Γράφει ο Κλεάνθης Κυριακίδης
Τσαρλς Χάουαρντ (1536 – 1624)
Ο Τσαρλς Χάουαρντ ήταν ο ναύαρχος και διπλωμάτης που έσωσε την Αγγλία κατά την επιχειρηθείσα Ισπανική απόβαση το 1588. Γεννήθηκε το 1536 και ήταν γιος του Ουίλιαμ Χάουαρντ, πρώτου βαρόνου του Έφφινγχαμ και Άγγλου ναυάρχου. Ήταν ξάδερφος της βασίλισσας Ελισάβετ, μιλούσε άπταιστα γαλλικά και δεν είχε πρόθεση να ακολουθήσει την λαμπρή καριέρα του πατέρα του στο βασιλικό ναυτικό. Αντίθετα, οι τρόποι του και η εξυπνάδα του τον έκαναν καλό διπλωμάτη και έτσι ως εκπρόσωπος της Ελισάβετ ήταν υπεύθυνος για τη συνθήκη του Κατώ-Καμπερσί το 1559 που σήμανε το τέλος των Ιταλικών Πολέμων (1551-1559
Μετά από μια τριετία ως πρέσβης στη Γαλλία, έγινε φύλακας του παλατιού του Ότλαντ και μέλος του Κοινοβουλίου. Το 1569 είδε για πρώτη φορά πολεμική δράση όταν κατέπνιξε μια εξέγερση Καθολικών στη βόρεια Αγγλία. Το 1572 ονομάστηκε Λόρδος και έπαιξε ρόλο στην εκτέλεση της Μαίρης, βασίλισσας της Σκοτίας. Το 1585, τη χρονιά που ξέσπασε ο πόλεμος με την Ισπανία, ονομάστηκε ναύαρχος, Αρχηγός του Αγγλικού Στόλου. Εκεί βοήθησε τα μέγιστα στην ισχυροποίηση του ναυτικού, ενώ ήταν από τους λίγους που τολμούσε να αντιμιλήσει στη βασίλισσα. Οι καλύτεροι ναυτικοί αλλά και ευγενείς της Αγγλίας, ο Χόκινς, ο Γουίντερ και ο ήδη περίφημος πειρατής Φράνσις Ντρέηκ, ήταν «στα μαχαίρια» και μόνο η καταλυτική παρουσία του Χάουαρντ τους ένωνε. Εν τέλει, ο Χάουαρντ έφτιαξε αυτό που αργότερα έγινε το ένδοξο Αγγλικό ναυτικό. Οι Προτεστάντες Άγγλοι και Ολλανδοί είχαν αρχίσει διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό της σύρραξης όταν απέπλευσε η «αήττητη» ισπανική αρμάδα για την Αγγλία. Ο Χάουαρντ ήθελε να επιτεθεί στους Ισπανούς στα δικά τους λιμάνια σε μια «προληπτική» καταδρομική επίθεση, αλλά δεν πρόλαβε
Είχε περισσότερα πλοία, που μάλιστα διέθεταν καλύτερη θωράκιση και πυροβόλα. Οι Ισπανοί διέθεταν περισσότερο και πιο εκπαιδευμένο στρατό και θα είχαν πλεονέκτημα σε περίπτωση εμβολισμού πλοίων, που βρισκόντουσαν να μάχονται με ρεσάλτο πάνω σε κάποιο κατάστρωμα. Ο Χάουαρντ το κατάλαβε και προσπάθησε να μην εμπλακεί με τον ισπανικό στόλο εκ του σύνεγγυς, απλά μόνο αν απομόνωνε κάποια πλοία. Παράλληλα είχε επιφορτίσει το ναύαρχο Σέυμουρ με μια μοίρα να επιτηρεί τη Μάγχη ώστε να απέκρουε τυχόν προσπάθεια απόβασης των Ισπανών υπό των Δούκα της Πάρμας.
