Η πρώτη πολεμική επιτυχία των Ελλήνων στη θάλασσα. Οι Σπετσιώτες κυριεύουν δυο πολεμικά πλοία στη Μήλο και στη Κίμωλο (11‒13 Απρίλιου 1821)
Σπέτσες 3 Απριλίου 1821. Άφθονο κανονίδι και απερίγραπτος ενθουσιασμός συνόδευσαν την κήρυξη της Επαναστάσεως. Έτσι, το νησί των Σπετσών κέρδισε την Τιμή ότι πρώτο αυτό απ’ όλα τα νησιά ύψωσε τη Σημαία της Ελευθερίας. Χαρακτηριστικό της ανακούφισης και του ενθουσιασμού, που προκάλεσε στους Πελοποννήσιους η είδηση της εξόδου των Σπετσιωτών στον Αγώνα, είναι το ακόλουθο απόσπασμα από επιστολή του Ν. Δεληγιάννη και των λοιπών οπλαρχηγών από τα Βέρβενα που στάλθηκε στις 10 Απριλίου 1821 στους Σπετσιώτες: «Ἀδελφοί χαίρετε, ὅτι ἐστάθητε οἱ πρῶτοι· πρῶτοι εἰς τὸν ἀκροβολισμόν τῶν ἐχθρῶν, πρῶτοι εἰς τὴν ἱστορίαν, πρῶτοι εἰς τὴν ἀθανασίαν» [Ναυτικά, τ. Α΄, σ. 64].
Τις απογευματινές ώρες της 3ης Απριλίου, μετά από σύσκεψη των προκρίτων, συγκροτήθηκε τοπική διοίκηση με επικεφαλής τον πρωτάρχοντα Χατζηγιάννη Μέξη και στάλθηκαν απεσταλμένοι στην Πελοπόννησο, στην Ύδρα και στα Ψαρά, για να κάνουν γνωστά τα γεγονότα. Αποφασίσθηκε, ακόμη, να σταλούν πλοία στα παράλια της Μ. Ασίας και του Ελλησπόντου, προκειμένου να ξεσηκώσουν τον ελληνικό πληθυσμό και να διενεργήσουν καταδρομές. Η κυριότερη απόφαση που έλαβε το συμβούλιο των προκρίτων ήταν η αποστολή δύο ναυτικών Μοιρών, η μία από 11 πλοία και μία τράτα προς τη Μονεμβασία και η δεύτερη από 8 πλοία προς το Ναύπλιο, προκειμένου να αποκλείσουν από τη θάλασσα αυτά τα δύο ισχυρά φρούρια.
Τα πλοία που εξέπλευσαν για τον αποκλεισμό της Μονεμβασίας ήταν τα εξής: ΠΑΓΚΡΑΤΙΩΝ του Γεωρ. Ανδρούτσου με πλοίαρχο τον Αναστάσιο Ανδρούτσο, ΗΡΑΚΛΗΣ του Χριστοδ. Κούτση με πλοίαρχο τον Ιωάννη Χρ. Κούτση, ΠΟΣΕΙΔΩΝ του Παύλου Χατζηαναργύρου με πλοίαρχο τον Γεώργιο Μπαρδάκο, ΠΕΡΙΚΛΗΣ του Ανδρέα Χατζηαναργύρου με πλοίαρχο τον Νικόλαο Ράπτη, ΑΧΙΛΛΕΥΣ του Θεοδώρου Δ. Λαζάρου–Ορλώφ με πλοίαρχο τον ίδιο, ΗΡΑΚΛΗΣ του Αναγνώστη Χατζηαναργύρου με πλοίαρχο τον Ανάργυρο Αναγν. Χατζηαναργύρου, ΙΕΡΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ του Νικόλαου Δ. Ορλώφ με πλοίαρχο τον ίδιο, ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ του Γεώργιου Χατζηανδρέου με πλοίαρχο τον ίδιο, ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ του Βασίλειου Ν. Λαζάρου–Ορλώφ με πλοίαρχο τον ίδιο, ΣΟΛΩΝ του Γεωργίου Πάνου με πλοίαρχο τον ίδιο και αρχηγό της Μοίρας, ΑΧΙΛΛΕΥΣ του Ηλία Θερμισιώτη με πλοίαρχο τον ίδιο και η τράτα του Γεωργίου Τραττολάτη. Μετά από λίγες μέρες προστέθηκαν και τα πλοία, ΤΙΜΟΛΕΩΝ του Αναγνώστη Γ. Κυριακού με πλοίαρχο τον ίδιο και ΣΚΑΡΔΑΜΥΛΗ του Γεωργίου Κλείσσα με πλοίαρχο τον ίδιο.
