερε το 1573 να καταλάβει την Τύνιδα, η οποία όμως την επόμενη χρονιά ξανάπεσε σε τουρκικά χέρια. Για μικρό χρονικό διάστημα διετέλεσε Κυβερνήτης της Σικελίας και της Νάπολης.
Το 1576 έγινε Κυβερνήτης των Κάτω Χωρών και το 1577 μετέβη στις Βρυξέλλες, με το όνειρο να ελευθερώσει τη βασίλισσα της Σκωτίας και ίσως να κληρονομήσει τον Αγγλικό θρόνο. Οι Κάτω Χώρες βρισκόντουσαν σε εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των Προτεσταντών και των Καθολικών και ο πιστός Καθολικός Δον Χουάν βρέθηκε σε δεινή θέση. Με τη συνθήκη της ειρήνης της Γάνδης αναγνώρισε κάποια προνόμια στους Προτεστάντες, που όμως παρέμεναν «αιρετικοί». Ένας από τους όρους της συνθήκης ήταν η απομάκρυνση του ισπανικού στρατού του Δον Χουάν, που όμως αποδυνάμωσε τη θέση του.
Η ειρήνη στις Κάτω Χώρες διήρκεσε ελάχιστα και ο Δον Χουάν, ζήτησε από τον Φίλιππο Β΄ να του ξαναστείλει στρατό για να καταστείλει μια νέα προτεσταντική εξέγερση. Κατέλαβε τη Ναμύρ και νίκησε στη μάχη της Γκεμπλού, αλλά υπέστη μια σημαντική ήττα στις 2 Αυγούστου 1578 στο Ραϊμέναμ, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να «ελευθερώσει» τις Βρυξέλλες, που είχαν πέσει σε προτεσταντικά χέρια. Την 1η Οκτωβρίου 1578 ο «νικητής της Ναυπάκτου» άφηνε στο στρατόπεδό του, την τελευταία του πνοή, χτυπημένος από τύφο.
Μουεζινζάντε Αλή Πασά (1522 – 1571)
Ο Ναύαρχος Αλή Πασά, που είχε ταπεινή καταγωγή αφού ήταν γιος μουεζίνη («μουεζινζάντε»), δηλαδή του βοηθού του ιμάμη που καλεί τους πιστούς μουσουλμάνους στη λειτουργία, έμεινε στην ιστορία ως ο ηττημένος ηγέτης στην ιδιαίτερα κρίσιμη ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Γεννήθηκε το 1522 στη Μικρά Ασία και παρότι ως νεαρός ήταν ιδιαίτερα δραστήριος και φιλόδοξος, δεν είχε την κοινωνική θέση ή την οικονομική άνεση για να ακολουθήσει οποιοδήποτε άλλο επάγγελμα, εκτός από αυτό του πατέρα του. Όταν η σύζυγος του Σουλτάνου Σελίμ Β΄, που διαδέχθηκε τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή, άκουσε τη φωνή του σε μια από τις περιοδείες της στην αυτοκρατορία, εντυπωσιάστηκε και ζήτησε να φέρουν το νεαρό στο παλάτι, στην Κωνσταντινούπολη. Ο Σουλτάνος που διέκρινε την ξεχωριστή του προσωπικότητα, του ανέθεσε διάφορα διοικητικά και διπλωματικά καθήκοντα και ο νεαρός τα έφερε πάντα εις πέρας με ιδιαίτερη επιτυχία. Κερδίζοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη του Σουλτάνου, ανέλαβε αξίωμα μέσα στο Οθωμανικό Ναυτικό και παντρεύτηκε μια από τις κόρες του.