Η Αρμάδα αντιμετωπίστηκε από τις 31 Ιουλίου 1588 με μικρές ναυμαχίες μέχρι την τελική αναμέτρηση στα ανοιχτά της Γκραβελίν στις 8 Αυγούστου 1588. Εκεί, ο Χάουαρντ διέταξε να σταλούν πυρπολικά για να κάψουν τον Ισπανικό στόλο, αυτός αναγκάστηκε να αποπλεύσει με έλλειψη συνοχής και ο Χάουαρντ τον νίκησε στην αποφασιστική ναυμαχία. Για να αποφύγει τον αγγλικό στόλο η ισπανική αρμάδα έκανε τον περίπλου της Βρετανίας, χάνοντας από φυσικές καταστροφές περισσότερα πλοία από ότι στην αναμέτρηση με τους Άγγλους.
Ο Χάουαρντ δεν πήρε τη δόξα της καταστροφής της Αρμάδας, αφού ο «υποδιοικητής» του, Φράνσις Ντρέηκ, έδρεψε περισσότερες δάφνες. Όμως και ο Χάουαρντ τιμήθηκε με αξιώματα και έγινε ο πρώτος Κόμης του Νόττινχαμ. Στις 20 Ιουνίου 1596, όταν μια ακόμα επίθεση της Ισπανίας φαινόταν πιθανή, ο Χάουαρντ, μαζί με τον κόμη του Έσσεξ, έκαναν μια επιδρομή με τον αγγλικό στόλο στο Κάδιξ. Όμως σε μια εποχή ίντριγκας, πέντε χρόνια αργότερα ο Χάουαρντ πολέμησε εναντίον του συντρόφου του, κόμη του Έσσεξ, που είχε επαναστατήσει.
Μετά το θάνατο της Ελισάβετ, ο Χάουαρντ υπηρέτησε και τον βασιλιά Τζαίημς Α΄. Ήταν υπεύθυνος για τις διαπραγματεύσεις που έδωσαν τέλος στον αγγλο-ισπανικό πόλεμο και ήταν από τους βασικούς δικαστές, της δίκης της «Συνωμοσίας της πυρίτιδας» του Γκάι Φοκς, το 1605. Πέθανε σε ηλικία 88 ετών το 1624.
Αλόνσο Περέζ ντε Γκουζμάν, δούκας Μεντίνα Σιντονία (1550 – 1615)
Ο δούκας της πόλης της Σιδώνας, Αλόνσο Περέζ ντε Γκουζμάν, γνωστός και με το προσωνύμιο «ο Καλός», έμεινε στην ιστορία ως ο διοικητής της «αήττητης» Ισπανικής αρμάδας όταν αυτή καταστράφηκε το 1588. Γεννήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1550 και ήταν γιος του Δον Χουάν Κάρλος ντε Γκουζμάν, ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Ισπανίας και δούκα της Μεντίνα Σιντονία. Ο ίδιος κληρονόμησε τον τίτλο σε ηλικία μόλις 9 ετών, ενώ στα 15 του αναγκάστηκε να λογοδοθεί με την μόλις 4 ετών, Άννα ντε Σίλβα ντε Μεντόζα, κόρη του πρίγκιπα της Έμπολι. Ο Πάπας ευλόγησε το γάμο τους που έγινε μόλις η μικρή Άνα έκλεισε τα 12 χρόνια. Το ότι ο δούκας ήταν από τους «αγαπημένους» του βασιλιά Φιλίππου Β΄ και «αναγκάστηκε» να παντρευτεί την μικρή και σχετικά ασήμαντη Άννα, έκρυβε ένα σκάνδαλο, που ποτέ δεν αποδείχθηκε, ότι η Άννα ήταν νόθα κόρη του Ισπανού βασιλιά.