Στις 8 Απριλίου η Μοίρα της Μονεμβασίας πληροφορήθηκε ότι στα λιμάνια της Μήλου και της Κιμώλου βρίσκονταν δύο πολεμικά οθωμανικά πλοία, ένα βρίκι και μια φρεγάτα, που κατευθύνονταν προς τα παράλια της Ηπείρου κατά του Αλή πασά των Ιωαννίνων. Την επομένη, 9 Απριλίου, έγινε συμβούλιο των πλοιάρχων και αποφασίσθηκε τρία πλοία να παραμείνουν στη Μονεμβασία για τον αποκλεισμό του φρουρίου και τα υπόλοιπα να πλεύσουν στη Μήλο και στην Κίμωλο και να επιτεθούν κατά των τουρκικών πολεμικών.
Για τις αποστολές αυτές τα πλοία ορίστηκαν με κλήρο. Τα πλοία που παρέμειναν ήταν, ο ΠΑΓΚΡΑΤΙΩΝ (Α. Ανδρούτσος), ο ΗΡΑΚΛΗΣ (Ι. Κούτσης) και ο ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ (Β. Λαζάρου–Ορλώφ), στα οποία προστέθηκαν μετά από λίγες μέρες ο ΤΙΜΟΛΕΩΝ (Α. Κυριακού) και η ΣΚΑΡΔΑΜΥΛΗ (Γ. Κλείσσας). Τα υπόλοιπα οκτώ απέπλευσαν αμέσως και το βράδυ της επόμενης μέρας που συνέπιπτε με το Πάσχα, 10 Απριλίου, φθάσανε στη Μήλο. Τρία απ’ αυτά, ήτοι ο ΑΧΙΛΛΕΥΣ (Η. Θερμισιώτης), ΙΕΡΑ ΣΥΜΜΑΧΙΑ (Ν. Ορλώφ) και ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ (Γ. Χατζηανδρέου), μπήκαν και αγκυροβόλησαν μέσα στο λιμάνι, όπου είχε επίσης αγκυροβολήσει το πολεμικό βρίκι. Τα άλλα πέντε σπετσιώτικα, ήτοι ο ΠΟΣΕΙΔΩΝ (Γ. Μπαρδάκος), ο ΗΡΑΚΛΗΣ (Α. Χατζηαναργύρου), ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ (Ν. Ράπτης), ο ΑΧΙΛΛΕΥΣ (Θ. Ορλώφ) και ο ΣΟΛΩΝ (Γ. Πάνου) ανακώχευσαν έξω από το λιμάνι της Μήλου.
Φθάνοντας στο νησί συνάντησαν δύο εμπορικά οθωμανικά πλοία, στα οποία ήταν πλοίαρχοι ένας χριστιανός και ένας Οθωμανός από τη Σκόδρα στα βορειοδυτικά της Αλβανίας. Οι Σπετσιώτες αποφάσισαν να καταλάβουν εξ εφόδου πρώτο το πλοίο του Οθωμανού πλοιάρχου. Αμέσως έστειλαν εξοπλισμένες λέμβους, αλλά οι Οθωμανοί ναυτικοί, αφού πρόβαλαν μικρή αντίσταση, έβαλαν φωτιά στην πυριτιδαποθήκη του πλοίου και το ανατίναξαν, με συνέπεια να εξοντωθεί και όλο το πλήρωμά του. Στη συμπλοκή πληγώθηκαν δύο Σπετσιώτες, ο Παντελής Μπούμπουλης και ο Λάζαρος Μαθιός. Αυτά έγιναν έως το βράδυ και βεβαίως προκαλεί απορία η έλλειψη οποιασδήποτε αντίδρασης από το πολεμικό βρίκι.