Σε αντίθεση με τα γραφόμενα σε αρκετές περιγραφές της μάχης, ο Οθωμανός ναύαρχος, που το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του υπήρξε δεύτερος στην ιεραρχία του οθωμανικού ναυτικού πίσω από τον Πιαλή Πασά, ήταν από τους σημαντικότερους θαλασσομάχους της εποχής του. Το 1565 κατά την ανεπιτυχή εκστρατεία κατά της Μάλτας, που υποστήριζαν οι Ιωαννίτες Ιππότες, ανέλαβε ως έπαρχος της Αιγύπτου, τη διοίκηση του συμμετέχοντος αιγυπτιακού στόλου. Κατά την επιχείρηση της κατάληψης της Κύπρου παρότι ήταν υποδιοικητής του οθωμανικού στόλου, ήταν υπεύθυνος για τη δύναμη των 188 πλοίων που απέπλευσε στις 16 Μαΐου 1570 και μετέφερε το στρατό του στρατιωτικού διοικητή Λάλα Μουσταφά Πασά στη Μεγαλόνησο. Κατά την πολιορκία που ακολούθησε, ο Αλή Πασά μετέφερε το μεγαλύτερο μέρος του στόλου στην Πελοπόννησο και την Κρήτη και έτσι εμπόδισε οποιαδήποτε σκέψη για σοβαρή ενίσχυση του νησιού.
Με την προαγωγή του σε αρχηγό του οθωμανικού στόλου («Καπουδάν Πασά» και «Καπετάν-ι-Ντέρια») ανέλαβε το έργο της καταστροφής των χριστιανικών στόλων και της πλήρους κυριαρχίας της Μεγάλης Πύλης στη Μεσόγειο. Με δεδομένο ότι η αποφασιστική ναυμαχία που θα διεξήγαγε ο Αλή Πασά είχε χαρακτήρα «ιερού πολέμου», ο Σουλτάνος του παρέδωσε πριν αποπλεύσει από την Πόλη το περίφημο ολομέταξο «Λάβαρο των Χαλιφών». Επρόκειτο για μια τεράστια πράσινη σημαία με κεντημένους στίχους από το Κοράνι και χρυσοκέντητο το όνομα του Θεού («Αλλάχ») 28.900 φορές!
Ο Οθωμανός Ναύαρχος ξεκίνησε με 230 γαλέρες και 56 γαλιότες και πήγε στη Ναύπακτο, όπου έμαθε για την ύπαρξη ενός μεγάλου χριστιανικού στόλου που επεδίωκε επίσης την αποφασιστική ναυμαχία που θα έκρινε την τύχη της Μεσογείου. Πριν τη ναυμαχία, ο Αλή Πασά διέταξε να «ελευθερωθούν» οι σκλάβοι που θα πολεμούσαν. Ο ιπποτικός και έντιμος ναύαρχος, κατέβηκε στους σκλάβους κωπηλάτες της ναυαρχίδας του, της «Σουλτάνας», και τους είπε στα ισπανικά: «Αδέρφια, περιμένω σήμερα να κάνετε το καθήκον σας απέναντί μου και αν νικήσω σας υπόσχομαι την ελευθερία σας. Αν πάλι χάσω, θα σας έχει ελευθερώσει ο ίδιος ο Θεός!»
Στις 7 Οκτωβρίου 1571 οι δυο στόλοι συναντήθηκαν και ο Αλή Πασά επεδίωξε να αναμετρηθεί με τον αντίπαλό του ναύαρχο, Δον Χουάν και τη χριστιανική ναυαρχίδα «Ρολά». Μετά από ώρες μάχης, σκοτώθηκε από σφαίρα μουσκέτα στο κεφάλι και κάποιος Χριστιανός τον αποκεφάλισε και έβαλε το κεφάλι του σε μια μακριά λόγχη, ώστε να δουν οι Μουσουλμάνοι ότι ο ναύαρχος τους σκοτώθηκε. Το γεγονός αυτό όπως και η κατάληψη του «Λάβαρου των Χαλιφών» ήταν αποφασιστικής σημασίας για την έκβαση της σημαντικότερης ναυμαχίας του Μεσαίωνα.
