Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από την ομιλία της Μπήλιως Τσουκαλά για την ημερίδα «80 χρόνια από τη βύθιση του Υ/Β “Κατσώνης» που διεξήχθη στην Υπηρεσία Ιστορίας Ναυτικού στις 11/12/2023
“… Ο Ηλίας Τσουκαλάς γεννήθηκε στην Αθήνα το 1914. Ήταν γόνος ναυτικής οικογένειας από τη Ζάκυνθο. Ο πατέρας του Πελοπίδας, όπως και ο θείος του Λυκούργος, ήταν αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού. Τελείωσε πρώτος σε σειρά επιτυχίας το Βαρβάκειο, το 1931, και τον ίδιο χρόνο εισήχθη στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων.
Το 1935 αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων ως Αρχηγός Τάξεως και ονομάστηκε Σημαιοφόρος. Στη συνέχεια υπηρέτησε στον στόλο, και συγκεκριμένα στα πλοία Έλλη, Αβέρωφ, Σφενδόνη, Πάνθηρ, Ψαρά και Σπέτσαι, και προαχθείς σε Ανθυποπλοίαρχο διεξήλθε τις Σχολές Ανθυποπλοιάρχων, πρώτος σε σειρά επιτυχίας.
Τις παραμονές του Ελληνο-ιταλικού πολέμου κατατάχθηκε εθελοντικά στην υπηρεσία Υποβρυχίων. Αρχικά υπηρέτησε ως Γ΄και Δ΄ Αξιωματικός στο Υποβρύχιο Λάμπρος Κατσώνης στον πόλεμο του ’40-’41, και κατόπιν, αφού διέφυγε με το υποβρύχιό του στη Μέση Ανατολή (με την αποδημία του Στόλου), υπηρέτησε ως Ύπαρχος στο ίδιο Υποβρύχιο. Έλαβε μέρος σε όλες τις Πολεμικές περιπολίες και ειδικές αποστολές του Υ/Β Κατσώνης, τέσσερις στην Αδριατική (το ’40-’41) και τρεις στο Αιγαίο (‘41-‘43).
Το 1944 στάλθηκε ως Υποπλοίαρχος να φοιτήσει στην Αγγλία, στη Βρετανική Σχολή Κυβερνητών Υποβρυχίων {C.O.Q.C.} (το περίφημο Perisher) όπου του απενεμήθη Πτυχίο Κυβερνήτη και όπου διακρίθηκε για την επινόησή του σχετική με τη βολή τορπιλών από Υποβρύχιο εν καταδύσει, εφεύρεση γνωστή ως «Torpedo Slide Rule» (ή και «Greek Slide Rule» προς τιμήν του Έλληνα εφευρέτη της), η οποία υιοθετήθηκε από το Βρετανικό Ναυαρχείο και χρησιμοποιήθηκε από τον Ιανουάριο του 1945 στα αγγλικά υποβρύχια του Μητροπολιτικού Στόλου, καθώς και στην Άπω Ανατολή και στην Αυστραλία.
Κατά τη φοίτησή του στο Perisher, συνέβη ένα περιστατικό, χαρακτηριστικό του χαρακτήρα του Τσουκαλά, αλλά και του χιούμορ του. Αφήνω τον ίδιο να το διηγηθεί:
«Βρισκόμουν στην Αγγλία για εκπαίδευση. Εκεί μου συνέβη το εξής, όταν τον Ιούνιο του 1944 φοιτούσα σαν υποπλοίαρχος στη Βρετανική Σχολή Κυβερνητών Υποβρυχίων. Είμασταν 6 εν όλω συμμαθητές σ’ αυτή τη σειρά, δηλαδή 5 καθαρόαιμοι Άγγλοι κι εγώ ο μόνος ξένος. Για πολλούς και διάφορους λόγους, όπως ήταν φυσικό, υστερούσα στην αρχή της εκπαιδεύσεως, ιδίως στον χειρισμό των μοντέρνων και εντελώς πρωτόφαντων για μένα μέσων επιθέσεως. Εδώ ίσως πρέπει να σημειώσω ότι τα δικά μας υποβρύχια, ακόμα και εν καταδύσει, δεν διέθεταν εκείνη την εποχή τελειοποιημένα όργανα επιθέσεως (Fruit Machine) όπως τα αγγλικά, αλλά είχαν μόνο έναν υποτυπώδη στρογγυλό δίσκο, επονομαζόμενο «IS-WAS» (δηλαδή ενδεικτικό της παρούσης και της προηγούμενης θέσης του στόχου).