Το 1581 ονομάστηκε ιππότης του «Χρυσόμαλλου Δέρατος», ενός τάγματος πάρα πολύ κλειστού μέχρι τις μέρες μας. Επίσης ονομάστηκε Κυβερνήτης της Λομβαρδίας. Όταν ο Αλβάρο ντε Μπαθάν, ήρωας της ναυμαχίας της Ναυπάκτου, μαρκήσιος της Σάντα Κρουζ και αληθινά μέγας ναύαρχος, πέθανε το 1588, ο βασιλιάς Φίλιππος χρειαζόταν κάποιον ικανό και έμπιστο για να αναλάβει το δύσκολο και μεγαλεπήβολο εγχείρημα της ηγεσίας της Αρμάδας κατά την ενίσχυση του δούκα της Πάρμας στην Ολλανδία και την απόβαση κατά της Αγγλίας. Ο Φίλιππος θαύμαζε το θάρρος, την αφοσίωση και τα διοικητικά προσόντα του δούκα της Μεντίνα Σιντονία, αλλά παρέβλεπε το ότι δεν είχε καμία σχέση περί τον πόλεμο και ιδίως περί τη ναυτική τέχνη. Η κοινωνική θέση και ο ευγενής χαρακτήρας του μετριόφρονα και θεωρούμενου ως «υποδειγματικού πιστού Καθολικού», δούκα, σίγουρα συνηγορούσε στην απόφαση αυτή. Σίγουρα πάντως, αν σκεφτούμε ότι στην Αρμάδα υπηρετούσαν έμπειροι ναυτικοί όπως ο Μιγκέλ ντε Οκένδο, η απόφαση εγκυμονούσε κινδύνους.
Ο Δούκας, προς τιμήν του, απέστειλε επιστολή στο βασιλιά ευχαριστώντας τον για την ύψιστη τιμή, αλλά υποδεικνύοντας την απόλυτη απειρία του. Επιπλέον επεσήμανε ότι δεν ήξερε τίποτα για τα πολεμικά σχέδια της χώρας του, πόσο δε μάλλον για τον αγγλικό στόλο ή τα σχέδια του εχθρού του. Το χειρότερο ήταν ότι έπασχε από ναυτία και μάλιστα είχε γενικά πολύ «εύθραυστη» υγεία. Υπάρχει μια θεωρία ότι οι βασιλικοί γραμματείς δεν έδειξαν ποτέ την επιστολή αυτή στο Φίλιππο για να μην τον εξοργίσουν, αφού στο τέλος ο δούκας συμβούλευε τον βασιλιά να συνάψει ειρήνη ή να αναβάλει την επιχείρηση της απόβασης.
Ο Δούκας σε κάθε περίπτωση προέβη σε εξαιρετικές προετοιμασίες σε θέματα διοικητικής μέριμνας και αναδιοργάνωσε όλο το στόλο σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Ο προσιτός του χαρακτήρας βοήθησε και στο καλό κλίμα μεταξύ των κυβερνητών και των άλλων ναυάρχων. Όταν απέπλευσε η Αρμάδα, ο Δούκας κινήθηκε σύμφωνα με το σχέδιο για συνένωση με τον δούκα της Πάρμα, χωρίς επιθετικό πνεύμα. Δεν αναζήτησε καμία ναυμαχία και είχε απόλυτο δίκαιο. Είχε έλλειψη αυτοπεποίθησης, ενώ προσπαθούσε να ανταπεξέλθει ρωτώντας εμπειρότερους ναυτικούς. Δεν μπορούν να του αποδοθούν ιδιαίτερες ευθύνες για την καταστροφή, αφού επέδειξε θάρρος και εξυπνάδα και τα λάθη του ήταν λόγω απειρίας στη θάλασσα. Αυτό το αντελήφθη και ο βασιλιάς που τον διατήρησε στη θέση – έστω και θεωρητικά – του ναυάρχου και τον έκανε Κυβερνήτη της Ανδαλουσίας.
Το 1606 ανέλαβε την επιχείρηση εναντίον των Ολλανδών και ηττήθηκε στη ναυμαχία του Γιβραλτάρ. Εκεί και η επιμονή του για την επιχείρηση και οι χειρισμοί του ήταν λανθασμένοι. Με την προπαγάνδα να του φορτώνει όλες τις ισπανικές ήττες, πέθανε στις 26 Ιουλίου 1615.