Ναυμαχία της Ναυπάκτου (Λεπάντο) (1571)
Η ναυμαχία της Ναυπάκτου αποτελεί την μεγαλύτερη ναυτική σύγκρουση μετά τη ναυμαχία του Ακτίου (31 π.χ.), την κυρίως ανάσχεση των Οθωμανών στη νοτιοδυτική Ευρώπη και την τελευταία κωπήλατη ναυμαχία της παγκόσμιας ιστορίας.
Ο διάδοχός του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, Σελίμ Β΄, χρειαζόταν μια επιτυχία σαν αυτές του πατέρα του και ο πιο εύκολος στόχος ήταν η βενετοκρατούμενη Κύπρος. Το 1570 την κατέλαβε με σχετική ευκολία, με εξαίρεση την Αμμόχωστο, που υπεράσπιζε ηρωικά ο κυβερνήτης της, Μαρκαντόνιο Μπραγκαντίνο.
Ο Πάπας Πίος Ε΄ κατόρθωσε μετά από πολλά χρόνια να ενώσει τους Χριστιανούς της Δύσης εναντίον των Οθωμανών και αποφασίστηκε η αποστολή ενός ισχυρού στόλου, για να αντιμετωπίσει τους αλλόθρησκους. Τα παπικά κράτη, η Γένοβα, οι Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας, αλλά κυρίως η Βενετία και η Ισπανία σχημάτισαν την «Ιερά Συμμαχία», της οποίας το στόλο θα διοικούσε ο Ισπανός πρίγκιπας Δον Χουάν ο Αυστριακός. Το μεγαλύτερο μέρος του στόλου, 109 γαλέρες και 6 μεγάλες μετασκευασμένες με τεράστια δύναμη πυρός, προσέφερε η Βενετία, ενώ 80 γαλέρες προσέφερε η Ισπανία (μαζί με τις υποτελείς Νάπολη και Σικελία). Τα υπόλοιπα κράτη προσέφεραν 17 γαλέρες. Μαζί με τους περίπου 13.000 ναύτες επέβαιναν στα πλοία 28.000 στρατιώτες, αφού οι ναυμαχίες μέχρι εκείνη την εποχή ήταν απλά μάχες «ξηράς» που ελάμβαναν χώρα στη θάλασσα. Οι 10.000 στρατιώτες ήταν Ισπανοί και μάλιστα η ελίτ του στρατού της χώρας, 7.000 ήταν Γερμανοί, 5.000 Βενετοί και 6.000 ήταν μισθοφόροι Ιταλοί.
Στην αρχή ο χριστιανικός στόλος συγκεντρώθηκε στη Μεσσίνα της Ιταλίας και από εκεί απέπλευσε με προορισμό την Κέρκυρα. Αφού έφτασε στην Κέρκυρα, στις 26 Σεπτεμβρίου 1571, οι Χριστιανοί έμαθαν ότι έπεσε η Αμμόχωστος και ότι οι Τούρκοι προέβησαν σε ανήκουστες φρικαλεότητες εναντίον των κατοίκων. Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε το άκουσμα του μαρτυρίου του ηρωικού υπερασπιστή της πόλης, Μπραγκαντίνο. Παρότι οι Τούρκοι είχαν συμφωνήσει στην παράδοση της πόλης υπό τιμητικούς όρους, όταν ο Μπραγκαντίνο βγήκε από αυτήν και μετέβη στο χώρο της υπογραφής της συνθήκης, τον συνέλαβαν, του έκοψαν τη μύτη και τα αυτιά και του πέρασαν πέταλα στα χέρια και τα πόδια. Αφού για ένα διάστημα τον χρησιμοποίησαν σαν υποζύγιο και τον έβαζαν να τρώει χώμα, τον κρέμασαν στον ιστό μιας γαλέρας. Κατόπιν ένας δήμιος, με περισσή μαεστρία, χαρακτηριστική των Τούρκων της εποχής, τον έγδαρε ζωντανό. Ακόμα και όταν ξεψύχησε με φριχτούς πόνους, δεν τελείωσε το μαρτύριό του. Το δέρμα του γέμισε με άχυρο και ράφτηκε ώστε ο γενναίος «Μπραγκαντίνο» να παρελάσει μπροστά από τους αλυσοδεμένους Χριστιανούς, αλλά και να «επιστρέψει» ως λάφυρο στην Πόλη. Όπως είναι λογικό, όλοι οι Χριστιανοί και κυρίως οι Βενετοί ορκίστηκαν εκδίκηση.