Μια μέρα, όπως είμασταν μέσα στο υποβρύχιο εν καταδύσει, ο εμπειρότατος εκπαιδευτής μας Πλωτάρχης L. Napier, DSO, DSC, σταμάτησε την γυροπυξίδα και διέκοψε και το κύκλωμα τροφοδότησης της Fruit Machine. «Τώρα» -μάς είπε απευθυνόμενος στους 6 μαθητές του- «πάθατε βλάβη και πρέπει να κάνετε την επίθεσή σας χωρίς όργανα, μόνο με το περισκόπιο». Στην άσκηση αυτή, όλοι οι συμμαθητές μου απέτυχαν παταγωδώς, ενώ εγώ αρίστευσα. Σε ερώτηση του εκπαιδευτού μας, όταν ακολούθησε η συνηθισμένη κριτική μετά την άσκηση, για το πώς ξαφνικά προόδευσα, του απάντησα: -«Απλούστατα, γιατί ξαναβρέθηκα στο φυσικό και οικείο μου περιβάλλον, χωρίς όργανα», οπότε οι φλεγματικοί σύμμαχοι μείναν εμβρόντητοι!»
Ο Τσουκαλάς υπηρέτησε Κυβερνήτης των Υ/Β Πιπίνος και Παπανικολής, ενώ τον Φεβρουάριο του 1945 ανέλαβε τη διακυβέρνηση του Υ/Β Ματρώζος και τον Απρίλιο του ιδίου έτους τοποθετήθηκε Κυβερνήτης του νεότευκτου Υ/Β Δελφίν (Αγγλικής Ναυπήγησης) με το οποίο έλαβε μέρος στη Μάλτα σε προχωρημένες ανθυποβρυχιακές ασκήσεις σε συνεργασία με αγγλικά αντιτορπιλικά.
Χρησιμοποιήθηκε ως έμπειρος επιτελικός Αξιωματικός στη Ναυτική Ακαδημία, καθώς και στη Διεύθυνση Οργανώσεως και Εκπαιδεύσεως του ΓΕΝ, στον Στόλο και στο ΝΑΤΟ.
Το 1956 αποστρατεύτηκε με την θέλησή του από το ΠΝ με τον βαθμό του Πλοιάρχου και ανέλαβε τη Διεύθυνση Σπουδών και την καθηγεσία ναυτικών μαθημάτων στη Δημόσια Σχολή Εμποροπλοιάρχων της Ύδρας. Δίδαξε επίσης, Ναυτιλία και ναυτικούς υπολογισμούς στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων.
Η αποστρατεία του από το Ναυτικό σε ηλικία 42 μόλις ετών, του επέτρεψε να εργασθεί από το 1959 έως το 1972 (οπότε και τον απέλυσε η Χούντα) ως Γενικός Διευθυντής στο Εθνικό Εκπαιδευτήριο Αναβρύτων στην Κηφισιά.
Στη συνέχεια, χρημάτισε εντεταλμένος Σύμβουλος της «Ελληνικής Εριουργίας Α.Ε.» και Σύμβουλος της «Ανώνυμης Εταιρείας Οίνων και Οινοπνευμάτων-Βότρυς», διευθυντής του εργοστασίου των «Ελληνικών Υαλουργίων OWENS» στην Ελευσίνα, και Πρόεδρος του Δ.Σ. της Ναυτιλιακής Εταιρείας «Prodromos Lines», καθώς και μέλος του Δ.Σ. του «Αερολιμένος Αθηνών Α.Ε.».