Καταστροφή της Ισπανικής «Αήττητης» Αρμάδας (1588)
Η άνοδος της βασίλισσας Ελισάβετ στον αγγλικό θρόνο το 1558, παρότι στην αρχή σηματοδότησε μια περίοδο ειρήνης με το τέλος των «Ιταλικών πολέμων», άρχισε να δημιουργεί προβλήματα στην Καθολική Ισπανία. Η επιβολή της προτεσταντικής θρησκείας, η φυλάκιση και εν τέλει εκτέλεση της Μαίρης, βασίλισσας της Σκοτίας και η αδειοδότηση σε κουρσάρους, όπως ο Φράνσις Ντρέηκ, να καταληστεύουν τα ισπανικά πλοία και τις αποικίες, δεν θα έμεναν αναπάντητα από το βασιλιά της Ισπανίας. Ο Φίλιππος Β΄ ήταν ο ισχυρότερος ηγεμόνας του κόσμου και δεν μπορούσε να ανεχθεί αυτή την κατάσταση. Το χειρότερο ήταν ότι οι Άγγλοι ενίσχυαν και τους Ολλανδούς επαναστάτες, σε μια εποχή που η Ολλανδία ήταν ισπανική κτήση.
Ο βασιλιάς Φίλιππος Β΄ διέθετε 30.000 στρατιώτες στην επαναστατημένη Ολλανδία. Αν μπορούσε να στείλει και άλλους τόσους και την «αήττητη» Αρμάδα στην Ολλανδία, η απόβαση στην Αγγλία θα ήταν εύκολη υπόθεση. Έτσι, χωρίς να υπολογίσει το ότι τα βασικά λιμάνια της Ολλανδίας τα κατείχαν οι επαναστάτες, ότι οι Άγγλοι είχαν περισσότερο και ισχυρότερο ναυτικό, θεώρησε ότι το σχέδιο του ήταν μεγαλοφυές και έπρεπε να λάβει χώρα γρήγορα και πάση θυσία. Δυο μεγάλα προβλήματα ανέκυψαν από τη στιγμή του σχεδιασμού μέχρι την εκτέλεση. Το πρώτο ήταν ότι ο πειρατής Φράνσις Ντρέηκ με μια επιδρομή το 1587 κατέστρεψε στο Κάδιξ 37 ισπανικά πλοία και μέρος του ανεφοδιασμού. Το δεύτερο ότι ο εξαιρετικός και πολύπειρος Ισπανός ναύαρχος Αλβάρο ντε Μπαθάν, μαρκήσιος της Σάντα Κρουζ και διοικητής μοίρας στη ναυμαχία της Ναυπάκτου πέθανε στην αρχή του 1588, αφήνοντας ακέφαλο τον ισπανικό στόλο.
Η διοίκηση της Αρμάδας ανατέθηκε στον άπειρο δούκα της Μεντίνα Σιντονία, Αλόνσο Περέζ ντε Γκουζμάν, ο οποίος απεδέχθη με μεγάλη απροθυμία το νέο του ρόλο. Με 130 πλοία (τα περισσότερα μεταγωγικά), 2.500 κανόνια και 30.000 άνδρες η Αρμάδα απέπλευσε από το λιμάνι της Λισσαβόνας με την ευλογία του Πάπα και το κατευόδιο του βασιλιά στις 1 Ιουνίου 1588. Τα περισσότερα ισπανικά πλοία ήταν βαριά και δεν μπορούσαν να κινηθούν εύκολα με ιστιοφορία. Ο απόπλους έφερε τα πρώτα προβλήματα. Πολλά προχειροφτιαγμένα βαρέλια που μετέφεραν προμήθειες – λόγω της καταστροφής αντιστοίχων από την επιδρομή του Ντρέηκ τον προηγούμενο χρόνο – οδήγησαν σε σήψη τροφίμων και προβλήματα ηθικού. Επιπρόσθετα η Αρμάδα συνάντησε πριν φθάσει στο Βισκαϊκό Κόλπο μια σφοδρή θύελλα και θαλασσοταραχή, που την ανάγκασε να επιστρέψει στην Λα Κορούνια για επισκευές και ανεφοδιασμό. Ο στόλος επανέπλευσε στις 24 Ιουλίου με μεγάλη καθυστέρηση. Αν υπήρχε έστω και ένα μικρό στοιχείο αιφνιδιασμού, χάθηκε λόγω της καθυστέρησης αυτής.