Την ίδια ώρα, ο οθωμανικός στόλος με 230 γαλέρες και 56 γαλιότες, με 13.000 ναύτες και 34.000 στρατιώτες βρισκόταν στον κόλπο της Ναυπάκτου. Ο ναύαρχος Μουεζινζάντε Αλή Πασά, συγκάλεσε πολεμικό συμβούλιο, το οποίο ήταν ιδιαίτερα αμφίρροπο. Ο Χασάν Πασάς πρότεινε άμεσο απόπλου και αναζήτηση ναυμαχίας. Ο Χαμέτ Μπέη και ο Ουλούτς Αλή πρότειναν να περιμένουν τους Χριστιανούς, υπό την προστασία του φρουρίου της Ναυπάκτου και να τους επιτεθούν όταν οι Χριστιανοί θα ήταν κουρασμένοι από το ταξίδι. Ο ίδιος ο αρχηγός του οθωμανικού στόλου πίστευε ότι έπρεπε να επιτεθεί αμέσως. Σε κάθε περίπτωση έφτασε φιρμάνι από την Κωνσταντινούπολη, που απαιτούσε την άμεση ναυμαχία και έτσι ο Μουεζινζάντε Αλή Πασάς απέπλευσε.
Οι δυο στόλοι συναντήθηκαν το πρωί της 7ης Οκτωβρίου 1571 και τότε φάνηκε το πλεονέκτημα των Χριστιανών σε ισχύ πυρός, αφού είχαν περισσότερα από 1.300 πυροβόλα, σχεδόν διπλάσια από τους Τούρκους. Παρόλα αυτά θα ήταν μια αμφίρροπη μάχη. Ο Δον Χουάν επί της ναυαρχίδας του «Ρεάλ» ετέθη στο κέντρο, επικεφαλής 64 γαλερών. Ο Γενουάτης Τζιοβάνι Αντρέα Ντόρια βρισκόταν τα δεξιά του και είχε τον έλεγχο 56 γαλέρων. Στην αριστερή πλευρά του Δον Χουάν βρισκόταν ο υπαρχηγός των Ενετών και εμπειρότατος θαλασσομάχος, Αγκοστίνο Μπαρμπαρίγκο, με 52 γαλέρες. Πίσω από όλη την παράταξη βρισκόταν ο Άλβαρο ντε Μπαθάν, Ισπανός μαρκήσιος της Σάντα Κρουζ, με 35 γαλέρες. Μπροστά από όλη την παράταξη ο Δον Χουάν, με παρότρυνση του Ντόρια, έθεσε τις 6 μεγάλες γαλέρες, που είχαν ασύγκριτη ισχύ πυρός από όλα τα τουρκικά πλοία.
Οι Οθωμανοί παρατάχτηκαν με τον ναύαρχο, Μουεζινζάντε Αλή Πασά επί της ναυαρχίδας του, της γαλέρας «Σουλτάνα», στο κέντρο της παράταξης και με ευθύνη 87 γαλέρων και 5 γαλέρων οπισθοφυλακής. Απέναντι από τον Ντόρια ετέθη ο επικίνδυνος Ουλούτς Αλή με 58 γαλέρες, ενώ απέναντι από τον Μπαρμπαρίγκο ετέθη επικεφαλής ο Μεχμέτ Σουλίκ Σιρόκο Πασάς, με βοηθούς τους Σαλίχ Πασά και Μεχμέτ Μπέη και συνολικά 55 γαλέρες.