Έφυγε από τη ζωή στις 12 Μαΐου του 2000 σε ηλικία 86 ετών.
Για την προσωπικότητα του Αντιπλοιάρχου Ηλία Τσουκαλά, πολύ διαφωτιστική είναι μια σελίδα από το βιβλίο «Βασίλης Λάσκος» του Καραγάτση, όπου περιγράφει πώς ο Λάσκος, μετά το κίνημα του ΄35, όταν ήταν 43 χρονών πια (δηλαδή μεγάλος τότε για Κυβερνήτης Υποβρυχίου), επιμένει και πετυχαίνει να του δώσουν τον Κατσώνη, ένα παλαιό υποβρύχιο, «σαράβαλο» όπως το λέει, υποσχόμενος στους ιθύνοντες του Ναυτικού να το επισκευάσει και να το κάνει αξιόμαχο, για να πολεμήσει.
Περιμένοντας να τελειώσει η επισκευή του Υποβρυχίου, ο Λάσκος επανδρώνει το επιτελείο του. Γράφει ο Καραγάτσης:
Ο τρόπος που ο Ύπαρχος Τσουκαλάς έδρασε κατά τη δραματική ναυμαχία του Κατσώνη στις 14 Σεπτεμβρίου 1943, επιβεβαίωσε πλήρως τον Σπανίδη.
Και ήταν απόλυτα συμβατός με τον χαρακτήρα του. Διέθετε μαθηματικό μυαλό και απίστευτη ψυχραιμία, (που τού επέτρεψαν να εκτελέσει τους αναγκαίους χειρισμούς για να κρατήσει το Υποβρύχιο στην επιφάνεια για τόσο χρόνο, ώστε οι συμπολεμιστές του που βρίσκονταν εντός του και δεν είχαν σκοτωθεί κατά τη μάχη, να προλάβουν να διαφύγουν από την πρωραία κάθοδο και να βρεθούν στη θάλασσα), ψυχικό σθένος και υψηλή αίσθηση καθήκοντος (εγκατέλειψε τελευταίος το βυθιζόμενο υποβρύχιο), θάρρος και αποφασιστικότητα, ώστε, ευρισκόμενος στη θάλασσα, να διαφύγει κολυμπώντας για να φτάσει στις ακτές της Σκιάθου, ακολούθως να περάσει στο Πήλιο, από όπου στη συνέχεια μέσω των μικρασιατικών ακτών επέστρεψε στη Μέση Ανατολή για να ενταχθεί και πάλι στον Στόλο και να συνεχίσει τον Αγώνα για την ελευθερία της Ελλάδας. Ήταν τότε 29 ετών.
Ο Αξιωματικός Ηλίας Τσουκαλάς τιμήθηκε για την πολεμική του δράση με το «Χρυσούν Αριστείον Ανδρείας, 2 φορές με τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό και άλλα μετάλλια και παράσημα, και, επίσης, 2 φορές με τον Βρετανικό Πολεμικό Σταυρό Εξαιρέτων Πράξεων (D.S.C. and bar).
Παρόλες όμως τις ύψιστες τιμητικές διακρίσεις και βραβεύσεις για την ηρωική του δράση κατά τον Πόλεμο, παρέμεινε σε όλη του τη ζωή ένας σεμνός άνθρωπος, που σπάνια μιλούσε για τα κατορθώματά του και αυτό, μόνο εάν κάποιος τον ρωτούσε.
Ήταν γεμάτος καλοσύνη και ανθρωπιά, δυναμισμό και νεύρο, προσηνής και αποφασιστικός, με αστείρευτο χιούμορ και την ίδια απλότητα στη συμπεριφορά απέναντι σε όλους. Είχε μια αμεσότητα που σε κατακτούσε. Μόνο όταν νευρίαζε ήταν καλύτερα να κρατά κανείς απόσταση ασφαλείας, αλλά ο εκνευρισμός του δεν διαρκούσε πολύ. Και στις μεγάλες φουρτούνες της ζωής διατηρούσε μια θαυμαστή ενάργεια και λογική.