Ο Αγγλικός στόλος ετοιμαζόταν για την απάντησή του. Είχε συγκεντρωθεί στο Πλύμουθ και ήταν ανώτερος του ισπανικού, παρότι η προπαγάνδα ήθελε, και εν μέρει θέλει ακόμα, να τον παρουσιάζει ως υποδεέστερο. Οι Άγγλοι διέθεταν 200 πλοία με ισχύ πυρός τουλάχιστον μιάμιση φορά μεγαλύτερη από αυτή των Ισπανών και πυροβόλα με μεγαλύτερο βεληνεκές. Το μόνο μειονέκτημα των Άγγλων ήταν η αριθμητική υπεροχή των στρατιωτών επί των πλοίων των Ισπανών, αφού οι ίδιοι διέθεταν μόλις 10.000 άνδρες. Ήταν φανερό ότι οι Άγγλοι θα επιζητούσαν μια ναυμαχία, αλλά δε θα ήθελαν να φθάσουν σε αποστάσεις εμβολισμού. Αν προσθέσουμε την κόπωση από το ταξίδι των Ισπανών, την αγγλική ναυτική εμπειρία, τα φιλικά λιμάνια και την καλύτερη θωράκιση των αγγλικών πλοίων, το ότι ο ισπανικός στόλος έφθασε στη Γκραβελίν, όπως θα δούμε παρακάτω, για να συνενωθεί με τον Δούκα της Πάρμας, μάλλον πρέπει να θεωρηθεί επιτυχία.
Οι Ισπανοί προσέγγισαν τις αγγλικές ακτές στις 31 Ιουλίου όπου έγινε η πρώτη μικρή ναυμαχία στα ανοικτά του Πλύμουθ. Οι Άγγλοι ήταν μοιρασμένοι σε δυο μοίρες, μια υπό το ναύαρχο Χάουαρντ, αρχηγό του στόλου και μια υπό τον Φράνσις Ντρέηκ, διαβόητο κουρσάρο. Τα αγγλικά πλοία κανονιοβολούσαν από απόσταση ασφαλείας τον αντίπαλό τους. Δυο Ισπανικά πλοία έπαθαν ζημιές από ατυχήματα και ο Ισπανός ναύαρχος τα εγκατέλειψε, προσηλωμένος στην κύρια αποστολή του.
Ο Ντρέηκ, παρότι ο Αγγλικός στόλος ακολουθούσε το πλοίο του ως οδηγό για να συνεχίσει την παρακολούθηση της Αρμάδας, όταν έπεσε το σκοτάδι ξαφνικά έσβησε τα φώτα του και ακολούθησε ανεξάρτητες κινήσεις για να «κουρσέψει» το μοναδικό πλοίο που είχε ξεμείνει από ατύχημα, το «Ροζάριο» (το έτερο, «Σαν Σαλβαδόρ», είχε βυθιστεί από έκρηξη της πυριτιδαποθήκης).
Η κίνηση του Ντρέηκ δημιούργησε χάος στον αγγλικό στόλο που έχασε τη συνοχή του, χωρίς όμως να το εκμεταλλευτούν οι Ισπανοί. Μετά από δυο μέρες στα ανοικτά του Πόρτλαντ, οι δυο στόλοι συναντήθηκαν και οι Ισπανοί προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τον ούριο άνεμο για να πετύχουν κάποιους εμβολισμούς, κάτι το οποίο απέφυγαν οι Άγγλοι. Στις 4 Αυγούστου οι Άγγλοι επιτέθηκαν για άλλη μια φορά στα ανοικτά των νησιών Γουίτ, χωρίς αποτέλεσμα. Κατόπιν αποσύρθηκαν για ανεφοδιασμό κυρίως σε πυρομαχικά. Έτσι ο Δούκας της Μεντίνα Σιντονία έφθασε στα ανοικτά του Καλαί, όπου θεωρητικά θα συναντιόταν με τον δούκα της Πάρμας. Εκεί διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε λιμάνι με βάθη ικανοποιητικά για τα βυθίσματα των πλοίων του και θα έπρεπε να αγκυροβολήσει στη Γκραβελίν, περιμένοντας τον δούκα της Πάρμας, που δεν έδειχνε καμία προθυμία να συνενωθεί!