Την επομένη, 11 Απριλίου, τα τρία σπετσιώτικα πλοία ύψωσαν την επαναστατική σημαία και αφού κανονιοβόλησαν από μια φορά το καθένα, ειδοποίησαν τον πλοίαρχο του πολεμικού βρικίου να έλθει για να παραδοθεί, αλλά αυτός αρνήθηκε. Οι Σπετσιώτες τον ειδοποίησαν και δεύτερη φορά ότι αν δεν προσέλθει θα τον κτυπήσουν. Φοβηθείς τότε ο Τούρκος πλοίαρχος πήρε μαζί του τον χότζα (μουσουλμάνος ιεροδιδάσκαλος) που είχε στο καράβι και μερικούς Έλληνες ναύτες του πληρώματός του και πήγε στον ΑΛΕΞΑΝΔΡΟ του Χατζηανδρέου, όπου και τον κράτησαν. Οι Τούρκοι αξιωματικοί, μόλις είδαν την αιχμαλωσία του πλοιάρχου τους, αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο και αμέσως σήκωσαν τα πανιά με σκοπό να βγουν από το λιμάνι και να διαφύγουν.
Όμως, την ίδια στιγμή έμπαιναν στο λιμάνι και τα υπόλοιπα σπετσιώτικα πλοία και, με πρώτο τον ΠΕΡΙΚΛΗ του Ν. Ράπτη, επιτέθηκαν στο εχθρικό. Αφού ανταλλάξανε μερικές κανονιές, ο ΠΕΡΙΚΛΗΣ το πλεύρισε και οι Σπετσιώτες ναυτικοί, με πρώτο τον Αναστάση Μπάτα, πήδησαν μέσα στο τουρκικό πολεμικό και άρχισε μάχη σώμα με σώμα με τα «ψιλά άρματα». Οι πρώτοι Σπετσιώτες ενισχύθηκαν με συμπατριώτες τους από τα άλλα πλοία και ύστερα από αγώνα μιας ώρας το κυρίευσαν, σκοτώνοντας ή αιχμαλωτίζοντας περί τους 100 από το πλήρωμα του βρικίου. Από τους Σπετσιώτες σκοτώθηκαν δύο ναύτες του ΠΕΡΙΚΛΗ «οἵτινες ἔπεσαν ἐπὶ τοῦ ἐχθρικοῦ καταστρώματος θῦμα τῆς ἀνδρίας των» [Ναυτικά, τ. Α΄ , σ. 77]. Ατυχώς τα ονόματά τους δεν διασώθηκαν. Το βρίκι που κυριεύθηκε ήταν εξοπλισμένο με 23 κανόνια μπρούτζινα και με αρκετά πολεμοφόδια.