Ο Ηλίας Τσουκαλάς δεν θεωρούσε τον εαυτό του ήρωα, αλλά έναν Αξιωματικό που είχε κάνει απλώς το καθήκον του. Το ήθος του υπαγόρευε τη στάση ζωής του, σε καιρό πολέμου όπως και σε καιρό ειρήνης. Βαθιά δημοκράτης, πιστός στα ιδανικά με τα οποία είχε γαλουχηθεί, πνεύμα ελεύθερο, δεν υποτασσόταν σε συμβιβασμούς κοινωνικούς, ταξικούς ή χρησιμοθηρικούς.
Χαρακτηριστικό είναι αυτό που συνέβη σε έναν κολυμβητικό αγώνα, στον οποίο συμμετείχε και ο τότε Διάδοχος του Θρόνου Κωνσταντίνος. Να σημειώσω ότι ο Τσουκαλάς, από την εποχή που ήταν Δόκιμος είχε ασχοληθεί με τον ναυταθλητισμό και είχε διακριθεί στην ελεύθερη κολύμβηση 100 και 200 μέτρων, κερδίζοντας μια σειρά από αθλητικά μετάλλια και διπλώματα. Ήταν δηλαδή δεινός κολυμβητής. Έπεσαν στο νερό οι αθλητές, μεταξύ αυτών και ο Διάδοχος, και ο Τσουκαλάς τούς περνούσε όλους και συνέχιζε ακάθεκτος. Έτρεξαν λοιπόν οι διάφοροι υπασπιστές του Κωνσταντίνου δίπλα στον Τσουκαλά καθώς κολυμπούσε, και με τρόπο του έκαναν νοήματα λέγοντάς του «κάνε κράτει! Ο Διάδοχος είναι πίσω σου!», αλλά ο Ηλίας δεν σταματούσε και ήρθε πρώτος στην αγώνα, αφήνοντας τον Διάδοχο να τερματίσει πίσω του…
Αισθάνομαι ευλογημένη στη ζωή μου που είχα αυτόν τον πατέρα. Το ίδιο και η αδελφή μου Δανάη. Όσοι τον γνώρισαν από κοντά, οι συνάδελφοί του στο Πολεμικό Ναυτικό, οι συνεργάτες του στην μετέπειτα επαγγελματική του διαδρομή, οι μαθητές του στη Σχολή Δοκίμων, στις σχολές Εμποροπλοιάρχων, και αργότερα, στη Σχολή Αναβρύτων, μιλούν για έναν πολύ ξεχωριστό άνθρωπο, που η αίσθηση του δικαίου, η ακεραιότητα και η καλοσύνη του, τους έχουν σημαδέψει βαθειά…
… Εμείς στην οικογένεια, είχαμε τη χαρά να απολαμβάνουμε έναν ζεστό, στοργικό και τρυφερό πατέρα, που πολλές φορές μάς αντιμετώπιζε σαν… πλήρωμα, ενώ η μητέρα μας, Καίτη, κρατούσε τις ισορροπίες, όταν το οικογενειακό πλοίο κινδύνευε να πάρει νερά από τις κοριτσίστικες αταξίες μας. Εξάλλου την είχε χρήσει… Οπλονόμο της οικογένειας όσο ήταν στο Ναυτικό, και υπεύθυνη house master στο σπίτι όταν είμασταν στα Ανάβρυτα! Ο μπαμπάς μπορούσε να γίνει αυστηρός, αλλά ήταν πάντα δίκαιος. Δεν έκανε υποδείξεις, μιλούσε με το παράδειγμα της ζωής του. Δεν έκρινε, μας έδινε -σ’ εμάς τις κόρες του- τον χρόνο να καταλάβουμε μόνες μας εάν οι επιλογές μας ήταν σωστές. Είχε έναν μοναδικό τρόπο να αφήνει σε εμάς την ελευθερία (αλλά και την ευθύνη) της ζωής μας, δίνοντάς μας, όμως, πάντα τη σιγουριά ότι έχουμε τη δύναμη να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες, και ότι εκείνος θα είναι εκεί ό,τι κι αν συμβεί. (και με ένα τρόπο είναι ακόμα…).