O Φράνσις Ντρέηκ και ο ναύαρχος Χάουαρντ σχεδίασαν την πυρπόληση του Ισπανικού στόλου στη Γκραβελίν, αλλά ο Δούκας της Μεντίνα Σιντονία το είχε προβλέψει και είχε πει στους κυβερνήτες του να είναι έτοιμοι για απόπλου. Παρότι υποτίθεται προετοιμασμένοι, οι Ισπανοί πανικοβλήθηκαν και εγκατέλειψαν άτακτα τις θέσεις τους, με αποτέλεσμα να πλέουν μεμονωμένα στο ανοικτό πέλαγος. Την επόμενη μέρα, έλαβε χώρα επί οκτάωρο η ναυμαχία που έκρινε την τύχη της Αρμάδας. Το πλοίο «Εκδίκηση» του Φράνσις Ντρέηκ σχεδόν μονομαχούσε με το «Σαν Μαρτίν» του αρχηγού του ισπανικού στόλου. Τρία ισπανικά πλοία είχαν βυθιστεί, ένα κυριευθεί και 4 προσαράξει, για να συλληφθούν από Ολλανδούς.
Η Αρμάδα δεν είχε καταστραφεί, αλλά δεν είχε πετύχει και το στόχο της. Ξανασυγκεντρώθηκε και προσπάθησε να αποφύγει την εμπλοκή της με τον αγγλικό στόλο, διαφεύγοντας προς βορρά με στόχο τον περίπλου των βρετανικών νησιών. Πολλά από τα πλοία εξόκειλαν από τις σφοδρές θαλασσοταραχές και οι στρατιώτες φυλακίστηκαν ή σκοτώθηκαν. Το αποτέλεσμα ήταν, όταν τα απομεινάρια της Αρμάδας επανέπλευσαν στην Ισπανία στις 21 Σεπτεμβρίου 1588 να έχουν χαθεί πάρα πολλά πλοία (ανάλογα με τις πηγές από 40 έως 65) και περισσότερος από τον μισό στρατό. Οι Άγγλοι δεν είχαν απώλειες στη μάχη, αλλά λόγω επιδημιών είχαν τελικά τεράστιες απώλειες, αντίστοιχες σε ποσοστά των Ισπανών, αφού άγγιξαν τους 7.000 άνδρες.
Μπορεί η στρατηγική ισορροπία να μην άλλαξε δραματικά με την καταστροφή της Αρμάδας, όμως φάνηκε ότι η ισπανική θαλασσοκρατορία, που αμφισβητούσαν ήδη πειρατές και κουρσάροι σαν τον Ντρέηκ είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Δεν είχε έρθει ακόμα η ώρα της Αγγλίας, αφού η Ολλανδία θα γινόταν προς στιγμήν η κυρίαρχη των θαλασσών, όμως οι Άγγλοι έδωσαν δείγματα γραφής για τη μελλοντική απόλυτη θαλάσσια κυριαρχία τους.
Και ένα ενδιαφέρον ιστορικό ανέκδοτο: Η παράδοση θέλει την Ελισάβετ να διατάζει όλο το βασίλειο να φάει τα Χριστούγεννα γαλοπούλα σε ανάμνηση της καταστροφής της Αρμάδας, γιατί αυτό ήταν το φαγητό που έφαγε τη μέρα της ναυμαχίας στη Γκραβελίν.