Στις 13 Απριλίου τα σπετσιώτικα πλοία μαζί με το κυριευμένο εχθρικό βρίκι κατευθύνθηκαν στην Κίμωλο για να επιτεθούν στην εχθρική φρεγάτα που ήταν εξοπλισμένη με 36 κανόνια και είχε πλήρωμα 150 άνδρες. Μόλις έφθασαν στην Κίμωλο ύψωσαν την σπετσιώτικη σημαία υπό τους κρότους των κανονιών τους. Οι Σπετσιώτες πλοίαρχοι ζήτησαν και ήλθε, επανδρωμένη με Έλληνες ναύτες, η βάρκα της φρεγάτας και ενημέρωσαν ότι έχουν αιχμαλώτους τον πλοίαρχο και τον χότζα του βρικίου. Οι αιχμάλωτοι έστειλαν γράμμα στον πλοίαρχο της φρεγάτας συμβουλεύοντάς τον να μαϊνάρει (κατεβάσει) τα πανιά και να παραδοθεί για να μην υποστεί την τύχη του πληρώματος του πλοίου τους στη Μήλο. Πράγματι στις 11 το πρωί η φρεγάτα «μαϊνάρισε την παντιέρα της», δηλαδή υπέστειλε τη σημαία της, και το πλήρωμα βγήκε στη στεριά με όλα του τα ρούχα και τα άρματα. Το πλοίο καταλήφθηκε από τους Σπετσιώτες.
Το πρωί της 14ης Απριλίου τα σπετσιώτικα πλοία με τα λάφυρά τους αναχώρησαν από την Κίμωλο και το απόγευμα έφθασαν στη Μονεμβασία. Η εμφάνιση των δύο πολεμικών πλοίων, κυριευμένων από τους επαναστάτες, προξένησε τον φόβο στους πολιορκημένους Τούρκους του επονομαζόμενου «Γιβραλτάρ της Ανατολής». Μαζί τους, εκτός των δύο πολεμικών πλοίων, είχαν και το βριγαντίνο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ με οθωμανική σημαία και με πλοίαρχο τον Λημνιό Νικόλα Χατζή Τριανταφύλλου, το οποίο είχαν βρει στο λιμάνι της Μήλου. Το τουρκικό φορτίο κατασχέθηκε, σύμφωνα με τη μαρτυρία του πλοιάρχου και του ναυλοσύμφωνου που επέδειξε, και στον ίδιο πληρώθηκε «διὰ ναῦλον τὸ ἕν τρίτον» [Το Ναυτικό στην Ιστορία των Ελλήνων, τ. Γ΄, σ. 439-440]. Στο συμβούλιο που έγινε αποφασίσθηκε να συνεχίσουν τον θαλάσσιο αποκλεισμό του φρουρίου μόνο τα πλοία του Γ. Πάνου, του Η. Θερμισιώτη και του Γ. Κλείσσα και τα υπόλοιπα να επιστρέψουν στο νησί, αφού αυτή ήταν και η εντολή που τους είχαν στείλει οι πρόκριτοι. Η μοίρα κατέπλευσε στις Σπέτσες στις 17 Απριλίου, φέρνοντας μαζί της και τα δύο πολεμικά πλοία «τοῦ μεγάλου Σουλτάνου, φέροντα τῆς Ἡμισελήνου τὴν σημαίαν κατὰ τὴν πρῶραν … συρομένην ἐπὶ τοῦ ὑγροῦ πεδίου, τὴν δὲ τοῦ Σταυροῦ … κυματίζουσαν ἐν τῷ αἰθέρι περιλαμπῶς, τῶν συνοδευόντων αὐτὰ Ἑλληνικῶν μακρόθεν διὰ πυροβολισμῶν ἀναγγελόντων πρὸς τοὺς κατοίκους τὸ χαρμόσυνον τοῦ κατορθώματος, ἐφ ᾧ καὶ ἐδόξασαν οὗτοι τὸν Κύριον τῶν Δυνάμεων ἐν πάσῃ κατανύξει» [Τὰ Σπετσιωτικά, τ. Γ΄, σ. 186].