Το χιούμορ του Τσουκαλά ήταν παροιμιώδες. Και δεν το έχανε ακόμη και στις πιο αντίξοες συνθήκες και δύσκολες στιγμές. Θα σας πω μια ιστορία που μας έλεγε, και την γράφει και στο βιβλίο του. Φανταστείτε, είναι βράδυ, 9 η ώρα, πανσέληνος Σεπτεμβρίου, ο Κατσώνης έχει μόλις βυθιστεί. Στη θάλασσα πια, ο Ύπαρχος Τσουκαλάς μαζί με τον Υποκελευστή πυροβολητή Τάσσο Τσίγκρο αποφασίζουν να κολυμπήσουν προς τη Σκιάθο (που απείχε γύρω στα 8 μίλια). Η γερμανική κορβέτα που είχε απομακρυνθεί προς Νότο μετά τη ναυμαχία, επιστρέφει για να περισυλλέξει από τη θάλασσα τους μαχητές του Κατσώνη, οι περισσότεροι τραυματισμένοι. Μέσα στο πηχτό σκοτάδι, οι δυο τους πέφτουν ανάσκελα και μένουνε ακίνητοι για να μην τους δει η κορβέτα, καθώς περνάει ολοταχώς δίπλα τους. Κι όπως δε σηκώνανε κεφάλι για να μην προδοθούνε, ήπιανε και μπόλικο νερό απ΄ το κύμα που σήκωνε. Της είχανε ξεφύγει. Τώρα βρίσκονται μόνοι, χωρίς σωσίβια, καταμεσής του πελάγους. Και τότε γυρίζει ο Τσουκαλάς και λέει στον Τσίγκρο: «Αδελφέ μου, τούτη τη στιγμή κάναμε ή τη μεγαλύτερη εξυπνάδα ή τη μεγαλύτερη βλακεία της ζωής μας!».
Χάρη σ’ αυτή την εξυπνάδα που έκανε ο Τσουκαλάς εκείνο το βράδυ και σώθηκε, επέστρεψε στη Βηρυτό και παντρεύτηκε 3 μήνες μετά (τον Δεκέμβριο του 1943), την κοπέλα που αγαπούσε -τη μητέρα μας-, όπως της είχε υποσχεθεί πριν φύγει για τη μοιραία περιπολία. Χάρη λοιπόν σ’ αυτή την εξυπνάδα, είμαι κι εγώ εδώ και σας μιλάω. Και θα συνεχίσω να το κάνω, όπου και όπως μπορώ.
Πριν φύγει από τη ζωή ο πατέρας μου, τον Μάιο του 2000, μου είχε ζητήσει και του είχα δώσει μία υπόσχεση. Να φροντίσω ο Κατσώνης και η θυσία των συμπολεμιστών του να μη χαθούν στη λήθη του χρόνου. Και το βιβλίο του, το «Υποβρύχιον Υ1-Λάμπρος Κατσώνης», να συνεχίσει να εκδίδεται, παραδίδοντας στους νεώτερους αυτή τη συγκλονιστική μαρτυρία για το δραματικό τέλος του Υ1, αλλά και για όλη τη δράση του Υποβρυχίου κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Την υπόσχεση αυτή τηρώ, με την αρωγή του ΓΕΝ και της Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού, όλα αυτά τα χρόνια, τιμώντας τη μνήμη του, και ως φόρο τιμής σε εκείνους που πολέμησαν στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για την ελευθερία της Ελλάδας. Και θα την τηρώ όσο ζω, για να μείνει ζωντανή μια από τις πιο συγκλονιστικές ιστορίες ηρωισμού του Πολεμικού μας Ναυτικού.
Το Υποβρύχιο Υ1 ταξιδεύει πια στην Ιστορία, σύμβολο ανδρείας, αυταπάρνησης και αφοσίωσης στην πατρίδα.