Η ναυμαχία ξεκίνησε περί τις 11:00 με κανονιοβολισμό των Χριστιανών στο μέσο της οθωμανικής παράταξης και με προσπάθεια του Μεχμέτ Σουλίκ Πασά, που προς στιγμήν με εξαιρετικού ελιγμούς βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση έναντι του Μπαρμπαρίγκο, ο οποίος μάλιστα σκοτώθηκε στη συμπλοκή. Τελικά η γρήγορη κίνηση κάποιων εφεδρικών γαλέρων και η λυσσαλέα άμυνα των έμπειρων Ενετών έγειρε την πλάστιγγα της ναυμαχίας σε αυτή την πλευρά υπέρ των Χριστιανών. Σε δυο ώρες δεν υπήρχε οθωμανική δεξιά πλευρά. Ναυτικό ενδιαφέρον είχε η συμπλοκή της άλλης πλευράς, όπου αντίπαλοι ήταν οι καλύτεροι ναυμάχοι των δυο παρατάξεων. Ο Ουλούτς Αλή έσπασε το σχηματισμό του Ντόρια και κατέστρεψε 15 γαλέρες του. Μέσα σε αυτές ήταν οι γαλέρες της Μάλτας, από τις οποίες κράτησε ως λάφυρο τη σημαία των Ιωαννιτών Ιπποτών. Τη στιγμή όμως που νικούσε, αντελήφθη ότι η ναυμαχία τελείωνε με συντριβή του οθωμανικού στόλου και αναγκάστηκε να απομακρυνθεί με 16 γαλέρες και 24 γαλιότες, χωρίς να κρατήσει κάποιες γαλέρες που είχε συλλάβει. «Συμμαζεύοντας» άλλες 45 γαλέρες επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και κέρδισε τη θέση του ναυάρχου και το προσωνύμιο «Κιλίτς», που σημαίνει «ξίφος».
Τι είχε συμβεί; Στο κέντρο της παράταξης, ο Δον Χουάν και ο Αλή Πασά είχαν «μονομαχήσει». Όλη η ναυμαχία λάμβανε χώρα γύρω από τις δυο ναυαρχίδες. Οι Τούρκοι σάλταραν πρώτοι στη «Ρεάλ», όμως τελικά οι Ισπανοί επικράτησαν και ο Αλή Πασά έπεσε νεκρός. Όταν ένας στρατιώτης τον αποκεφάλισε και ύψωσε το κεφάλι του σε ένα δόρυ, ενώ έπεφτε σε χριστιανικά χέρια και η χρυσοκέντητη σημαία του, η συνοχή του στόλου διαλύθηκε και οι τουρκικές γαλέρες προσπαθούσαν να διαφύγουν μέσα σε πανικό. Οι απώλειες των Τούρκων ήταν 25.000 άνδρες και των Χριστιανών 15.000 Επίσης, οι Τούρκοι έχασαν 84 γαλέρες και γαλιότες, ενώ 127 γαλέρες έπεσαν σε χριστιανικά χέρια ανέπαφες. Σε μια μέρα ο οθωμανικός στόλος είχε καταστραφεί!
Η σημασία της ναυμαχίας θα ήταν τεράστια αν οι Χριστιανοί είχαν μείνει ενωμένοι. Τελικά, λειτούργησε μόνο ως ανάσχεση των Οθωμανών και ως σωτηρία της Βενετίας, που αν είχε ηττηθεί στη ναυμαχία αυτή, θα υποδουλωνόταν με όλες τις κτήσεις της, με μαθηματική ακρίβεια. Η Τουρκία δε μπόρεσε να θαλασσοκρατήσει, αλλά παρέμενε υπερδύναμη. Ακόμα πιο σημαντικό είναι ότι η ισχύς πυρός αποτέλεσε αληθινή επανάσταση στο ναυτικό αγώνα. Τα πλοία θα έφεραν πλέον πολλά πυροβόλα και επειδή θα αποκτούσαν τεράστιο βάρος, θα σταματούσαν τη χρήση των κουπιών, τα οποία θα έδιναν τη θέση τους στην ιστιοφορία