Τα δύο πλοία «τὰ πρῶτα κατὰ θάλασσαν τρόπαια τῶν Ἑλλήνων ναυμάχων» [Τὰ Σπετσιωτικά, τ. Γ΄, σ. 188], αφού τους αφαιρέθηκαν τα κανόνια και τα πολεμοφόδια, παρέμειναν άχρηστα, αγκυροβολημένα στον μυχό του λιμανιού των Σπετσών, χωρίς να ληφθεί καμιά πρόνοια για να σωθεί έστω και μέρος του εξαρτισμού τους. Τα μεν έπιπλα «διηρπάγησαν ὑπὸ τοῦ ὄχλου» [Ναυτικά, τ. Α΄, σ. 79], τα δε πλοία αφέθηκαν να σαπίσουν και τελικά να βυθιστούν. Οι λόγοι του παροπλισμού τους ήταν ότι η επιχάλκωσή τους (το μπακίρωμα) ήταν παλαιά και έπρεπε να ανανεωθεί για να είναι ταχύπλοα, πράγμα στο οποίο έδιναν ιδιαίτερη σημασία οι ναυτικοί μας. Αυτό δεν μπορούσε να γίνει, διότι δεν υπήρχε διαθέσιμο το κατάλληλο υλικό (φύλλα ή ελάσματα επιχάλκωσης) ούτε οι κατάλληλες δεξαμενές γι’ αυτά τα βαριά σκάφη που δεν μπορούσαν να συντηρηθούν με απλή κατάκλιση σε καρνάγιο. Εξάλλου, κεντρική διοίκηση δεν υπήρχε για να αναλάβει το κόστος της συντήρησης και οι πρόκριτοι δεν μπορούσαν να διαθέσουν εξ ιδίων τα χρήματα που ήταν αναγκαία. Σύμφωνα, όμως, με τον ιστορικό του νησιού Α. Ορλάνδο η εγκατάλειψη των πλοίων οφειλόταν κυρίως στο ότι αυτά έγιναν το «μῆλον τῆς ἔριδος» μεταξύ των πλοιάρχων, διότι όλοι ήθελαν να τα οικειοποιηθούν και έτσι «ἡ ἐμφύλιος διχόνοια (δηλαδή η ενδοσπετσιωτική διαμάχη που είχε κατασιγάσει εν όψει της κήρυξης της Επανάστασης με τη διαμεσολάβηση της Φιλικής Εταιρείας), τῆς ὁποίας ἡ στάκτη ἦτον ἀκόμη θερμή, ἀφεύκτως ἀνεζωπυρεῖτο. Ὀπόση λοιπὸν ἤθελεν εἶσθαι ἡ ἐκ τῆς διχονοίας ταύτης προκυψομένη βλάβη εἰς τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπανάστασιν;» [Ναυτικά, τ. Α΄, σ. 78]. Έτσι, κατά τον Ορλάνδο, οι πρόκριτοι προτίμησαν να αφήσουν τα δύο πλοία ανενεργά για το γενικότερο συμφέρον. Όσο για την τύχη των αιχμαλώτων, ο Ορλάνδος σημειώνει ότι «παρεδόθησαν τακτικῶς εἰς τὴν κοινότητα τῆς νήσου» [Ναυτικά, τ. Α΄, σ. 79], χωρίς να δίνει περισσότερες πληροφορίες. Αντίθετα, ο ιστορικός Δ. Κόκκινος γράφει ότι πολλοί από τους αιχμαλώτους εσφάγησαν στην Μονεμβασία και όσοι γλύτωσαν εκεί είχαν την ίδια τύχη στις Σπέτσες [ Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις, τ. Α΄, σ. 222]. Η τελευταία αναφορά που έχουμε για τα πλοία αυτά είναι το έτος 1893. Τότε, ο Σπετσιώτης πρόεδρος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος Ιωάννης Ν. Μπότασης δώρισε στο Μουσείο της «τεμάχιον τρόπιδος βρικίου τουρκικοῦ, τοῦ πρώτου κυριευθέντος ὑπὸ τῶν Σπετσιωτῶν ἐν Μήλῳ τῷ 1821, βυθισθέντος δ’ ἐν τῷ λιμένι τῶν Σπετσῶν»[Δελτίον τῆς Ἱστορικῆς καὶ Ἐθνολογικῆς Ἑταιρείας τῆς Ἑλλάδος, τόμος 4ος, σ. 731].
Το αποτέλεσμα αυτής της πρώτης πολεμικής επιτυχίας των Ελλήνων στη θάλασσα μας το περιγράφει ο Α. Ορλάνδος: «Ἡ ἅλωσις τῶν πλοίων τούτων … ἠλέκτρισαν ἐπὶ τοσοῦτον τοὺς γείτονας Ὑδραίους, ὥστε τὴν αὐτὴν ἡμέραν ὕψωσαν καὶ οὗτοι τὴν σημαίαν τῆς ἐπαναστάσεως, παρέσχε γενικώτερον καὶ τοῦτο τὸ καλὸν, ὅτι οἱ Σπετσιῶται ἐφωδίασαν μὲ ἱκανὰ πολεμεφόδια δεξιὰ καὶ ἀριστερὰ τοὺς κατὰ ξηρὰν πολιορκητὰς Ἕλληνας, οἵτινες, ὡς εἶναι γνωστόν, εἶχον μεγάλην ἔλλειψιν αὐτῶν» [Ναυτικά, τ. Α, σ΄79]. Εξάλλου, ο ιστορικός Μ. Σίμψας υπογραμμίζει ότι η ενέργεια των Σπετσιωτών πλοιάρχων ήταν «μία κίνηση πού ἐγκαινίαζε τὴν ὀρθὴ τακτικὴ τοῦ Ἀγώνα, δηλαδή τὴν ἐπίθεση» [Τὸ Ναυτικὸ …,τ. 4ος, σ. 10].
Η πρώτη αυτή επιτυχία των Σπετσιωτών ναυμάχων ενίσχυσε το ηθικό των Ελλήνων και ανέδειξε, από την αρχή κιόλας της Επανάστασης, τόσο την ισχύ του Ναυτικού όσο και την καθοριστική συμβολή του στην επιτυχία του Αγώνα της Εθνικής μας Ανεξαρτησίας.
Βιβλιογραφία
- Ἀναστάσιος Κ. Ὀρλάνδος, Ναυτικά, ἤτοι Ἱστορία τῶν κατὰ τὸν ὑπὲρ ἀνεξαρτησίας τῆς Ἑλλάδος ἀγώνα πεπραγμένων ὑπὸ τῶν τριῶν ναυτικῶν νήσων, ἰδίως δὲ τῶν Σπετσῶν, τόμος Α΄, Ἐν Ἀθήναις, 1869.
- Ἀνάργυρος Α. Χατζηαναργύρου, Τὰ Σπετσιωτικά, Συλλογὴ ἱστορικῶν ἐγγράφων ἀφορώντων τὰ κατὰ τὴν Ἑλληνικὴν Ἐπανάστασιν τοῦ 1821 ἐκ τῶν ἀρχείων τῆς νήσου Σπετσῶν καὶ τοῦ Κράτους, τόμος Γ΄, Ἐν Πειραιεῖ, 1926.
- Διονύσιος Κόκκινος, Ἡ Ἑλληνικὴ Ἐπανάστασις, τόμος 1ος, ἐκδοτικὸς οἶκος ΜΕΛΙΣΣΑ, Ἀθῆναι 61974
- Μάρκος–Μάριος Σίμψας, Ἀρχιπλοίαρχος (Ο) Π.Ν., Τό Ναυτικό στήν Ἱστορία τῶν Ἑλλήνων, τ. 3ος και τ. 4ος, ἔκδοση Γενικοῦ Ἐπιτελείου Ναυτικοῦ, Ἀθῆναι, 1982.
Εξαιρετικό το άρθρο
Γεγονότα που συνήθως δεν γνωρίζουμε
Εάν είναι εύκολο θα ήθελα να.έχω.ενημέρωση.για οτιδήποτε.καινούργιο προκύψει
Παρακαλούμε να εγγραφείτε στο Newsletter μας (δείτε την αρχική σελίδα) για να λαμβάνετε κάθε Παρασκευή τα νέα άρθρα μας.